Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και  πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει, συνήθως, σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να  έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.

Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:

  • Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
  • Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
  • Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ

Χρήστος Λάσκος

***

Το κέρδος, όπως είναι εύλογο, στο πλαίσιο των «οικονομιών της αγοράς», αποτελεί μια κρίσιμη κατηγορία. Στις πρώτες εμφανίσεις της φιλο-καπιταλιστικής φιλοσοφίας, η απληστία, με παρρησία υποστηρίζονταν ως ιδιαίτερα δημιουργική και κοινωνικά ωφέλιμη. Ο Μάντεβιλ στον «Μύθο των εργατριών μελισσών» το εξέφρασε, με τον πιο αποφασιστικό τρόπο, ισχυριζόμενος πως «τα ιδιωτικά βίτσια συνιστούν δημόσιες αρετές».

Από τα τέλη, όμως, του δέκατου αιώνα κι έπειτα, η ορθόδοξη οικονομολογία άλλαξε, κάπως, τροπάρι. Τώρα, η κινητήρια δύναμη της οικονομίας ήταν η ζήτηση των καταναλωτών. Η ικανοποίηση των τελευταίων ήταν ο στόχος των επιχειρήσεων.  Το κέρδος αποτελεί μια παράπλευρη συνέπεια. Η υποκειμενική χρησιμότητα του καταναλωτή καθορίζει τα πάντα, σε τελευταία ανάλυση.

Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, πως, αναφορικά με τον παρόντα πληθωρισμό, η αιτιολόγηση ψάχνεται -και βρίσκεται!- στην πλευρά της ζήτησης. Είναι που έχουμε τρελαθεί να «ζητούμε» τυριά κι έτσι η τιμή τους αυξήθηκε κατά 50+ %. Πριν από δύο χρόνια, αποφεύγαμε το τυρί, ενώ έκτοτε βρισκόμαστε σε μια παρατεταμένη Κυριακή της Τυρινής -επί το λαϊκότερο, της Τυροφάγου.

Δεν είναι λογικό; Τι δουλειά έχει το κέρδος εδώ; Τα στοιχεία του ΟΗΕ, σύμφωνα με τον οποίο το μεγαλύτερο μέρος της ακρίβειας οφείλεται σε αυτό, είναι αποτέλεσμα ελλιπούς γνώσης της οικονομικής θεωρίας.

Οι μαρξιστές, όμως, βάζουν σε πρώτο πλάνο το κέρδος και το ποσοστό του. Ισχυρίζονται, δηλαδή, πως  η κινητήρια δύναμη της καπιταλιστικής συσσώρευσης είναι το ποσοστό του κέρδους. Μια επιχείρηση αναλαμβάνει να προχωρήσει σε επενδύσεις μόνο στο μέτρο που θεωρεί πως θα αποκομίσει κέρδος. Η ικανοποίηση των καταναλωτών -ή ο φενακισμός τους μέσω, μεταξύ άλλων, και της διαφήμισης και γενικότερα των τεχνικών προώθησης- είναι το μέσο για την αποκόμιση του κέρδους.

Η παρουσία του κέρδους, λοιπόν είναι η κατεξοχήν καθοριστική -sine qua non- παράμετρος για τη λειτουργία της οικονομίας, στο μέτρο που αποτελεί το αποκλειστικό της κίνητρο. Η κίνηση τους κέρδους κινεί την οικονομία. Τα προβλήματα κερδοφορίας στομώνουν τη λειτουργία του συστήματος.

Πέρα από τα προφανή, θα κάνω και μια λίγο «τεχνική» παρουσίαση του περίφημου μαρξικού «νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους». Το κάνω γιατί αποτελεί ένα κρίσιμο στοιχείο της ανάλυσης του Μαρξ σχετικά με τις κρίσεις και τη μακροπρόθεσμη προοπτική του συστήματος. Και γιατί, επιπλέον, πιστεύω πως μπορεί να γίνει κατανοητός και από εντελώς μη-ειδικούς. Αρκεί να θυμούνται λίγη -πολύ λίγη- άλγεβρα.

Το ποσοστό κέρδους, λοιπόν, στον Μαρξ, δίνεται από τον τύπο π = υ/(σ + μ). Ο αριθμητής εκφράζει το κέρδος, το οποίο εξισούται με την υπεραξία (υ), αποτέλεσμα της εκμετάλλευσης των εργατών. Στον παρονομαστή έχουμε το συνολικό κεφάλαιο, το οποίο δαπανάται στη ίδια διάρκεια, που παράγεται η υπεραξία. Το κεφάλαιο αυτό αποτελείται από δύο τμήματα, αυτό που πληρώνει τους μισθούς των εργατών, το μεταβλητό, δηλαδή, κεφάλαιο (μ) και το σταθερό κεφάλαιο (σ), που πληρώνει τα κατασκευασμένα μέσα παραγωγής. Αν, π.χ., η υπεραξία είναι 20 και το συνολικό κεφάλαιο (σ + μ) είναι 80, τότε το ποσοστό κέρδους είναι π = 20/80 = 0.25, δηλαδή, 25%.

Προχωρώντας λίγο παρακάτω και διαιρώντας πάνω και κάτω με το μεταβλητό κεφάλαιο (μ), ο τύπος του ποσοστού κέρδους γίνεται π = (υ/μ) /  [(σ + μ)/μ] = (υ/μ) / [(σ/μ) + (μ/μ)]. Άρα, έχουμε ότι π = (υ/μ) / [ (σ/μ) + 1]. Το υ/μ του αριθμητή, τώρα, το λέμε ποσοστό εκμετάλλευσης γιατί δείχνει το λόγο της υπεραξίας (υ), που ενθυλακώνει ο καπιταλιστής, προς τον μισθό (μ) -όσο μεγαλύτερος ο λόγος τόσο μεγαλύτερη η εκμετάλλευση. Στον παρονομαστή, δε, εμφανίζεται το κλάσμα σ/μ, που δείχνει την αναλογία των μηχανών προς τους εργάτες -όσο μεγαλύτερο το κλάσμα τόσο περισσότερο η παραγωγή αξιοποιεί μηχανές παρά εργατική δύναμη.

Σύμφωνα με τον Μαρξ, προϊόντος του χρόνου, όλο και περισσότερο οι μηχανές αντικαθιστούν τους εργάτες. Πρόβλεψη, προφανώς, απολύτως εύλογη και από την εμπειρία όλων μας. Μόνο που, αν ισχύει αυτό -που ισχύει- τότε, με σταθερά τα υπόλοιπα, έχουμε διαρκή αύξηση του σ/μ. Όντας στον παρονομαστή, η αύξησή του σημαίνει πως το κλάσμα μειώνεται συνεχώς. Άρα το ποσοστό κέρδους (π) έχει την τάση να πέφτει. Πράγμα, που, αποτελεί μείζον εμπόδιο στην πορεία της καπιταλιστικής συσσώρευσης, στο μέτρο που ατονεί το κίνητρο της ίδιας της παραγωγής.

Η λογική συνοχή του «νόμου», νομίζω, πως είναι αναμφισβήτητη. Η πραγμάτευσή του στον σύνθετο πραγματικό κόσμο απαιτεί περισσότερα από την απλή εφαρμογή του. Αυτό, ωστόσο, δεν μειώνει καθόλου την αναλυτική του δύναμη. Όπως στη Φυσική, για να μελετήσουμε αρχικά τους νόμους της κίνησης κάνουμε αφαίρεση, π.χ, του ατμοσφαιρικού αέρα, κάτι παρόμοιο ισχύει κι εδώ.

Έτσι φαίνεται πως το κεφάλαιο κάποια στιγμή βρίσκει ως εμπόδιο τον ίδιο του τον εαυτό.

Υπάρχει λύση; Ναι, μόνο που απαιτεί εκτεταμένη καταστροφή κεφαλαίου -υποδομών, κτιρίων, μηχανών- ώστε να μειωθεί ο παρονομαστής κι έτσι να αυξηθεί το ποσοστό κέρδους και να πάρει μπροστά ξανά η συσσώρευση. Η καταστροφή κεφαλαίου, με τις τεράστιες επιπτώσεις στην πλειοψηφία του πληθυσμού, σε ό,τι αφορά τους όρους ζωής, την ανεργία και την συνακόλουθη εξαθλίωση, συχνά σημαίνει μεγάλης κλίμακας πολέμους. Η κρίση του ’29, για παράδειγμα, επιλύθηκε ουσιαστικά με τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αυτή η εγγενής καταστροφική δυναμική του καπιταλισμού είναι που αποδεικνύει την ανάγκη για την επαναστατική του υπέρβαση. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που και η «ομαλή» του πορεία δεν είναι λιγότερο επικίνδυνη, όπως αποδεικνύει η πορεία προς την κλιματική καταστροφή.

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…