Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.
Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών, καθώς και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:
- Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
- Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
- Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ
Χρήστος Λάσκος
***
Όπως έχω σχολιάσει σε προηγούμενα απλοϊκά μαθήματα –5ο, 6ο και 8ο–, οι οικονομολόγοι της κυρίαρχης άποψης, δηλαδή της κυρίαρχης τάξης, προτείνουν για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού μέτρα όπως η «συγκράτηση» των μισθών και η αύξηση των επιτοκίων. Το μόνο που δεν περνάει από το μυαλό τους είναι μήπως έχουν, στην αύξηση των τιμών, συμβολή και τα πολύ αυξημένα κέρδη. Που έχουν τη μεγαλύτερη, όπως δείξαμε στο 5ο μάθημα.
Σήμερα θα ήθελα να μπω σε κάποια τεχνικά θέματα –καμπύλες και τέτοια–, που χρησιμοποιούν οι συγκεκριμένοι επιστήμονες, προκειμένου να θεμελιώσουν την ανάλυσή τους. Πρόκειται για τις καμπύλες του Phillips και του Laffer, αντίστοιχα, η επίκληση των οποίων επιχειρεί να «αποδείξει» την επιστημονικότητα της ανάλυσης που χρησιμοποιείται για την υποστήριξη της οικονομικής πολιτικής. Η απλοϊκότητα σήμερα θα είναι σκανδαλώδης και ας με συγχωρήσουν οι επαΐοντες.
Ξεκινώ με την καμπύλη του Φίλιπς.
Όπως σαφώς φαίνεται, η σχέση ανάμεσα στο ρυθμό πληθωρισμού –κατακόρυφος άξονας– και το ποσοστό ανεργίας –οριζόντιος άξονας– είναι αρνητική. Πράγμα που σημαίνει πως, όσο αυξάνεται το ποσοστό της ανεργίας, τόσο θα μειώνεται ο πληθωρισμός. Δείτε την κίνηση από το σημείο Β στο σημείο Α: με την αύξηση της ανεργίας από το 3% στο 6%, ο πληθωρισμός πέφτει από το 5% στο 2%.
Άρα, ένας καλός τρόπος, για να μειώσουμε τον πληθωρισμό, είναι να αυξήσουμε την ανεργία, να προκαλέσουμε, δηλαδή, ύφεση στην οικονομία. Η αύξηση των επιτοκίων, που περιορίζει τη ζήτηση, και η «συγκράτηση» των μισθών, λόγω του εκβιασμού της αυξημένης ανεργίας, θα λειτουργήσει σε αυτήν την κατεύθυνση και θα επαναφέρει την οικονομία στον ορθό δρόμο. Είναι αυτό που συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όταν ο Βόλκερ, κεντρικός τραπεζίτης των ΗΠΑ, αύξησε, εν μια νυκτί, τα επιτόκια στο 20%, προκάλεσε μια βαθύτατη ύφεση και «αποκατέστησε την τάξη». Βέβαια, θα μπορούσε να πει κανείς πως χρησιμοποίησε μια βαριοπούλα για να σκοτώσει μια μύγα. ΟΚ, but…
Το ζήτημα είναι πως η καμπύλη Φίλιπς ακριβώς εκείνη την εποχή είχε αποδειχτεί πατάτα, εφόσον η οικονομία βρίσκονταν στην κατάσταση του στασιμοπληθωρισμού, που σημαίνει πως είχαμε ταυτόχρονα ανεργία και πληθωρισμό, αντίθετα από τις προβλέψεις της. Ακόμη και νεοφιλελεύθεροι εγκατέλειπαν την καμπύλη, υποστηρίζοντας από τη μεριά τους πως, ούτως ή άλλως, θα πρέπει να αποδεχτούμε την ύπαρξη ενός «φυσικού ποσοστού ανεργίας» κάτω από το οποίο δεν μπορούμε να πέσουμε.
Πάμπολλες εμπειρικές εργασίες, έκτοτε, έχουν αποδείξει την αμελητέα συσχέτιση μεταξύ των δύο μεταβλητών. Παρόλα αυτά, είναι τόση η πολιτική της χρησιμότητα, που δεν λέει να εγκαταλειφθεί στο μουσείο της ιστορίας μαζί με το γεωκεντρικό σύστημα και άλλα παρωχημένα «επιστημονικά» σχήματα.
Το δεύτερο εργαλείο της κυρίαρχης οικονομικής ιδεολογίας είναι η, εξίσου, περίφημη καμπύλη του Λάφερ. Εδώ το θέμα είναι η σχέση ανάμεσα στους φορολογικούς συντελεστές και τα φορολογικά έσοδα. Το επιχείρημα είναι, εν πολλοίς, πως όσο αυξάνονται οι φορολογικοί συντελεστές, ιδίως για τα άτομα υψηλού εισοδήματος, τόσο τα δημόσια έσοδα θα μειώνονται. Αυτό γιατί:
α) η μείωση των εισοδημάτων θα σημάνει μείωση των επενδύσεων, άρα μείωση του προϊόντος, άρα μείωση της φορολογητέας ύλης, άρα μείωση των εσόδων και
β) όσο αυξάνονται οι συντελεστές τόσο αυξάνεται και η διάθεση (sic) των πλουσίων να φοροδιαφύγουν – σχεδόν, εξαναγκάζονται οι καημένοι.
Δείτε τώρα την καμπύλη, που, κατά τον αστικό μύθο, ο Λάφερ συνέλαβε κατά τη διάρκεια ενός δείπνου σε μαγαζί και ζωγράφισε σε μια χαρτοπετσέτα:
Ο φορολογικός συντελεστής εμφανίζεται στον κατακόρυφο άξονα, ενώ τα φορολογικά έσοδα στον οριζόντιο. Είναι προφανές πως όσο αυξάνεται ο συντελεστής –μέχρι το σημείο C– έχουμε αύξηση των εσόδων. Αν, όμως, συνεχίσουμε την αύξηση του φορολογικού συντελεστή, τότε αρχίσουν να μειώνονται τα έσοδα, μέχρι μηδενισμού, όταν ο συντελεστής γίνει 100%, όταν, δηλαδή, το κράτος απορροφά όλο το εισόδημα. Στην πραγματικότητα, είτε έχουμε συντελεστή 0% είτε 100%, τα έσοδα είναι μηδενικά.
ΟΚ. Έχει τη λογική του το πράγμα. Μόνο που και πάλι τα εμπειρικά δεδομένα δεν το επιβεβαιώνουν. Καταρχήν, στην περίοδο της «χρυσής τριακονταετίας» του καπιταλισμού, μεταξύ 1945-1975, ενώ οι συντελεστές βρίσκονταν, τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη, σε πολύ υψηλά επίπεδα -πάνω από 80% κάποιες φορές- τα έσοδα ήταν τόσο μεγάλα, που με άνεση χρηματοδοτούσαν ένα γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας.
Αν έχει τη λογική του το πράγμα τότε γιατί η «θεωρία» αποτυγχάνει πανηγυρικά; Η απάντηση βρίσκεται στο σημείο C της καμπύλης – τα μέγιστα έσοδα, δηλαδή. Οι σημερινοί φιλελέδες το τοποθετούν στο 30% φορολογικό συντελεστή. Ο ίδιος ο Λάφερ θεωρούσε πως ο βέλτιστος συντελεστής βρίσκονταν στο 50%. Άλλοι έχουν δείξει πως βρίσκεται στο 70%.
Να μια ενδιάμεση –απολύτως λογική– κατάσταση και εμπειρικά υποστηρίξιμη.
Εδώ ο φορολογικός συντελεστής, που μεγιστοποιεί τα δημόσια έσοδα, είναι 60%.
Μπορούμε, εμείς οι εργαζόμενοι φτωχοί, να το «πάρουμε», χωρίς καμιά αντίρρηση, όταν, σήμερα οι συντελεστές είναι μικρότεροι από το μισό.
Ας το κρατήσουμε, λοιπόν.
Μπορούμε να μειώσουμε τον πληθωρισμό, μειώνοντας τα κέρδη.
Μπορούμε να αυξήσουμε τα έσοδα, επιβάλλοντας μια ισχυρά προοδευτική φορολογία.
Και, ως προς τα «επιστημονικά», ας θυμόμαστε πως τα πολλά –και «βαριά», πολλές φορές– μαθηματικά δεν είναι παρά σκέτη, «αγνή» και ιδιοτελής ιδεολογία. Θα επανέλθω.