Ο Γκαμπριέλ Μπόριτς μετά την απόρριψη του νέου Συντάγματος.

Marco Teruggi από το Σαντιάγο | Πηγή: Pagina 12 (5.9.22) | Μετάφραση: Α.Λ.

Το προτεινόμενο νέο Σύνταγμα της Χιλής απορρίφθηκε στις κάλπες. Το αποτέλεσμα ήταν ηχηρό: 61,88% Απορρίπτω και 38,12% Εγκρίνω, με ρεκόρ συμμετοχής σχεδόν 13 εκατομμυρίων ψηφοφόρων, 4,5 εκατομμύρια περισσότερων από ό,τι τον Δεκέμβριο του 2021. Η απόσταση μεταξύ των δύο επιλογών ήταν μεγαλύτερη από ό,τι προέβλεπαν όλες οι δημοσκοπήσεις, που έδιναν ήττα στο νέο κείμενο, αλλά όχι με τόσο μεγάλη διαφορά. Η Χιλή εξεπλάγη το βράδυ της Κυριακής. Τόσο εκείνοι που έχασαν, όσο και εκείνοι που κέρδισαν, εξεπλάγησαν από το μέγεθος της διαφοράς.

Οι πρώτοι πανηγυρισμοί άρχισαν μια ώρα μετά το κλείσιμο των εκλογικών τμημάτων. Το λόγο πήραν οι ηγέτες κάθε μιας από τις Επιτροπές Απόρριψης. Η Επιτροπή του Chile Vamos (Πάμε Χιλή), που αποτελείται από τα παραδοσιακά δεξιά κόμματα, η Επιτροπή της Centro-Izquierda por el Rechazo (Κεντροαριστερά για την Απόρριψη) ή η Επιτροπή Amarillos por Chile (Κίτρινοι για τη Χιλή). «Αυτό που έχει ψηφίσει η Χιλή είναι να προχωρήσει μπροστά, να έχει μια νέα ευκαιρία, η Χιλή χρειάζεται κάτι καλύτερο από αυτό που προτείνει το κείμενο της Συντακτικής Συνέλευσης (…) είμαστε πλήρως δεσμευμένοι, χωρίς καμία αμφιβολία, να δώσουμε στη Χιλή ένα νέο Σύνταγμα», δήλωσε, για παράδειγμα, ο εκπρόσωπος της Επιτροπής της Κεντροαριστεράς.

Όλοι οι ηγέτες της Απόρριψης επαναβεβαίωσαν τη βούληση να προχωρήσουν σε ένα νέο κείμενο. «Έχουμε δεσμευτεί για ένα καλό και νέο Σύνταγμα, η συντακτική διαδικασία δεν έχει τελειώσει», δήλωσε, για παράδειγμα, ο εκπρόσωπος του Chile Vamos, στο οποίο συμμετέχει το παραδοσιακό κόμμα Ανεξάρτητη Δημοκρατική Ένωση (Unión Demócrata Independiente – UDI).

Οι λόγοι για τους οποίους το νέο Σύνταγμα δεν εγκρίθηκε στη Χιλή

Υπάρχει ένα κεντρικό στοιχείο: η καμπάνια για την Απόρριψη εγκατέλειψε από νωρίς τη ρητορική υπεράσπισης του κειμένου του 1980 ή της μεταρρύθμισής του. Στις 25 Οκτωβρίου 2020, η πλειοψηφία της κοινωνίας ψήφισε με συντριπτική πλειοψηφία υπέρ ενός νέου Συντάγματος, καταδεικνύοντας την ήττα της κύριας κληρονομιάς της δικτατορίας. Κατά συνέπεια, η Δεξιά υιοθέτησε την πρόταση για ένα νέο Σύνταγμα. Οι ηγέτες της Κεντροαριστεράς για την Απόρριψη, από την πλευρά τους, κατασκεύασαν μια ρητορική που επιδίωξε να αμφισβητήσει εκείνους που ιστορικά είχαν κινητοποιηθεί κατά του Πινοσετισμού: «ψηφίσαμε ΟΧΙ το 1988, Εγκρίνω το 2020, αλλά αυτή τη φορά είπαμε ότι δεν μπορούμε να εγκρίνουμε αυτό το κείμενο, πρέπει να το τροποποιήσουμε», δήλωσε ένας από τους εκπροσώπους της.

Ίσως εκεί να βρίσκεται μια από τις πρώτες εξηγήσεις για τη νίκη της Απόρριψης: η ικανότητα των υποστηρικτών της να επεκτείνουν την καμπάνια πέρα από τη Δεξιά, να μην επικεντρώσουν το λόγο τους στην υπεράσπιση όσων αμφισβητήθηκαν στους δρόμους το 2019 και στις κάλπες το 2020 και το 2021, προκειμένου να πείσουν ένα ετερόκλητο και ευρύ εκλογικό σώμα.

«Η πλειοψηφία των πολιτών εκφράστηκε και. παρά την έντονη επιθυμία για ένα νέο Σύνταγμα, απέρριψε την πρόταση της Συντακτικής Συνέλευσης. Αποδεχόμαστε ταπεινά αυτό το αποτέλεσμα και το περιεχόμενό του, καθώς ως χώρα αξίζουμε να έχουμε ένα νέο Σύνταγμα που να εκφράζει το πλειοψηφικό αίσθημα του λαού της Χιλής». Έτσι ξεκίνησε η ομιλία από πλευράς της Καμπάνιας του Εγκρίνω, από μια σκηνή όπου βρισκόταν αρκετοί από τους βασικούς ηγέτες των κυβερνητικών κομμάτων.

Όπως συμβαίνει συνήθως με τις ήττες, οι διασταυρούμενες κατηγορίες για τις ευθύνες άρχισαν να πολλαπλασιάζονται. Ορισμένες φωνές επικεντρώθηκαν στις ανεπάρκειες μιας κυβέρνησης με ποσοστό αποδοχής γύρω στο 38%, ενώ άλλες επικέντρωσαν την κριτική τους στο ίδιο το κείμενο και στη δυναμική της Συντακτικής Συνέλευσης. Η πρόταση για το νέο Σύνταγμα είχε ήδη υποστεί μια προηγούμενη απονομιμοποίηση λόγω της ιδέας να «εγκριθεί για να τροποποιηθεί» (1), δηλαδή της εκ των πρωτέρων αποδοχής ότι είχε αδυναμίες σε διάφορες πτυχές που έπρεπε να διορθωθούν.

Θα μπορούσαμε να επισημάνουμε και άλλα στοιχεία που σχετίζονται με την ήττα: η δυσκολία, για παράδειγμα, να κατασκευαστεί μια αποτελεσματική επικοινωνιακή στρατηγική για το νέο Σύνταγμα, όχι μόνο κατά τη διάρκεια των εβδομάδων της καμπάνιας, αλλά και καθ’ όλη τη διάρκεια των συνεδριάσεών της κατά τη διάρκεια ενός έτους. Είναι αρκετοί εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το εκλεγμένο σώμα απέτυχε να μεταφέρει την εσωτερική διαδικασία στον έξω κόσμο. Η αδυναμία αυτή επιδεινώθηκε από την πολυπλοκότητα της επεξήγησης ενός σύνθετου κειμένου 388 άρθρων, το οποίο με τη σειρά του αντιμετώπισε αυτό που χαρακτηρίστηκε ως μια εκστρατεία φόβου και μια χιονοστιβάδα ψευδών ειδήσεων από το στρατόπεδο των υποστηρικτών του Απορρίπτω.

«Δεν μπορεί να διαχωριστεί η κυβέρνηση από αυτή την ήττα, δεν μπορείς να την διαχωρίσεις από την επιλογή που υπερασπίστηκε με τόση δύναμη, κάνοντας εκστρατεία υπέρ αυτής της επιλογής: αυτό πρέπει να αποτελέσει κάλεσμα για προβληματισμό», δήλωσε ο πρόεδρος της UDI, Χαβιέρ Μακάγια (Javier Macaya). Η σχέση της κυβέρνησης με το δημοψήφισμα ήταν ένα από τα μόνιμα και σύνθετα θέματα της καμπάνιας. Ως εκ τούτου, η ήττα του Εγκρίνω επιδιώκεται να συνδεθεί με ήττα της κυβέρνησης Μπόριτς, η οποία βρίσκεται στην εξουσία εδώ και πέντε μήνες.

Ο Μπόριτς μετά την απόρριψη του νέου συντάγματος

Ο πρόεδρος έλαβε το λόγο λίγο πριν από τις 10 μ.μ. τοπική ώρα. «Αυτή η απόφαση των Χιλιανών ανδρών και γυναικών απαιτεί από τα θεσμικά μας όργανα και τους πολιτικούς παράγοντες να εργαστούμε με μεγαλύτερη αφοσίωση, με περισσότερο διάλογο, με μεγαλύτερο σεβασμό και στοργή μέχρι να καταλήξουμε σε μια πρόταση που να μας αντιπροσωπεύει όλους, που να μας δημιουργεί εμπιστοσύνη, που να μας ενώνει ως χώρα. Εκεί, ο μαξιμαλισμός, η βία και η μισαλλοδοξία απέναντι σε όσους σκέφτονται διαφορετικά πρέπει να παραμεριστούν οριστικά», είπε.

Η κυβέρνηση έχει δηλώσει από τον Ιούλιο ότι, σε περίπτωση νίκης της Απόρριψης, η πρόταση θα ήταν να επαναπροκηρυχθούν εκλογές για τη συγκρότηση μιας νέας Συντακτικής Συνέλευσης που θα συντάξει ένα νέο κείμενο. Στην ομιλία του, ο Μπόριτς δεσμεύτηκε να εργαστεί «από κοινού με το Κογκρέσο και την κοινωνία των πολιτών για ένα νέο συντακτικό δρομολόγιο που θα μας δώσει ένα κείμενο το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη τις εμπειρίες που αντλήθηκαν από τη διαδικασία, να καταφέρει να αντιπροσωπεύσει μια ευρεία πλειοψηφία των πολιτών». Για το σκοπό αυτό, τη Δευτέρα 5/9 επρόκειτο να συναντηθεί με τους προέδρους των δύο σωμάτων του Κοινοβουλίου [Γερουσία, Βουλή των Αντιπροσώπων] και στη συνέχεια με διάφορους κοινωνικούς τομείς. Ένας από τους στόχους θα είναι η οικοδόμηση συμφωνιών για τον νέο μηχανισμό και το χρονοδιάγραμμα για την εκλογή μιας νέας Συνέλευσης, αλλά τώρα με την κυβέρνηση και τους δρόμους να έχουν σημαδευτεί από μια ήττα και τη Δεξιά να επιδιώκει να περάσει στην επίθεση μετά την πρώτη της μεγάλη πολιτική νίκη από το 2019.

___________________

Σημείωση: Σχετικά με την ιδέα αυτή βλ. εδώ (σημείωση 6).

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…