Τα αποτελέσματα είναι αναμφισβήτητα. Μια ήττα αμείλικτη, τόσο ευρεία και ισχυρή που έβαλε σε κρίση την κυβέρνηση του Γκαμπριέλ Μπόριτς και τα κόμματα που τη στηρίζουν αλλά, επίσης, και το λαϊκό κίνημα που βγήκε στους δρόμους τον Οκτώβριο του 2019 απαιτώντας την παραίτηση του Σεμπαστιάν Πινιέρα και το τέλος του άγριου νεοφιλελευθερισμού στη Χιλή.

Πηγή: Desinformemonos (5.9.22) | Μετάφραση: Α.Λ.

Από τη σκοπιά των από κάτω και της Αριστεράς, αισθανόμαστε πόνο και θλίψη γι΄αυτή την ήττα, αλλά κυρίως για την πορεία που ακολουθήθηκε τον Νοέμβριο του 2019 με την συμφωνία για την ειρήνη [Συμφωνία για την Κοινωνική Ειρήνη και το Νέο Σύνταγμα], η οποία μετέφερε τον άξονα της πολιτικής από τους δρόμους και τις λεωφόρους στους διεστραμμένους θεσμούς και στα κόμματα που τώρα αδιαφορούν για ό,τι συνέβη ή πανηγυρίζουν τον θρίαμβο της Απόρριψης.

Νομίζω ότι υπάρχουν κάποιες αιτίες που εξηγούν την ήττα.

Η πρώτη είναι ότι επισημαίνεται μια βαθιά αποσύνδεση της κυβέρνησης και της Συντακτικής Συνέλευσης από τα συναισθήματα ενός μεγάλου μέρους του πληθυσμού, που ανησυχεί για την επιβίωση εν μέσω μιας οικονομικής στασιμότητας. Όσο ευγενείς και αν είναι οι προθέσεις εκείνων που συνέταξαν το Σύνταγμα, ένα μεγάλο μέρος των λαϊκών στρωμάτων αισθάνεται αγωνία μπροστά στην επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσής του, γεγονός που αντικατοπτρίζεται στο θλιβερό ποσοστό υποστήριξης της κυβέρνησης Μπόριτς της τάξης του 30%, λίγους μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της.

Η δεύτερη οφείλεται στους δρόμους που επέλεξε ο Μπόριτς και τα κόμματα που τον υποστηρίζουν, βασικά κομμουνιστές, σοσιαλιστές και όσοι έχουν συνασπιστεί στο Frente Amplio. Αδρανοποίησαν τις διαμαρτυρίες, υποστήριξαν την Αστυνομία  (Carabineros) και ολόκληρο τον κατασταλτικό μηχανισμό από την ημέρα που έφτασαν στη La Moneda (Προεδρικό Μέγαρο), ήταν υποτακτικοί στην επιχειρηματική κοινότητα και σκληροί, πολύ σκληροί, με όσους βρίσκονται ακόμα στους δρόμους.

Αυτή η πορεία βαθαίνει σταδιακά, στο βαθμό που η σημερινή κυβέρνηση συσφίγγει τις σχέσεις της με την παλιά Concertación, απλώνει το χέρι στην Μπατσελέτ και σε ολόκληρη την απαξιωμένη πολιτική κάστα, εναντίον της οποίας ξεσηκώθηκε ο πληθυσμός τον Οκτώβριο του 2019. Οι κρατούμενοι της εξέγερσης δεν απελευθερώθηκαν και η κατάσταση έκτακτης ανάγκης επανήλθε στο Wall Mapu [παραδοσιακή περιοχή του λαού των Μαπούτσε], δείχνοντας μια σαφή συνέχεια με τις προηγούμενες κυβερνήσεις.

Η τρίτη είναι ότι η πολιτική των πληβείων, από τα κάτω και στους δρόμους, βγαίνει βαριά τραυματισμένη. Όσοι από εμάς θεωρούσαμε από την πρώτη στιγμή ότι το Σύνταγμα δεν ήταν ο καλύτερος δρόμος, καθώς αντιπροσώπευε τον τάφο της εξέγερσης, υποστήκαμε επίσης μια βαριά ήττα, διότι το λαϊκό κίνημα δεν θα μπορέσει να συνεχίσει να δρα όπως μέχρι τώρα και θα του είναι πολύ δύσκολο να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Από εδώ και στο εξής, η κυβέρνηση του Μπόριτς θα στρέφεται όλο και περισσότερο προς τα δεξιά. Το κέντρο της συζήτησης μετατοπίζεται τώρα στο κοινοβούλιο, όπου κυριαρχούν η Δεξιά και η παλιά προοδευτική κάστα που άρχισε να κυβερνά πριν από τρεις δεκαετίες και εμβάθυνε τον νεοφιλελευθερισμό. Στο υπόλοιπο της θητείας της θα δούμε μια κυβέρνηση που θα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις αρχικές της υποσχέσεις, πιο κατασταλτική και πιο νεοφιλελεύθερη, αν αυτό είναι δυνατόν.

Αυτό όμως που μας ανησυχεί είναι το μέλλον του λαϊκού κινήματος. Με εξαίρεση τους αυτόνομους τομείς του κινήματος των Μαπούτσε, τα πράγματα έχουν γίνει πολύ περίπλοκα.

Δεν επιτυγχάνεται η ήττα της Δεξιάς στις κάλπες, ούτε μπορεί να επιτευχθεί ένας νέος κόσμος με ένα Σύνταγμα, που αναμφίβολα ήταν πολύ καλύτερο από αυτό που άφησε κληρονομιά ο Πινοσέτ. Μια πρόσφατη ανακοίνωση του Συντονιστικού Αραούκο Μαγιέκο (Coordinadora Arauco Malleco – CAM) (1) απορρίπτει «τον ενοποιητικό και πολυεθνικό διάλογο που, για να είναι εφικτός, απαιτεί να παραμείνουν ανέπαφα τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου στην περιοχή μας» και τονίζει ότι «έχουμε επεξεργαστεί το πολιτικό μας σχέδιο», το οποίο στρέφεται γύρω από την ανάκτηση των εδαφών.

Στο ίδιο κείμενο, για να απαντήσουν στις επικρίσεις της κυβέρνησης και των κομμάτων της, [ότι η δράση τους σαμποτάρει το δημοψήφισμα] τόνισαν ότι «το πρόβλημα δεν είναι το δικό μας απελευθερωτικό σχέδιο, αλλά η συσσώρευση δυνάμεων που το Εγκρίνω δεν κατάφερε να συγκεντρώσει για να διεκδικήσει το δημοψήφισμα» (https://bit.ly/3BhjtoY ). Προετοιμάστηκαν να αντισταθούν σε μια κατάσταση μεγαλύτερης απομόνωσης και, σίγουρα, θα συνεχίσουν να αποτελούν το ηθικό και πολιτικό σημείο αναφοράς που υπήρξαν κατά τη διάρκεια της εξέγερσης, όταν η σημαία των Μαπούτσε κυμάτιζε στους δρόμους από εκατομμύρια ανθρώπους.

Είναι καιρός να κάνουμε έναν απολογισμό, να ξεχωρίσουμε την ήρα από το σιτάρι και να επιστρέψουμε στην πολιτική από τα κάτω. Δεν θα είναι ένας δρόμος στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά ένας πολυετής δύσκολος αγώνας, όπως ακριβώς ήταν η οικοδόμηση ενός πλατιού κινήματος μετά το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας.

Το να συνεχίσουμε στο πλευρό εκείνων που αντιστέκονται είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε, ειδικά σε αυτές τις στιγμές αποθάρρυνσης και πόνου, όταν πολλοί θα πουν «δεν γίνεται», επειδή συνεχίζουν να κοιτάζουν προς τα πάνω, δεν εμπιστεύονται καθόλου τους λαούς και ποντάρουν στη διαπραγμάτευση με τους ισχυρούς.

 

Σημείωση

1.- Το Συντονιστικό Κοινοτήτων σε Σύγκρουση Αραούκο-Μαγιέκο (Coordinadora de Comunidades en Conflicto Arauco-Malleco) πιο γνωστό ως Coordinadora Arauco-Malleco ή CAM είναι μια από τις οργανώσεις των ιθαγενών Μαπούτσε. Ιδρύθηκε τον Φεβρουάριο του 1998 στην πόλη Tranaquepe και θεωρείται η πιό ριζοσπαστική από τις οργανώσεις των Μαπούτσε, ενώ η ένοπλη πτέρυγά της είναι τα λεγόμενα Όργανα Εδαφικής Αντίστασης (Órganos de Resistencia Territorial -ORT), τα οποία προβαίνουν σε πράξεις πολιτικής βίας, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί νόμιμη μέθοδο για την επίτευξη του πολιτικού της σχεδίου για τη διεκδίκηση, την ανάκτηση και την ανεξαρτησία των εδαφών του λαού των Μαπούτσε. Ο αγώνας τους διεξάγεται για την «ανάκτηση» γης, μέσω της κατάληψης δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας που ισχυρίζονται ότι είναι «σφετερισμένα εδάφη των Μαπούτσε», και της δυναμικής αντίστασης (εμπρησμοί, ενέργειες δολιοφθοράς) στις δασικές κυρίως εταιρείες, στις περιοχές Biobío και Araucanía.

Στις 31 Μαΐου 2022 η Βουλή των Αντιπροσώπων της  Χιλής, με 66 ψήφους υπέρ, 43 κατά και 13 αποχές, ενέκρινε σχέδιο ψηφίσματος που ζητούσε από την κυβέρνηση της Χιλής να κηρύξει το CAM, τα ORT και την Weichán Auka Mapu (WAM) [επίσης ένοπλη και ριζοσπαστική οργάνωση των Μαπούτσε που δρα κυρίως στη νότια Χιλή] ως «παράνομες ενώσεις τρομοκρατικού χαρακτήρα».

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…