Πηγές: The Philosophical Salon (14.3.2022) και Sinistrainrete (21.3.2022)[1] | Μετάφραση: Ευδοκία Ελευθερίου

Υπερ-πραγματικότητα

Όπως σε ένα χολιγουντιανό μοντάζ, η από-κλιμακούμενη εστίαση των πλάνων στον πόλεμο κατά του Covid παραχώρησε το πεδίο σε μια κλιμάκωση, σε πρώτο πλάνο, του ουκρανικού πολέμου, διαδοχικά και χωρίς την μεσολάβηση καμιάς διακοπής ανάμεσά τους, με τον Βλαντιμίρ Πούτιν να καταλαμβάνει πλέον τη θέση του Ιού, ως δημόσιου εχθρού νούμερο ένα. Αν η μετάβαση από τη μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης (emergency) στην άλλη υπήρξε προβλέψιμη, ο χρονισμός (timimg) της επικάλυψης της μιας από την άλλη προέκυψε κατά έναν τρόπο απίστευτα ομαλό και αβίαστο. Με την παρέμβαση δε, αμέσως, της δημιουργικής χορογραφίας της συντεχνίας των ΜΜΕ, εξασφαλίστηκε πάραυτα μια αναπαράσταση τυπικά μονοδιάστατη του «πολέμου του Πούτιν» – χωρίς να παραλείπονται και ειδικά εφέ τύπου videogame, όπως το War Thunder, το Arma 3, το Digital Combat Simulator ή, ακόμη, και ανακυκλούμενα πλάνα καταστροφών του παρελθόντος. Συγκριτικά, εκ των υστέρων, ακόμη και video, με πλάνα τύπου Αποκάλυψης, ανθρώπων που κατέρρεαν στην πόλη Γουχάν τον Ιανουάριο 2020, μοιάζουνε τώρα, χωρίς άλλο, απλά ερασιτεχνικά.

Όταν ο Ζαν Μποντριγιάρ έγραφε ότι «ο Πόλεμος του Κόλπου δεν έλαβε χώρα», εννοούσε ότι η βία εκείνου του πολέμου είχε επανεγγραφεί ως μιντιακό θέαμα (απείκασμα) κατά τρόπο τόσο διαβρωτικό, ώστε να μετατρέπεται σε υπερ-πραγματικότητα: κάτι το τόσο κατηγορηματικά και συντριπτικά «πραγματικό», ώστε να αίρεται κάθε ζήτημα, κάθε αμφιβολία, κάθε δυσπιστία σχετικά με την εγγενή αδιαφάνεια της αναφερόμενης [εμπόλεμης] κατάστασης. Ο Covid και η ρώσικη εισβολή είναι παρόμοια σφοδρές εκρήξεις υπερ-πραγματικότητας. Σαν τέτοιες πέφτουν πάνω μας, σαν ένα σκέπασμα που καλύπτει όλη την πραγματικότητα στην πολυπλοκότητά της, αντικαθιστώντας την με ένα προκατασκευασμένο μοντέλο ψευδών διπολικών αντιθέσεων: υγιές/άρρωστο, αληθινό/ψευδές, δημοκρατικό/φασιστικό, Καλό/Κακό.

[Το παιδιάστικο παιχνίδι της περιοριστικής αναγωγής της «συζήτησης για την Ουκρανία» στο ζεύγος επιτιθέμενος/θύμα επίθεσης, θολώνει την κρίση του κοινού σε τέτοιο βαθμό ώστε να το πείθει ότι ο πόλεμος συμπίπτει με το ολόγραμμά του. Οι βομβαρδισμοί στο πεδίο του πολέμου απορροφώνται από τους βομβαρδισμούς στο μετασύμπαν της πληροφορίας, αφανίζοντας την ηχώ της πραγματικότητας και μαζί της τους νευρώνες των τηλεθεατών*[2].]

Πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε την απόφαση των Μετα-Πλατφορμών (Facebook και Instagram) να επιτρέπουν στους χρήστες τους να καλούν σε βία ενάντια στους Ρώσους (φαινομενικά εν είδει προσωρινής τροποποίησης της πολιτικής τους όσον αφορά τον λόγο του μίσους [hate speech policy]); Ή την κατάργηση ενός πανεπιστημιακού μαθήματος για τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι επειδή ήταν ρώσος; Ή την άρνηση παροχής ιατρικής φροντίδας σε Ρώσους και Λευκορώσους μιας ιδιωτικής κλινικής [(έτσι όπως κάποιοι θα το ήθελαν και για τους μη εμβολιασμένους); Ή τα επαίσχυντα πρωτοσέλιδα του Υπουργείου Προπαγάνδας;*] Δεν είναι ακόμη προφανές ότι η πανδημία και η εισβολή στην Ουκρανία ενεργοποιούν την ίδια στρατηγική πολέμου [και ανταποκρίνονται στην ίδια αναγκαιότητα εργαλειοποίησής τους ως καταστάσεων έκτακτης ανάγκης*];

Δεν υπάρχει πλέον καμία σύνδεση μεταξύ πραγματικότητας και υπερ-πραγματικής της καρικατούρας στο κοινωνικό μετασύμπαν. Ο «πόλεμος του Πούτιν» αποτελεί την ιδανική συνέχεια του «πολέμου κατά του Covid». Και στις δυο περιπτώσεις, στόχος είναι να επισκιαστεί το αληθινό διακύβευμα, που συνίσταται, σε τελευταία ανάλυση, στην νομιμοποίηση εισαγωγής τεράστιου όγκου νέου χρήματος χαμηλού κόστους σε μια [παγκόσμια] οικονομία εθισμένη στο χρέος. Η θηλιά των [διαδοχικών] καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που προσδιορίζει την τρέχουσα [τελική*] φάση του καπιταλισμού πρέπει να γίνει αντιληπτή ως [απελπισμένο και επικίνδυνο*] μακροοικονομικό συμβάν.

Ουκρανία, ωρολογιακή βόμβα

Δύο τάξεις ζητημάτων τείνουν να αποκλείονται χάρη στην υπερ-πραγματική αναπαράσταση του «πολέμου του Πούτιν». Εν πρώτοις, η γεωπολιτική: η Ουκρανία ήταν από καιρό μια ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να εκραγεί. Η προς ανατολάς επέκταση του ΝΑΤΟ κορυφώθηκε στην ενορχήστρωση, το 2014, της αλλαγής του ουκρανικού καθεστώτος, η οποία, όπως συνοπτικά το τοποθέτησε πρόσφατα ο γνωστός αμερικανός πολιτικός επιστήμονας John Mearsheimer, «ανέτρεψε έναν φιλορώσο ηγέτη εγκαθιστώντας στη θέση του έναν ηγέτη φιλοαμερικανό», ως μέρος ενός σχεδίου «μετατροπής της Ουκρανίας σε δυτικό προμαχώνα στα σύνορα με τη Ρωσία». Με άλλα λόγια, ένα πραξικόπημα – με τραγικούς αντίκτυπους, όπως η ανθρωποσφαγή της Οδησσού στις 2 Μαΐου του 2014. Αν κανείς χρειάζεται αποδείξεις όσον αφορά το αμερικανικό πραξικόπημα στην Ουκρανία, μπορεί να τον βοηθήσει η περίφημη τηλεφωνική συνομιλία Nuland-Pyatt της 28ης Ιανουαρίου 2014: [όχι τόσο για το «fuck the EU» της Nuland (έτρεφε κανείς αμφιβολίες;), αλλά γιατί έφερνε στο φως κάτι το πολύ πιο ανησυχητικό:*]. Αποκάλυπτε, το τηλεφώνημα αυτό, το πώς το αμερικάνικο State Department της κυβέρνησης Ομπάμα σχεδίαζε, με απόλυτη αταραξία, το οργανόγραμμα της νέας ουκρανικής κυβέρνησης, λίγες μέρες πριν την εξέγερση[3] της πλατείας Maidan, που πυροδότησε την πτώση της κυβέρνησης του Γιανουκόβιτς. [Αν οι Ρώσοι παρενέβαιναν με τρόπο τόσο αυταρχικό και απροκάλυπτο για μια αλλαγή του μεξικανικού ή του καναδικού καθεστώτος θα την γλύτωναν άραγε τόσο εύκολα;*]

Τα τελευταία χρόνια το υπό αμερικανική καθοδήγηση ΝΑΤΟ είχε εντατικοποιήσει την στρατιωτικοποίηση της Ουκρανίας, μάλιστα με την συνεργασία νεοναζιστικών ομάδων – ο ρόλος των οποίων κάθε άλλο παρά περιθωριακός είναι σε μια χώρα της οποίας η Βουλή αποφάσισε να τιμήσει τα γενέθλια του συνεργάτη των Γερμανών Stepan Bandera ως εθνική γιορτή. Πρέπει να θυμόμαστε ότι εδώ και οκτώ χρόνια οι [φιλορωσικοί*] πληθυσμοί των αυτοπροσδιοριζόμενων ως Δημοκρατιών του Ντονμπάς, μαζί με μειοψηφικούς πληθυσμούς Ρομά, έχουν γίνει αντικείμενο συνεχών στρατιωτικών επιθέσεων εκ μέρους ουκρανικών υπερεθνικιστικών πολιτοφυλακών, με χιλιάδες θύματα. [Υπολογίζονται τουλάχιστον 15.000 θύματα μεταξύ των οποίων γυναίκες και παιδιά. Μια γενοκτονία που ωστόσο δεν προκάλεσε ούτε ένα τόσο δα δημοκρατικό δακρυάκι*]. Συνεχίζοντας την επεκτατική του πολιτική, το ΝΑΤΟ έδρασε λοιπόν με πλήρη επίγνωση ότι, για τη Ρωσία, η συμφωνία με την Ουκρανία θα ισοδυναμούσε με κήρυξη πολέμου – όπως έχει υπογραμμίσει σε διάφορες περιστάσεις ο Πούτιν, για παράδειγμα στην περίφημη παρέμβαση στο Συνέδριο του Μονάχου με θέμα την Πολιτική Ασφάλειας, της 11ης Φεβρουαρίου 2007. Η μαζική εξάπλωση νατοϊκών στρατευμάτων και στρατιωτικών βάσεων, εξοπλισμένων με αμυντικούς αντιβαλλιστικούς πυραύλους (μετατρέψιμους ωστόσο σε επιθετικά όπλα), κοντά στα ρωσικά σύνορα σε διάφορες περιοχές της ανατολικής Ευρώπης, δεν θα μπορούσε παρά να λειτουργεί ως πρόκληση ως προς τις νόμιμες ανάγκες αυτοπροστασίας των Ρώσων. [Ας επανέλθουμε λοιπόν  στην ρητορική ερώτηση:*] αν ο Πούτιν είχε εγκαταστήσει μια τέτοια δύναμη πυρός κοντά στα αμερικανικά σύνορα περικυκλώνοντας τα από τις γύρω περιοχές (ας πούμε, την Κούβα, το Μεξικό, τον Καναδά), ο Τζο Μπάιντεν (ή οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του) νομίζετε ότι θα το είχε ανεχτεί; Να γιατί η ουκρανική ωρολογιακή βόμβα, μετά από δεκαετίες προκλητικών κινήσεων, ήταν έτοιμη να εκραγεί.

Οικονομικός πόλεμος

Η δεύτερη τάξη ζητημάτων αφορά στην οικονομική ατζέντα, η μορφή με την οποία μας εμφανίζεται είναι εκείνη του οικονομικού πολέμου. Οι δρακόντειες κυρώσεις των δυτικών ηγετών – ως επί το πλείστον το πάγωμα των αγαθών και ο αποκλεισμός των ρωσικών τραπεζών από το παγκόσμιο σύστημα πληρωμών SWIFT – αποσκοπούν, υποτίθεται, στο να καταφέρουν πλήγματα στον Πούτιν και στους «ολιγάρχες» του (που μετατράπηκαν ξαφνικά σε ευκαταφρόνητα όντα, άξια οικονομικών και ανθρωπολογικών διωκτικών ενεργειών, όπως εξάλλου όλοι οι ρώσοι πολίτες). Ωστόσο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτός ο στόχος είναι εφικτός ή ακόμη και επιθυμητός. Μπορούν οι ΗΠΑ και η ΕΕ, των οποίων οι κυριότερες επενδυτικές τράπεζες είναι εκτεθειμένες στο ρωσικό χρέος, να επιτρέψουν στους εαυτούς τους το χρηματοπιστωτικό παιχνίδι μιας κόντρας με τη Ρωσία; Και γιατί ο JP Morgan αντικρούει το επίσημο αφήγημα περί της οικονομικής κατάρρευσης του εχθρού συμβουλεύοντας τους πελάτες του να ενισχύσουν τις θέσεις τους ως προς τμήμα του ρωσικού εταιρικού χρέους; De facto, η κολοσσιαία αμερικάνικη τράπεζα (US megabank) ποντάρει στην γρήγορη ρωσική ανάρρωση.

Επιπλέον, η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη παγκοσμίως παραγωγός χώρα όλων σχεδόν των πρώτων υλών, και με τα τρέχοντα επίπεδα αυξανόμενου δομικού πληθωρισμού μοιάζει σχεδόν αδύνατον, ή αυτοκτονικό, να εκλείψουν οι ανεφοδιασμοί από μέρους της. Μήπως γι αυτό, το πρόγραμμα προοδευτικής μείωσης αγοράς ρωσικού αέριου από μέρους της Ευρώπης οδήγησε στην εισαγωγή κάρβουνου… από τη Ρωσία; Το mainstream των ΜΜΕ προβλέπει ότι οι κυρώσεις θα οδηγήσουν σε κατάρρευση του ρουβλιού, και κατά συνέπεια στο τέλος της βασιλείας του Πούτιν. Ωστόσο, ο Πούτιν έχει φροντίσει να έχει αποθέματα FX (ξένων νομισμάτων) και κυρίως χρυσού. Αν η ρωσική οικονομία κατέρρεε, θα μπορούσε να εκδώσει ομόλογα και να καλύψει την αξία τους με μετοχές πετρελαίου, χρυσού και αερίου. Επιπλέον, ο αποκλεισμός της Ρωσίας από το σύστημα SWIFT, που διεκπεραιώνεται σε δολάρια, θα έδινε στον Πούτιν περισσότερα εναύσματα αναζήτησης άλλων αγορών και αξιών με τις οποίες να προωθήσει συναλλαγές – εμπλέκοντας την Κίνα, με την οποία μια μεταξύ τους συμφωνία ωριμάζει εδώ και μερικά χρόνια. Όλο αυτό, με τη σειρά του, θα αποδυνάμωνε περαιτέρω το δολάριο. Το τόσο φοβούμενο ενδεχόμενο να εκπέσει το δολάριο ως το κατ’ εξοχήν ισχυρό νόμισμα της παγκόσμιας οικονομίας θα μπορούσε τάχιστα να γίνει πραγματικότητα. Ως εκ τούτου: μήπως οι κυρώσεις δεν είναι, ουσιαστικά, παρά μια μεγάλη μπλόφα;

Gazprom[4], ελέφαντας στο (θερμαινόμενο) δωμάτιο

Αν από την μία πλευρά οι περιοριστικές κυρώσεις πουλιούνται στην κοινή γνώμη ως ηρωικές πράξεις ενός ασύμμετρου πολέμου – ωστόσο, εξ αρχής οι αμερικανοί και ευρωπαίοι ηγέτες πρόσεξαν πολύ να αποφύγουν την προσβολή μερικών από τα βαρέων βαρών θεμέλια της ρώσικης οικονομίας, όπως η Sberbank (στις κυρώσεις προς την οποία αντιτίθεται τώρα η Γερμανία) και κυρίως της Gazprombank. Για ποιο λόγο; Η Sberbank είναι το μεγαλύτερο ρωσικό πιστωτικό ίδρυμα, κάτοχος σημαντικότατου κεφαλαίου, κατά συνέπεια ένα ολοκληρωτικό εμπάργκο θα συνεπάγονταν σοβαρά παράπλευρα πλήγματα για τις δυτικές τράπεζες. Ο αληθινός ελέφαντας στο δωμάτιο είναι ωστόσο η Gazprombank, γιατί διαχειρίζεται τις συναλλαγές για το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, από τα οποία εξαρτώνται οι χώρες της ΕΕ, που, στην πραγματικότητα, εξακολουθούν να αγοράζουν. Μόνον περίπου το ένα τέταρτο του ρώσικου τραπεζικού τομέα είναι επί του παρόντος υπό καθεστώς κυρώσεων. Πιστεύουμε πράγματι ότι αυτό μπορεί να σταματήσει τον Πούτιν;

Ο Wolfang Munchau (πρώην αυθεντία των Financial Times) συνοψίζει την υποκρισία της ΕΕ (και των ΗΠΑ) με αφοπλιστική απλότητα: «Η ΕΕ υπερασπίζεται με πάθος την ουκρανική πλευρά από μια απόσταση ασφαλείας, παρακολουθώντας τον πόλεμο από ζεστά σαλόνια, θερμαινόμενα με ρώσικο αέριο». Στο μέτρο που η Ρωσία είναι ένας εμπορικός εταίρος-κλειδί για την Ευρώπη (σχεδόν το μισό ευρωπαϊκό αέριο προέρχεται από τη Ρωσία), αλλά και για τις ΗΠΑ (εισαγωγείς ρωσικού πετρελαίου), είναι μάλλον απίθανο οι κυρώσεις να υλοποιούνται στην πραγματικότητα έτσι όπως μοιάζει να υλοποιούνται στα ΜΜΕ. Αν λοιπόν το μπαζούκα των κυρώσεων αποδειχτεί εντέλει νεροπίστολο, ή μπούμεραγκ, ας αναζητήσουμε αλλού απαντήσεις.

Ο μπερδεμένος ιστός που υφαίνουμε

Ας αναλογιστούμε την απόφαση της Δύσης να προμηθεύσει χιλιάδες όπλα στην Ουκρανία ακριβώς τη στιγμή που οι ρωσικές και ουκρανικές αντιπροσωπείες είχαν καθίσει στο τραπέζι για τον πρώτο γύρο των διαπραγματεύσεων στο Γκόμελ (Λευκορωσία). Σε αυτήν την περίσταση η Ρωσία ζητούσε, όπως το έκανε εξάλλου από την αρχή, την ουδετερότητα της Ουκρανίας, την (μερική*) αποστατρικοποίησή της και την αυτονομία της Κριμαίας και των Δημοκρατιών του Ντονμπάς. Η αποστολή στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία δύσκολα θα ευόδωνε μια θετική έκβαση των διαπραγματεύσεων – ή της σύγκρουσης. Ποια στρατηγική, λοιπόν, ακολουθεί το ΝΑΤΟ; Ή, για να το θέσουμε αλλιώς, από ποιο σενάριο διαβάζει ο πρόεδρος Ζελένσκι; Απορρίπτοντας τους όρους του Πούτιν, θεωρεί μήπως ο Ζελένσκι ότι μπορεί να απωθήσει τον ρωσικό στρατό μοναχός του; Ή ελπίζει ότι το ΝΑΤΟ θα παρέμβει εγκαινιάζοντας τον τρίτο παγκόσμιο πόλεμο; Και στις δύο περιπτώσεις, θα ήταν τρελός. Ως κωμικός που έγινε πολιτικός πριν από λιγότερο από τέσσερα χρόνια (αφού πρώτα ερμήνευσε τον ουκρανό πρόεδρο σε μια τηλεοπτική σειρά), ο Ζελένσκι μοιάζει τέλειος για τον ρόλο του. Αλλά εδώ η πλοκή πυκνώνει.

Όπως ο προκάτοχός του ο Ποροσένκο, ο Ζελένσκι θα μπορούσε ενδεχομένως να έχει στη διάθεσή του πληροφορίες παρακινδυνευμένα αναληθείς για την παρωδία του Russiagate[5], ή για τους ουκρανικούς δεσμούς της οικογένειας Μπάιντεν – του Hunter συμπεριλαμβανομένου, ο οποίος το 2014, αμέσως μετά τα γεγονότα στην πλατεία Maidan, τοποθετήθηκε στο διαχειριστικό συμβούλιο του ουκρανικού γίγαντα του αερίου Burisma. Περαιτέρω πολυπλοκότητα προσθέτει το γεγονός ότι, στις αρχές Μαρτίου η νεοσυντηριτική Victoria Nuland (τώρα υφυπουργός) δήλωνε ενώπιον της Γερουσίας των ΗΠΑ ότι «η Ουκρανία διαθέτει δομές βιολογικής έρευνας», επιβεβαιώνοντας τις ρωσικές και κινεζικές κατηγορίες, που μέχρι εκείνη τη στιγμή γελοιοποιούνταν από τον συνήθη ουλαμό των αυτοαποκαλούμενων fact-checkers ως συνωμοσιολογίες. Γιατί η Nuland ένιωσε την αχαλίνωτη παρόρμηση να εκτοξεύσει την [επικοινωνιακή*] βόμβα του βιολογικού εργαστηρίου, ερχόμενη σε αντιπαράθεση με την οργισμένη απόκρουση του Jen Psaki [(φερέφωνου του Λευκού Οίκου)*] της προηγούμενης μόλις μέρας; Γιατί η Nuland προειδοποίησε, στη συνέχεια, ότι οι Ρώσοι θα έπρεπε να αναχαιτιστούν πριν φτάσουν σε αυτές τις «δομές»; Το ντουέτο της με τον γερουσιαστή Marco Rubio είχε μήπως σκοπό να αποκρύψει κάποια αμήχανη αλήθεια σχετικά με τα προγράμματα «περιορισμού της βιολογικής απειλής» στην Ουκρανία, χρηματοδοτούμενα από τις ΗΠΑ; Καθώς πλέον [στην καμπάνια ενάντια στα βιολογικά εργαστήρια*] εμπλέκεται και ο ΠΟΥ, ένα μόνο πράγμα είναι βέβαιο: έχουμε εξωθηθεί ξανά σε κλίμα ψυχρού πολέμου. Και το ερώτημα που τίθεται είναι το ίδιο πάντα: cui prodest[6];

Εθισμός στο ναρκωτικό της έκτακτης ανάγκης (emergency addiction)

Και ενώ τα [γεωπολιτικά*] ζητήματα για τα οποία κάναμε λόγο παραπάνω βοηθούν να καταλάβουμε μερικούς από τους λόγους της ανθρώπινης τραγωδίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, η εκτίμησή μου είναι πως την ουκρανική υπόθεση υποβαστάζουν, ουσιαστικά, μακροοικονομικά κίνητρα. Λόγος για τον οποίο θεωρώ ότι τα αίτια της σύγκρουσης μπορούν να τα συλλάβουν ευκολότερα οι οικονομικοί αναλυτές μάλλον, παρά οι πολιτικοί φιλόσοφοι. Μπορούμε να τα συνοψίσουμε ως εξής: μια παρατεταμένη ένοπλη σύγκρουση νομιμοποιεί ανάληψη περαιτέρω χρέους από το μέλλον, επιρρίπτοντας την ευθύνη για το επερχόμενο οικονομικό τσουνάμι στην τελευταία ενσάρκωση του Dr  Strangelove[7]. Ουσιαστικά, με την στρατιωτική του επίθεση ο «Mad Vlad» επέτρεψε στην Federal Reserve Bank (την Ομοσπονδιακή Τράπεζα – και σε άλλες μείζονες Κεντρικές Τράπεζες), να αναβάλει την ημέρα του απολογισμού για την υπερ-χρηματιστικοποίηση του οικονομικού μας συστήματος. Γιατί ένα νέο φθηνό χρέος,  επενδυόμενο σε ακόμη περισσότερο χρέος, είναι το μόνο όπλο που μπορεί να συγκρατήσει [ή μάλλον να αναβάλει*] την βύθιση του Τιτανικού.

Από τη στιγμή που η αναζήτηση κεφαλαίων στηρίζεται στα αιτήματα [περαιτέρω] χρέους, οι παγκόσμιες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης δικαιολογούν πλήρως την επιδίωξη περαιτέρω δανεισμού: βουνά από χρήμα χαμηλού κόστους δημιουργούνται εκ του μη όντος και λειτουργούν ως μοχλός της οικονομίας. [Αυτή η συνθήκη εξάρτησης στην οποία καθηλώνει*] η όρεξη για δανεισμό έχει αποβεί πλέον κυριολεκτικά ενδημική, καθώς χαρακτηρίζει τόσο την πραγματική οικονομία [και τα νοικοκυριά*], όσο και –κυρίως και κρίσιμα– τις κυβερνήσεις. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι παγκόσμιες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης είναι σήμερα ο κύριος μοχλός της (τεχνητής) χρηματιστηριακής διεύρυνσης, που, με τη σειρά της, αντιπροσωπεύει την «φυγή προς τα μπρος» του κεφαλαίου σε μια εποχή δομικής κρίσης. Αναφέρομαι στην τρέχουσα αδυναμία του καπιταλισμού να παράγει επαρκή υπεραξία (και συνεπώς πλούτο) για την κοινωνική αναπαραγωγή. Αυτή η συστημική ανικανότητα μαστίζει τον [καπιταλιστικό] τρόπο παραγωγής από την Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση και εξής, σε συνδυασμό και με την εγκατάλειψη της συμφωνίας του Bretton Woods[8], στην δεκαετία του 70.

Για τον παραπάνω λόγο νομιμοποιούμαστε νομίζω να υποθέσουμε ότι όλα τα παγκοσμίου κλίμακας συμβάντα [που παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια – είτε είναι γεωπολιτικής τάξης, είτε υγειονομικής ή οτιδήποτε άλλο–,*] οφείλονται, ή τουλάχιστον είναι σε μεγάλο βαθμό εξαρτώμενα, από ό,τι συμβαίνει στον Όλυμπο της οικονομίας. Η πανδημία-Πούτιν διέπεται από την ίδια λογική που χαρακτήριζε την πανδημία-Covid: παραχωρεί στις Κεντρικές Τράπεζες νομιμοποίηση να επεκτείνουν ελεύθερα την μνημειώδη προσφυγή στην εκτύπωση χρήματος, που ανακουφίζει μεν τις αγορές, αλλά υποβαθμίζει περαιτέρω την πραγματική οικονομία. Φαίνεται πως αυτό είναι μονόδρομος για τον σύγχρονο καπιταλισμό.

Η ωρολογιακή βόμβα της κρίσης χρέους

Χρειάζεται να έχουμε πάντοτε στο νου μας τη μεγάλη εικόνα: από το 2009, όλες οι μείζονες Κεντρικές Τράπεζες επιδόθηκαν σε μια άνευ προηγουμένου κραιπάλη δημιουργίας χρήματος, η λήξη της οποίας δεν είναι ορατή. Η παραγωγή φθηνού χρέους σε μεγέθη τρισεκατομμυρίων λειτουργεί ως αντισταθμιστικός μηχανισμός για μια παγκόσμια οικονομία σε ελεύθερη πτώση, και συνεπώς όλο και περισσότερο εξαρτώμενη από μια τερατώδη «φούσκα των πάντων» (που, φυσικά, αργά ή γρήγορα θα σκάσει). Μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2022 η Fed Bank [η Ομοσπονδιακή Τράπεζα] της Ατλάντας περιόρισε τις προσδοκίες ανάπτυξης του αμερικάνικου ΑΕΠ στο 0%, εγκαινιάζοντας επισήμως μια νέα εποχή στασιμοπληθωρισμού, που μας μεταφέρει πίσω στην δεκαετία του 70 – αλλά χωρίς να μπορεί να επαναληφθεί αυτό που έγινε τότε προς αποφυγή της κατάρρευσης [(αύξηση των φόρων κατά 20% και εκκίνηση της νεοφιλελεύθερης φάσης)*]. Μόνον συσχετίζοντας τα τρέχοντα φαινόμενα με αυτό το background μπορούμε να κατανοήσουμε σε τι χρησιμεύουν οι απανωτές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Επί του παρόντος, η Fed έχει στη διάθεσή της αυτό που μόνο ο πόλεμος μπορούσε να εγγυηθεί: την ιδανική δικαιολογία για να φρενάρει το προβλεπόμενο πρόγραμμα αύξησης των επιτοκίων (το κόστος του δανειζόμενου χρήματος). Ακόμη και μια αύξηση 50 ποσοστιαίων μονάδων βάσης των επιτοκίων μοιάζει πλέον απίθανη τουλάχιστον για το 2022. Στην τελική, ένας πόλεμος τείνει να είναι ευνοϊκός για τις αγορές μετοχών – ιδιαίτερα όταν προλαμβάνει αυξήσεις επιτοκίων που θα εξέθεταν το στρατήγημα χειραγώγησης της ποσοτικής χαλάρωσης (αγορές στοιχείων ενεργητικού της Κεντρικής Τράπεζας). Κατά πάσα πιθανότητα, όσο περισσότερο επιτείνεται η ένταση στην Ουκρανία, τόσο περισσότερο θα σταθεροποιείται η αγορά ομολόγων (που λειτουργεί ως «καναρίνι στο ορυχείο» για μια ενδεχόμενη κατάρρευση της αγοράς) και οι αποδόσεις θα πέφτουν. Επιπλέον, η αναστολή ισχύος του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης της ΕΕ, που αποφασίστηκε το 2020 εξ αφορμής του Covid, θα μπορούσε τώρα να παραταθεί επ’ αόριστον. Έτσι, παρά τα πρόσφατα σημάδια περί του αντιθέτου, η ουκρανική σύγκρουση θα μπορούσε εύκολα να επιτρέψει στην ΕΕ να αναβάλει περαιτέρω μια νέα κρίση δημόσιου χρέους.

Το βασικό σημείο είναι ότι οι υπερχρεωμένες εθνικές οικονομίες εξακολουθούν να έχουν ανάγκη περισσότερης μάλλον, παρά λιγότερης, ποσοτικής χαλάρωσης, για τον απλούστατο λόγο ότι το δημόσιο χρέος υπερβαίνει, συχνά κατά πολύ, το ΑΕΠ τους. Γι’ αυτό το λόγο η ωρολογιακή βόμβα της ουκρανικής κρίσης είναι μια προέκταση της ωρολογιακής βόμβας της κρίσης χρέους. Αυτό που αυτή η τελευταία έχει ανάγκη είναι ένα διαρκές καθεστώς ποσοτικής χαλάρωσης υπαγορευόμενο από μια διαδοχή παγκόσμιας εμβέλειας καταστάσεων έκτακτης ανάγκης: πανδημίες, καμπάνιες τρομοκρατίας, πυρηνικές απειλές, εμπορικοί πόλεμοι, στρατιωτικές συγκρούσεις, ή, γιατί όχι,  απόβαση εξωγήινων στη γη. Πρέπει να είναι δυνατή η επίκληση του χάους με κάθε ευκαιρία, και μαζί με το χάος, ιδανικά, η επίκληση της φιγούρας ενός άξεστου εχθρού διψασμένου για αίμα. Κι είτε αυτό λαμβάνει χώρα στα ΜΜΕ είτε στην πραγματικότητα, αυτό που μετράει είναι η θηλιά των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, γιατί κρατάει ανοιχτή την χρηματιστική βρύση. Ας μην ξεχνάμε ότι το κεφάλαιο είναι ένα τυφλό προτσές που απεχθάνεται τη στασιμότητα: πρέπει να είναι σε διαρκή κινητικότητα –ακόμη και αν η κινητικότητα σημαίνει συσσώρευση όλο και μεγαλύτερων ποσοτήτων μη διαχειρίσιμου χρέους– και με οποιοδήποτε τρόπο.

Ελεγχόμενη κατεδάφιση

Η εκτόξευση του πληθωρισμού –η οποία μαγειρεύεται στο ζωμό της ουκρανικής κρίσης, όπως μέχρι τώρα με την υγειονομική κρίση– διευκολύνει την ελεγχόμενη κατεδάφιση της «κοινωνίας της εργασίας» μέσω της διάβρωσης της αγοραστικής δύναμης. Σωτηρία των χρηματιστηριακών αγορών σήμερα σημαίνει καταστολή της πραγματικής ζήτησης. Και, ως μοναδική κάτοχος του προνομίου να δημιουργεί δολάρια εκ του μη όντος, η Federal Reserve βρίσκεται τουλάχιστον μια κίνηση μπροστά στην παγκόσμια σκακιέρα. Όπως έχω παλαιότερα δείξει, το ισοζύγιο της Fed είχε αρχίσει να διογκώνεται από τον Σεπτέμβριο του 2019, όταν αστρονομικά ποσά ηλεκτρονικού χρήματος, δημιουργούμενου με το ποντίκι των ηλεκτρονικών υπολογιστών, διοχετεύθηκαν σε ένα τομέα οικονομίας υπό εξασθένιση προς τον σκοπό της τεχνητής του υποστήριξης. Μετά από δύο χρόνια αδυσώπητης καμπάνιας φόβου [(της σειράς «Covid έτος 1ο: η μάσκα» και εν συνεχεία «Covid έτος 2ο: το εμβόλιο»)*], με παράλληλη εκτύπωση χρήματος ωστόσο, το αφήγημα Covid άρχιζε να τελματώνει, γινόμενο ολοένα και πιο αντιφατικό – όπως φανέρωνε, για παράδειγμα, [η εμβολιαστική αποτυχία και*] η διαμαρτυρία των καναδών φορτηγατζήδων. Και ενώ τα «κρούσματα» και οι «θάνατοι λόγω Covid» δεν έχουν ακριβώς υποχωρήσει [-πάντα σύμφωνα με τους επίσημους υπολογισμούς-*], η οικονομία, ξαφνικά, είχε ανάγκη να επωφεληθεί από μια νέα horror story, από ένα νέο προπέτασμα καπνού να ρίξει στον κόσμο. Κι αυτό προκύπτει ιδιαίτερα επιτακτικό καθώς οι οικονομικές συνθήκες έχουν οδηγηθεί στα πιο κρίσιμα επίπεδα τους από το 2016. Πράγμα που σημαίνει ότι, αν η Fed σήκωνε το πόδι της από το γκάζι, σταματώντας την επιταχυνόμενη παραγωγή χρήματος, ο κόσμος θα διακινδύνευε μια ελεύθερη πτώση στην ύφεση σε χρόνο ρεκόρ.

Όντας επιφυλακτικοί στο να αποδυθούν σε μια στρατιωτική απάντηση που θα οδηγούσε σε Αρμαγεδδώνα, ΝΑΤΟ και δυτικές ελίτ προβαίνουν σε ένα ασύμμετρο πόλεμο με τη Ρωσία. Αυτός ο πόλεμος θα πλήξει πρωτίστως όλους τους ανυπεράσπιστους πληθυσμούς, καθώς και όλες τις οικονομίες που έχουν ήδη πληγεί από τα δύο χρόνια συρρίκνωσης της οικονομίας τους λόγω της πανδημίας. Οι λογαριασμοί του φυσικού αερίου και οι τιμές των πρώτων υλών θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Αλλά δεν είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται η Μεγάλη Επανεκκίνηση, καθώς αποσυντίθεται η νεοφιλελεύθερη φαντασίωση του «τέλους της ιστορίας»; Ενεργειακή και επισιτιστική κρίση βρίσκονται προ των πυλών, πράγμα που θα δικαιολογήσει περαιτέρω κατασταλτικές κοινωνικοοικονομικές πολιτικές – του στρατιωτικού νόμου συμπεριλαμβανομένου, αν χρειαστεί, όπως πρόσφατα είχαμε μια τέτοια εμπειρία στον δημοκρατικό Καναδά. Όσο δύσκολο κι αν είναι, θα πρέπει, τότε, να παραμερίσουμε την προτεραιότητα της γεωπολιτικής διάστασης και να επικεντρωθούμε στα οικονομικά αίτια. Πολιτικές επιλογές αυτού του βεληνεκούς υπαγορεύονται από συνθήκες που πλήττουν την οικονομία στον βαθμό που αυτή συνιστά ένα σύνολο κοινωνικών σχέσεων ολοένα και πιο δυσλειτουργικών. Γιατί, αν ο Πούτιν είναι τρελός, – όπως όλοι απερίσκεπτα επαναλαμβάνουν στις μέρες μας [για λόγους ιδεολογικούς*]-, αναμφίβολα δεν είναι ο μόνος. Δεν αναφέρομαι στην [μάλλον ασταθή*] πνευματική υγεία του Μπάιντεν, αλλά στους οικονομικούς μάνατζερ που διαχειρίζονται τον κοινωνικό πλούτο και στην γνωστική τους ασυμφωνία, που είναι ακριβώς αυτό που ζητάει από αυτούς ο σύγχρονος καπιταλισμός (το σύστημα).

Dr Strangelove, όλοι τους;

Αυτό που είναι κρίσιμο για μας να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι, δεδομένου του, άνευ προηγουμένου, επιπέδου οικονομικού doping, οι καπιταλιστικές κοινωνίες εξαρτώνται από μια συνεχή διαδοχή παγκόσμιων απειλών, σε μια στιγμή μάλιστα που, η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα σε προσομοιωμένο κίνδυνο και κίνδυνο πραγματικό, γίνεται ολοένα και πιο λεπτή. [Μια αποστασιοποίηση, στο επίπεδο της θεωρίας, από τον πραγματικό κίνδυνο που καραδοκεί είναι από τη φύση της α-κοινωνική και δυνητικά ψυχωτική.*] Όπως ήδη παρατηρούσε ο Μαρξ,  για τους οικονομικούς μάνατζερ το κεφάλαιο εκλαμβάνεται, κατά βάση, σαν ένα αντικείμενο του οποίου ο δεσμός με την ουσία του έχει διαρραγεί.

«Στο κεφάλαιο που παράγει τόκους, ωστόσο, αυτό το αυτοματοποιημένο φετίχ καλλιεργείται στην πιο καθαρή μορφή του – αξία που γεννά αξία, χρήμα που παράγει χρήμα, χωρίς σε αυτήν την μορφή του να υφίσταται το παραμικρό ίχνος της αρχικής του προέλευσης. Ο χαρακτήρας του ως κοινωνικής σχέσης συρρικνώνεται στη σχέση ενός πράγματος, του χρήματος, με τον εαυτό του. Αντί μιας πραγματικής μεταμόρφωσης του χρήματος σε κεφάλαιο, δεν έχουμε εδώ παρά μια μορφή του αποστερημένη από το περιεχόμενο της[9].» (Κεφάλαιο, κριτική της πολιτικής οικονομίας, τόμος 3).

Σήμερα, η σχεδόν πλήρης αποσύνδεση του κεφαλαίου από την πηγή του, δηλαδή από το κοινωνικό του αίτιο (εργασία που παράγει αξία) καθιστά ολοένα και πιο ορατό τον ψυχωτικό πυρήνα των κοινωνιών μας. Με την τρέχουσα [καπιταλιστική*] χρήση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης να είναι διαστροφική από τη φύση της, ψυχωτικά επεισόδια μπορούν να εκραγούν ανά πάσα στιγμή. Ωστόσο, με το να αποδίδουμε στον Πούτιν την ταμπέλα του τρελού («Mad Vlad»), χάνουμε από την οπτική μας την τρέλα και την αληθινά εγκληματική κλίση του σύγχρονου καπιταλισμού. Ας επαναλάβουμε το σημείο-κλειδί: ένα, από εγγενείς παράγοντες απειλούμενο, κοινωνικοοικονομικό σύστημα, υποβασταζόμενο από ένα χρηματοπιστωτικό μοχλό του σημερινού μεγέθους, απαιτεί απελπισμένα μια συνεχή ροή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που να νομιμοποιούν την τρελή επεκτατική του λογική, όσο και έναν Εχθρό στο ρόλο του Κακού, όπως στις ταινίες του Τζαίημς Μποντ, για να του επιρρίψουμε τις ευθύνες. Και η βιομηχανική παραγωγή καταστάσεων έκτακτης ανάγκης έχει ανάγκη από πιστευτούς ηθοποιούς πάνω στην παγκόσμια σκηνή, μαζί με ένα φιλοθεάμον κοινό διατεθειμένο να αφήνεται να εντυπωσιάζεται από την κυνική προπαγάνδα των ΜΜΕ του συστήματος.

Ο επιλεκτικός ανθρωπισμός και το οικονομικό παγόβουνο

Θα ήταν αρκετά εύκολο να αναδείξουμε τα διπλά μέτρα και σταθμά με τα οποία η βιομηχανία συναίνεσης των ΜΜΕ μας σερβίρει τώρα τον «πόλεμο του Πούτιν», συγκριτικά με τους δολοφονικούς πολέμους («επιχειρήσεις») των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ του πρόσφατου παρελθόντος. Η [υποκριτική*] μανία ενάντια στους «ρώσους ολιγάρχες», σαν τον Αμπράμοβιτς, είναι εξίσου εύγλωττη. Γιατί τώρα και όχι πριν; Και γιατί οι δυτικοί μας «ολιγάρχες» αποκαλούνται «επιχειρηματίες»; Άλλο τόσο εκτός τόπου είναι τα συνθήματα ενάντια στον Ναζί-Πούτιν, από τη στιγμή που ο ρώσος ηγέτης στην πραγματικότητα επιτελεί έναν διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στις δύο πιο ισχυρές δυνάμεις της Ρωσίας: την Gazprom και τον στρατό. Οπότε, πόσο διαφορετικός είναι ο Πούτιν από τους ισχυρούς πολιτικούς ηγέτες των «δημοκρατικών» χωρών; Φυσικά, όπως το τοποθέτησε πρόσφατα ο Todd Smith: «ο Πούτιν δεν είναι ήρωας, σε περίπτωση που κανείς ξεγελαστεί. Δεν είναι παρά μια άλλη ελίτ που πιάστηκε στα πράσα στην λάθος μεριά μιας ορισμένης οικονομικής συνθήκης». Αλλά γιατί οι «δημοκρατικοί ηγέτες» μας συνεχίζουν να κάνουν μπίζνες (πουλώντας όπλα [ή αγοράζοντας πετρέλαιο*]) με τους απανταχού ανά τον κόσμο «δικτάτορες»; Γιατί δεν μας είπαν να φορέσουμε μια συριακή ή μια παλαιστινιακή σημαία για να υποστηρίξουμε αθώες ζωές που χάνονται καθημερινά κάτω από ισραηλινά [ή σαουδαραβικά*] πυρά; Έχουμε φτάσει πλέον στις μέρες μας σε μια άνευ προηγουμένου υποκρισία, ανάμεικτη με την, καθόλου απροσδόκητη, ρατσιστική αγανάκτηση για τους βομβαρδισμούς πολιτισμένων ξανθών και με γαλάζια μάτια φιλο-ευρωπαίων πληθυσμών, εν συγκρίσει με τους βομβαρδισμούς πληθυσμών «λιγότερο πολιτισμένων», όπως ο Ιρακινός λαός ή ο Αφγανικός: πράγμα που αποτελεί σύμπτωμα της εκφυλιστικής νόσου που έχει προσβάλει τον «κόσμο» μας.

Η θλιβερή αλήθεια είναι ότι όσο οι οικονομικές ελίτ θα έχουν ανάγκη από λόγους για να φουσκώσουν περαιτέρω τις αγορές με φρεσκοκομμένο χρήμα, πληθωριστικά, η σύγκρουση θα είναι πολύ πιθανόν να κλιμακωθεί. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί όταν το διακύβευμα είναι η επέκταση της διάρκειας ζωής ενός σε καταληκτική φάση άρρωστου οικονομικού συστήματος. Υπάρχει εδώ ένα παράδοξο που πρέπει να μας προβληματίσει: τη μέρα που ο Βλαντιμίρ Πούτιν εισέβαλε στην Ουκρανία και επισήμως στέφθηκε νέος Χίτλερ, οι χρηματιστικές αγορές κατέγραψαν το μεγαλύτερο μέσα σε μια μέρα άλμα από τον Μάρτιο του 2020, όταν προωθήθηκαν τα αντι-Covid προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης για να σωθεί ο κόσμος. Ας είμαστε τίμιοι: παρά τα κροκοδείλια δάκρυα των ηγετών του κόσμου, το πρόβλημά τους δεν είναι η ελευθερία της Ουκρανίας, αλλά το παγόβουνο του οικονομικού παράγοντα που είναι έτοιμο να πλήξει τον Τιτανικό.

Και τώρα τι;

Θα περιμένουμε λοιπόν μια γεωπολιτική κρίση παρατεταμένη που θα δικαιολογεί, ή θα επιδιώκει να υποκινηθούν, ενέργειες των Κεντρικών Τραπεζών που θα φρενάρουν τις τόσο διατυμπανιζόμενες πολιτικές του tapering (μείωση αγορών στοιχείων ενεργητικού) και εκείνες της αύξησης των επιτοκίων. Θα περιμένουμε ένα παγκόσμιο πληθωριστικό τσουνάμι, ακόμη μεγαλύτερη φτωχοποίηση και μαζικά μεταναστευτικά κύματα (φθηνή εργατική δύναμη) – και για όλα αυτά οι ευθύνες θα επιρριφθούν στον Πούτιν. Θα περιμένουμε την επιστροφή πανδημικών απειλών που θα αιτιολογούν τη συνεχή προσπάθεια διάδοσης πιστοποιητικών εμβολιασμού σε παγκόσμιο επίπεδο και την ψηφιοποίηση της ζωής. Θα περιμένουμε μια νέα κούρσα εξοπλισμών που θα αποσκοπεί σε ώθηση των τελματωμένων ΑΕΠ. Θα περιμένουμε, αν απαιτηθεί από τα οικονομικά περιβάλλοντα, νέες πολεμικές επιχειρήσεις σε βάρος ανυπεράσπιστων πληθυσμών που θα βρεθούν εν μέσω της καπιταλιστικής παρωδίας. Θα περιμένουμε «ψεύτικες σημαίες» και ανελέητες καμπάνιες παραπληροφόρησης.

Το άρμεγμα της ρωσικής εισβολής θα ξεπεράσει κάθε φαντασία, γιατί όσο περισσότερο διαρκέσει, τόσο περισσότερο χρήμα θα αναληφθεί από το μέλλον και θα μπολιαστεί στην διψασμένη για χρέος οικονομία – ακριβώς όπως έγινε και στην περίπτωση του Covid. Αν η πανδημία χρησίμεψε ώστε να συγκαλυφθεί η δομική κρίση του καπιταλισμού περνώντας για μικροβιολογική κρίση, ο πόλεμος του Πούτιν εξυπηρετεί τον ίδιο σκοπό με στρατιωτικά μέσα. Ωστόσο, η νομισματική πολιτική που κυριαρχεί σήμερα [στηριζόμενη στις διαδοχικά αναπαραγόμενες καταστάσεις έκτακτης ανάγκης*] δεν είναι παρά κρίση διαχείρισης που έχει φθάσει στα όρια της τρέλας, [ένα τρελό, απελπισμένο εγχείρημα διαχείρισης της συστημικής κατάρρευσης*], μια καταστροφική άρνηση που μόνο στην επιτάχυνση της κατάρρευσης του τρόπου κοινωνικής αναπαραγωγής της εποχής μας μπορεί να οδηγήσει. Ένα μέλλον διαφορετικό δεν μπορούμε ούτε να το φανταστούμε, πόσο μάλλον να προκύψει από μόνο του, χωρίς να συνειδητοποιήσουμε αυτήν την συνθήκη.

_________________

[1] Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά, στην αγγλική γλώσσα, στο The Philosophical Salon στις 14.3.2022. Αναδημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα non.copyriot.com., καθώς και σε άλλες γλώσσες και ιστοσελίδες. Στις 21-3-2022 δημοσιεύτηκε στα ιταλικά, αναθεωρημένο (με μικρές τροποποιήσεις και προσθήκες), στην ιστοσελίδα Sinistrainrete. Η παρούσα μετάφρασή του στα ελληνικά στηρίχτηκε στο αγγλικό πρωτότυπο και στην ιταλική του επανέκδοση. (Σημ. τ. μτφ. όπως και όσες ακολουθούν παρακάτω.)

[2] Εντός αγκυλών και με αστερίσκο υποδεικνύονται στο εξής προσθήκες στο ιταλικό κείμενο.

[3] Ανθρωποσφαγή στο ιταλικό κείμενο.

[4] Gazprom: η ρώσικη ανώνυμη εταιρεία επεξεργασίας, μεταφοράς, εξαγωγής φυσικού αερίου.

[5] Αφορά στην πιθανολογούμενη ανάμιξη της Ρωσίας στις αμερικάνικες προεδρικές εκλογές του 2016.

[6] Προς όφελος ποιού;

[7] Τίτλος –και ήρωας– αντιπολεμικής μαύρης κωμωδίας του Κιούμπρικ, του Ι964, που σατιρίζει τον ψυχρό πόλεμο. Στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο: SOS Πεντάγωνο καλεί Μόσχα. Η φιγούρα του Dr Strangelove (Πήτερ Σέλερς) είναι εκείνη ενός ψυχοπαθή επιστήμονα, πρώην ναζί, πολιτογραφημένου στις ΗΠΑ και ειδικού συμβούλου επί θεμάτων πυρηνικού εξοπλισμού, που καλείται καθυστερημένα να δώσει λύση σε μια πυρηνική σύγκρουση με την Ρωσία, πυροδοτημένη από τη μεγαλομανία ενός παράφρονα αμερικανού αντικομουνιστή στρατηγού.

[8] Συνάφθηκε μετά τον Β΄ Π.Π. (1944) και αποσκοπούσε στην επίτευξη σταθερών νομισματικών ισοτιμιών μεταξύ των 44 χωρών που προσχώρησαν σ’ αυτήν. Ίσχυσε ως το 1971. Στη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς αποφασίστηκαν επίσης η σύσταση του ΔΝΤ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, της GATT (Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου).

[9] Η μετάφραση του παραθέματος έγινε από την μτφ. του άρθρου.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…