Με τον Άρη γνωριζόμαστε μέσω κοινών φίλων εδώ και χρόνια και πάντα παρακολουθώ τις ταινίες του, ένα σπάνιο για την Ελλάδα είδος πολιτικού ντοκιμαντέρ, ενώ αγαπώ ιδιαίτερα τις ραδιοφωνικές του δουλειές. Αφορμή για αυτή την συνέντευξη ήταν η νέα του ταινία «Τελευταίο ταξίδι», όπου ο Χατζηστεφάνου ακολουθεί τα βήματα του Καζαντζάκη σε δυο ταξίδια που πραγματοποίησε στην Ιαπωνία, πριν και μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. H κάμερα «σχολιάζει» την εικόνα της σύγχρονης Ιαπωνίας και ολόκληρου του κόσμου, προσθέτοντας στιγμιότυπα από anime, video games και ιαπωνικά manga, ενώ την αφήγηση αναλαμβάνουν ο Γιάννης Αγγελάκας και η Όλια Λαζαρίδου. Μια ταινία σίγουρα διαφορετική από ότι μας είχε συνηθίσει μέχρι τώρα.
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης όπου απέσπασε και το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) για την καλύτερη ελληνική ταινία του Επίσημου Προγράμματος.
Για όσους και όσες δεν πρόλαβαν να την δουν στα πλαίσια του φεστιβάλ η ταινία ξεκινάει το ταξίδι της στις αίθουσες:
– Από 24/3 Μαρτίου, Αθήνα, Τριανόν, (παρουσία των συντελεστών)
– Από 24/3 Μαρτίου 19:00 , Θεσσαλονίκη, αίθουσα «Τζον Κασσαβέτης»
– 30 Μαρτίου Πάτρα, ΓΙΑΠΙ, Πάροδος Δρακοπούλου 8 (παρουσία των συντελεστών)
Εμείς από την πλευρά μας ευχαριστούμε πολύ τον Άρη για την συνέντευξη και ευχόμαστε στο «Τελευταίο ταξίδι» να συνεχίσει τόσο τα sold out όσο και την επιτυχημένη φεστιβαλική πορεία, όπως ξεκίνησε στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
Τάσος Κορωνάκης
Είναι μια ταινία διαφορετική από αυτές που μας έχεις συνηθίσει, πιο ποιητική, χωρίς βέβαια να χάνει την πολιτική ματιά σου. Πως προέκυψε η ιδέα;
Θα βρισκόμουν για ένα χρόνο στην Ιαπωνία, για επαγγελματικούς λόγους, και θυμήθηκα το βιβλίο του Καζαντζάκη «Ταξιδεύοντας: Ιαπωνία-Κίνα», που είχα διαβάσει πολύ μικρός. Στην αρχή ξεκίνησε σαν ένα παιχνίδι, ήθελα να δω αν μπορώ να εντοπίσω όλα τα κτίρια και τα μνημεία που αναφέρει μέσα. Στην πορεία βέβαια διαπίστωσα ότι σημασία δεν έχουν αυτά που υπάρχουν σήμερα αλλά όσα έχουν εξαφανιστεί ή δεν υπήρξαν ποτέ.
Μην ξεχνάς επίσης ότι ο Καζαντζάκης πήγε στην Ιαπωνία με την ιδιότητα του δημοσιογράφου, οπότε η αφήγησή του βρισκόταν πολύ πιο κοντά στις δικές μου παραστάσεις, σε σχέση με ένα αμιγώς λογοτεχνικό έργο.
Τι σημαίνει για εσένα ο Καζαντζάκης; Ένα κείμενο με στοιχεία αμφισβήτησης του συστήματος την περίοδο που όπως λες ο Καζαντζάκης φλερτάρει με τον φασισμό ακούγεται οριακό. Κάπου διάβασα ότι είπες πως μοιάζει με το να κρατάς μια βόμβα;
Ο Καζαντζάκης ήταν γνήσιος αντικαπιταλιστής και κυρίως αντι-ιμπεριαλιστής. Τα «προβλήματά» του, τουλάχιστον από τη δική μου οπτική, είναι ότι ήταν ιδεαλιστής και όχι υλιστής (οπότε δεν θα μπορούσε ποτέ να ακολουθήσει πλήρως ανθρώπους σαν τον Λένιν, που τόσο θαύμαζε) και ταυτόχρονα δεν ασκούσε την απαιτούμενη κριτική στους νέους ιμπεριαλιστές (όπως π.χ. τον Μουσολίνι). Αν μας επιτρέπεται η σύγκριση, είναι σαν να μην ασκείς σήμερα επαρκή κριτική στον Πούτιν επειδή οι αντίπαλοί του, όπως οι ΗΠΑ, έχουν υπάρξει χειρότεροι από αυτόν. Ένα μεγάλο έγκλημα δεν δικαιολογεί ένα άλλο έγκλημα.
Φυσικά αναφερόμαστε σε μια πολύ συγκεκριμένη περίοδο της ζωής του Καζαντζάκη, για την οποία είχε δεχθεί κριτική και από στενούς φίλους του, όπως ο Πρεβελάκης. Θα ήταν πολύ άδικο να χαρακτηρίσουμε όλη την πορεία του με βάση αυτή τη σκοτεινή στιγμή. Όπως μου έλεγε προ ημερών ο καθηγητής Πίτερ Μπιέν –ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή μελετητές του–, στην εποχή του, ο Καζαντζάκης θεωρούνταν από τον εθνικό κορμό σαν κομμουνιστής.
Η Ιαπωνία του Καζαντζάκη μέσα από τα λόγια του πώς δένει με την Ιαπωνία μέσα από την ματιά του Χατζηστεφάνου σήμερα; Τι αντιπροσωπεύει για εσένα η Ιαπωνία;
Σε πρώτη ανάγνωση η Ιαπωνία είναι η Disneyland του σύγχρονου καπιταλισμού στην πιο άγρια εκδοχή του. Αμερικανοποιημένος, παγκοσμιοποιημένος για τα κεφάλαια, αλλά και εθνικιστικός όταν το χρειάζεται, με έναν τρομακτικά απολίτικο πληθυσμό. Σε αυτά τα σημεία εστίασα θέλοντας μέσα από την Ιαπωνία να δείξω όλο τον κόσμο. Αυτά τα στοιχεία τα είχε αντιληφθεί ο Καζαντζάκης, παρά το γεγονός ότι το πρώτο του ταξίδι έγινε πριν από το Β Παγκόσμιο Πόλεμο και την αμερικανική κατοχή.
Φυσικά, αν ψάξεις βαθύτερα, υπάρχουν διαφοροποιήσεις που συνδέονται και με την κοινωνική παράδοση της Ιαπωνίας και μια διαρκή σύγκρουση του μοντέρνου με αγκυλώσεις από το παρελθόν. Η Ιαπωνία δεν είναι η χώρα των ρομπότ, όπως την παρουσιάζουν, αλλά η χώρα στην οποία οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις επικοινωνούν ακόμη με φαξ.
Η ιδιαίτερη αισθητική της χώρας είναι μόνο ένα προκάλυμμα, μια μάσκα ή στοιχείο και της ταυτότητας της που φανερώνει πράγματα για την χώρα;
Θεωρώ ότι η ιαπωνική κοινωνία είναι μια από τις πιο κλειστές και σκληρές κοινωνίες που έχω γνωρίσει. Και το λέω ενώ οι άνθρωποι εκεί μου φέρθηκαν με εξαιρετικό τρόπο. Σίγουρα όμως η εικόνα του cute (χαριτωμένο), που πρέπει να εκφράζει τα πάντα, αποτελεί μια μάσκα. Και ο Καζαντζάκης το είχε καταλάβει πριν ακόμη κατέβει από το καράβι, που τον μετέφερε στην Ιαπωνία, όταν έβλεπε τα πολεμικά κανόνια κρυμμένα πίσω από ανθισμένες κερασιές.
Εντέλει βέβαια είναι και θέμα κουλτούρας και ιδιοσυγκρασίας. Οι μίνιμαλ, ευθείες γραμμές είναι ωραίες σαν αξιοθέατο, αλλά προσωπικά διαφωνώ μαζί τους, και αισθητικά και φιλοσοφικά. Αν έχεις μεγαλώσει στην Ελλάδα ξέρεις ότι δεν υπάρχουν ευθείες γραμμές. Δεν υπήρχαν στην Ακρόπολη, δεν υπάρχουν στα Εξάρχεια, δεν υπάρχουν πουθενά.
Μια χρηματοπιστωτική κρίση, ένας παγκόσμιος ανταγωνισμός στην Ανατολή και μετά μια πανδημία. Κι αυτά επαναλαμβάνονται έναν αιώνα μετά. Τώρα αλήθεια ή φάρσα;
Δυστυχώς αλήθεια, και μάλιστα χειρότερη. Η χρηματοπιστωτική κρίση του σήμερα αποδείχθηκε βαθύτερη και συνδέεται με ακόμη μεγαλύτερη δομική κρίση ακόμη και σε σχέση με το 1929. Η πανδημία έχει ήδη σκοτώσει δυο εκατομμύρια περισσότερους ανθρώπους σε σχέση με τα τέσσερα εκατομμύρια θύματα του 1957. Παρά το γεγονός ότι σήμερα διαθέτουμε πολύ πιο εξελιγμένα εργαλεία, όπως τα εμβόλια για να την αντιμετωπίσουμε, δεν καταφέρναμε να τα χρησιμοποιήσουμε λόγω των ανισοτήτων Βορρά Νότου, αλλά και ενός νέου σκοταδισμού που εξαπλώνεται στη Δύση. Ας ελπίσουμε η τρίτη επανάληψη της ιστορίας, ο παγκόσμιος γεωπολιτικός ανταγωνισμός, να μην οδηγήσει και πάλι σε έναν παγκόσμιο πόλεμο όπως συνέβη στην εποχή του Καζαντζάκη.
Πώς ήταν η συνεργασία με τον Αγγελάκα και την Λαζαρίδου; Θα μας πεις τι έψαχνες στις φωνές και κατέληξες σε αυτές;
Είναι δυο εξαιρετικοί και σεμνοί άνθρωποι, οι οποίοι (παραδόξως) κατάλαβαν το χάος που είχα ακόμη στο μυαλό μου, όταν ξεκίνησα το μοντάζ μαζί με τον Άρη Τριανταφύλλου, και δέχθηκαν να συνεργαστούν.
Ο Αγγελάκας μας είχε βοηθήσει και στο παρελθόν, στο Debtocracy και το Φασισμός Α.Ε, με τη μουσική του, αλλά τώρα του ζητούσα να βγει από τον κλασικό του ρόλο. Για τη φωνή του ξέραμε ότι θα είναι εξαιρετική, αλλά προσωπικά μου άρεσε πάρα πολύ και ο τρόπος ανάγνωσης. Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνεται και ο ίδιος με τον ίδιο τρόπο, αλλά θεωρώ ότι είχε μια αδιόρατη αποστασιοποίηση από το κείμενο του Καζαντζάκη, το οποίο είναι ακριβώς αυτό που θέλαμε να κάνουμε και εμείς με την εικόνα.
Για την Λαζαρίδου ξέραμε ακριβώς τι να περιμένουμε: την πιο όμορφη γυναικεία φωνή στην Ελλάδα και μια εξαιρετική ηθοποιό. Δυστυχώς στο βιβλίο έχει πολύ μικρότερο ρόλο (ως Ελένη Καζαντζάκη) και έπρεπε να κρατήσουμε αυτή την αναλογία και στο ντοκιμαντέρ.
Η ομάδα που δουλεύεις είναι εντυπωσιακά σταθερή. Πόσο εύκολο είναι να κάνεις σινεμά στην Ελλάδα;
Ποιος άλλος τρελός θα δεχτεί να ξυπνήσει ένα πρωί για να του ανακοινώσω ότι ξεκινάμε νέο ντοκιμαντέρ με κυριολεκτικά μηδενικό προϋπολογισμό και πιθανότατα θα μπούμε και μέσα οικονομικά; Βέβαια υπάρχουν και ανανεώσεις στην ομάδα. Ο Άρης Τριανταφύλλου παραμένει σταθερός στο μοντάζ και ο Θάνος Τσάντας σε κάμερα και Post Production αλλά τώρα ήρθε στην παρέα και ο Rsn με εξαιρετικές μουσικές που έγραψε αποκλειστικά για το ντοκιμαντέρ (και οι οποίες παρεμπιπτόντως θα κυκλοφορήσουν σύντομα και σε άλμπουμ). Επίσης τις αφίσες μας, επιμελήθηκε και πάλι η Λουίζα Καραγεωργίου, ενώ στην επεξεργασία του ήχου μας βοήθησε ο Γιάννης Μαρκοπουλιώτης.
Το να κάνεις ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα, όπως τουλάχιστον το αντιλαμβανόμαστε εμείς, είναι σαν να έχεις κάποια πάθηση που σε ωθεί να χάνεις χρήματα (είτε απευθείας είτε με την μορφή κόστους ευκαιρίας, δηλαδή του τι θα μπορούσες να κερδίσει κάνοντας κάτι άλλο). Σκέψου ότι ακόμη και σε ένα ντοκιμαντέρ για τον Καζαντζάκη, που θεωρείται εθνικός συγγραφέας κτλ, όλοι οι θεσμοί που θα μπορούσαν να στηρίξουν την προσπάθεια και συνδέονται με το κράτος και την κυβέρνηση μας έκλεισαν με δύναμη την πόρτα.
Ίσως βέβαια και να ήξεραν ότι δεν θα κάνουμε τον Καζαντζάκη που ήθελαν. Οπότε από την πλευρά τους σωστά κινήθηκαν. Το κράτος έχει συνέχεια από την εποχή του Καζαντζάκη μέχρι σήμερα.
Τι ετοιμάζεις για την επόμενη περίοδο; Επιστροφή στην «καθαρή» πολιτική ή η ποίηση έχει συνέχεια;
Νομίζω και τα δυο. Κρίνοντας από την ανταπόκριση του κόσμου στο Τελευταίο ταξίδι, αλλά και το βραβείο καλύτερης ελληνικής ταινίας που μας απένειμε η Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου, πιστεύω ότι θα μπορούσε να αποτελέσει την αρχή μιας τριλογίας, με ταξίδια άλλων συγγραφέων – όχι αναγκαστικά Ελλήνων.
Το βασικό, όμως, ραντεβού με τον κόσμο που μας παρακολουθεί και μας στηρίζει, είναι πάντα το πολιτικό ντοκιμαντέρ. Και έχουμε καθυστερήσει.
Σκηνοθεσία: Άρης Χατζηστεφάνου
Σενάριο: Νίκος Καζαντζάκης
Διεύθυνση φωτογραφίας: Άρης Χατζηστεφάνου
Μοντάζ: Άρης Τριανταφύλλου
Ήχος: Άρης Τριανταφύλλου
Μουσική: Άρης Αζιλαζιάν (Rsn)
Παραγωγή: Moviementa Productions
Παραγωγοί: Κυριάκος Χατζηστεφάνου
Αφήγηση: Γιάννης Αγγελάκας, Όλια Λαζαρίδου
Φορμάτ: DCP
Χρώμα: Α/Μ
Χώρα Παραγωγής: Ελλάδα
Έτος Παραγωγής: 2022
Διάρκεια: 57΄
Ελληνική διανομή: Moviementa Productions (Κυριάκος Χατζηστεφάνου, xstefanou@gmail.com)
Επικοινωνία: Moviementa Productions