Πηγή: nuso.org (26/02/2022) | Μετάφραση: Α.Λ.

Η συνέντευξη αυτή, που δόθηκε στον Σλοβένο δημοσιογράφο Ervin Hladnik Milharčič δημοσιεύθηκε στις 29.1.22 στη σλοβενική εφημερίδα Dnevnik και αναπαράχθηκε στα γαλλικά στο περιοδικό Inprecor. Πραγματοποιήθηκε λίγο πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και προσφέρει μια εξαιρετικά διαφωτιστική προοπτική για τους βαθύτατους δεσμούς μεταξύ του παγκόσμιου πολιτικού σχεδίου του Βλαντιμίρ Πούτιν και της στρατιωτικής επίθεσης κατά της γειτονικής Ουκρανίας.

Ο Ilya Budraitskis είναι ένας από τους πιο διακεκριμένους νέους στοχαστές στη Ρωσία σήμερα. Ζει στη Μόσχα και συνδυάζει το επάγγελμα του ιστορικού με τον πολιτιστικό ακτιβισμό και την ένταξη στις τάξεις της αντιεξουσιαστικής αριστεράς. Διδάσκει στη Σχολή Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών της Μόσχας και στο Ινστιτούτο Σύγχρονης Τέχνης.  Ο εκδοτικός οίκος Verso μόλις εξέδωσε το βιβλίο του Dissidents amongdissidentsIdeology, Politics and the Left in PostSoviet Russia, Verso Books 2022, το οποίο αναλύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ρωσική δημοκρατική αριστερά μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης.

Εκτός του ότι προσφέρει ένα εξαιρετικά διδακτικό πορτρέτο της ιδεολογικής και ψυχολογικής κατάστασης της ρωσικής κοινωνίας και κοινής γνώμης υπό το καθεστώς Πούτιν, ο Budraitskis αναδεικνύει με εύγλωττα παραδείγματα τη βαθιά σύνδεση μεταξύ τριών θεμελιωδών πτυχών της κατάστασης: το άγριο κύμα καταστολής του 2021 -το οποίο μπορούμε πλέον να κατανοήσουμε ότι είχε μια κρίσιμη προληπτική λειτουργία-, ο θεμελιωδώς «μεγαλορωσικός αυτοκρατορικός» χαρακτήρας του οράματος του Πούτιν, τον οποίο ο ίδιος μόλις επιβεβαίωσε με την έκτακτη ομιλία του στις 21 Ιανουαρίου 2022, και η κλιμάκωση του πολέμου που παρακολουθούμε. Ο Μοσχοβίτης ιστορικός προειδοποίησε επίσης, ακόμη και πριν το εκφράσει τόσο χοντροκομένα ο ίδιος ο Πούτιν στην περίφημη ομιλία του, ότι μία από τις ρίζες του προβλήματος είναι ότι ο Ρώσος πρόεδρος απλώς δεν αποδέχεται την ύπαρξη ενός ουκρανικού εθνικού υποκειμένου ή υποκειμενικότητας οποιουδήποτε είδους. Η ανάλυση του Budraitskis αποδεικνύει έτσι ότι το ζήτημα υπερβαίνει κατά πολύ την υποτιθέμενη «νόμιμη άμυνα της εξαπατημένης από την επέκταση και την περικύκλωση του ΝΑΤΟ Ρωσίας», όπως επαναλαμβάνουν συνεχώς ορισμένα τμήματα της Αριστεράς.

Στα τελευταία αποσπάσματα αυτής της συζήτησης, ο Budraitskis καλεί τη δυτική αριστερά να εγκαταλείψει τις γεωπολιτικές παρωπίδες και προκαταλήψεις και να προωθήσει την κατανόηση και την αλληλεγγύη της προς τα δημοκρατικά και προοδευτικά ρεύματα που μάχονται τον αυταρχικό εθνικισμό και την πολεμοκαπηλεία στη Ρωσία και την Ανατολική Ευρώπη, συχνά με το τίμημα της τρομερής καταστολής.

Εσείς βρίσκεστε στη Μόσχα και εγώ στη Λιουμπλιάνα. Μιλάμε για μια μελλοντική γραμμή μετώπου; Γίνεται λόγος για πόλεμο. Πώς το βιώνετε αυτό από τη Μόσχα;

Αναφέρεστε στο πώς αντιλαμβάνονται την κατάσταση οι απλοί άνθρωποι ή στο φαντασιακό που δημιουργεί το καθεστώς;

Ας ξεκινήσουμε με το πώς τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης παρουσιάζουν τις εντάσεις στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα…

Τα επίσημα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, ιδίως όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, ελέγχονται από το Κρεμλίνο. Εναλλακτικά μέσα είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Όταν μιλούν για την Ουκρανία, τα κρατικά μέσα ενημέρωσης, από το 2014 χρησιμοποιούν γλώσσα πολέμου. Τους τελευταίους μήνες δεν υπήρξε καμία αλλαγή σε αυτόν τον τρόπο αναφοράς στο ουκρανικό ζήτημα. Είναι πάντα το ίδιο λεξιλόγιο.

Τι εννοείτε με τη γλώσσα του πολέμου;

Ατελείωτες συζητήσεις για το βαθύ ρήγμα μεταξύ της χώρας μας και της Δύσης, με την οποία θα βρισκόμασταν σε μια ιστορική σύγκρουση. Χρησιμοποιείται εξαιρετικά επιθετική στρατιωτική ρητορική. Μας λένε πάντα για τις βόμβες μας, τα τανκς μας, τα αεροπλάνα μας και άλλα όπλα. Μας λένε ότι μπορούμε να καταστρέψουμε τις Ηνωμένες Πολιτείες σε δύο ή τρία λεπτά ή ότι μπορούμε εύκολα να κερδίσουμε ξανά έναν παγκόσμιο πόλεμο. Αυτό έχει γίνει η κοινή γλώσσα των επίσημων μέσων ενημέρωσης.

Τι επίδραση έχει αυτό στην κοινή γνώμη;

Στη Ρωσία, για να βοηθήσουμε τα παιδιά να αποκοιμηθούν, τους λέμε πάντα την ιστορία για το αγόρι που φώναξε «Λύκος!» Ξέρετε αυτή την ιστορία, έτσι δεν είναι; Το αγόρι έτρεχε στο χωριό φωνάζοντας «Έρχεται ο λύκος, έρχεται ο λύκος!» μόνο και μόνο για να τραβήξει την προσοχή. Τα κατάφερε: ολόκληρο το χωριό κινητοποιήθηκε αρκετές φορές. Όταν ο λύκος έφτασε τελικά στο χωριό, κανείς πια δεν του έδωσε σημασία. Τουλάχιστον από το 2014, τα επίσημα μέσα ενημέρωσης μιλούν αδιάκοπα και σε πολύ ευφάνταστο τόνο για μια αναπόφευκτη σύγκρουση με την Ουκρανία, η οποία δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Τώρα θέλουν να σημάνουν συναγερμό. Τις τελευταίες εβδομάδες τα επίσημα μέσα ενημέρωσης προσπάθησαν να μεταδώσουν ότι η κατάσταση έχει γίνει πολύ σοβαρή. Ότι αυτή η στρατιωτική αντιπαράθεση είναι πραγματική. Ωστόσο, ο κόσμος δεν αντιλαμβάνεται την κατάσταση ως κάτι διαφορετικό. Η συνήθης αντίδραση είναι η εξής: «Ξέρουμε ότι βρισκόμαστε σε σύγκρουση με την Ουκρανία, ξέρουμε ότι βρισκόμαστε σε σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, μας το επαναλαμβάνετε συνεχώς, οπότε αυτό είναι φυσιολογικό».

Δεν προκαλεί κάποια συγκεκριμένη συναισθηματική αντίδραση;

Είναι πιο περίπλοκο από αυτό. Από τη μία πλευρά, ο κόσμος το βλέπει ως συνέχεια της συνήθους στρατηγικής που συνδέεται με τις περίεργες ιδιοτροπίες των κυρίαρχων ελίτ. Είναι τόσο εξοικειωμένοι με τη γλώσσα της σύγκρουσης που δεν συγκινούνται πλέον. Ταυτόχρονα, όμως, αυξάνεται ο φόβος για το ενδεχόμενο μιας πραγματικής κλιμάκωσης. Ο φόβος του πολέμου αρχίζει σταδιακά να κυριαρχεί.

Είναι αυτή η ανησυχία αισθητή και στα επίσημα μέσα ενημέρωσης;

Όχι, σύμφωνα με αυτούς έχουμε ήδη κερδίσει. Αλλά οι άνθρωποι ανησυχούν όλο και περισσότερο. Αυτό δεν είναι μόνο δική μου αίσθηση. Στη Ρωσία, ο φόβος του πολέμου ήταν πάντα ο δεύτερος μεγαλύτερος φόβος, μετά τον φόβο για την προσωπική υγεία και τη συνακόλουθη ανησυχία για τη λειτουργία των δημόσιων οργανισμών και τη φροντίδα τους για τους ανθρώπους. Ωστόσο, πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τουλάχιστον το 60% του πληθυσμού φοβάται το ενδεχόμενο ένοπλης σύγκρουσης και ότι ο φόβος αυτός είναι μεγαλύτερος από την ανησυχία για την πανδημία. Και τα δύο στοιχεία είναι ταυτόχρονα παρόντα στη συλλογική συνείδηση. Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει τόσο πολύ τη μιλιταριστική ρητορική που δεν την παίρνουν πολύ σοβαρά, αλλά από την άλλη πλευρά, υπάρχει μια αυξανόμενη ανησυχία. Προσωπικά, νομίζω ότι ο φόβος πηγάζει από τα γεγονότα που ζήσαμε τον τελευταίο χρόνο. Ένας φόβος που σχετίζεται με την αυξανόμενη καταστολή από το κράτος, την αυξανόμενη βία που τη συνοδεύει και το κλίμα ανησυχίας που δημιουργεί. Θα έλεγα ότι το θέμα αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο της πολιτικής σκέψης του πληθυσμού σχετικά με την κατάστασή μας. Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι στη ρωσική κοινωνία δεν υπάρχουν σοβαρές πολιτικές αντιδράσεις, ούτε διαδηλώσεις ούτε διαμαρτυρίες. Δεν υπάρχουν πλέον μαζικές διαδηλώσεις δυσαρέσκειας, ούτε καταλήψεις δρόμων ή πλατειών. Τίποτα.

Πώς το πέτυχε αυτό ο Πούτιν;

Μέσα από άμεσα χτυπήματα, εδώ και ένα χρόνο, στον πυρήνα της αντιπολίτευσης. Το πολιτικό καθεστώς είναι όλο και πιο κατασταλτικό. Μετά τη σύλληψη του Αλεξέι Ναβάλνι, ηγέτη του αντιπολιτευόμενου κόμματος «Ρωσία του Μέλλοντος», και τη διάλυση των διαδηλώσεων που ακολούθησαν, η κοινή γνώμη φιμώθηκε. Ολόκληρη η αντιπολίτευση βρίσκεται τώρα σε μια πολύ καταθλιπτική κατάσταση. Πέρυσι, γίναμε στόχος ολοκληρωτικής καταστολής. Όλες οι δομές του Ναβάλνι έχουν χαρακτηριστεί εξτρεμιστικές οργανώσεις και οι συνεργάτες του θεωρούνται εξτρεμιστές. Όποιος εκφράζει την υποστήριξή του μπορεί να συλληφθεί. Η παλαιότερη οργάνωση για τα πολιτικά δικαιώματα, η Memorial, που αναγνωρίστηκε το 1989, διαλύθηκε με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, επειδή υποτίθεται ότι ενέπιπτε στο πλαίσιο του Νόμου περί ξένων πρακτόρων.

Συμβολικά, αυτό υπήρξε καταστροφικό: η παλαιότερη οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται ξαφνικά μια παράνομη οντότητα. Επιτέθηκαν επίσης σε όλα τα ανεξάρτητα μέσα ενημέρωσης με εξαιρετική ένταση. Ο Νόμος περί ξένων πρακτόρων μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον οποιουδήποτε. Δεν υπάρχει πλέον ούτε ένα ανεξάρτητο μέσο ενημέρωσης στη Ρωσία που να μην μπορεί να κατηγορηθεί ως ξένο πρακτορείο. Η κατηγορία αποτελεί προειδοποίηση. Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να διαλυθούν ανά πάσα στιγμή, όπως η Memorial. Μεγάλο μέρος της καταστολής σχετίζεται με όσα συμβαίνουν τώρα στα σύνορα με τη Ουκρανία. Ήθελαν να διασφαλίσουν ότι δεν θα υπήρχαν δυσάρεστες εκπλήξεις, αντιπολίτευση, αντιδράσεις ή αντιστάσεις στο εσωτερικό μέτωπο.

Οι απλοί άνθρωποι γνωρίζουν μόνο την επίσημη εκδοχή;

Λίγο-πολύ, ναι. Οι άνθρωποι είναι ψυχολογικά προετοιμασμένοι για τον πόλεμο. Μπορεί να παρακολουθείς την κρατική τηλεόραση και να πιστεύεις την προπαγάνδα. Δεν είναι δύσκολο. Αλλά, η επιβίωση σε περίπτωση σύγκρουσης είναι άλλο πράγμα. Σε αυτή την περίπτωση, η κατάσταση είναι πολύ διαφορετική, διότι ζούμε σε μια πολύ φτωχή χώρα, η οποία έχει δει την ποιότητα ζωής να επιδεινώνεται τα τελευταία χρόνια, δίνοντας την εντύπωση μιας χώρας σε παρακμή σε όλους τους τομείς. Μόνο αν η ήδη άσχημη κατάσταση επιδεινωθεί πολύ γρήγορα και αν ο λαός δεν βλέπει καμία διέξοδο, θα μπορούσαμε να περιμένουμε μια αλλαγή και πιο πιεστικά αιτήματα για μια διαφορετική πολιτική. Μέχρι στιγμής, ωστόσο, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στον ορίζοντα.

Επιπλέον, η κατάσταση δεν είναι πραγματικά ξεκάθαρη. Ο επίσημος λόγος διατηρεί συστηματικά αυτή την ασάφεια. Από τη μία πλευρά, χρησιμοποιούν επιθετική και ασυμβίβαστη μιλιταριστική γλώσσα. Από την άλλη πλευρά, γίνεται επίσης λόγος για την επιθυμία για ειρήνη, για συνομιλίες μεταξύ της Ρωσίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και των ευρωπαϊκών χωρών. Αποδίδουν την ένταση αυτή στην αντιρωσική υστερία των δυτικών μέσων ενημέρωσης και στην πολιτική που κρύβεται πίσω από αυτήν. Λένε ότι η Ρωσία δεν έχει σχέδια επίθεσης, ότι δεν σχεδιάζει καμία ένοπλη εισβολή, ότι ο στρατός κάνει απλώς κανονικές ασκήσεις σε ρωσικό κυρίαρχο έδαφος και ότι στη Δύση δημιουργούν πανικό εξ’ αιτίας δικών τους προβλημάτων. Πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται τι πραγματικά συμβαίνει: θα πρέπει πραγματικά να προετοιμαζόμαστε για πόλεμο ή πρόκειται για άλλη μια προπαγανδιστική καταιγίδα χωρίς πραγματικές συνέπειες; Αυτό το δίλημμα είναι γνωστό: πρόκειται απλώς για το ένα κύμα παραπληροφόρησης μετά το άλλο ή ο κίνδυνος της στρατιωτικής σύγκρουσης είναι πραγματικά πολύ κοντά;

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες στέλνουν στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία. Το γνωρίζετε αυτό;

Ναι, φυσικά. Ο φόβος του πολέμου έχει δύο όψεις. Οι άνθρωποι φοβούνται εκ φύσεως τις στρατιωτικές συγκρούσεις. Αν η Δύση παράσχει πραγματική στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία θα μπορούσε να υπάρξει μεγάλος πόλεμος. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει έντονος φόβος για νέες οικονομικές κυρώσεις οι οποίες θα μπορούσαν να υπονομεύσουν μια ήδη προβληματική οικονομία. Ίσως η Δύση βλέπει πραγματικά την Ουκρανία ως μια χώρα όπου μπορεί τελικά να αντιμετωπίσει τη Ρωσία σε όλα τα μέτωπα και να γίνει πεδίο μάχης. Αλλά, στη Ρωσία είναι δύσκολο να ξεκινήσει μια λίγο πιο σοβαρή συζήτηση για το θέμα. Τα επίσημα μέσα ενημέρωσης ελέγχονται και δεν υπάρχει δυνατότητα σοβαρής ανάλυσης της κατάστασης και αντιπαράθεσης απόψεων. Είναι καθαρή προπαγάνδα, η πληροφόρηση είναι δευτερεύουσα. Υπάρχουν ακόμη κάποια μέσα ενημέρωσης της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης. Εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά είναι όλο και λιγότερα και δέχονται συνεχώς τρομερές πιέσεις από το κράτος. Ακόμα υπάρχει ένα αίσθημα εξέγερσης στον πληθυσμό. Αλλά το καθεστώς συνεχίζει να στέλνει αντιφατικά μηνύματα.

Το επίσημο μήνυμα είναι ότι, σε αντίθεση με τη Δύση, η Ρωσία επιθυμεί διαπραγματεύσεις και δεν σχεδιάζει πόλεμο, αλλά είναι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο. Κατά την άποψη αυτή, ο επιτιθέμενος είναι η Ουκρανία – υποστηριζόμενη από τη Δύση. Παρά την πολεμοκάπηλη ρητορική, τα επίσημα μέσα ενημέρωσης μεταφέρουν το μήνυμα του Κρεμλίνου ότι αυτή η μάχη θα δοθεί μέσω διαπραγματεύσεων και ότι ο πόλεμος θα αποφευχθεί.

Πώς δικαιολογούν αυτό το μήνυμα;

Θυμόμαστε την εμπειρία του 2014, όταν ο ρωσικός στρατός κατέλαβε την Κριμαία και η αντίδραση της Δύσης ήταν κυρίως ρητορική. Η Ρωσία προσάρτησε την Κριμαία, υπήρξαν κάποιες διαμαρτυρίες, επιβλήθηκαν κυρώσεις, αλλά κανείς δεν σκέφτηκε να προσπαθήσει να επιστρέψει τη Σεβαστούπολη ή τη Γιάλτα στην Ουκρανία μέσω πολέμου. Το Κρεμλίνο μπορεί να δείχνει τη Μαύρη Θάλασσα και να λέει ότι έχει εδραιώσει την εξουσία του εκεί, χωρίς κανείς να ενοχλείται σοβαρά.

Τα φιλελεύθερα μέσα ενημέρωσης προσπαθούν να πουν μια διαφορετική εκδοχή, αλλά υπάρχει μεγάλος αποπροσανατολισμός. Η πολιτική αντιπολίτευση είναι επίσης μπερδεμένη. Κανείς δεν γνωρίζει ποιο είναι το μυστικό περιεχόμενο των συνομιλιών μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Οι περισσότεροι πολίτες έχουν την εντύπωση ότι οι σχέσεις μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης έχουν καταρρεύσει εντελώς. Ωστόσο, η ρήξη δεν συνέβη πέρυσι, αλλά πολύ νωρίτερα. Όσοι ζουν σε μεγάλες πόλεις και ταξιδεύουν σε άλλες χώρες γνωρίζουν ότι οι σχέσεις είναι κακές εδώ και πολύ καιρό. Η κατάσταση είναι σαφής: η πρεσβεία των ΗΠΑ στη Μόσχα δεν έχει εκδώσει βίζες σε Ρώσους πολίτες εδώ και τρία χρόνια. Αν θέλει κάποιος να  πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες, πρέπει πρώτα να πάει κάπου αλλού, όπως στο Ζάγκρεμπ ή στη Λιουμπλιάνα, και να υποβάλει αίτηση για βίζα εκεί. Αυτό ξεκίνησε από την εποχή του Ντόναλντ Τραμπ και συνεχίζεται με τον Τζο Μπάιντεν.

Αλλά, αν υπάρξει πόλεμος, ποιός θα είναι ο στόχος του; Το 2014 οι Ουκρανοί παραχώρησαν την Κριμαία χωρίς μάχη. Ο ουκρανικός στρατός δεν έριξε ούτε έναν πυροβολισμό στον αέρα. Έχεις καθαρό ποιός θα είναι ο στόχος της σύγκρουσης;

Αυτό είναι το κύριο ερώτημα, γιατί πολεμάμε; Για τις ρωσικές αρχές δεν υπάρχει κανένα δίλημμα. Τον τελευταίο χρόνο έχει καταστεί σαφές ότι οι συμφωνίες του Μινσκ δεν λειτουργούν. Στο Ντονέτσκ, η κατάσταση είναι αδιέξοδη. Η ιδέα ότι οι [φιλορωσικές] Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον έλεγχο της ουκρανικής κυβέρνησης έχει καταρρεύσει. Ο Πούτιν πίστευε ότι θα έβρισκε στο Ντονμπάς (στην ανατολική Ουκρανία) έναν πυλώνα, πάνω στον οποίο θα έχτιζε μια πολιτική για την Ουκρανία. Η συμφωνία υποτίθεται ότι θα απέτρεπε τουλάχιστον τη συνεργασία της Ουκρανίας με το ΝΑΤΟ, αλλά απέτυχε. Εν τω μεταξύ, στην Ουκρανία διεξήχθησαν εκλογές και γρήγορα έγινε σαφές στον Πούτιν ότι θα ήταν αδύνατο να επιτευχθεί συνεννόηση με τον νέο πρόεδρο, τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Όταν εξελέγη, τον Μάιο του 2019, υπήρχε κάποια ελπίδα στο Κρεμλίνο ότι θα μπορούσε να επιτευχθεί συμφωνία μαζί του για την εξομάλυνση των σχέσεων. Στη συνέχεια όμως, αποδείχθηκε, από πολλές απόψεις, ακόμη πιο σκληρός εθνικιστής από τον προκάτοχό του, τον Πέτρο Ποροσένκο. Ο Πούτιν έπρεπε να βρει μια διέξοδο από το αδιέξοδο της συμφωνίας του Μινσκ, η οποία δεν είχε μέλλον. Αποφάσισε να μετατοπίσει το κέντρο βάρους από το Ντονμπάς σε ολόκληρη την Ουκρανία. Άρχισε να αναρωτιέται ποια θέση επιφυλάσσεται για την Ουκρανία στα σχέδια του ΝΑΤΟ: θα είναι η Ουκρανία τουλάχιστον μια ουδέτερη χώρα ή ένας ανοιχτός στρατιωτικός σύμμαχος; Στη συνέχεια, ο Πούτιν αποφάσισε να αποσπάσει την προσοχή από την κατάσταση στο Ντονμπάς που είχε παγώσει και να αρχίσει να μιλάει για διακρατικές και παγκόσμιες σχέσεις.

Πώς το έκανε;

Πολύ απλά: άρχισε να μετακινεί στρατεύματα στα σύνορα. Η ιδέα ήταν να αναγκαστεί η Δύση να αντιδράσει. Ο Πούτιν έθεσε στη Δύση μια πολύ απλή πρόκληση: σε ποιο βαθμό θα υποστηρίξει στρατιωτικά την Ουκρανία, σε περίπτωση στρατιωτικής σύγκρουσης; Ή ακόμα πιο απλά: θα πάει σε πόλεμο αν εισβάλω στη χώρα; Ήθελε να δει τι συμβαίνει στα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε περίπτωση στρατιωτικής επέμβασης. Έκανε την ερώτηση με τον τρόπο που προτιμά. Στον Πούτιν αρέσει να προκαλεί τον αντίπαλό του. Στέκεται μπροστά του, τον κοιτάζει στα μάτια: «Λοιπόν, τι θα κάνεις; Θα με χτυπήσεις ή είσαι μόνο λόγια;» Ποιος θα υποχωρήσει πρώτος; Το έκανε στην Κριμαία το 2014 και στη συνέχεια στο Ντονμπάς. Στην πραγματικότητα, δεν επρόκειτο για προετοιμασία μιας εισβολής, αλλά για την εξώθηση σε διαπραγμάτευση. Αλλά, η αντίδραση της Δύσης τον περασμένο Ιανουάριο εξέπληξε τον Πούτιν. Αντιλαμβάνεται τη Δύση ως μια κοινωνία εκφυλισμένων που συνεχίζουν να κηρύττουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και δεν είναι προετοιμασμένοι για μια πραγματική σύγκρουση. Είναι πάντα οι πρώτοι που υποχωρούν πριν καν τους προκαλέσουν. Αλλά τις τελευταίες εβδομάδες, ο τόνος έχει αλλάξει στη Δύση, πρώτα στις ΗΠΑ, μετά στο Ηνωμένο Βασίλειο και μετά σε πολλές άλλες χώρες.

Ο Πούτιν πρέπει τώρα να λάβει υπόψη του ότι η Δύση έχει αποδεχθεί την πρόκλησή του και έχει αρχίσει να τον προκαλεί. Πρώτον, η δυτική διπλωματία άρχισε να λέει ότι ο Πούτιν ήταν ήδη ο επιτιθέμενος και είχε περάσει τα σύνορα. Ο Πούτιν απλώς μετακινούσε τανκς κατά μήκος των συνόρων και η Δύση είχε την εντύπωση ότι είχε ήδη καταλάβει την Ουκρανία. Πολιτικοί, διπλωμάτες και μέσα ενημέρωσης στη Δύση πανικοβλήθηκαν ότι η Ρωσία επρόκειτο να εξαπολύσει μια μεγάλη επίθεση στην Ουκρανία. Τώρα στέλνουν όπλα στην Ουκρανία και συζητούν να επέμβουν οι ίδιοι. Ο Πούτιν δεν το περίμενε αυτό.  

Εννοείτε ότι ο Πούτιν είδε όλο αυτό το γαϊτανάκι με τα τανκς ως διαπραγματευτικό εργαλείο;

Αυτό πιστεύω. Όταν η Ρωσία προετοιμάζει μια εισβολή είναι συνήθως ξεκάθαρη για τους στρατιωτικούς της στόχους. Ποιοι θα μπορούσαν να είναι οι στρατιωτικοί στόχοι μιας μετωπικής επίθεσης στην Ουκρανία; Μόνο πολιτικές απαντήσεις μπορείς να βρεις. Από τη μία πλευρά, υπάρχει η επιθυμία να αλλάξει η κυβέρνηση στο Κίεβο. Από την άλλη πλευρά, υπάρχει η βούληση να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα για έναν υβριδικό πόλεμο, δηλαδή η βούληση να διασπαστεί η δυτική συμμαχία, να χωριστεί η Ουκρανία στα δύο και να αναλάβει τον πολιτικό έλεγχο του ενός μέρους. Ας υποθέσουμε ότι από μια στρατιωτική επέμβαση θα μπορούσαν να προκύψουν πολιτικά οφέλη. Αλλά πώς μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει το στρατιωτικό μέρος της επιχείρησης – να καταλάβει το Κίεβο; Για να κερδίσει τι; Η στρατιωτική επιτυχία θα έφερνε περισσότερα προβλήματα από όσα έχει ήδη η Ρωσία. Το αποτέλεσμα θα μπορούσε να οδηγήσει μόνο σε πλήρη σύγχυση. Ακόμη και η κατοχή μεγάλου μέρους της Ουκρανίας δεν θα έδινε στη Ρωσία καμία εγγύηση ασφάλειας έναντι της Δύσης. Θα υπήρχε αντίσταση, θα χρειαζόταν μεγάλος αριθμός στρατευμάτων και η Μόσχα θα έπρεπε να ξεχάσει κάθε προοπτική σταθερότητας. Τα εθνικιστικά αισθήματα των Ουκρανών θα ενισχύονταν και η Ρωσία θα έχανε οριστικά τη χώρα.

Επί του παρόντος, οι Ρώσοι ηγέτες υπερεκτιμούν επίσης τη δημοτικότητα της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ονειρεύονται ότι η πλειοψηφία του πληθυσμού μιλάει ρωσικά και δεν θα έχει κανένα πρόβλημα να αποδεχθεί τη Ρωσία ως πατρίδα του. Αυτό είναι καθαρή αυταπάτη. Από την πλευρά μου, δεν έχω δει ένα σαφές στρατιωτικό σχέδιο για την εισβολή ούτε έχω δει σημαντικές προετοιμασίες της χώρας για πόλεμο. Το μόνο πρακτικό αποτέλεσμα του πολέμου θα ήταν η αποσταθεροποίηση της κατάστασης στη Ρωσία.

Αλλά ίσως ο Πούτιν πιστεύει ότι η Ρωσία απειλείται

Ναι, νομίζω ότι υπάρχει πολύ άγχος στην κορυφή της εξουσίας. Είναι πεπεισμένοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοί τους θέλουν αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία. Αντιλαμβάνονται ότι η Ρωσία περιβάλλεται από εχθρικές χώρες. Και ο Πούτιν έχει δηλώσει δημοσίως πολλές φορές ότι δεν αναγνωρίζει τα σύνορα που δημιουργήθηκαν μετά το 1989. Κατά την άποψή του, τα σύνορα είναι το αποτέλεσμα ενός ιστορικού λάθους, το οποίο θεωρεί τραγωδία. Από το 1991, η Ρωσία έχει χάσει εδάφη που, σύμφωνα με τον Πούτιν, της ανήκουν ιστορικά. Η Ουκρανία είναι ένα από αυτά τα εδάφη.

Τι κάνει την Ουκρανία τόσο σημαντική; Γιατί όχι το Τατζικιστάν, το Ουζμπεκιστάν ή τα κράτη της Βαλτικής; Ο Πούτιν δεν αναφέρει ποτέ την Πολωνία. Γιατί την Ουκρανία; Είναι για στρατηγικούς και οικονομικούς ή για άλλους λόγους;

Στρατηγικοί και οικονομικοί λόγοι ήταν σίγουρα σημαντικοί γι’ αυτόν. Μετά τη Ρωσία, η Ουκρανία είχε τον μεγαλύτερο πληθυσμό από όλες τις σοβιετικές δημοκρατίες και ήταν το σημαντικότερο οικονομικό τους κέντρο. Εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη μετασοβιετική χώρα μετά τη Ρωσία. Η Ουκρανία είναι επίσης ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της Ρωσίας και της Δυτικής Ευρώπης, η χώρα-κλειδί για τον έλεγχο της Μαύρης Θάλασσας. Το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο ρέουν δυτικά μέσω της Ουκρανίας. Υπάρχουν πολλοί αντικειμενικοί λόγοι για τους οποίους αυτό είναι σημαντικό. Υπάρχει όμως και μια άλλη πτυχή. Το πρόβλημα είναι η ιδέα ότι μια ανεξάρτητη Ουκρανία μπορεί να είναι μόνο ένα αντιρωσικό κράτος. Η Ουκρανία είναι η χώρα που μοιάζει περισσότερο με τη Ρωσία όσον αφορά τον πολιτισμό: γλώσσα, θρησκεία, φαγητό, έθιμα. Δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές. Ωστόσο, μπορεί να υπάρξει ως ανεξάρτητο κράτος μόνο ως αντίπαλος της Ρωσίας. Αυτό δεν το λεω εγώ. Αυτό το έγραψε ο Πούτιν το περασμένο καλοκαίρι σε ένα 20σέλιδο προγραμματικό κείμενο για την ιστορία της Ουκρανίας από την εποχή της ασιατικής κυριαρχίας έως τον 20ό αιώνα, το οποίο δημοσίευσε στην ιστοσελίδα της κυβέρνησης. «Ρώσοι και Ουκρανοί είναι ένας λαός».

Η βασική ιδέα του άρθρου είναι ότι η Ουκρανία δεν αποτελεί μόνο ένα συγκεκριμένο τμήμα της Ρωσίας αλλά και ένα οργανικό τμήμα της. Ως εκ τούτου, για τον ίδιο, το σχέδιο μιας ανεξάρτητης Ουκρανίας εξακολουθεί να αποτελεί σχέδιο των δυτικών δυνάμεων οι οποίες χρησιμοποίησαν τη χώρα αυτή ως όπλο κατά της Ρωσίας. Το δόγμα του Πούτιν λέει ότι σήμερα δεν υπάρχει καμία διαφορά, ότι η Δύση θέλει να μετατρέψει την Ουκρανία σε ένα αντιρωσικό κράτος. Ο Πούτιν πιστεύει επίσης ότι μια ανεξάρτητη Ουκρανία δεν έχει καμία θετική αξία, αλλά είναι ένα αρνητικό σχέδιο υπονόμευσης της Ρωσίας. Αυτό δεν είναι δική μου εικασία, είναι γραμμένο σε αυτό το άρθρο που δημοσίευσε ο Πούτιν τον Ιούλιο του 2021. Για τον ίδιο, η συζήτηση σχετικά με την ικανότητα δράσης της Ουκρανίας είναι μάταιη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η Ρωσία διαπραγματεύεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γερμανία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά όχι απευθείας με την Ουκρανία.

Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι για τον Πούτιν η Ουκρανία δεν αποτελεί ζήτημα διεθνούς πολιτικής;

Είναι δύσκολο να εξαχθούν συμπεράσματα. Ο Πούτιν το έγραψε αυτό ως συμβολή του στην κατανόηση της χώρας. Διαπραγματεύεται χωρίς την παρουσία της Ουκρανίας. Για τον Πούτιν, αυτή είναι μια επαρκής παρουσίαση της πραγματικότητας. Δεν είναι η Ουκρανία το θέμα αυτής της ιστορίας, αλλά η Ρωσία και η Δύση. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι το κέντρο βάρους της Δύσης. Αυτή είναι η κοσμοθεωρία του Πούτιν.

Θα μπορούσε αυτή η διαμάχη να κλιμακωθεί σε στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και του ΝΑΤΟ;

Ας είμαστε ρεαλιστές: δεν μπορεί να συγκριθεί το ΝΑΤΟ με τη Ρωσία. Το ΝΑΤΟ είναι μια συμμαχία τριάντα χωρών, η Ρωσία δεν έχει συμμάχους στη Δύση. Η Ρωσία είναι μόνη της σε αυτή την ιστορία και δεν έχει καμία πιθανότητα να κερδίσει σε μια άμεση αντιπαράθεση. Στην ανάλυσή του, ο Πούτιν, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ΝΑΤΟ είναι κατακερματισμένο και δεν θα μπορούσε να διαμορφώσει κοινή στρατηγική κατά της Μόσχας. Και κυρίως, ότι το ΝΑΤΟ δεν θα μπορούσε να λάβει την απόφαση να υπερασπιστεί στρατιωτικά την Ουκρανία έναντι μιας εισβολής. Ως εκ τούτου, εκείνος θα μπορούσε να εξαπολύσει την πρόκλησή του. Δεν περίμενε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες, μετά την επίδειξη της ανικανότητάς τους στο Αφγανιστάν, θα μπορούσαν να αποκαταστήσουν τόσο γρήγορα το μονοπώλιο λήψης αποφάσεων επί των συμμάχων τους. Δεν πίστευε ότι θα μπορούσε να ανακτήσει ηγετικό ρόλο στις ευρωπαϊκές υποθέσεις και να ανασυγκροτήσει το ΝΑΤΟ ως λειτουργική στρατιωτική συμμαχία, μόλις ένα χρόνο μετά τον Τραμπ. Ο Πούτιν είδε την ήττα στο Αφγανιστάν ως ένδειξη αδυναμίας του ΝΑΤΟ και ένα νέο ενιαίο μέτωπο του φαινόταν απίθανο. Όμως, μέσα σε λίγες εβδομάδες, η κατάσταση έχει αντιστραφεί και το ΝΑΤΟ φαίνεται πολύ πιο ενωμένο από ό,τι πριν. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, το ΝΑΤΟ μπορεί μόνο να ωφεληθεί.

Τις τελευταίες ημέρες, ουδέτερες χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία άνοιξαν εκ νέου τη συζήτηση για την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η Φινλανδία μπορεί να αποτελέσει πηγή μεγαλύτερης ανησυχίας για τον Πούτιν από ό,τι η Ουκρανία. Η ουδετερότητα της Φινλανδίας ήταν μια νίκη για τη Σοβιετική Ένωση μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Είναι πολύ πιθανό, το αποτέλεσμα της προσπάθειας να απομακρυνθεί το ΝΑΤΟ από τα σύνορα της Ρωσίας, να είναι η είσοδος της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.

Έχει δίκιο ο Πούτιν όταν λέει ότι η Δύση θέλει να διώξει τη Ρωσία από την Ουκρανία και να την κάνει ακόμη πιο αδύναμη; Ή μήπως πρόκειται απλώς για παράνοια;

Αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα. Αν, με τον όρο αδύναμη Ρωσία, εννοείτε μια χώρα που δεν μπορεί να παίξει τον ίδιο ρόλο με τη Σοβιετική Ένωση σε μια παγκόσμια τάξη υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ο Πούτιν έχει δίκιο. Αν εννοείτε ότι δεν θα επιτραπεί στη Ρωσία να συμμετάσχει στην παγκόσμια τάξη με τους δικούς της όρους ως κυρίαρχη δύναμη, νομίζω ότι κι εκείνος έτσι το βλέπει. Το πρόβλημα του Πούτιν είναι ότι δεν αντιλαμβάνεται την πολιτική ως κάτι περισσότερο από έναν ανταγωνισμό μεταξύ παγκόσμιων δυνάμεων. Για τον ίδιο, η πολιτική αντιπολίτευση στην εξουσία του είναι επίσης ένας τρόπος για τη Δύση να κάνει τη Ρωσία να φαίνεται αδύναμη στις διεθνείς σχέσεις. Και η υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σημαίνει το ίδιο πράγμα: μια αδύναμη Ρωσία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο απαγορεύει τα κινήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το γεγονός ότι τις ουκρανικές προεδρικές εκλογές κέρδισε ένας υποψήφιος που δεν είχε την υποστήριξη του Πούτιν αποτελεί επίσης ήττα για τη Ρωσία. Δεν νομίζω ότι κανείς μπορεί να του αλλάξει γνώμη.

Επιστρέφουμε στον Ψυχρό Πόλεμο; Κάθε πρόοδος της μιας πλευράς είναι αποτυχία της άλλης;

Βρισκόμαστε σε χειρότερη κατάσταση από ό,τι κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Σε σύγκριση με τον Ψυχρό Πόλεμο, υπάρχει μια μεγάλη διαφορά μεταξύ των παγκόσμιων ελίτ. Ο Ψυχρός Πόλεμος και η πολιτική της αποκλιμάκωσης επηρεάστηκαν από αυτό που ο Μαξ Βέμπερ ονόμασε ηθική της ευθύνης. Και οι δύο πλευρές σκέφτονταν το ίδιο πράγμα κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου: «Είμαστε κυνικοί και δεν φειδόμαστε χτυπημάτων στην πολιτική. Αλλά ο κυνισμός μας έχει έναν σκοπό. Θέλουμε, πάση θυσία, να αποφύγουμε τον πυρηνικό πόλεμο». Αυτή ήταν η λογική πολιτικών όπως ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ και ο Ρίτσαρντ Νίξον. Και οι δύο αποδείχθηκαν χωρίς ευαισθησίες και κυνικοί μέχρι τέλους στις πολιτικές τους, αλλά αυτό που πραγματικά ήθελαν ήταν να αποτρέψουν την απογείωση πυραύλων με πυρηνικές κεφαλές. Όλο το οικοδόμημα του Ψυχρού Πολέμου βασίστηκε στην αποτροπή της καταστροφής του κόσμου με πυρηνικά όπλα. Οι ελίτ στη Ρωσία, στις Ηνωμένες Πολιτείες και πιθανώς στην Ευρώπη δεν ενεργούν πλέον σύμφωνα με τις αρχές αυτής της ηθικής της ευθύνης.

Η δεύτερη διαφορά είναι εξίσου σημαντική. Σε αντίθεση με τη Σοβιετική Ένωση κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η σύγχρονη Ρωσία δεν έχει κανένα σχέδιο με το οποίο να μπορεί να απευθυνθεί στον κόσμο. Δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι προσφέρει κάποια ιδεολογική, πολιτική, κοινωνική ή οικονομική εναλλακτική λύση στην αμερικανική τάξη πραγμάτων. Δεν υπάρχει κανένα ρωσικό πολιτικό, κοινωνικό ή οικονομικό μοντέλο που να μπορεί να αντιταχθεί στη φιλελεύθερη δημοκρατία των ΗΠΑ. Ο Πούτιν δεν μπόρεσε καν να εξάγει τον ρωσικό τρόπο άσκησης πολιτικής στην Ουκρανία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κατέλαβε την Κριμαία το 2014. Στην πρόσφατη ιστορία, η θέση της Ρωσίας του Πούτιν είναι αδύναμη. Πολύ πιο αδύναμη από τη θέση της Σοβιετικής Ένωσης κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.

Η Ρωσία δεν έχει φίλους στη Δύση. Η αντιπολίτευση έχει;

Οι Ρώσοι φιλελεύθεροι βρίσκονται στην αντιπολίτευση. Η Δύση τους συμπαθεί. Πολλοί βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό. Εκατοντάδες στελέχη της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης εγκατέλειψαν πρόσφατα τη χώρα, για πολιτικούς λόγους. Οι φιλελεύθεροι έχουν πολλούς φίλους στη Δύση και είναι συμπαθείς στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην αμερικανική κυβέρνηση. Στην περίπτωσή τους, δεν υπάρχει πρόβλημα. Από τη σκοπιά της αριστεράς, η κατάσταση είναι εντελώς διαφορετική. Η ευρωπαϊκή αριστερά δεν ενδιαφέρεται πλέον για τον διεθνισμό. Βλέπουν τον κόσμο ως μια σύγκρουση μεταξύ του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και εκείνων που του αντιτίθενται. Η αντιιμπεριαλιστική θέση είναι κυρίαρχη μεταξύ πολλών αριστερών δυνάμεων στην Ευρώπη. Ανάμεσά τους, παραδόξως, υπάρχει συμπάθεια για τον Πούτιν επειδή αντιστέκεται στην πολιτική κυριαρχία των ΗΠΑ. Νομίζω ότι, υπό το φως της σύγκρουσης στην Ουκρανία, υπάρχει επείγουσα ανάγκη να ανανεωθεί η διεθνιστική προσέγγιση της ευρωπαϊκής αριστεράς στη διεθνή πολιτική. Θα ήταν πολύ χρήσιμο για εμάς.

Η τελευταία μας συζήτηση έγινε στα τέλη της περασμένης άνοιξης, όταν η περιβαλλοντική ακτιβίστρια Αναστασία Πονκίνα, η οποία είναι μόλις είκοσι ετών, φυλακίστηκε στη Σιβηρία. Εκείνη την εποχή, μια νέα γενιά φαινόταν να αναδύεται στη Ρωσία, φέρνοντας ένα διαφορετικό φαντασιακό στην πολιτική. Μετά εξαφανίστηκε. Τι συνέβη;

Δεν έχει εξαφανιστεί. Αυτή η γενιά είναι ακόμα εδώ. Αλλά, όλες οι πολιτικές δομές μέσω των οποίων θα μπορούσε να εκφράσει τις ιδέες της έχουν καταστραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά. Τώρα βρισκόμαστε σε μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη των Καζακστανών.

Είναι τόσο άσχημη η κατάσταση;

Δεν το πιστεύετε; Γνωρίζω πολύ καλά το Καζακστάν. Έχω πάει εκεί αρκετές φορές πρόσφατα. Τα γεγονότα του τελευταίου μήνα ήταν πολύ περίπλοκα. Έχουν παρουσιαστεί στον έξω κόσμο με υπερβολικά απλοϊκό τρόπο. Υπήρξε μια πραγματική λαϊκή εξέγερση σε αυτή τη χώρα. Είναι αλήθεια ότι υπήρξαν πολλοί προβοκάτορες και άνθρωποι που λεηλατούσαν καταστήματα, αλλά στο επίκεντρο ήταν μια μαζική εξέγερση απλών ανθρώπων: εργαζόμενοι, φτωχοί, πολύ διαφορετικοί άνθρωποι οι οποίοι προέβαλαν αντίσταση. Μια κλασική λαϊκή εξέγερση. Πραγματοποιήθηκε σε μια χώρα που κυβερνούσε επί δεκαετίες ένα εντελώς καταπιεστικό καθεστώς. Πολύ πιο καταπιεστικό από το καθεστώς του Πούτιν.

Ο Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγιεφ έγινε πρόεδρος της χώρας το 1990, αφού πρώτα διετέλεσε γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος. Κυβέρνησε μέχρι τις 5 Ιανουαρίου του τρέχοντος έτους, οπότε και παραιτήθηκε από επικεφαλής του Συμβουλίου Ασφαλείας της χώρας. Αμέσως μετά την ανάληψη της εξουσίας, διέλυσε όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις της αντιπολίτευσης. Πρώτα απ’ όλα, απαγόρευσε το Κομμουνιστικό Κόμμα και όλα τα ανεξάρτητα συνδικάτα. Διέλυσε τις οργανωμένες φιλελεύθερες ομάδες και απαγόρευσε ουσιαστικά κάθε ανεξάρτητη πολιτική δραστηριότητα. Απαγόρευε κάθε μορφή οργάνωσης, κάθε δραστηριότητα. Τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους έγινε μια εξέγερση που δεν είχε πολιτική εκπροσώπηση. Επειδή δεν θα μπορούσε να την έχει. Δεν υπήρχε οργάνωση, δεν υπήρχαν ηγέτες. Δεν υπήρχαν σαφή σύμβολα, ούτε πολιτικοί ακτιβιστές, δεν υπήρχαν ορατά κόμματα ή κινήματα με προγράμματα και ηγέτες. Όλα αυτά καταστράφηκαν πριν από πολύ καιρό. Άνθρωποι εξορισμένοι, διαλυμένοι, ηγέτες ξεχασμένοι ή εξορισμένοι. Μόνο θυμωμένοι άνθρωποι έμειναν στους δρόμους. Αν η Ρωσία συνεχίσει την παρούσα πορεία της,θα βρεθούμε σε παρόμοια κατάσταση.

Αντιλαμβάνεστε στη Μόσχα ότι οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης ακολουθούν τον ίδιο δρόμο και ότι οι αρχές, από την Πολωνία μέχρι την Ουγγαρία και τη Σλοβενία, μπαίνουν στον πειρασμό να μετατρέψουν τη δημοκρατία σε αυταρχικά καθεστώτα;

Ναι, συνειδητοποιούμε πολλά πράγματα. Νομίζω ότι καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει εκεί. Με πολλούς τρόπους, μοιραζόμαστε μια κοινή εμπειρία, έτσι δεν είναι;

1 σχόλιο

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…