Ο συρμός, οι συρμοί του τρένου είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι με την εργατική τάξη. Η τάξη μας περνάει κατά μέσο όρο μία με δύο ώρες την ημέρα σε κάποιο βαγόνι, πηγαίνοντας και επιστρέφοντας από το κάτεργο της μισθωτής σκλαβιάς. Αν και, ως έκφραση, η έννοια «του συρμού» είχε θετική χροιά, σήμαινε δηλαδή ότι κάτι ήταν η τελευταία λέξη της μόδας, εν τέλει κατέληξε με αρνητικό πρόσημο, να σημαίνει κάτι που μεταδίδεται μέσω του σιδηροδρόμου από το παρηκμασμένο κέντρο προς τα ήσυχα και γαλήνια προάστια. Τα βιβλία του συρμού λοιπόν δεν είναι ευτελή βιβλία, απεναντίας, είναι βιβλία που διαβάζουμε στριμωχτά σε κάποιο βαγόνι παίρνοντας έτσι πίσω λίγο από τον κλεμμένο ελεύθερο χρόνο μας.

***

Άννα-Μαρία Δρουμπούκη, Ξημερώνει πάλι στην Αμερική / Πολιτιστικοί πόλεμοι και μαζική κουλτούρα στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 1980, Εκδόσεις Ο Μωβ Σκίουρος 2021, σσ.: 327

[Στην πραγματικότητα, οι νοσταλγοί αυτού του κόσμου θα δυσκολευτούν να προσδιορίσουν τι ακριβώς είναι αυτό που νοσταλγούν. Αυτή η «παγκόσμια επιδημία νοσταλγίας» ή και νοσταλγικότητας, αντιπροσωπεύει την επιθυμία για συνέχεια σε έναν θρυμματισμένο κόσμο, η νοσταλγία αποκτά τη λειτουργία ενός μηχανισμού άμυνας σε καιρούς επιτάχυνσης της ζωής και των ρυθμών της, είναι ένα είδος επανάστασης ενάντια στη σύγχρονη, επιταχυνόμενη θεώρηση του χρόνου [S. Boym]

Τα τελευταία δύο τρία χρόνια ζούμε μια άτυπη μέρα της μαρμότας. Μια συνεχή ανακύκλωση της μόδας, των ταινιών, της μουσικής και γενικά κάθε σκουπιδοπαράγωγουτης δεκαετίας του ’80 -και ολίγον από ’90s, για να είμαστε απολύτως δίκαιοι. Όμως, τι το ενδιαφέρον έχει αυτή η δεκαετία και παραμένει σημείο αναφοράς και νοσταλγίας, ακόμη, και ειδικά για ανθρώπους που δεν την έχουν ζήσει καν;

Η Άννα-Μαρία Δρουμπούκη εγκαταλείπει το επιστημονικό της πεδίο, που είναι η περίοδος του Β’Π.Π. στην Ελλάδα και την Ευρώπη, και μαζί εγκαταλείπει και την αυστηρά επιστημονική μεθοδολογία, για να ταξιδέψει πίσω στο μέλλον. Δηλαδή στην δεκαετία του ’80.

Βέβαια όταν μιλάμε για την συγκεκριμένη δεκαετία πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι μιλάμε για της ΗΠΑ και μόνο. Κάνεις δεν νοσταλγεί τα σουηδικά ’80ς, τα ισπανικά ’80ς, τα ιταλικά ’80ς, ή ακόμα ακόμα και τα ελληνικά ’80ς – πλην κάποιων καγκουραίων ίσως. Η νοσταλγία για τα ’80ς σημαίνει νοσταλγία για αμερικάνικα σκουπίδια.

Έτσι λοιπόν η Δρουμπούκη επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στα όσα διαδραματιστήκαν στις ΗΠΑ, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε οικονομικό αλλά και πολιτιστικό επίπεδο. Ορμώμενη, νομίζω κυρίως, από την αδυναμία της στον Axl Rose, μας παραδίδει μια συνοπτική, περιεκτική και επαρκώς σχολιασμένη καταγραφή των όσων έλαβαν χώρα στις ΗΠΑ των ’80ς.

Με τη μερίδα του λέοντος να πέφτει στη μουσική βιομηχανία και την παγκόσμια κυριαρχία των μουσικών προϊόντων που παράγονται στις ΗΠΑ, δεν μένουν ασχολίαστα ούτε τα Reaganomics, ούτε η εποχή του MTV, ούτε η αποβιομηχανοποίηση της αμερικανικής επικράτειας σε συνδυασμό με την ανάδυση του νεοσυντηρητισμού.

Σε ποιούς απευθύνεται αυτό το βιβλίο τελικά; Θεωρώ σε όλους τους νοσταλγούς/λάτρεις, όπως και τους heaters, των ’80ς. Ακριβώς λόγω του ότι η συγγραφέας εγκαταλείπει την αυστηρή μεθοδολογία, έχουμε ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί, γιατί είναι πάνω απ’ όλα ένα τίμιο και δίκαιο βιβλίο που προσπαθεί, με το ψυχρό αίμα της ιστορικής επιστήμης, να αφηγηθεί με κάποια ενδιαφέρουσα λογοτεχνικότητα το τι στο διάολο ήταν τέλος πάντων αυτά τα ’80ς.

 

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…