Από την ομάδα «Άλας» στο θέατρο Φούρνος

Η Αλμυρή Έρημος βρίσκεται στα νότια του ποταμού Σαγγάριου. Ένα οροπέδιο σε ύψος 910 μέτρων. Μεγάλο, άγονο και αραιοκατοικημένο. Ο ρόλος της περιοχής στην λεγόμενη Μικρασιατική εκστρατεία υπήρξε καταλυτικός. Η εκστρατεία του Σαγγάριου, τον Αύγουστο του 1921, κράτησε ένα μήνα και κατά τη διάρκειά της έγιναν δεκάδες φονικές μάχες σε ένα μέτωπο που απλωνόταν σε εκατό και παραπάνω χιλιόμετρα. Ήταν επιλογή της Ελλάδας αυτή η εκστρατεία, η μεγαλύτερη γεωγραφικά και αριθμητικά στρατιωτική επιχείρηση του νεότερου ελληνικού κράτους, εκατό μόλις χρόνια μετά την επανάσταση του ’21, ενενήντα πάνω-κάτω χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, εικοσιτέσσερα μετά τον ανόητο πόλεμο του 1897.

Εκατόν εβδομήντα οχτώ χιλιάδες οπλίτες και πεντέμισι χιλιάδες αξιωματικοί πήραν μέρος στην εκστρατεία. Απέναντί τους είχαν ένα μικρότερο αριθμό τουρκικού στρατού, περίπου ενενήντα χιλιάδες άνδρες, που όμως ήταν πολύ ευέλικτος, αφοσιωμένος στους διοικητές του και πιστός στο όραμα μιας νέας Τουρκίας. Σε αντίθεση, ο ελληνικός στρατός είχε από την αρχή σημάδια αρνητικής διάθεσης για την εκστρατεία, οι αξιωματικοί εξέφραζαν σοβαρές ενστάσεις για την σκοπιμότητά της αλλά και για το στρατηγικό σχέδιο που είχε επιλεγεί. Παρ’ όλ’ αυτά πολέμησαν. Διέσχισαν την Αλμυρά Έρημο όπου επικρατούσαν αβίωτες συνθήκες για τις αντοχές τους (ο ανεφοδιασμός σε νερό ήταν ελάχιστος, η πορεία τρομερά δύσκολη στη καυτή και ψιλή άμμο, όπου με δυσκολία προχωρούσαν τα κάρα με τα βαριά κανόνια) έδωσαν σκληρές μάχες (είναι χαρακτηριστικές οι μαρτυρίες γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού για τους τραυματίες αλλά και τους προσβεβλημένους από ασθένειες στρατιώτες), έχασαν το ηθικό τους, δεν ήθελαν πια να πολεμούν, ενώ απέναντί τους ο Κεμάλ με τον στρατό του κέρδιζε μάχες και ανέβαζε το ηθικό του λαού του.

Χιλιάδες στρατιώτες άφησαν τα κόκαλά τους σ’ εκείνη την εκστρατεία, χιλιάδες οι τραυματίες, μεγάλος αριθμός λιποτακτών. Στο τέλος του Αυγούστου 1921, η εικόνα της στρατιάς του Σαγγάριου ήταν οικτρή. Εξαντλημένοι στρατιώτες, ξετρελαμένοι αξιωματικοί. Αλλά η περιπέτεια φυσικά δεν τέλειωσε εδώ. Ο στρατός αυτός αφέθηκε για ένα σχεδόν χρόνο σε πλήρη απραξία, περιμένοντας μια πολιτική λύση, ενώ ο Κεμάλ αναδιοργάνωνε τις δυνάμεις του για την τελική φάση του Μικρασιατικού.

«Αλμυρή Έρημος» είναι ο τίτλος της παράστασης της Ναταλίας Γεωργουσοπούλου και της Σταύριας Νικολάου, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Laboratorium του Γιέρζι Γκροτόφσκι στο Βρότσλαβ της Πολωνίας την πρωτομαγιά του ’22. Ένας Στρατιώτης και μια Γυναίκα που, ενώ συνυπάρχουν στην σκηνή, δεν συναντιούνται ποτέ πραγματικά, κινούνται στον δικό του χωρόχρονο ο καθένας αλλά τους ενώνει ο πόνος, η βία, η καταστροφή και ο θάνατος. Ο πόλεμος. Θύματα και οι δυο της Ιστορίας, μέρος του ιστορικού τραύματος που προκάλεσε η Μικρασιατική Καταστροφή, συνδημιουργοί και θύματα, παρακολουθούν την εξέλιξη της Ιστορίας χωρίς να μπορούν να παρέμβουν ουσιαστικά. Ακούμε τη ραγισμένη φωνή τους, το παράπονο, την προσωπική περιπέτεια που δημιουργεί λίγο-λίγο την μεγάλη ιστορική εικόνα, βλέπουμε το βίωμα της ιστορίας πάνω στο σώμα, το ανθρώπινο σώμα που πονά, πεινά, υποφέρει, εξευτελίζεται, βιάζεται… Βλέπουμε την καταρρακωμένη αξιοπρέπεια, την κατεστραμμένη ζωή, το ξερίζωμα, τον στρατιώτη που σιγά-σιγά συνειδητοποιεί το κενό των μεγάλων λόγων, το ιστορικό λάθος στο οποίο τον ενέπλεξαν.

Οι δυο ηθοποιοί διάλεξαν και επεξεργάστηκαν με μεγάλη προσοχή τα κείμενα που αποτελούν τον κορμό της παράστασης. Δεν έμειναν στην εύκολη συγκίνηση που προκαλούν οι εκατοντάδες ματωμένες αφηγήσεις των προσφύγων που έφτασαν ξέπνοοι στην Ελλάδα για να υποστούν άλλα βάσανα από αυτούς που νόμιζαν αδέρφια τους. Οδηγούν με αργά σταθερά βήματα το θεατή στην ερμηνεία της Ιστορίας με όχημα τις προσωπικές ιστορίες των αρχετύπων της Γυναίκας και του Στρατιώτη.

Η ιδέα να δούμε την εξέλιξη της Ιστορίας από την αισιοδοξία της αρχής στην κατάρρευση του τέλους ήταν πολύ αποτελεσματική. Γράμματα στρατιωτών που βρίσκονται στην Σμύρνη προς τις οικογένειές τους, μικρά σημειώματα πίσω από καρτ-ποστάλ γεμάτα κέφι, με προφανές το θάμβος που τους προκαλεί η όμορφη πόλη και η ζωή της δίνουν σιγά-σιγά τη θέση τους σε συγκλονιστικές μαρτυρίες για την πορεία του στρατού, τα λάθη τη ηγεσίας, την κατάρρευση του ηθικού. Ο Στρατιώτης υποφέρει, η άγονη γη τον τρομάζει, ο θάνατος τον απειλεί με χίλιους τρόπους, νιώθει πόσο είναι έρμαιο πολιτικών παιγνίων που δεν τον αφορούν, του μεγαλοϊδεατισμού που απλώς του έκρυψε την αλήθεια για την άθλια κατάσταση της πατρίδας του, τον εμπόδισε να αγωνιστεί εκεί, στη μικρή Ελλάδα, την φτωχή και αδύναμη, για μια δικαιότερη ζωή, για ένα καλύτερο μέλλον.

Με τα ίδια αργά και σταθερά βήματα μας οδηγούν να παρακολουθήσουμε τη μοίρα των γυναικών στον πόλεμο. Απελπισμένες ιστορίες γεμάτες βία και αίμα. Διπλό θύμα του πολέμου οι γυναίκες, πάνω στο σώμα τους ξεσπούν νικητές και νικημένοι το μίσος για τον αντίπαλο, εξευτελίζουν τον άλλον άντρα βιάζοντας την γυναίκα του, σπέρνουν θάνατο στις μήτρες για να μη γεννηθούν τα παιδιά των άλλων, των εχθρών,  «μολύνουν» την «καθαρότητα του αίματος του άλλου» αφήνοντας πίσω τους παιδιά βιασμών. Το σώμα των γυναικών αποτελεί ένα ιδιαίτερο πεδίο εγγραφής της Ιστορίας, οδυνηρή ατέλειωτη εγγραφή βαθιά χαραγμένη στο σώμα και την μνήμη του.

Η παράσταση αρχίζει με την Γυναίκα να φτιάχνει ένα μεγάλο σαλίγκαρο από αλάτι γύρω από τον Στρατιώτη. Το αλάτι εγκλωβίζει τον Στρατιώτη αλλά κυνηγά και την Γυναίκα, πληγιάζει τα πόδια της, κάνει το κάθε της βήμα δύσκολο κι οδυνηρό. To αλάτι αποτροπαϊκό στοιχείο, παραμυθικό σύμβολο εδώ είναι σύμβολο αποκλεισμού, αγονίας, ερημίας και θανάτου. Η αλμυρά Έρημος ως τόπος και κατάσταση. Μέσα σ’ αυτούς τους κύκλους εγκλωβίζονται οι δαίμονες της Ιστορίας και οι άνθρωποι που τυραννιούνται από αυτούς. Καθώς οι στρατιωτικές αφηγήσεις κορυφώνονται, σε ένα είδος παρέκβασης, οι δυο ηθοποιοί, χωρίς να απεκδυθούν τον ρόλο τους, βγαίνουν έξω από την αφηγηματική ροή και μιλούν για τα πολιτικά αίτια  του Μικρασιατικού και για τις ιδεολογικές εμμονές με τις οποίες ακόμα περνά το συγκεκριμένο τραύμα στη συλλογική μνήμη. Την επίσημη εκδοχή που αποσιωπά περιστατικά και καταστάσεις, αποκρύπτει ευθύνες, δημιουργεί ήρωες και προδότες κατά το δοκούν και αποτρέπει με τα μεγάλα λόγια να προσεγγιστεί η αλήθεια όσο δύσκολη κι αν είναι. Φίνα παρέκβαση έτσι που τίποτε δεν επιπολάζει, δεν είναι περιττό, δεν γίνεται μανιφέστο. Η αιτιολόγηση  είναι σαφής, οι πολιτικές και τα συμφέροντα που οδήγησαν στον κόλαφο κατονομάζονται. Κι όλ’ αυτά χωρίς να χάνεται στιγμή η αίσθηση του θεάτρου.

Πραγματικά πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά, που ισορροπεί σοφά το λογικό και το συναισθηματικό στοιχείο και εγγράφεται στο ερμηνευτικό βιογραφικό των δύο  ταλαντούχων ηθοποιών Ναταλίας Γεωργουσοπούλου και Σταύριας Νικολάου, που παρά το νεαρό της ηλικίας τους έδωσαν δυο θαυμάσιες, ώριμες ερμηνείες. Ο λόγος είναι πολύ καλά δουλεμένος, οι ερμηνείες μετρημένες,  μεταφέρουν στον θεατή το ρίγος, το έλεος αλλά και την οργή για όσα έγιναν, ξυπνούν τις μνήμες όσων ακολούθησαν, θυμίζουν πόσων λαών οι τύχες όμοια παιδεύονται και σήμερα δημιουργώντας κύματα ξεριζωμένων που αναζητούν μια γη να ακουμπήσουν τα υπολείμματα των ζωών τους. Πολύ καλά δουλεμένη και κινησιολογικά η παράσταση, με φανερές τις επιρροές από την σχολή του σωματικού θεάτρου οι καθαρές έμπλεες νοήματος χειρονομίες, οι εκφράσεις που παγώνουν ανελέητες πάνω στα πρόσωπα. Κορυφαία στιγμή η σκηνή του βιασμού, λιτή, σκληρή, τραγική μεταφέρει χωρίς υπερβολές, χωρίς αδικαιολόγητες, υπονομευτικές της σημασίας εξάρσεις το ανυπόφορο βίωμα του λεηλατημένου γυναικείου σώματος (Ναταλία Γεωργουσοπούλου).

Σπουδαίο ρόλο παίζει στην παράσταση η ζωντανή μουσική. Την συνέθεσε και την ερμηνεύει ο Γιάννης Ισμιρνιόγλου δημιουργώντας ένα ηχητικό τοπίο που λειτουργεί σαν κύμα που ξεβράζει στην σκηνή τις ιστορίες. Δούλεψε πάνω σε παραδοσιακές μουσικές μελωδίες που φτάνουν αποσπασματικά σαν μνήμες στ’ αυτιά μας  μέσα από μοντέρνες μουσικές εκδοχές. Δαιμονικά κρουστά και νοσταλγικά έγχορδα παρακολουθούν και σχολιάζουν τα δρώμενα. Ο μουσικός και η μουσική του ήταν ο τρίτος υποκριτής. Αποτελεσματικοί φωτισμοί φως κίτρινο της μνήμης και κόκκινο της φωτιάς συνέβαλαν στην ατμοσφαιρικότητα της παράστασης. Οι φωτισμοί και τα κοστούμια είναι δημιουργήματα της ομάδας.

 

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…