Το δημοψήφισμα της 4ης Σεπτεμβρίου θα κρίνει την τύχη της συντακτικής διαδικασίας στη Χιλή και θα αποτελέσει σημαντικό ορόσημο στην ιστορία της χώρας. Για τα κοινωνικά κινήματα, η άμεση πρόκληση είναι να εγκριθεί το Σύνταγμα, η δε μελλοντική πρόκληση είναι να χρησιμοποιήσουν τη συσσωρευμένη εμπειρία για να προχωρήσουν μπροστά.

Πηγή: Jacobin America Latina (10.08.22) | Μετάφραση: Α.Λ.

Στην ιστορία της κρίσης του πολιτικού καθεστώτος στη Χιλή, το φεμινιστικό κίνημα έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Η Φεμινιστική Γενική Απεργία, που προκήρυξε η Coordinadora Feminista 8M (Φεμινιστικό Συντονιστικό 8Μ) για τις 8 Μαρτίου 2019, ήταν ο προάγγελος τού τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Ήταν μια μαζική κινητοποίηση που σήκωσε τα λάβαρα όλων των αγώνων που διεξάγουν οι λαοί της Χιλής εδώ και δεκαετίες. Κατά τη συντακτική διαδικασία, ο φεμινισμός έγινε επίσης δύναμη, η προγραμματική σαφήνεια της οποίας και η κοινωνική υποστήριξη που απέκτησε, επέτρεψαν το κίνημα να πιέσει για ορισμένους κρίσιμους μετασχηματισμούς, που ενσωματώθηκαν στο προτεινόμενο νέο Σύνταγμα.

Ο Πάμπλο Αμπουφόμ (Pablo Abufom) από το περιοδικό Jacobin μίλησε με την Αλόντρα Καρίγιο (Alondra Carrillo), εκπρόσωπο της Coordinadora Feminista 8M. Η Καρίγιο εξελέγη συντακτική εκπρόσωπος εκ μέρους του φεμινιστικού κινήματος και των Εδαφικών Συνελεύσεων της 12ης Περιφέρειας του Σαντιάγο. Σκοπός, να μάθουμε πώς προετοιμάζεται το κίνημα για το αποτέλεσμα της συντακτικής διαδικασίας, που στις 4 Σεπτεμβρίου η Χιλή θα αποφασίσει αν θα εγκρίνει ή θα απορρίψει το προτεινόμενο Νέο Σύνταγμα.

***

Διάφορα οργανωμένα τμήματα του λαού, συμπεριλαμβανομένου του φεμινιστικού κινήματος, ισχυρίστηκαν ότι η εξέγερση άνοιξε μια «συντακτική διαδικασία» πριν ακόμη οριστεί η ίδια η συνταγματική διαδικασία. Εκ των υστέρων, είναι σαφές ότι υπάρχει μια αντίθεση μεταξύ του τρόπου με τον οποίο μας παρουσιάστηκε η συντακτική διαδικασία μετά την υπογραφή της Συμφωνίας για την Κοινωνική Ειρήνη και το Νέο Σύνταγμα στις 15 Νοεμβρίου 2019 και του τρόπου με τον οποίο μπορούμε να την διαβάσουμε σήμερα, μετά από όλα όσα ακολούθησαν. Πώς είδε η Coordinadora Feminista 8M εκείνη τη στιγμή της 15ης Νοεμβρίου και πώς αξιολογείτε τη συντακτική διαδικασία σήμερα, υπό το πρίσμα όλων όσων συνέβησαν;

Πράγματι, ακόμη και πριν από την 18η Οκτωβρίου υπήρχε μια διαδικασία κοινωνικής κινητοποίησης, η οποία σταδιακά διαφοροποιήθηκε από τις κινητοποιήσεις του φοιτητικού κινήματος (ας θυμηθούμε ότι κάποια στιγμή ήταν το κύριο μαζικό κοινωνικό κίνημα στη Χιλή) και αναδείχθηκε σε μετασχηματιστική δύναμη την περίοδο 2006–2011. Πρόκειται για μια μακρά διαδικασία κινητοποίησης, η συγκρουσιμότητα της οποίας ποικίλει και είναι όλο και πιο βαθιά από προγραμματική άποψη. Έτσι φτάνουμε στο 2019, στην αρχή της κοινωνικής εξέγερσης, με αυτές τις εμπειρίες κινητοποίησης, συσσώρευσης και ανάπτυξης συγκρούσεων σε διάφορες διαστάσεις της κρίσης που βιώνουμε.

Από εκείνη τη στιγμή, στις 18 Οκτωβρίου, ξέσπασαν δυναμικές κοινωνικές κινητοποιήσεις, αρχικά στη μητροπολιτική περιφέρεια – και μετά την αυταρχική κήρυξη της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, η σύγκρουση εξαπλώθηκε σε εθνικό επίπεδο. Ταυτόχρονα άρχισε να αναπτύσσεται μια διαδικασία δίπλα στην κινητοποίηση στους δρόμους: μια διαδικασία κοινωνικής διαβούλευσης. Νομίζω ότι θα μας πάρει λίγο χρόνο για να καταλάβουμε γιατί η πολιτική μορφή μιας κινητοποίησης δρόμου τόσο ισχυρής, όσο αυτή της 18ης Οκτωβρίου, ήταν οι εδαφικές συνελεύσεις.

Οι συνελεύσεις γεννήθηκαν ως χώροι διαβούλευσης, όπου κάναμε απολογισμό όσων είχαν συμβεί, αλλά και ασκήσεις πολιτικής φαντασίας για τη χώρα όπου θέλουμε να ζήσουμε, για τον ορίζοντα των προσδοκιών που διακυβεύονταν σε αυτή την κοινωνική και λαϊκή κινητοποίηση στους δρόμους. Περιλάμβαναν επίσης ασκήσεις για να εξερευνήσουμε τις διαφορετικές πολιτικές γλώσσες που άρχισαν να μιλιούνται σε αυτές τις συνελεύσεις. Εκείνη τη στιγμή έφτασε η Συμφωνία για την Κοινωνική Ειρήνη και το Νέο Σύνταγμα. Ήρθε εν μέσω μιας δημιουργικής διαδικασίας ανάπτυξης, εν μέσω αυτών των ασκήσεων που ξεχείλιζαν από λαϊκή πολιτική δραστηριότητα, σε ένα πλαίσιο άμεσης αντιπαράθεσης μεταξύ μιας μαζικά κινητοποιημένης εργατικής τάξης και μιας κυβέρνησης που χρησιμοποιούσε ένα ευρύ ρεπερτόριο παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για να καταστείλει  αυτή την κινητοποίηση.

Τη Συμφωνία που υπογράφηκε στο Κογκρέσο στις 15 Νοεμβρίου, οι διάφορες εκφάνσεις του κοινωνικού κινήματος την αξιολογούν σε δύο επίπεδα: σχεδόν όλες οι οργανώσεις θεωρούν ότι πρόκειται για μια συμφωνία ατιμωρησίας –σε ένα πλαίσιο μαζικών και συστηματικών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την κυβέρνηση– και πολιτικών δίωξεων, με τη φυλακή να αποτελεί τη στρατηγική της κυβέρνησης και του Κράτους γενικότερα. Μια συμφωνία ατιμωρησίας που, κατά κάποιον τρόπο, δίνει στην κυβέρνηση Πινιέρα μια σανίδα σωτηρίας. Ταυτόχρονα, θεωρείται ως μια συμφωνία που επιτρέπει την ανάπτυξη μιας αυστηρά επιτηρούμενης συντακτικής διαδικασίας. Αυτή είναι η ερμηνεία που δίνει το κοινωνικό κίνημα. Και αυτή η ερμηνεία είναι επίσης αποτέλεσμα της γλώσσας με την οποία παρουσιάζεται η συμφωνία, και σκόπιμα ονομάζεται «συμφωνία για την κοινωνική ειρήνη», πράγμα που επιβεβαιώνει εκ μέρους όλων των πολιτικών δυνάμεων με κοινοβουλευτική εκπροσώπηση –με εξαίρεση το Κομμουνιστικό Κόμμα– ότι  ήμασταν σε πόλεμο κάποια στιγμή. Επιπλέον, πρόκειται για μια συμφωνία που αποκλείει σκόπιμα την ιδέα της Συνταγματικής Συνέλευσης [που θα ψήφιζε το Σύνταγμα], η οποία ήταν μια φόρμουλα κοντά στις λαϊκές προσδοκίες, και την οποία αντικαθιστά με μια άλλη ιδέα, με ένα θεσμό αφιερωμένο αποκλειστικά στη συγγραφή ενός νομικού κειμένου. Το μήνυμα ήταν σαφές: στο σημείο αυτό δεν θα μπορούσε να υπάρξει άλλη σύγκρουση.

Το χρονικό διάστημα μεταξύ της Συμφωνίας και του δημοψηφίσματος του Οκτωβρίου 2020 είναι εξαιρετικά μεγάλο και σημαδεύτηκε από την επιβράδυνση ενός λαϊκού κινήματος που βρισκόταν σε άνοδο. Η Φεμινιστική Γενική Απεργία της 8ης Μαρτίου 2020, η τελευταία μεγάλη κινητοποίηση στους δρόμους, αποτέλεσε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση της εξέγερσης και έδειξε ότι συνεχίζει να είναι ανοιχτή και ότι ήταν μια έντονα φεμινιστική, λαϊκή, διαπεριφερειακή και πολυεθνική εξέγερση.

Όμως όλη αυτή η λαϊκή δραστηριότητα σταμάτησε ξαφνικά –με τραυματικό τρόπο–, με την άφιξη της πανδημίας στη Χιλή, με αποτέλεσμα τα ζητήματα που μας απασχολούσαν να αλλάξουν ταχύτατα. Η συζήτηση για τη συντακτική διαδικασία αντικαταστάθηκε από τη συζήτηση για την πείνα και την υγειονομική και οικονομική κρίση που έφερε μαζί του ο COVID για τα λαϊκά στρώματα. Λόγω άμεσων αναγκών, η ενασχόληση με αυτή τη θεσμική διαδρομή που συμφωνήθηκε στις 15 Νοεμβρίου, πέρασε σε δεύτερη μοίρα για τις οργανώσεις βάσης.

Μόνο όταν ήταν αρκετά αργά οι κοινωνικές οργανώσεις αποφάσισαν να μπουν στη μάχη για την παρουσία τους στο συντακτικό όργανο. Και δεν το έκαναν αυτό, ας πούμε, αυθόρμητα, αλλά υπήρξαν ορισμένα τμήματα του κοινωνικού κινήματος που σταδιακά κατέληξαν σε αυτή την απόφαση και όρισαν τον τρόπο με τον οποίο το κίνημα θα μπορούσε να εμπλακεί σε αυτό το νέο σκηνικό, εμπλουτίζοντας την εκλογική διαμάχη για τη Συντακτική Συνέλευση με ένα σχήμα που ταιριάζει ιδιαίτερα στα κοινωνικά κινήματα, την λίστα των ανεξάρτητων. Το σχήμα αυτό τους προσφέρει τη δυνατότητα να παρουσιάζουν συλλογικά σχέδια πολιτικής εκπροσώπησης χωρίς να χρειάζεται να αναδιοργανωθούν με όρους εκλογικής διαμάχης, να δημιουργήσουν κομματικά όργανα ή οτιδήποτε άλλο.

Έτσι, αυτές οι ασκήσεις εκλογικής διαμάχης πολλαπλασιάζονται και –αντίθετα  με ότι υπολόγιζαν τα κόμματα που φιλοδοξούσαν να έχουν την πλειοψηφία της εκπροσώπησης στη συντακτική συνέλευση– καταλήγουν σε μια ριζική διεύρυνση της πόρτας από την οποία τα λαϊκά στρώματα εισέρχονται στη σύνταξη του νέου συντάγματος. Δεν ήταν πλέον μόνο τα κόμματα, αλλά το ίδιο το κοινωνικό κίνημα, οι τομείς εκείνοι που δεν αποτελούσαν μέρος των πολιτικών δυνάμεων των τελευταίων 30 ετών, που είχαν την πλειοψηφία στη Συντακτική Συνέλευση. Και αυτό αναδιοργανώνει απολύτως τις δυνατότητες που ανοίγονται στο πλαίσιο αυτού του σώματος, όσον αφορά την πολιτική εμπειρία που θα σημαίνει για τις κοινωνικές οργανώσεις, οι οποίες, πιστεύω ότι συνειδητοποίησαν τη βαρύτητα της παρουσίας  τους και τη σημασία που είχε για την πρόκληση της σύνταξης του νέου Συντάγματος, μόνο όταν η διαδικασία είχε προχωρήσει αρκετά.

Υπό αυτή την έννοια, κάνετε θετικό απολογισμό αυτής της εμπειρίας; Πιστεύετε ότι υπήρξε μια σημαντική ευκαιρία για τα κοινωνικά κινήματα;

Αναμφίβολα, υπήρξε μια εξαιρετική ευκαιρία για να εκδηλωθούν οι προσδοκίες θεσμικού μετασχηματισμού και όλα όσα συζητούνταν και επεξεργάζονταν για τόσο καιρό, με μια δύναμη που δύσκολα θα μπορούσε να υπάρξει σε οποιοδήποτε άλλο πλαίσιο. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, πιστεύω ότι αυτή η ευκαιρία σήμαινε μια αλλαγή σκηνικού σε σχέση με αυτό που σχεδίαζε το κοινωνικό κίνημα, και αυτή η τεράστια παρουσία μέσα στο συντακτικό σώμα έγινε επίσης μια τεράστια απαίτηση για συνταγματικό έργο, για να το πω έτσι… μια απαίτηση να επικεντρωθούμε στη στήριξη του σώματος, στήριξης της καθημερινής του ζωής ως δημοκρατικό σώμα και επίσης να στηρίξουμε τη διαδικασία της διαβούλευσης που λάμβανε χώρα στο εσωτερικό του, η οποία αποδείχτηκε ένα πολύ απαιτητικό θεσμικό έργο για ένα κοινωνικό κίνημα που τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν είχε συμμετοχή σε αυτό το επίπεδο, σε ένα σώμα με αυτά τα χαρακτηριστικά.

Έτσι, αν και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ήταν μια μεγάλη ευκαιρία, έγινε επίσης ένα τεράστιο βάρος για τις κοινωνικές οργανώσεις σε ένα πλαίσιο εμφανούς κοινωνικής και λαϊκής αποστράτευσης. Θα έλεγα λοιπόν ότι έχει δύο διαστάσεις. Μεγάλα τμήματα του κοινωνικού κινήματος που προωθούσαν διαδικασίες κινητοποίησης τα τελευταία χρόνια στράφηκαν στη στήριξη αυτού του χώρου δημοκρατικής διαβούλευσης και αυτό έχει αντίκτυπο στην καθημερινή δραστηριότητα των κοινωνικών οργανώσεων και του κοινωνικού κινήματος στο σύνολό του, έναν ακόμα μεγαλύτερο αντίκτυπο στο πλαίσιο της γενικευμένης κοινωνικής αποστράτευσης που προκύπτει από δύο χρόνια πανδημίας και μιας οικονομικής κρίσης που προοδευτικά προχωράει.

Νομίζω ότι υπάρχει κάτι ενδιαφέρον σε αυτή τη μετάλλαξη των μορφών κινητοποίησης στο πλαίσιο της εξέγερσης και της προετοιμασίας της συντακτικής διαδικασίας και σε αυτό που προέκυψε στη συνέχεια. Αυτό το πλαίσιο προσδοκιών που επισημαίνεις, δεν θα έλεγα ότι απογοητεύει, αλλά ότι σίγουρα αλλάζει, δέχεται μια γροθιά πραγματικότητας όταν έρχεται αντιμέτωπο με το τι σημαίνει συγκεκριμένα να είσαι μέρος ενός τέτοιου σώματος.

Υπήρχε μια ορισμένη προσδοκία σε αυτό που κάποιες οργανώσεις –συμπεριλαμβανομένης  της Coordinadora Feminista 8M– αποκαλούσαν «desborde» (υπέρβαση των ορίων), «asedio» (πολιορκία), την ιδέα της περικύκλωσης της Συνταγματικής Συνέλευσης, με την πεποίθηση ότι η βασική δύναμη θα έπρεπε να συνεχίσει να βρίσκεται «στο δρόμο», στις μορφές των ριζοσπαστικών τακτικών του δρόμου που είχαμε δει και πανηγυρίσει κατά τη διάρκεια της εξέγερσης: αυτοάμυνα των μαζών, σύγκρουση με την αστυνομία, μαζική κατάληψη του δημόσιου χώρου και ούτω καθεξής. Όμως αυτό δεν συμβαίνει κατά τη συντακτική διαδικασία, αλλά φαίνεται να μετατρέπεται σε άλλες μορφές κινητοποίησης.

Έτσι, όπως λέτε, ορισμένες εδαφικές συνελεύσεις και κοινωνικά κινήματα στρέφουν μέρος της δουλειάς, της δραστηριότητας και της ενέργειάς τους στη στήριξη αυτής της διαδικασίας διαβούλευσης, όχι μόνο εντός των τειχών της Συνέλευσης, αλλά και εκτός.

Θα έλεγα δύο πράγματα. Πρώτον, οι προσδοκίες σίγουρα δεν διαψεύδονται –ακριβώς το αντίθετο, θα έλεγα ότι συμβαίνει το ανάποδο: οι προσδοκίες ξεπερνιούνται από την πραγματικότητα του συσχετισμού δυνάμεων στη Συντακτική Συνέλευση. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι υπάρχει μια είσοδος στο συντακτικό σώμα αυτής της κοινωνικής δύναμης που πάντα φανταζόταν τον εαυτό της και δρούσε έξω από το σώμα (γι’ αυτό και γινόταν λόγος για την περικύκλωση του συντακτικού σώματος, για την υπέρβαση των ορίων του). Η υπέρβαση ήταν τέτοια που αυτή η δύναμη, η οποία θα πίεζε τα όρια απ’ έξω, βρέθηκε ξαφνικά να πιέζει τα όρια μέσα στη Συνέλευση, αλλά πιέζοντας τα πολιτικά όρια, για να το πω έτσι, τα οποία αναδύονταν κατά τη διαδικασία της διαβούλευσης που εξελισσόταν εκεί.

Δεύτερον, αυτή η μεταμόρφωση της κοινωνικής διαβούλευσης για την οποία μιλούσατε –η οποία είναι μια έννοια που μου φαίνεται πολύ σωστή– χαρακτηρίζεται από την εισαγωγή μιας καινοτομίας στη διαδικασία της διαβούλευσης των εδαφικών συνελεύσεων. Αυτή η καινοτομία είναι ο χρόνος. Μια θεσμική χρονικότητα επιβάλλεται σε αυτή τη συζήτηση που δεν είναι πλέον μια συνηθισμένη συζήτηση εδαφικής συνέλευσης (η οποία, κατά κάποιον τρόπο, είναι ανοιχτή στη φαντασία χωρίς χρόνο, χωρίς πλαίσια που της επιβάλλονται), αλλά ξαφνικά αποτελεί ένα καθήκον, ένα πολιτικό καθήκον που επιβάλλεται σε συγκεκριμένα χρονικά πλαίσια, σε συγκεκριμένες γλώσσες και σε συγκεκριμένα θέματα.

Έτσι, οι εδαφικές συνελεύσεις δεν φαντάζονται πλέον «γενικά», τη χώρα στην οποία θέλουν να ζήσουν, αλλά πρέπει να αρχίσουν να μεταφράζουν αυτή τη φαντασία σε πολύ συγκεκριμένα ζητήματα: Ποια θα είναι, για παράδειγμα, η προοπτική που θα προωθήσουμε στη συζήτηση για το πολιτικό καθεστώς, ποια θα είναι η προοπτική μας στη συζήτηση για τις διεθνείς σχέσεις, για τις νομικές μορφές του Κράτους… Όλα τα ζητήματα που αποτελούν εγγενή προβλήματα της συντακτικής διαδικασίας, γίνονται ξαφνικά το πλαίσιο συζήτησης και προβληματισμού των κοινωνικών και εδαφικών χώρων, οι οποίοι καλούνται να απαντήσουν σε αυτά τα ζητήματα προκειμένου να στηρίξουν αυτή τη δημοκρατική διαδικασία ως άσκηση άμεσης δημοκρατίας σε σχέση με τους και τις εκπροσώπους τους (κάτι που έλαχε και σε μένα).

Ήθελα να σας ρωτήσω ακριβώς γι αυτό αυτό το θέμα, σχετικά με την διαμόρφωση των εντολών με τις οποίες εσείς φτάσατε στη Συντακτική Συνέλευση από την Coordinadora Feminista 8M και τη Συνέλευση των Οργανώσεων της 12ης Περιφέρειας, εκ μέρους των οποίων εκλεγήκατε μέλος της.

Υπήρχε ήδη ένα προηγούμενο πλαίσιο. Εμείς οι φεμινίστριες είχαμε θέσει ως στόχο να αναβαθμίσουμε τη διαδικασία της γενικής φεμινιστικής απεργίας στη Χιλή με το δικό μας πρόγραμμα, έτσι ώστε όλη η άσκηση δύναμης που θα πραγματοποιούσαμε σε αυτή την τεράστια κινητοποίηση –γιατί ξέραμε ότι θα ήταν γιγαντιαία– να μην χρησιμοποιηθεί από τα μέσα ενημέρωσης σε έναν ρόλο εγγαστρίμυθου των φεμινιστικών κινημάτων, αλλά εμείς να έχουμε τη δική μας φωνή. Και για να έχουμε τη δική μας φωνή συγκροτήσαμε ένα πρόγραμμα. Στη δεύτερη Πολυεθνική Συνάντηση Γυναικών, στις αρχές του 2020, συζητήσαμε αυτό το πρόγραμμα σε μια συνταγματική προοπτική καθώς και όσον αφορά τα επείγοντα ζητήματα ενόψει της κρίσης.

Από την Coordinadora Feminista 8M συναντηθήκαμε με τις εδαφικές οργανώσεις που ήθελαν να συγκροτήσουν μια ανεξάρτητη λίστα για να διεκδικήσουν την παρουσία τους στη Συνέλευση με αυτό το προγραμματικό πλαίσιο, το οποίο ήταν ένα πλαίσιο που έμοιαζε πολύ με τη συζήτηση των εδαφικών οργανώσεων, επειδή είναι ένα φεμινιστικό πρόγραμμα ενάντια στην επισφάλεια της ζωής. Πρόκειται λοιπόν για μια προγραμματική σύνθεση των κοινωνικών κινημάτων, μια σύνθεση που συνάδει με αυτές τις ασκήσεις προβληματισμού που διεξάγονταν στις εδαφικές συνελεύσεις.

Και αυτές οι συνελεύσεις αποφάσισαν ότι ήθελαν να καταρτίσουν μια λίστα όπου οι υποψήφιοι και οι υποψήφιες θα ήταν εκπρόσωποι των συνελεύσεων, και για το λόγο αυτό δημιουργήσαμε χώρους για προγραμματικές συζητήσεις κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, όπου συζητήσαμε με τους κατοίκους της περιοχής τον κύριο πολιτικό προσανατολισμό και τις εντολές που θα υπερασπιζόμασταν στη Συντακτική Συνέλευση. Αυτές οι εντολές ήταν πολύ γενικές: κατευθυντήριες γραμμές για το τι ήταν βασικό να αγωνιστούμε, να συζητήσουμε, όπως ο εκδημοκρατισμός της πολιτικής εξουσίας, ένα κοινωνικό και δημοκρατικό Kράτος δικαίου, η εγγύηση των κοινωνικών δικαιωμάτων, η αποϊδιωτικοποίηση του νερού, η προστασία της Φύσης, η Φύση ως υποκείμενο δικαίου και, φυσικά, τα φεμινιστικά ζητήματα που είχαμε επεξεργαστεί όλο αυτό το διάστημα όσον αφορά τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα, την πατριαρχική βία και τα κοινωνικά δικαιώματα με φεμινιστική προοπτική.

Ωστόσο, στη συνέχεια, υπάρχει ένα άλμα από αυτές τις γενικές εντολές προς τη μόνιμη συμμετοχή, εβδομάδα με εβδομάδα, στις συζητήσεις που πραγματοποιεί το συντακτικό όργανο και τις οποίες κάνουν στη συνέχεια και οι συνελεύσεις. Εμείς συμμετείχαμε στην Επιτροπή Πολιτικού Συστήματος της Συνέλευσης, την επιτροπή που ήταν ίσως, από θεματική αποψη, πιό μακριά από τις πολιτικές συζητήσεις του κοινωνικού κινήματος. Συζητήσαμε ζητήματα όπως το πολιτικό καθεστώς, τη σχέση μεταξύ της Εκτελεστικής και της Νομοθετικής εξουσίας, τις αρμοδιότητες καθεμιάς από αυτές τις εξουσίες, τη δομή του Κογκρέσου. Θέματα που, φυσικά, είναι πρωταρχικής σημασίας για την οργάνωση της κρατικής εξουσίας στη χώρα μας, αλλά που, λόγω της τεχνικής τους φύσης και επειδή αφορούν άμεσα αυτούς που ασκούν πολιτική στο Κράτος, ήταν αρκετά μακριά από τις ανησυχίες και τις συζητήσεις των συνελεύσεων.

Για να τα αντιμετωπίσουμε, έπρεπε να πραγματοποιήσουμε μια διπλή άσκηση, μια άσκηση πολιτικής παιδαγωγικής, ας πούμε, πολιτικής αυτομόρφωσης στις εδαφικές συνελεύσεις και την Coordinadora Feminista 8M, προκειμένου να αφομοιώσουμε τα εννοιολογικά και πολιτικά εργαλεία συζήτησης που θα μας επέτρεπαν να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα. Πολιτική παιδαγωγική, διαβούλευση και συζήτηση για τη δημιουργία εντολών: αυτή ήταν η άσκηση που κάναμε κατά τη διάρκεια των επτά μηνών που ήμασταν στην Επιτροπή, περί αυτού επρόκειτο.

Αν κάποιος κάνει έναν απολογισμό του αποτελέσματος της συντακτικής διαδικασίας και της σύνταξης του Συντάγματος, λαμβάνοντας υπόψη τις συζητήσεις και την προγραμματική ανάπτυξη του κινήματος τις τελευταίες δεκαετίες του αγώνα, πόσα από αυτά συμπεριλήφθηκαν; Πόσο μπορούμε να χαιρόμαστε με τις προτάσεις του νέου Συντάγματος;

Θα έλεγα ότι από την πρώτη εβδομάδα της συντακτικής διαδικασίας, όταν μαζί με τους γείτονες σε μια πλατεία στη Λα Φλορίδα συνειδητοποιήσαμε ξαφνικά ότι θα έπρεπε να γράψουμε το Σύνταγμα, μέχρι αυτό που κατέληξε να είναι το συνταγματικό κείμενο, το ισοζύγιο είναι εξαιρετικά θετικό.

Υπάρχουν πάρα πολλοί λόγοι για να χαιρόμαστε. Οι λέξεις που βρίσκονται στα πανό των κινητοποιήσεων από το 2006 μέχρι σήμερα αποτελούν συνταγματικούς κανόνες. Έχουμε κατοχυρώσει το δικαίωμα στην εκπαίδευση μέσω ενός δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος κοσμικού χαρακτήρα, δωρεάν και μη σεξιστικό σε όλες τις βαθμίδες. Έχουμε κατοχυρώσει το δικαίωμα στην κοινωνική ασφάλιση, με την ευρύτερη έννοια, σύμφωνα με τις αρχές της αλληλεγγύης, της καθολικότητας και της επάρκειας. Έχουμε κατοχυρώσει την συνδικαλιστική ελευθερία, τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις ανά κλάδο και την απεργία για όλους τους εργαζόμενους.

Το νερό θα αποτελεί αναφαίρετο κοινό αγαθό και θα δίνεται προτεραιότητα στη χρήση του για ανθρώπινη και οικοσυστημική κατανάλωση. Επιτέλους, κατοχυρώνουμε το δικαίωμα σε αξιοπρεπή και κατάλληλη στέγαση – το Κράτος, με τη συμμετοχή των κοινοτήτων, θα μπορεί απευθείας να κατασκευάζει κατοικίες, να διαθέτει τη γη και να αποτρέπει την κερδοσκοπία. Πρέπει επίσης να κατασκευάσει χώρους που θα υποδέχονται τις γυναίκες που υφίστανται βία. Το Κράτος δεσμεύεται για το δικαίωμα σε μια ζωή χωρίς βία κατά των γυναικών, των κοριτσιών, των εφήβων, των διαφορετικοτήτων – τα παιδιά είναι υποκείμενα δικαιωμάτων και οι ηλικιωμένοι έχουν το δικαίωμα να γερνούν με αξιοπρέπεια. Για πρώτη φορά, τα άτομα με αναπηρία κατονομάζονται ως υποκείμενα δικαιωμάτων.

Κατοχυρώνεται το δικαίωμά μας στην προσωπική αυτονομία, το δικαίωμά μας στην ταυτότητα, τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά μας δικαιώματα. Το Σύνταγμα που διαμορφώσαμε μιλάει για το δικαίωμα στην απόλαυση (placer). Και το Κράτος εκδημοκρατίζεται, επιτέλους, εξουσιοδοτώντας ευρείς τομείς να προωθούν πολιτικές, νομοθεσίες και κανονισμούς, με ένα Κράτος περιφερειακό στο οποίο οι κοινότητες και οι περιφέρειες είναι αυτόνομες να αυτοδιοικούνται. Υπάρχουν πολλοί λόγοι για να χαιρόμαστε και θα μας έπαιρνε αρκετό χρόνο να τους αναλύσουμε όλους.

Όμως το ισοζύγιο είναι επίσης θετικό, διότι η εντατική διαδικασία πολιτικής εκπαίδευσης που αναπτύξαμε, μας επέτρεψε να κατοικήσουμε μια νέα γλώσσα, μια γλώσσα που είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε και να μπορούμε να εκφέρουμε την ώρα της πολιτικής διαμάχης. Όχι μόνο για να διεξάγουμε μια πολιτική συζήτηση σε θεσμικό επίπεδο αλλά και για να κατανοήσουμε τα αποτυπώματα της δικής μας πολιτικής δράσης ως κοινωνικό κίνημα, να κατανοήσουμε τι διακυβεύεται, να κατανοήσουμε πού κρύβονται οι παγίδες και πού ανοίγονται δρόμοι.

Με άλλα λόγια, η άσκηση της συγγραφής του συνταγματικού κειμένου, η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα υπερβολικά τεχνικό ζήτημα που θα μπορούσαμε να αναθέσουμε σε μια ομάδα νομικών, ενώ εμείς θα ασχολούμασταν με άλλα ζητήματα, μας επέτρεψε να αναπτύξουμε πολλές ταυτόχρονες γνωστικές διαδικασίες. Μάθαμε για την ιστορία της Χιλής, την ιστορία του αγώνα της εργατικής τάξης διεθνώς, μάθαμε επίσης να εξετάζουμε τις εμπειρίες σύνταξης συνταγματικών κειμένων σε άλλες χώρες που είχαν βιώσει διαδικασίες λαϊκών εξεγέρσεων ή ακόμη και επαναστατικών διαδικασιών, όπως στην Ιταλία ή την Πορτογαλία, και εξοικειωθήκαμε με αυτές τις ιστορίες ως ένα ακόμα εργαλείο για να σκεφτούμε τη δική μας διαδικασία.

Νομίζω ότι, επιπλέον, μας επέτρεψε κατά κάποιο τρόπο –ίσως με μια πολύ αντίθετη έννοια από ότι θα μπορούσε να φανταστεί κανείς, θεωρώντας ότι η συνταγματική γλώσσα είναι κάτι πολύ αφηρημένο– να δώσουμε μια πολύ συγκεκριμένη βάση σε ζητήματα που αποτελούσαν γενικές προσδοκίες ή απλά επιθυμίες και ευχές. Θέλουμε μια ζωή χωρίς έμφυλη βία, αλλά τι σημαίνει αυτό από την άποψη της εντολής προς το Κράτος; Τι σημαίνει από την άποψη των δημόσιων υπηρεσιών; Τι σημαίνει από την άποψη του διεθνούς πλαισίου για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο οποίο θα αναφερθούμε για να μπορέσουμε να καταστήσουμε αυτές τις εγγυήσεις εφαρμόσιμες; Αυτά είναι ερωτήματα που μας επέτρεψαν να συγκεκριμενοποιήσουμε ή να κάνουμε ένα βήμα μπροστά για να γίνει πιο συγκεκριμένη αυτή η επιθυμία για μια αξιοπρεπή, ριζικά διαφορετική ζωή. Καταφέραμε να μετατρέψουμε σε συνταγματικούς κανόνες πολλές επεξεργασίες που διαμορφώθηκαν μέσα από μακροχρόνιες προσπάθειες στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων και οι οποίες αποτελούν τώρα μέρος της πρότασης για το νέο Σύνταγμα.

Πρόκειται για μια άσκηση που βγάζει τα λαϊκά στρώματα από τη θέση να απαιτούν από το Κράτος να εκπληρωθούν τα αιτήματά τους –όπου πάντα κάποιος άλλος τα εκπληρώνει– και τα οδηγεί να καταλάβουν τη θέση του σχεδιασμού, της δημιουργίας των συνθηκών, και τους δίνει, επομένως, μια διαφορετική ιστορική ευθύνη. Ήταν κάτι που δεν είχαμε ξαναζήσει σε αυτή την κλίμακα.

Ναι, απολύτως. Επειδή πρόκειται επίσης για τη σύνταξη ενός Συντάγματος, το οποίο σε αναγκάζει να σκέφτεσαι σε ένα πολύ ευρύ χρονικό πλαίσιο, συνεπάγεται τη φαντασία και την ανάληψη ευθύνης για το μέλλον στο οποίο θέλουμε να ζήσουμε. Αυτή ήταν μια ιδέα που εμφανίστηκε πολλές φορές στα λόγια των γειτόνων στις εδαφικές συνελέυσεις, όταν έλεγαν ότι αυτό είναι «για τους γιους μου», «για τις κόρες μου». Έτσι, ταυτόχρονα, είναι μια διαγενεακή ευθύνη που μας επιτρέπει να φανταστούμε ότι έχουμε τα εργαλεία για να αλλάξουμε την πραγματικότητα στην οποία ζούμε.

Φυσικά, δεν πρόκειται για μια δημόσια πολιτική που μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα, αλλά είναι μια προβολή…

Όχι, δεν είναι κάτι που θα εφαρμοστεί άμεσα. Ωστόσο, πάντοτε το θεωρούσαμε ως ένα Σύνταγμα που παρέχει στους ανθρώπους εργαλεία. Αυτή είναι η έκφραση που χρησιμοποιείται στις συναντήσεις που κάνουμε στη Λα Φλορίδα, στο Πουέντε Άλτο. Θέλουμε ένα Σύνταγμα που να είναι μια εργαλειοθήκη και έχουμε τη δυνατότητα να δημιουργήσουμε αυτά τα εργαλεία. Ποια πρέπει να είναι αυτά; Τι χρειαζόμαστε; Ποια μορφή πρέπει να έχουν λίγο πολύ; Για ποιο λόγο πρέπει να χρησιμοποιούνται;

Κλείνοντας, θα ήθελα να σας θέσω μια πολύ συγκεκριμένη ερώτηση: ποιες πιστεύετε ότι είναι οι κατακτήσεις για τον φεμινισμό και από τον φεμινισμό στο νέο Σύνταγμα; Ακολουθώντας την ιδέα σας για το Σύνταγμα ως εργαλειοθήκη, ποια εργαλεία παρουσιάζονται ή ανοίγονται στο φεμινιστικό κίνημα στην ιστορική του εξέλιξη, και ποια εργαλεία προσφέρει ο φεμινισμός στον χιλιανό λαό στο σύνολό του;

Όσον αφορά τα αιτήματα του φεμινιστικού κινήματος, ορισμένα από τα οποία αποτελούν μακροχρόνιες διεκδικήσεις, μετατρέπονται σε συνταγματικούς κανόνες ζητήματα που για πολλές δεκαετίες αποτελούσαν πολιτικές και πολιτιστικές μάχες. Καθιερώνονται ως γενικά πρότυπα οι προοπτικές που έχει προωθήσει το φεμινιστικό κίνημα σχετικά με την οπτική για την κοινωνία.

Η αναγνώριση ότι ζούμε σε μια πατριαρχική κοινωνία είναι μια βασική αναγνώριση που διατρέχει ολόκληρο το συνταγματικό κείμενο, το οποίο αναγνωρίζει επίσης τη φιλοδοξία να ξεπεραστεί αυτή η κοινωνική μορφή και την ανάγκη να εξοπλιστούμε με τα εργαλεία –τόσο το Κράτος, όσο και οι κοινότητες και οι άνθρωποι που ζουν στη χώρα– που θα μας επιτρέψουν να ξεπεράσουμε αυτή τη δομική ανισότητα, αυτή τη δομική βία. Βρίσκουμε παραδείγματα αυτού στο Άρθρο 6, σχετικά με την Ισότιμη Δημοκρατία, το οποίο ορίζει έναν προσανατολισμό για το Κράτος: «το Κράτος προωθεί μια κοινωνία στην οποία οι γυναίκες, οι άνδρες και οι σεξουαλικές διαφορετικότητες συμμετέχουν σε συνθήκες ουσιαστικής ισότητας ως προϋπόθεση για την πλήρη άσκηση της ιδιότητας του πολίτη».

Αυτή η πολύ γενική αντίληψη για το πού πρέπει να κατευθυνθεί το Κράτος συνοδεύεται ταυτόχρονα από πολύ συγκεκριμένες εντολές για την λειτουργία των συλλογικών ιδρυμάτων, των δημόσιων και ημιδημόσιων επιχειρήσεων και μιας σειράς άλλων οργανισμών στους οποίους η ισοτιμία εμφανίζεται ως κατώτατο όριο: τουλάχιστον το 50% των μελών αυτών των φορέων πρέπει να είναι γυναίκες. Υπάρχει επίσης μια σειρά εντολών για την προσαρμογή των κανονισμών, της νομοθεσίας και των δημόσιων πολιτικών για την επίτευξη του στόχου της ουσιαστικής ισότητας.

Στη συνέχεια, υπάρχει ο κατάλογος των δικαιωμάτων, όπου θα έλεγα ότι ο φεμινισμός αναπτύχθηκε με δύο τρόπους: πρώτον, με την κατοχύρωση των δικαιωμάτων που αποτελούν μέρος της ιστορικής του ατζέντας (το δικαίωμα σε μια ζωή χωρίς έμφυλη βία, τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα, η ολοκληρωμένη σεξουαλική εκπαίδευση, η αναγνώριση της οικιακής εργασίας και της φροντίδας και το δικαίωμα στη φροντίδα, για να αναφέρω μερικά). Όμως ο φεμινισμός ήταν, επίσης, μία από τις λαϊκές δυνάμεις που προώθησαν ολόκληρο τον κατάλογο των δικαιωμάτων και αποτέλεσαν μέρος του συνόλου των προσπαθειών οργανικού εκδημοκρατισμού, που αποσκοπούσαν στο να παράσχουν στην εργαζόμενη τάξη τις προϋποθέσεις για την άσκηση μιας εξουσίας που θα της επέτρεπαν να μετασχηματίσει τις συνθήκες διαβίωσής της.

Ο φεμινισμός λοιπόν ήταν μία από τις δυνάμεις που προώθησαν το δικαίωμα στην εκπαίδευση στη βάση ενός Εθνικού Δημόσιου Εκπαιδευτικού Συστήματος ως στρατηγικό άξονα, προωθώντας επίσης κανόνες για τη χρηματοδότησή του, την χρηματοδότηση των κοινωνικών δικαιωμάτων, προωθώντας κανόνες όπως το δικαίωμα στη στέγαση και θέματα που αποτελούν, τρόπον τινά, μέρος του βασικού ρεπερτορίου των κοινωνικών δικαιωμάτων που διεκδικεί το κίνημα. Και όλα αυτά πάντα από τη σκοπιά τόσο της κατοχύρωσης δικαιωμάτων όσο και της κατοχύρωσης αυτών των δικαιωμάτων για τις γυναίκες, τα κορίτσια, τη σεξουαλική και έμφυλη ποικιλομορφία, δηλαδή ως δικαιωμάτων που, όταν  κατοχυρώνονται, δημιουργούν επίσης το έδαφος για την υπέρβαση των έμφυλων ασυμμετριών, για την υπέρβαση του σεξουαλικού καταμερισμού της εργασίας.

Θα έλεγα ότι αυτές είναι οι δύο αλληλένδετες διαστάσεις με τις οποίες ο φεμινισμός αποδεικνύει αυτό που υπήρξε τον τελευταίο καιρό: μια από τις πιο ισχυρές και ζωντανές δυνάμεις της δημιουργικότητας της εργαζόμενης τάξης με ένα από τα πιο ανεπτυγμένα προγραμματικά ρεπερτόρια, μαζί με το κοινωνικοπεριβαλλοντικό κίνημα και τους ιθαγενείς λαούς. Μια δύναμη που είναι ικανή να συμβάλει στην καθιέρωση αυτών των γενικών δικαιωμάτων –όπως η συνδικαλιστική δραστηριότητα, οι συλλογικές διαπραγματεύσεις ανά κλάδο, το δικαίωμα στην απεργία– ζητήματα που οι φεμινίστριες προωθούν και πανηγυρίζουν επίσης στο πλαίσιο της Συντακτικής Συνέλευσης.

Θα ήθελα να κλείσω σκεπτόμενος τι μέλλει γενέσθαι μετά την εκστρατεία για το δημοψήφισμα της 4ης Σεπτεμβρίου. Είναι σαφές ότι στο βαθμό που οι πολίτες γνωρίζουν το κείμενο του νέου Συντάγματος, αντιλαμβάνονται ότι είναι κάτι που τους ταιριάζει. Για πρώτη φορά στην ιστορία, το συντακτικό όργανο ήταν αντιπροσωπευτικό της πραγματικότητας και της ποικιλομορφίας της Χιλής και σε αυτό το πλαίσιο είναι πιθανό το κείμενο να γίνει γνωστό και να εγκριθεί μαζικά. Πώς βλέπετε τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δυνάμεις που τόσο εντός όσο και εκτός της Συνέλευσης έχουν δεσμευτεί με τη συντακτική διαδικασία;

Είναι πολύ πιθανό το νέο Σύνταγμα να καθιερωθεί ως μια προγραμματική βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί ένας νέος κύκλος αγώνων, κινητοποιήσεων και διεκδικήσεων για να καθοδηγήσει το μεγάλο έργο της εφαρμογής του. Με άλλα λόγια, μια νέα ιστορική περίοδος θα ξεκινήσει και το νέο Σύνταγμα θα είναι το –εύθραυστο ακόμα– έδαφος πάνω στο οποίο θα κινηθεί η κοινωνία τα χρόνια που έρχονται. Ποιές πιστεύετε ότι είναι οι προκλήσεις για την ενίσχυση αυτού του εδάφους και τη συνέχιση της πορείας προς τα εμπρός;

Η Coordinadora Feminista 8M δημιούργησε έναν τρόπο κατανόησης του τι διακυβεύεται στη συντακτική διαδικασία ο οποίος μου φαίνεται πολύ προσανατολιστικός. Πρόκειται για τον προσδιορισμό των δύο επιπέδων στα οποία αναπτύχθηκε η δράση του κοινωνικού κινήματος στη συντακτική διαδικασία: από τη μία πλευρά, αυτό που ονομάστηκε συνταγματικό επίπεδο, το οποίο συνίσταται σε αυτή τη διαμάχη για το κανονιστικό πλαίσιο που, όπως λέτε, τοποθετεί τον προγραμματικό λόγο του κοινωνικού κινήματος, από εδώ και πέρα, στην υλοποίηση του κοινωνικού και δημοκρατικού κράτους δικαίου. Από την άλλη πλευρά, αυτό που προσδιορίζουμε ως τη συντακτική διαδικασία του εαυτού μας ως συλλογικού πολιτικού υποκειμένου, μια διαδικασία στην οποία ο φεμινισμός έχει φυσικά έναν πολύ σημαντικό ρόλο, διότι είναι επίσης καθήκον μας να διασφαλίσουμε ότι αυτή η συντακτική στιγμή δραστηριότητας της εργαζόμενης τάξης θα είναι επίσης φεμινιστική, θα είναι επίσης πολυεθνική και ότι αυτό θα γίνει καλώντας μας να αρθρώσουμε τις κοινωνικές δυνάμεις προκειμένου να αναλάβουμε όλο και πιο γενικές και σύνθετες προκλήσεις.

Αυτό είναι εν μέρει που προσπαθήσαμε να κάνουμε κατά τη διάρκεια αυτού του έτους και αυτό που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή στο πλαίσιο της καμπάνιας για την επιλογή «Εγκρίνω» στο δημοψήφισμα της 4ης Σεπτεμβρίου. Σ΄αυτή την καμπάνια πραγματοποιείται μια άσκηση κοινωνικής παιδαγωγικής που συνεχίζεται και που μας επιτρέπει να οικειοποιηθούμε τα όσα έχουμε παράξει με διάσπαρτο και άνισο τρόπο, λόγω των διαφορετικών επιπέδων συμμετοχής μας στη συνταγματική διαδικασία, να οικειοποιηθούμε αυτό το περιεχόμενο στη βάση του τί είναι χρήσιμο σε κάθε συγκεκριμένη πραγματικότητα στην οποία ζούμε και δημιουργούμε.

Και έχει επίσης γεννήσει και αρθρώσει μια επιθυμία που μας κινητοποιεί συλλογικά, μια συλλογική επιθυμία που μας αποκαλύπτει σήμερα γιατί αναπτύσσουμε τις δυνάμεις μας για την έγκριση του νέου Συντάγματος, που ξεκαθαρίζει τι διακυβεύεται για εμάς, ποιο μέλλον μας επιτρέπει να φανταστούμε η έγκριση του συνταγματικού κειμένου, ποια καθήκοντα μας επιτρέπει να φανταστούμε ότι θα εκπληρωθούν. Φυσικά, η άμεση πρόκληση για τις δυνάμεις του κοινωνικού κινήματος είναι η νίκη του «Εγκρίνω» στο δημοψήφισμα που θα αποτελέσει ένα από τα ορόσημα που θα καθορίσουν τη μοίρα αυτής της ιστορικής στιγμής στην οποία βρισκόμαστε.

Αν δεν συμβεί αυτή η νίκη, η αυταρχική στροφή έχει ελεύθερο τον δρόμο για να εδραιωθεί ως πιθανή διέξοδος από την κρίση που βιώνουμε. Αλλά αν το πετύχουμε –και πιστεύω, όπως κι εσείς, ότι αυτό πρόκειται να συμβεί– θα ανοίξει ένα εντελώς νέο επίπεδο πολιτικών προβλημάτων που θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε ως κοινωνικό κίνημα, προβλήματα που θα μας επιβάλλουν μεγαλύτερα επίπεδα ενότητας, που θα μας φέρουν μπροστά σε νέα καθήκοντα, όπως αυτό της σύνταξης νομοθεσίας κ.ο.κ. Θα δημιουργήσει επίσης νέες δυνατότητες πολιτικής συζήτησης και οργάνωσης της δραστηριότητάς μας σε κάθε περιοχή.

Οι δυνάμεις που συμμετείχαν στη συντακτική διαδικασία έχουν τώρα μια κοινή πρόκληση: να μην επιτρέψουν το οποιοδήποτε αποτέλεσμα να σημάνει το τέλος της κοινής μας εργασίας. Να μην πάμε σπίτι μας, αφού τελειώσουμε το έργο μας. Αντίθετα, πρέπει να ανανεώσουμε την ανάγκη να συνεχίσουμε να ενεργούμε από κοινού σε όλο και πιο ισχυρά, συνεκτικά και σαφή επίπεδα κοινής πολιτικής παρέμβασης. Αυτές είναι οι κύριες προκλήσεις.

 

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…