Η Μελόνι στο προγραμματικό συνέδριο των «Αδελφών της Ιταλίας» στο Μιλάνο (29.4.2022). Πηγή: ANSA/MOURAD BALTI TOUATI

Με όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, φαίνεται πολυτέλεια να ασχολείσαι με τις ιταλικές εκλογές. Για ποιο πράγμα να πρωτοανησυχήσεις; Και να βγει εν πάση περιπτώσει η Μελόνι, τι θα συμβεί; Δεν μιλάμε για την Ιταλία μετά τον πρώτο παγκόσμιο και την «Κόκκινη Διετία» του ‘19-‘20, με τα εργοστασιακά συμβούλια και τις καταλήψεις αγροκτημάτων: τότε, Οκτώβρη του ‘22, ο Μουσολίνι ξεκινούσε την Πορεία προς τη Ρώμη για να εξαλείψει τον κομμουνιστικό κίνδυνο και ο αστικός κόσμος τον στήριζε ή τον ανεχόταν ακριβώς γι’ αυτό. Σήμερα τι να εξαλείψει η Μελόνι; Μεταπολεμικά, όταν η Ιταλία είχε το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα στη Δύση, και άκρα Αριστερά ισχυρή στα εργοστάσια και τα πανεπιστήμια, όταν το φασιστικό MSI του Αλμιράντε ήταν τέταρτη δύναμη και η Ακροδεξιά έβαζε βόμβες σε πλατείες, τότε ναι, ήταν ζήτημα ο φασισμός. Αλλά σήμερα, με την Αριστερά χίλια κομμάτια, τους κεντρώους Δημοκρατικούς δεύτερους και τους φασίστες «εξημερωμένους» τόσα χρόνια σε υπουργεία και Ευρωκοινοβούλιο, τι να φοβάται κανείς; Πόσο χειρότερα να γίνουν τα πράγματα;

Η εξαίρεση που έγινε κανόνας

Κάπως έτσι φοβάμαι ότι σκεφτόμαστε όσα συμβαίνουν στην Ιταλία: οι προειδοποιήσεις για τη Μελόνι, που είναι με τον Τραμπ και τον Μπάνον, τον Όρμπαν και τον Σουηδό Άκεσον, δεν κινητοποιούν, γιατί ο Τραμπ και ο Μπάνον, ο Όρμπαν και τώρα ο Άκεσον, προέκυψαν από εκλογές και είναι ήδη, ή πρόκειται να μείνουν, καιρό στα πράγματα – κι όχι κάπου στο περιθώριο. Η Μελόνι είναι ενεργή φασίστρια από τα 15 της, αλλά βουλεύτρια από τα 29 της, στο κόμμα του Μπερλουσκόνι. Και υπουργός Νεολαίας μόλις στα 31, στην κυβέρνηση του γελοίου αυτού και επικίνδυνου 81χρονου μεγιστάνα, με τον οποίο από Δευτέρα πιθανότατα θα συγκυβερνούν, μαζί και με τον προσφυγοφάγο Σαλβίνι.

Αυτό, ότι το απεχθές έγινε συνήθειά μας –κανονικότητα– κι εδώ και στην Ιταλία, έχει χειροπιαστά αποτελέσματα, πρώτα απ’ όλα εκεί: τις τελευταίες εβδομάδες, ο φόβος δεν κινητοποιεί παρά μερικές ηρωικές ομάδες νέων αντιφασιστών, αριστερών και ΛΟΑΤΚΙ, που την «πέφτουν» στις συγκεντρώσεις της Μελόνι (μετά η Μελόνι τους γράφει διάφορα δήθεν πολιτισμένα στο τουίτερ, ότι δεν κάνει να μισιόμαστε, αδέλφια είμαστε όλοι κ.ο.κ.). Η αποχή υπολογίζεται να φτάσει ύψη ρεκόρ (33,4% υπολόγιζε το Ipsos, στην Εποχή η Τόνια Τσίτσοβιτς γράφει για 40% και πάνω) και οι ψήφοι των αριστερών θα σκορπίσουν μεταξύ αποχής και άκυρου, Δημοκρατικών (που παραμένουν εθισμένοι στον Ντράγκι) και της Ιταλικής Αριστεράς, της Λαϊκής Ενότητας με τον πρώην δήμαρχο της Νάπολης Ντε Ματζίστρις, και του Κινήματος των 5 Αστέρων. Είναι τραγωδία. Αλλά πόσο μακριά είμαστε στην Ελλάδα από αυτό;

Αυτή η τέλεια ασυνεννοησία της ιταλικής Αριστεράς είναι βέβαιο πως θα χρησιμοποιηθεί από τους κεντρώους κάθε απόχρωσης εναντίον της: με την ίδια παρανοϊκή διαστρέβλωση που λειτουργούν τα κυρίαρχα Μέσα και εκεί, οι άνθρωποί μας στην Ιταλία θα καλούνται να απολογηθούν που δεν έβαλαν φρένο στην άνοδο των φασιστών – αν δεν κατηγορούνται μάλιστα ότι την προκάλεσαν οι ίδιοι. Πέρα από τη μιντιακή παράνοια, όμως, τα πράγματα είναι εξωφρενικά απλά: Η Μελόνι, δραστήρια στο φασιστικό MSI (Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα) από τα 15 της, και περήφανη για τους δεσμούς των «Αδελφών της Ιταλίας» με τους νοσταλγούς του Μουσολίνι που δημιούργησαν το MSI, δεν κυριαρχεί στην ιταλική πολιτική σκηνή λόγω Αριστεράς ή απλά γιατί είναι κουλ, ευφυής και ευέλικτη (γιατί μιλάει, δηλαδή, τη χαρακτηριστική σε κάθε Ακροδεξιά διπλή γλώσσα, λέγοντας και κάνοντας αυτό και το αντίθετο). Αν συμβαίνουν όλα αυτά είναι για δύο κυρίως λόγους:

Εκλογικός νόμος

Πρώτον, γιατί οι Δημοκρατικοί του Λέτα δεν άλλαξαν τον φρικαλέο εκλογικό νόμο του Έτορε Ροζάτο, με τον οποίο ο Ρέντσι επιδίωξε να περιορίσει τις απώλειες των Δημοκρατικών, προτού τους αφήσει για να φτιάξει το δικό του κόμμα. Ο νόμος αυτός κατανέμει τα 2/3 των εδρών με αναλογικό τρόπο και το 1/3 των εδρών σε μονοεδρικές περιφέρειες, γεγονός που ακυρώνει την αντιπροσωπευτικότητα των εκλογών, εφόσον υποχρεώνει την Αριστερά σε συμμαχίες είτε με τους ισχυρότερους (πλην νεοφιλελεύθερους) Δημοκρατικούς, είτε με τα «5 Αστέρια», το άλλοτε κόμμα του Γκρίλο, που συγκυβέρνησε με την ακροδεξιά Λίγκα του Σαλβίνι και τη Δεξιά, έχασε σχεδόν 20 μονάδες από το 2018, αλλά απαλλάχτηκε από τα χειρότερα στελέχη του (και σήμερα, ιδίως στο Νότο της χώρας, πιστώνεται ότι επί Κόντε έδωσε στους φτωχότερους Ιταλούς επίδομα του πολίτη, εν μέσω τεράστιας ανησυχίας για την ακρίβεια).

Παιδί του κατεστημένου

Δεύτερον, γιατί η Μελόνι μπορεί να συστήνεται στο βιβλίο της («Είμαι η Τζόρτζια», Rizzoli 2021) σα γυναίκα, μάνα και χριστιανή, που δούλεψε ως μπέιμπι-σίτερ και μπάρμαν (sic), η ίδια όμως είναι παιδί του ιταλικού κατεστημένου, του ιταλικού «πατρίς-θρησκεία-οικογένεια» και του μπερλουσκονισμού: η Αριστερά δεν μπόρεσε να εμποδίσει αυτό που για τη Δεξιά και τον κόσμο της ιδιοκτησίας είναι πια η κυρίαρχη τάση.

Το εξώφυλλο του βιβλίου της Μελόνι, γραμμένου σε πρώτο ενικό, για λόγους δημιουργίας οικειότητας με τα πιο διαφορετικά κοινά. Στο βιβλίο η Μελόνι μιλά για την κόρη, τους γονείς και τους παππούδες της, ενώ οι ρίζες και οι ιδέες  της παρουσιάζονται όσο γίνεται  στρογγυλεμένες.

Ο Μπερλουσκόνι και τα εγγόνια του Mουσολίνι: συμμαχώντας με την «Εθνική Συμμαχία»

Ένας τρόπος να το δει αυτό κανείς είναι να πει την ιστορία από το 1994. Είναι η χρονιά που η «Εθνική Συμμαχία», του Τζανφράνκο Φίνι, κόμμα που αντικατέστησε το φασιστικό MSI των «ορφανών» του Μουσολίνι (1947-1995), πήρε, ως επίδοξος κυβερνητικός εταίρος του Μπερλουσκόνι, 13,4% στις εκλογές και συγκυβέρνησε με το Forza Ιtalia του φανφαρόνου δισεκατομμυριούχου. Πόσο σημαντικό ήταν για τους φασίστες το άνοιγμα κυβερνητικής προοπτικής από τον Μπερλουσκόνι, η επιτυχία τους και η συγκυβέρνηση του 1994 με την παραδοσιακή Δεξιά, το καταλαβαίνει κανείς αν συγκρίνει την επίδοση του ’94 με τα εκλογικά ποσοστά που έπαιρναν οι φασίστες νωρίτερα, μέχρι και το 1992, όταν δηλαδή κέρδισε έδαφος η ιδέα ενός «εθνικού» ενιαίου μετώπου σύμπασας της Δεξιάς, απέναντι στο δημοκρατικό μέτωπο των «προοδευτικών»:

Εκλογές Ποσοστό MSI
1948 2,0
1953 5,8
1958 4,8
1963 5,1
1968 4,5
1972 8,7
1976 6,1
1979 5,3
1983 6,8
1987 5,9
1992 5,4

Πηγή: Pierre Milza, Οι Μελανοχίτωνες της Ευρώπης (2002)

Η μεγάλη πορεία των φασιστών …προς το Κέντρο

Το άνοιγμα της πόρτας προς το κράτος, που ήρθε με τον Μπερλουσκόνι το 1994 (και έφτασε το 2009 στη συγκρότηση κοινού κόμματος Φίνι-Μπερλουσκόνι, του Λαού της Ελευθερίας, PdL), οι φασίστες το επιδίωκαν από το 1951. Εκείνη τη χρονιά, ο ηγέτης τους, Τζόρτζιο Αλμιράντε, επικεφαλής της «επαναστατικής» τάσης του MSI (των «κοινωνικοποιητών» [socializzatori]), υποχρεωνόταν από τη δικαστική εξουσία σε κατ’ οίκον περιορισμό για την εγκληματική φασιστική δράση του, και αναγκαζόταν να παραχωρήσει το κόμμα στον μετριοπαθέστερο Αουγκούστο ντε Μαρσάνικ, ηγέτη των «καθεστωτικών».

Επί των ημερών του ντε Μαρσάνικ, το MSI γίνεται φιλικό προς το ΝΑΤΟ (η Μελόνι φρόντισε να διαψεύσει όσους τη θεωρούσαν …πουτινική), και υπό την ηγεσία του, όπως και μετά, με γραμματέα τον Μικελίνι (1954-1969), οι φασίστες θα δίνουν πια έμφαση σε ό,τι ενώνει με τη Χριστιανοδημοκρατία: αντικομμουνισμός, σεβασμός στη θρησκεία, την ιδιοκτησία και την οικογένεια.

Ένα από τα σήματα των Αδελφών της Ιταλίας, με το οποίο το κόμμα της Μελόνι διεκδικεί τη συνέχεια με το φασιστικό MSI και την Εθνική Συμμαχία του Τζανφράνκο Φίνι
Σε μια άλλη εκδοχή του σήματος, το κόμμα παρουσιάζεται ως …κεντροδεξιό

Πώς αντιμετώπισε τότε η επίσημη Δεξιά αυτή την πολιτική; Στις δημοτικές εκλογές του 1952, ο Αλτσίντε ντε Γκάσπερι (σε αντίθεση με τον κατοπινό γελωτοποιό Μπερλουσκόνι) απέρριψε το σενάριο μιας σύμπραξης της παραδοσιακής Δεξιάς με τους φασίστες, παρότι την ήθελαν διακαώς τόσο η δεξιά τάση της Χριστιανοδημοκρατίας όσο και ο πάπας.

Το πράγμα, όμως, δεν τελείωσε εκεί. «Από το 1957», γράφει ο Πιερ Μιλζά στους Μελανοχίτωνες, «πλήθυναν οι επαφές με την ηγεσία της Χριστιανοδημοκρατίας και οι κινήσεις στήριξης των κεντροδεξιών κυβερνήσεων: του Τσόλι, τον Μάιο-Ιούνιο 1957, του Σένι το 1959 και, προπαντός του Φερνάντο Ταμπρόνι, που ανέλαβε πρωθυπουργός τον Μάρτιο του 1960 χάρη στην ψήφο των νεοφασιστών».

***

Η ιστορία δεν διδάσκει παρά μόνο ιστορία: δεν δίνει συνταγές τι να κάνουμε σήμερα. Στην περίπτωση, ωστόσο, της Ιταλίας, δείχνει ότι οι φασίστες παραμένουν συνεπείς με την ιστορία τους – την ιστορία που τους θέλει αυτόνομο μέρος σε ένα συνεχές με την επίσημη Δεξιά, για τους σκοπούς της υπεράσπισης της ιδιοκτησίας από την Αριστερά, της πατρίδας από τους μετανάστες και της οικογένειας από τους ΛΟΑΤΚΙ και τις φεμινίστριες. Το ενιαίο εθνικό-κρατικό μέτωπο, που ήθελαν το 1992, παίρνει στις δημοσκοπήσεις 46 με 48% και φαίνεται πως θα επικρατήσει. Θα υπάρξει ενιαίο κοινωνικό μέτωπο, έστω μετά τις εκλογές; Κι εμείς, εδώ στην Ελλάδα, όλα καλά;

1 σχόλιο

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…