«Η κοινωνία δεν είναι έτοιμη». Πόσες, μα πόσες φορές έχουμε ακούσει αυτή την κατάφαση. Άπειρες. Και άλλες τόσες έχουμε αμφισβητήσει το αίτημά μας «είναι η κοινωνία έτοιμη;». Υπάρχουν και φορές που έχουμε πισωγυρίσει. «Δεν είναι τελικά η κοινωνία έτοιμη». Υπάρχουν άλλες φορές που δεν το έχουμε ψελλίσει καν γιατί «δεν είναι ακόμα έτοιμη η κοινωνία». Και ύστερα μπαίνουν δεύτερες και τρίτες σκέψεις: «Είναι η σωστή στιγμή;», «Θα το πάμε μέχρι τέλους;», «Και αν δεν τα καταφέρουμε τι θα γίνει;»
Είμαι σίγουρη ότι διαβάζοντας αυτές τις πρώτες σειρές θα έχετε κάποιο παράδειγμα στο μυαλό σας: η απεργία πείνας κάποιου κρατούμενου, το δικαίωμα στην τεκνοθεσία σε ομόφυλα ζευγάρια, ο αυτοπροσδιορισμός φύλου, το τετραήμερο-εξάωρο εργασίας, η κατάργηση του λιγνίτη, η ανεξιθρησκεία, το πάρκινγκ να γίνει πάρκο, τα ανοιχτά σύνορα, η κατάργηση των ΜΑΤ…
Θύμα εκφοβισμού
Πιστεύω ότι αν τις ξαναδιαβάσουμε αυτές τις πρώτες γραμμές θα μας έρθει ένα άλλο παράδειγμα στο μυαλό. Το κίνημα me too. Το ερώτημα που συνεχίζεται στο διηνεκές: «Γιατί τώρα;». «Γιατί τώρα ήταν έτοιμη η κοινωνία». Που μετά την αθώωση του προπονητή ιστιοπολοΐας ακούστηκε «Δεν ήταν έτοιμη η κοινωνία, αλλά οι αγώνες δεν πρέπει να σταματήσουν». Που ακολούθησε η αποφυλάκιση Λιγνάδη και υψώθηκαν τα πανό σε όλα τα θέατρα με την δικαστική απόφαση «Βιαστής είναι». Που ζήσαμε την αθώωση του αστυνομικού της Ηλιούπολης και πλημμύρισαν οι δρόμοι: «Εγώ αδερφή μου σε πιστεύω». Που τα θύματα βγαίνουν και μιλάνε, διεκδικούν το δίκιο τους, το σώμα τους και την αξιοπρέπειά τους, που πιασμένες χέρι χέρι μπαίνουν στις δικαστικές αίθουσες και κοιτούν τους θύτες στα μάτια, που αν χάσουν θα βγουν έξω με τη γροθιά σηκωμένη, μαζί με άλλες. Το κίνημα me too δείχνει, θαρρώ, το δρόμο, για να σηκώσει ανάστημα και η Αριστερά. Που βρίσκεται είτε μπλεγμένη στα δίχτυα του κυβερνητισμού και της ρεάλ πολιτίκ είτε κολλημένη στη γωνία του «δικαιωματισμού».
Στο δημόσιο λόγο, παρότι ζούμε την εποχή της πολιτικής ορθότητας, η Αριστερά δέχεται ακραίο εκφοβισμό (bullying). Στα τηλεοπτικά πάνελ, στα podcast, στις στήλες μεγάλων εφημερίδων επιτρέπεται να εκτοξεύονται χαρακτηρισμοί εναντίον της ιδεολογίας της Αριστεράς ή εναντίον αριστερών ανθρώπων και κανείς –μα κανείς- δεν σηκώνει ανάστημα. Η Αριστερά δέχεται την κακοποίηση και προσαρμόζεται στο καλούπι που την βάζουν. Κάνει πίσω. Κάθε μέρα, όλο και πιο πίσω.
Ένα προς ένα, σε τέσσερα χρόνια
Τους τελευταίους έξι μήνες ζούμε τον απόλυτο παραλογισμό. Είμαστε μάρτυρες της αποκάλυψης της απίσχνασης του κράτους δικαίου, της θεμέλιας λίθου της δημοκρατίας και δεν σείεται η γη. Ψελλίζουμε ένα «ως εδώ», αλλά μετά δεχόμαστε απανωτά χτυπήματα: «όλοι ίδιοι είστε», «τι μιλάτε εσείς οι αριστεροί του χαβιαριού», «δεν πρέπει να ξέρεις», «σκευωροί».
Τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα είναι σχεδόν στο σύνολό τους παραβιασμένα. Η αξία του ανθρώπου έχει τσαλαπατηθεί. Οι ζωές των προσφύγων δεν μετράνε το ίδιο. Οι ζωές των Ρομά δεν μετράνε το ίδιο. Οι ζωές των κρατουμένων δεν μετράνε το ίδιο. Οι ζωές των ανάπηρων δεν μετράνε το ίδιο. Η αρχή της ισότητας έχει χαθεί. Οι ανισότητες έχουν οξυνθεί, οι φτωχοί έγιναν φτωχότεροι και οι πλούσιοι πλουσιότεροι. Δεν έχουν όλοι ίση πρόσβαση στην υγεία (η πανδημία το ανέδειξε γλαφυρά), στην παιδεία (τα κολέγια και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια έγιναν πρωταγωνιστές), στην κατοικία (οι πλειστηριασμοί είναι η επόμενη ωρολογιακή βόμβα). Οι αρχές του κοινωνικού κράτους και του κράτους δικαίου έμειναν πουκάμισο αδειανό. Η ελευθερία του τύπου εξαφανίστηκε. Η προστασία της ανηλικότητας έγινε βορά των τηλεοπτικών δελτίων. Η προστασία του περιβάλλοντος έγινε δώρο στους «επενδυτές». Η ελευθερία των συναθροίσεων υπέστη ασφυκτικές απαγορεύσεις. Το δικαίωμα στο συνδικαλισμό εξαϋλώθηκε. Η λίστα αυτή μπορεί να συνεχίσει αέναα. Και κάθε ένα από τα παραδείγματα δεν έγινε εν κρυπτώ, κάτω από το τραπέζι, αλλά είναι αποτέλεσμα νομοθετικής πρωτοβουλίας. Η κυβέρνηση νομοθέτησε την κατάργηση συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων. Ένα προς ένα, μέσα σε τέσσερα χρόνια.
Ο δρόμος προς την κάλπη
Βρισκόμαστε ελάχιστους μήνες μακριά από την κάλπη. Ήδη στα πάνελ συστήνονται οι πολιτικοί με την ιδιότητα του/ης υποψηφίου/ας και σύντομα αναμένεται να αρχίσουν να ξεδιπλώνονται τα προγράμματα των κομμάτων. Οι εκλογές αυτές θα είναι έντονα πολωμένες. Θα περιστρέφονται γύρω από τους άξονες πρόοδος-συντήρηση, δικαιοσύνη-σταθερότητα, αριστερά-δεξιά, ΣΥΡΙΖΑ-Νέα Δημοκρατία. Η ατζέντα είναι από καιρό διαμορφωμένη. Θα ακούσουμε προγράμματα 100 ημερών, θα αξιολογούνται τα προγράμματα ως ρεαλιστικά ή μη, κοστολογημένα ή μη, υλοποιήσιμα ή μη. Θα ακούμε μακροσκελείς συζητήσεις για την πληθωριστική κρίση, την ενεργειακή κρίση, την κλιματική κρίση και πώς θα κάνουμε την κρίση ευκαιρία.
Μην παρεξηγηθώ, δεν υπονοώ σε καμία περίπτωση πως οι προτάσεις θα είναι πανομοιότυπες ούτε ότι θα κινούνται στην ίδια λογική. Είμαι σίγουρη πως μεταξύ των προτάσεων ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ θα μπορείς να διακρίνεις ποια είναι προς τα αριστερά (αναγνωρίζω τον ΣΥΡΙΖΑ ως μέρος του αριστερού χώρου και του αναγνωρίζω και το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό) και ποια προς τα δεξιά. Όμως αυτό δεν συγκροτεί μια αριστερή πολιτική. Αλλά μια φοβική πολιτική, μια πολιτική του κυβερνητισμού, μια πολιτική που δέχεται πια πως η μάχη των δικαιωμάτων έχει πολιτικό κόστος. Και από την άλλη, η υπόλοιπη Αριστερά, η μη κυβερνώσα Αριστερά, τι κάνει; Και αυτή απαντά στα κοστολογημενα προγράμματα, ασκεί επίσης «ρεάλ πολιτίκ», με εσάνς «δικαιωματισμού». Παρουσιάζει αποσπασματικά κάποιες προτάσεις για κατοχύρωση δικαιωμάτων και ελευθεριών, με όρους και περιορισμούς. Μιλά για δικαιώματα και βάζει μόνη της όρια, αντί να παρασυρθεί από το όραμα.
Έχουμε μια Αριστερά που έχει χάσει την αυτοπεποίθηση που της έδιναν οι νικηφόροι αγώνες. Έχουμε μια αριστερά σε υποχώρηση. Που τώρα είναι η στιγμή να σηκώσει ανάστημα. Να πει φτάνει πια. Να σφίξει τη γροθιά. Να διεκδικήσει. Έχουμε ανθρώπους, ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας –πλειοψηφικό ή όχι λίγη σημασία έχει στην ανάδειξη των προταγμάτων- που πλησιάζουν τις ιδέες και τις διεκδικήσεις της Αριστεράς. Εμείς είμαστε έτοιμοι να το δούμε; Ή θα σκεφτούμε ότι «δεν είναι έτοιμη η κοινωνία» και θα εστιάσουμε στα άλλα, τα μεγάλα; Και άλλωστε, η Αριστερά έχει απωλέσει εντελώς τον διαπαιδαγωγικό της ρόλο;
Εντός της κοινωνίας
Δεν είναι όλα δρόμος. Γίνονται άλλα σπουδαία ή που θα έπρεπε να έχουν την προσοχή μας στη γειτονιά, το σχολείο, τη δουλειά, στο πάρκο, το κλαμπ, στο βουνό, το νησί, στο λεωφορείο, όπου υπάρχει ζωή. Και εκεί φυτρώνουν διεκδικήσεις και δικαιώματα. Η Αριστερά θα πρέπει να είναι παρούσα και ανοιχτή. Να δει, να αφουγκραστεί, να συναισθανθεί. Αν προσπερνά όσα συμβαίνουν, τότε μένει στο στενό καλούπι της παλαιού τύπου Αριστεράς.
Ας δούμε μόνο τι συμβαίνει στην ψηφιακή ζωή μας, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου η ζωή κυλά γρήγορα και τα πάντα μεταδίδονται με ταχύτητα φωτός. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα συναντήσουμε όλες τις κοινωνικές κατηγορίες, κάθε μια στο «χώρο» της. Σχηματικά, το facebook για την τρίτη ηλικία, το instragram για τη μέση ηλικία και το tik tok για τους νέους. Μονάχα το twitter έχει αφιερωθεί –και αυτό όχι αποκλειστικά- στην κεντρική πολιτική σκηνή. Τα υπόλοιπα μεταδίδουν εικόνες από την καθημερινότητα, το πώς ζουν οι άνθρωποι σήμερα και το πώς ονειρεύονται το μέλλον τους. Στο facebook βρίσκονται τα αιτήματα για μια καλύτερη ζωή, για λιγότερη εργασία, για αξιοπρεπείς συντάξεις, για ένα κοινωνικό κράτος που θα βλέπει όλη την κοινωνία, για την υπεράσπιση των πνιγμένων στο Αιγαίο, την προστασία της 12χρονης από τον Κολωνό, το να μην πεθάνει κανένας απεργός πείνας στα χέρια του κράτους. Στο Instagram βρίσκονται τα αιτήματα για σεβασμό στα ζώα και το περιβάλλον, για cruelty free προϊόντα, για απάτητα βουνά, για την πρόσβαση στον πολιτισμό, για το αίτημα να γυρίσουν στην Ελλάδα όσοι έφυγαν για να επιβιώσουν. Στο tik tok βρίσκεται το δικαίωμα επιλογής της ταυτότητας φύλου και του σεξουαλικού προσανατολισμού, η σεξουαλική απελευθέρωση, τα αναπαραγωγικά δικαιώματα, η ελευθερία στην κίνηση, η ισότητα, η βία και η αντιβία, το αντιbullying. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όλων των ηλικιών και των φύλων, δείχνουν το δρόμο για μια άλλη ατζέντα. Μια ατζέντα με όραμα, που θα τους περιλαμβάνει και δεν ασκεί πολιτική για αυτούς χωρίς αυτούς. Η πολιτική –και δη η αριστερή πολιτική- πρέπει να είναι εντός της κοινωνίας. Και η κοινωνία είναι έτοιμη, για μια άλλη Αριστερά. Μια Αριστερά με αυτοπεποίθηση, πιο δικαιωματική, που θα διεκδικεί χωρίς να «κοστολογεί» και που δεν θα αμφισβητεί το αίτημά της. Θα ξέρει ότι η κοινωνία είναι έτοιμη και αν δεν είναι θα γίνει, αφού κατακτηθεί το αίτημα.