Ο Farhad*, 31χρονος αναγνωρισμένος πρόσφυγας, επεστράφη από τη Γερμανία στην Ελλάδα στις αρχές Ιουλίου 2021 αφού πέρασε περισσότερα από πέντε χρόνια στη Γερμανία περιμένοντας να διεκπεραιωθεί το αίτημά του για άσυλο. Υπήρξε ωστόσο, μία εποχή που η γερμανική νομολογία θεωρούσε στην πλειοψηφία της ότι οι δικαιούχοι διεθνούς προστασίας δεν έπρεπε να επιστραφούν πίσω στην Ελλάδα, καθώς θα αντιμετώπιζαν απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση.
Ο Farhad, γιος μιας δωδεκαμελούς οικογένειας, έφυγε από το Αφγανιστάν μαζί με την οικογένειά του για να σώσει τη ζωή του. Εργαζόταν στις Ειδικές Δυνάμεις του Αφγανιστάν και η ζωή του απειλούνταν από τους Ταλιμπάν. Ο Farhad* είχε ήδη τραυματιστεί κατά τη διάρκεια έκρηξης και άλλων επιθέσεων των Ταλιμπάν όταν αποφάσισε να φύγει από τη χώρα του. Σήμερα εξακολουθεί να φέρει τα σημάδια των επιθέσεων στο σώμα του και να υποφέρει από ψυχικά τραύματα.
Ο Farhad έφτασε στη Χίο το 2016 μαζί με τους γονείς του, την ανάπηρη αδερφή του και άλλα αδέρφια του και ζήτησε άσυλο. Ενώ εκκρεμούσε η αίτησή τους για άσυλο, αντιμετώπισαν άθλιες συνθήκες υποδοχής και έλλειψη οποιασδήποτε κοινωνικής υποστήριξης και πρόνοιας, και ως εκ τούτου αποφάσισαν να φύγουν από την Ελλάδα. Μετά από ένα μακρύ ταξίδι σε διάφορες χώρες με πολλές δυσκολίες, κατάφεραν να φτάσουν στη Γερμανία και να ζητήσουν άσυλο εκεί τον Μάιο του 2016. Ενώ οι γονείς, τα ανήλικα αδέρφια και η ανάπηρη αδελφή του Farhad έλαβαν γερμανική άδεια παραμονής (Abschiebungsverbot), ο Farhad και η άλλη ενήλικη αδερφή του δεν θεωρήθησαν ευάλωτοι και τα αιτήματά τους για άσυλο απορρίφθηκαν από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης και Προσφύγων (BAMF) ως απαράδεκτα το 2018. Η απόρριψη του Farhad βασίστηκε στο γεγονός ότι του είχε χορηγηθεί καθεστώς πρόσφυγα από την Ελλάδα, γεγονός που δεν γνώριζε καθώς ούτε ο ίδιος ούτε κάποιος στην οικογένειά του είχε ενημερωθεί για την απόφαση που τους χορηγούσε προστασία πριν φύγουν από την Ελλάδα.
Η BAMF αποφάσισε την επιστροφή του στην Ελλάδα επικαλούμενη επιστολή με ημερομηνία 8 Ιανουαρίου 2018 του (τότε) Ελληνικού Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, που διαβεβαίωνε τις γερμανικές αρχές ότι τα δικαιώματα που απορρέουν από την Οδηγία σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών, θα γίνονταν σεβαστά και σε κάθε ατομική περίπτωση. Τον Ιούνιο του 2019 το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της Βαυαρίας έκρινε ότι μια τέτοια επιστολή δεν παρέχει τις αναγκαίες εγγυήσεις για κάθε ατομική υπόθεση.
«Όλοι στην οικογένειά μου έλαβαν άδεια διαμονής, μόνο εγώ δεν πήρα. Είμαι πολιτικός πρόσφυγας, έχω τραυματιστεί και βασανιστεί. Δεν είμαι καλά ψυχολογικά. Χρειάζομαι φάρμακα»
Η έφεση του Farhad κατά της απόφασης απαραδέκτου του BAMF απορρίφθηκε από το αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο το 2020. Παρά το γεγονός ότι το Δικαστήριο δέχθηκε ότι οι συνθήκες διαβίωσης για τους δικαιούχους διεθνούς προστασίας στην Ελλάδα είναι «αναμφισβήτητα σκληρές» λαμβάνοντας επίσης υπόψιν ότι δεν δικαιούνται στέγαση όπως οι αιτούντες άσυλο, εν τούτοις συμπέρανε ότι υγιείς, μόνοι και νέοι θα ήταν ικανοί παρ’ ολ’ αυτά με κάποιο τρόπο να επιβιώσουν κάτω από αυτές τις συνθήκες.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι ο Farhad δεν ήταν ευάλωτος, παρά το γεγονός ότι είχε πέσει θύμα σοβαρής βίας στο Αφγανιστάν και είχε λάβει επείγουσα ιατρική περίθαλψη. Περαιτέρω και ενώ βρισκόταν στη Γερμανία, ο Farhad διαγνώστηκε επίσης με σοβαρή ψυχολογική διαταραχή και τραύμα ως αποτέλεσμα της δουλειάς του με τις διεθνείς δυνάμεις στο Αφγανιστάν.
Εν τούτοις, το Δικαστήριο τον θεώρησε ως ένα υγιή, μη ευάλωτο, μόνο άνδρα που ήταν δυνατόν να απελαθεί στην Ελλάδα.
Συνεπώς, ο Farhad επιστράφηκε αναγκαστικά στην Αθήνα τον περασμένο Ιούλιο, αφού Γερμανοί αξιωματικοί μπήκαν, ξημερώματα στο δωμάτιό του στη δομή φιλοξενίας, τον οδήγησαν στο αεροδρόμιο και τον απέλασαν.
Με την επιστροφή του στην Αθήνα, ο Farhad παραδόθηκε στην Αστυνομική Διεύθυνση του Αεροδρομίου όπου του δόθηκε σημείωμα της Αστυνομίας για 10 ημέρες. Σύμφωνα με το σημείωμα, όφειλε να μεταβεί στην Υπηρεσία Ασύλου για να προχωρήσει την υπόθεσή του. Ωστόσο, το σημείωμα δεν ανέφερε καμία διεύθυνση όπου θα μπορούσε να απευθυνθεί για βοήθεια ή να ζητήσει κατάλυμα ή κάποιο μέρος για να μείνει. Αντίθετα, ανέφερε ξεκάθαρα ότι δεν διέθετε διεύθυνση διαμονής.
Ο Farhad χωρίς κανένα ταυτοποιητικό έγγραφο στα χέρια του, χωρίς τηλέφωνο και χρήματα δεν είχε ιδέα για το πού να ζητήσει βοήθεια. Συμπατριώτες του τον συμβούλευσαν να αναζητήσει καταφύγιο σε δομή φιλοξενίας αιτούντων άσυλο σε προάστιο της Αθήνας. Εκεί κατοικεί άτυπα μέχρι σήμερα. Μετά από τις έντονες χιονοπτώσεις τον Φεβρουάριο του 2022 και, ως μέρος ενός συνεχιζόμενου σχεδίου για την απομάκρυνση όλων των αυτοσχέδιων κατασκευών από τον καταυλισμό που διαμένει, οι αρχές κατεδάφισαν τη σκηνή του και τον τοποθέτησαν σε ένα κοντέινερ με άλλους μόνους άνδρες. Ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας, ο Farhad δεν μπορεί να καταγραφεί επίσημα ως κάτοικος της δομής φιλοξενίας και δεν λαμβάνει κάποια υλική παροχή ή βοήθεια από το κράτος, όπως φαγητό.
«Επτά μήνες έζησα σε διαφορετικές σκηνές και παραπήγματα μέσα στον καταυλισμό. Ζητούσα επανειλημμένα κάποιο κατάλληλο καταφύγιο. Μόνο μετά την τελευταία κακοκαιρία, με μετέφεραν σε ένα κοντέινερ. Δεν θα ξεχάσω εκείνες τις μέρες να ζω σε μια σκηνή καλυμμένη από χιόνι. Μόλις είχα φύγει από το παράπηγμα μου φτιαγμένο από χαρτοκιβώτια και ξύλα όπου έμενα, για να προσφέρω τη θέση μου σε μια άστεγη ανύπαντρη μητέρα και την κόρη της. Έμεινα ξανά με τους φίλους μου σε μια σκηνή κατασκήνωσης. Στη συνέχεια, οι έντονες χιονοπτώσεις παραλίγο να καταστρέψουν τη σκηνή μας. Έπρεπε να σπρώχνουμε από μέσα διαρκώς το χιόνι από την οροφή της σκηνής. Έκανε πολύ κρύο για να βγούμε έξω. Μετά από λίγες μέρες το χιόνι άρχισε να λιώνει και το νερό μπήκε στη σκηνή. Στο κοντέινερ που είμαι τώρα δεν έχει θέρμανση και κάνει ακόμα κρύο αλλά δεν συγκρίνεται με το κρύο που ένιωσα αυτές τις μέρες του παγετού και το νιώθω ακόμα στα κόκαλά μου».
Οκτώ μήνες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα ο Farhad παραμένει ακόμη χωρίς την άδεια παραμονής του. Μέχρι πρόσφατα βρισκόταν ακόμη εν αναμονή του ραντεβού με τον αρμόδιο γραφείο ασύλου. Σύμφωνα με τις οδηγίες της αστυνομίας κατά την επιστροφή του, ο ίδιος επισκέφθηκε επανειλημμένα την Υπηρεσία Ασύλου προκειμένου να λάβει άδεια παραμονής ή άλλο ταυτοποιητικό έγγραφο.
Κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του στο αρμόδιο Περιφερειακό Γραφείο Ασύλου, δεν του επετράπη η πρόσβαση και του είπαν να ζητήσει ένα ραντεβού μέσω του διαδικτύου, μια διαδικασία που είναι σχεδόν αδύνατη για άτομα που δεν έχουν τις απαιτούμενες γλωσσικές και τεχνικές δεξιότητες και βοήθεια, ιδιαίτερα για όσους στερούνται πρόσβασης σε βασικές παροχές. Ακόμη και όταν κατάφερε να στείλει ένα email, ο Farhad δεν έλαβε απάντηση.
Αφού οι δικηγόροι της RSA ανέλαβαν την υπόθεσή του, απευθύνθηκαν επίσης γραπτώς στην Υπηρεσία Ασύλου προκειμένου ο Farhad να λάβει την άδεια παραμονής του (ΑΔΕΤ) και ζήτησαν να του χορηγηθεί τουλάχιστον μια προσωρινή κάρτα ή άλλο έγγραφο ταυτοποίησης για να αποδείξει την ταυτότητά του στις αρχές και να εξυπηρετηθεί από τις δημόσιες υπηρεσίες και άλλες αρχές. Παρά τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις σε διάφορα περιφερειακά Γραφεία Ασύλου της περιφέρειας Αττικής στην Αθήνα, καμία δεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του.
Μετά από περαιτέρω επικοινωνία με την Περιφερειακή Διεύθυνση Ασύλου, δόθηκε τελικά ραντεβού στον Farhad, επτά μήνες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα. Ωστόσο, αυτό το ραντεβού είναι αποκλειστικά για τη λήψη «Απόφασης ΑΔΕΤ», ένα έγγραφο απαραίτητο για την ενεργοποίηση της διαδικασίας έκδοσης της άδειας διαμονής του, η οποία θα γίνει ακολούθως σε άλλη ξεχωριστή διαδικασία.
Δυστυχώς, ακόμη και αυτό το πολυαναμενόμενο ραντεβού αναβλήθηκε την προγραμματισμένη ημέρα, καθώς η αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Ασύλου αντιμετώπισε τεχνικά προβλήματα και πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες μέρες. Την ώρα σύνταξης του παρόντος κειμένου, ο Farhad έχει λαβει μόνο την «Απόφαση για την λήψη ΑΔΕΤ» και μία κάρτα αιτούντος άσυλο ως προσωρινό ταυτοποιητικό έγγραφο. Η έκδοση της άδεια διαμονής (ΑΔΕΤ) ακόμη βρίσκεται σε εκκρεμότητα. Η ΑΔΤΕ είναι προϋπόθεση για την πρόσβαση του στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για οκτώ μηνες δεν είχε χορηγηθεί στον farhad ένα έγγραφο για να αποδεικνύει τ νομικό του καθεστώς στην Ελλάδα ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Η πλήρης στέρηση νόμιμων εγγράφων μέχρι σήμερα στέρησε στον Farhad κάθε πρόσβαση σε δημόσιες αρχές και συναλλαγές με ιδιωτικές υπηρεσίες ή άτομα και φορείς στην Ελλάδα. Δεν ήταν σε θέση καν να βεβαιώσει το γνήσιο της υπογραφής του ενώπιον των αστυνομικών αρχών ή των Κέντρων Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ).
Από την επιστροφή του στην Ελλάδα τον Ιούλιο του 2021, ο Farhad ζει εξαθλιωμένος χωρίς πρόσβαση σε κοινωνικά δικαιώματα και στερούμενος ενός σταθερού και ασφαλούς περιβάλλοντος διαβίωσης. Δεδομένης της απουσίας των αναγκαίων εγγράφων δεν μπορεί να προβεί σε καμία ενέργεια για την εξεύρεση καταλύματος. Ακόμη και τα καταφύγια αστέγων απαιτούν την κατοχή άδειας παραμονής. Ούτε μπορεί να υποβάλει αίτηση για κοινωνικές παροχές (ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα), να λάβει αριθμό κοινωνικής ασφάλισης (ΑΜΚΑ), ΑΦΜ ή να έχει πρόσβαση σε ιατρικές ή ψυχιατρικές υπηρεσίες ή κατάλληλη θεραπεία, πόσο μάλλον να ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό ή να εργαστεί.
Είναι σημαντικό ότι χωρίς έγγραφα, ο Farhad δεν έχει πρόσβαση επίσης στον εμβολιασμό για τον Covid-19. Αξίζει να σημειωθεί ότι για να επιτραπεί κάποιος να εισέλθει στο κτίριο του αρμόδιου γραφείου ασύλου πρέπει να προσκομίσει αποδεικτικό εμβολιασμού ή ανάρρωσης κατά του Covid-19 ή αρνητικό αποτέλεσμα ταχείας εξέτασης, και συνεπώς πρέπει να διαθέτει έναν αριθμό κοινωνικής ασφάλισης, είτε προσωρινό (ΠΑΑΥΠΑ ή ΠΑΜΚΑ) ή μόνιμο (ΑΜΚΑ) ενώ και πάλι απαιτούνται ταυτοποιητικό έγγραφο. Τίποτα από αυτά δεν υπάρχει στην περίπτωση του Farhad.
«Δεν είχα τίποτα όταν έφτασα στην Αθήνα. Ούτε ένα τηλέφωνο. Χωρίς χαρτιά. Χωρίς χρήματα. Τώρα είμαι εδώ επτά μήνες. Προσπάθησα να καταγραφώ επίσημα στη δομή φιλοξενίας, αλλά λένε ότι δεν γίνεται γιατί έχω άσυλο στην Ελλάδα. Έζησα μήνες μέχρι τώρα χωρίς μία στέγη. Πέρασα μήνες σε διάφορες σκηνές και παραπήγματα πριν με τοποθετήσουν σε ένα κοντέινερ μόλις πριν από λίγες μέρες. Ακόμα δεν έχω χαρτιά. Φοβάμαι να βγω από το καμπ για να μην με συλλάβουν. Στο κάμπ πάντα μου λένε ότι δεν έχω δικαίωμα να μείνω. Φοβάμαι ότι θα με πετάξουν στο δρόμο. Χρειάζομαι τα φάρμακά μου, πρέπει να εμβολιαστώ κατά του Covid-19 – αλλά δεν μπορώ. Τρώω ό,τι μοιράζονται μαζί μου οι άλλοι στο καμπ. Μερικές φορές δεν τρώω. Δεν έχω άλλα ρούχα από αυτά που φορώ. Κρυώνω. Εδώ και τέσσερις μήνες περπατάω στους δρόμους της Αθήνας με φίλους που έχουν ένα μικρό καροτσάκι για να μαζεύουμε χαρτοκιβώτια από τα σκουπίδια και να κερδίζουμε λίγα ευρώ όποτε είναι δυνατόν. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι είμαι πρόσφυγας στην Ελλάδα και δεν έχω καν χαρτιά. Δεν βλέπω μπροστά μου κάποιο μέλλον. Δεν καταλαβαίνω γιατί με δέχτηκαν πίσω. Είμαι αναγνωρισμένος πρόσφυγας στην Ευρώπη και δεν έχω τίποτα».
Οκτώ μήνες μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Farhad εξακολουθεί να παλεύει να επιβιώσει καθώς η αβεβαιότητα και οι εξευτελιστικές συνθήκες διαβίωσης επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο την ψυχική του κατάσταση.
Δυστυχώς, τώρα μπορεί να απαντήσει εμπεριστατωμένα στην ερώτηση του δικαστή κατά τη διάρκεια της δικαστικής διαδικασίας στη Γερμανία, δηλαδή γιατί δεν μπορεί να επιστρέψει μόνος στην Ελλάδα (ενώ όλη του η οικογένεια ζει και έχει νόμιμο δικαίωμα να παραμείνει στη Γερμανία ). Ο Farhad γνωρίζει πλέον πολύ καλά την απάντηση: «Στην Ελλάδα έχω καθεστώς πρόσφυγα αλλά δεν έχω τίποτα!»