Πηγή: Jacobin (04/06/2022)

Μετάφραση: Ηρώ Μαρίνου

Το ελεγχόμενο από τους Δημοκρατικούς νομοθετικό σώμα πέρασε αυτήν την εβδομάδα ένα νομοσχέδιο για να διοχετεύσει περισσότερα από 54 δις δολάρια συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις σε υψηλού κινδύνου επενδύσεις της Γούολ Στριτ, μέσω μιας τεράστιας οικονομικής εκστρατείας από τη χρηματοπιστωτική βιομηχανία.

Το μεγαλύτερο συνδικάτο δασκάλων της Νέας Υόρκης στήριξε τον νόμο, παρόλο που η κίνηση ακολούθησε τους ομοσπονδιακούς νομοθέτες – και τους εθνικούς ηγέτες του ίδιου του συνδικάτου- που εξέδωσαν ηχηρές προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο μιας τέτοιας επένδυσης.  

Ο νόμος -που τώρα οδεύει προς το γραφείο της κυβερνήτριας Κάθυς Χόκουλ- θα επιτρέψει στους αξιωματούχους να επενδύσουν μέχρι το 35% των 545 δις δολαρίων των συνταξιοδοτικών ταμείων της πολιτείας της Νέας Υόρκης και των τοπικών ταμείων, σε αμοιβαία κεφάλαια, ιδιωτικά κεφάλαια, ακίνητη περιουσία και σε άλλα προϊόντα αποκαλούμενα «εναλλακτικές επενδύσεις». Η πολιτεία προς το παρόν βάζει πλαφόν 25% στις δαπάνες των συνταξιοδοτικών ταμείων σε εναλλακτικές επενδύσεις.

Τα τελευταία τριάντα χρόνια, τα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία μετέφεραν 1,4 τρις συνταξιοδοτικών αποταμιεύσεων σε τέτοιες υψηλού κινδύνου και κοστοβόρες εναλλακτικές επενδύσεις, δημιουργώντας μεγαλοεταιρείες που επιθετικά αποκομίζουν κέρδη από τις συναλλαγές και τις φορτώνουν με χρέος, ενώ ταυτόχρονα δίνουν μέτριες αποδόσεις σε επενδυτές συνταξιοδοτικών κεφαλαίων.

Παρόλο που το νομοσχέδιο της Νέας Υόρκης για τις εναλλακτικές επενδύσεις χαιρετίστηκε από τους υποστηρικτές του ως ένα τρόπος να μεγιστοποιηθούν οι αποδόσεις των δημόσιων συνταξιοδοτικών ταμείων, η απόπειρα θα μπορούσε στην ουσία να κοστίσει στα πολιτειακά και τοπικά δημόσια συνταξιοδοτικά συστήματα, δισεκατομμύρια, γιατί οι ιδιωτικές επενδύσεις χρεώνουν υψηλές αμοιβές αλλά συχνά αποτυγχάνουν να αποδώσουν ανταγωνιστικές εμπορικές αποδόσεις.  

Σε κάθε περίπτωση οι ιδιωτικές εταιρίες ιδίων κεφαλαίων συγκεντρώνουν περισσότερα από 1 δις δολάρια ετησίως σε πρόσθετες αμοιβές εξαιτίας της νομοθεσίας.

Οι αξιωματούχοι του Συνδικάτου της Νέας Υόρκης αψηφούν τις προειδοποιήσεις των επικεφαλής του Εθνικού Εργατικού Συμβουλίου

Ο Λουντοβίκ Φαλιπού, καθηγητής στην σχολή διοίκησης επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, προχώρησε μια σειρά επιστημονικών δημοσιεύσεων, αποδεικνύοντας πώς οι υπερμεγέθεις αποδόσεις που υπόσχονται οι ιδιωτικές εταιρίες ιδίων κεφαλαίων δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Πράγματι, αυτές οι εταιρίες κατά μέσο όρο δεν μπορούν να ξεπεράσουν τον χρηματιστηριακό δείκτη S&P 500 index των αποθεμάτων των μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ  χρεώνουν τεράστιες αμοιβές που μειώνουν μέρος των αποδόσεών τους.

Η έρευνα του Φαλιπού υποστηρίχτηκε τον περασμένο χρόνο από τoν πρόεδρο της Επιτροπής Χρηματιστηριακών και Κινητών Αξιών (SEC) Γκάρυ Γκένσλερ ο οποίος προειδοποιούσε  τους επενδυτές για τις υψηλές αμοιβές της βιομηχανίας και την έλλειψη διαφάνειας. Η SEC έκρουσε επίσης το καμπανάκι κινδύνου για κάποιους συμβούλους εναλλακτικών επενδύσεων οι οποίοι παρουσιάζουν ανακριβώς την απόδοση των κεφαλαίων, χρεώνοντας υπέρογκες αμοιβές και παραπλανώντας τους επενδυτές για την πορεία των αποδόσεων.

Τον Φεβρουάριο, η SEC πρότεινε ένα ευρύ φάσμα μεταρρυθμίσεων που αφορούσαν τη διαφάνεια των ιδιωτικών εταιριών ιδίων κεφαλαίων, λαμβάνοντας σκληρή κριτική από τη βιομηχανία. Η διαδικασία θέσπισης κανόνων βρίσκεται σε εξέλιξη, με τη δημόσια διαβούλευση να ολοκληρώνεται στις 17 Ιουνίου.

Παρά τις προειδοποιήσεις αυτές, οι Ενωμένοι Δάσκαλοι της Πολιτείας της Νέας Υόρκης (NYSUT) -που αντιπροσωπεύουν περισσότερα από 600.000 μέλη- πρόσφατα έστειλαν ένα υπόμνημα στους νομοθέτες του Όλμπανι στηρίζοντας τη νομοθεσία που επιτρέπει στα πολιτειακά και τοπικά συνταξιοδοτικά ταμεία να διοχετεύσουν σημαντικά περισσότερα χρήματα σε εναλλακτικές επενδύσεις.

«Αυξάνοντας την ικανότητα των δημόσιων συνταξιοδοτικών συστημάτων να επεκτείνουν τις επενδύσεις τους θα έχουν ως αποτέλεσμα αυξημένη ευελιξία, που θα επιτρέψει στους διαχειριστές κεφαλαίων να ανταποκριθούν καλύτερα στις αλλαγές συνθηκών της αγοράς», έγραψαν οι εκλεγμένοι του NYSUT. «Αυτές οι προτεινόμενες αλλαγές δεν επιβάλλουν κόστη στα θιγόμενα συνταξιοδοτικά συστήματα και μπορεί, ανάλογα με τις μελλοντικές διακυμάνσεις της αγοράς, να επιτρέψουν μεγαλύτερες επενδυτικές αποδόσεις, με συνέπεια μεγαλύτερο όφελος στα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία τα χρόνια που έρχονται».

Ωστόσο, η Αμερικανή Ομοσπονδία των Δασκάλων (AFT) -η οποία είναι μια από τα δύο συνδικάτα ομπρέλα του NYSUT- πρόσφατα δημοσίευσε μια έκθεση αντιδρώντας σε αυτές τις επενδύσεις.

H πρόεδρος της AFT Ράντι Βάινγκάρντεν είπε ότι «τα ιδιωτικά ίδια κεφάλαια είναι συχνά μια παράκαμψη προς την αβεβαιότητα», προσθέτοντας ότι «η βιομηχανία απέτυχε να ταιριάξει τη ρητορική της με την πραγματικότητα και αντίθετα εισήγαγε αμέτρητα επενδυτικά ρίσκα που θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εξαλείψουμε.

Η απόφαση του NYSUT να επιδοκιμάσει τη νομοθεσία μπορεί και να έδωσε στους Δημοκρατικούς νομοθέτες, ιδιαίτερα στους προοδευτικούς, κάλυψη να ψηφίσουν για ένα νομοσχέδιο το οποίο θα μεταφέρει συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις αξίας δισεκατομμυρίων δολαριών σε ιδιωτικούς κολοσσούς. Η νομοθεσία ουσιαστικά πέρασε με ευρεία πλειοψηφία και με ελάχιστο διάλογο. Η Πολιτειακή Γερουσία ενέκρινε το νομοσχέδιο με ψήφους πενήντα έξι έναντι πέντε. Η ψηφοφορία στην ολομέλεια της βουλής δεν έχει ακόμα διεξαχθεί.

Οι ψήφοι ήρθαν αφότου η χρηματιστική, ασφαλιστική και κτηματομεσιτική βιομηχανία έριξε πάνω από 8 εκατομμύρια δολάρια στην πολιτική σκηνή της Νέας Υόρκης τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με τα στοιχεία από το Εθνικό Συμβούλιο για το Πολιτικό Χρήμα.

Οικονομικός Ελεγκτής υποστήριξε το νομοσχέδιο μετά από εκστρατεία κριτικής στη Γουόλ Στριτ

Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι το να ρίχνεις τα λεφτά των συνταξιούχων σε εναλλακτικές επενδύσεις έχουν ήδη κοστίσει στο μεγαλύτερο συνταξιοδοτικό ταμείο της Νέας Υόρκης, το αξίας 48 δις δολαρίων Συνταξιοδοτικό Σύστημα των Εργαζόμενων της πόλης της Νέας Υόρκης, 1 δις δολάρια σε επενδυτικούς τίτλους που χάθηκαν την περασμένη δεκαετία.

Εντούτοις, η νέα νομοθεσία στηρίχτηκε από τον δημόσιο οικονομικό ελεγκτή Μπραντ Λάντερ (D), η πάλαι ποτέ  κριτική για τα ίδια ιδιωτικά κεφάλαια επιδοκιμάστηκε τον περασμένο χρόνο από προοδευτικούς όπως η Γερουσιάστρια Ελίζαμπεθ Γουόρεν (D-MA) και το μέλος του Κογκρέσου Αλεξάνδρια Οκάσιο- Κόρτες (D-NY).

Ο Λάντερ, ο οποίος έλαβε πάνω από 115.000 χιλιάδες δολάρια σε χορηγίες από τον χρηματιστικό τομέα για την υποψηφιότητα του ως δημόσιος οικονομικός ελεγκτής, υποσχέθηκε κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του πώς δεν θα αναθεωρήσει τις θέσεις των συνταξιοδοτικών «ταμείων της πόλης με επικίνδυνους και κερδοσκοπικούς τίτλους συμπεριλαμβανομένων αντισταθμιστικών κεφαλαίων, ιδίων ιδιωτικών κεφαλαίων και ιδιωτικών κεφαλαίων ακίνητης περιουσίας.»

Ωστόσο, μόλις ανέλαβε καθήκοντα, ο Λάντερ κάλεσε το νομοθετικό σώμα να περάσει το νομοσχέδιο για τις εναλλακτικές επενδύσεις και να αυξήσει το πλαφόν της πολιτείας σε τέτοιες επενδύσεις υψηλού κινδύνου, υποστηρίζοντας πως «θα επιτρέψει στα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία της Νέας Υόρκης με σύνεση να επεκτείνουν το χαρτοφυλάκιό τους βασισμένα στις παρούσες συνθήκες της αγοράς και να αποκτήσουν δυνητικά μεγαλύτερες αποδόσεις ενώ θα διατηρούν ένα σταθερό και συνετό επίπεδο κινδύνου».

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…