Η νέα, «συγγνώμη» του Πρωθυπουργού για το σιδηροδρομικό δυστύχημα – μαζική δολοφονία δεκάδων ανθρώπων, κυρίως νέων, στα Τέμπη, ήταν υποκριτική και ταυτόχρονα προκλητική για το λαό και τη νεολαία, που διαδήλωναν μαζικά στους δρόμους, απαιτώντας δικαιοσύνη και απόδοση ευθυνών. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν αυτή η «συγγνώμη» του, συνοδεύτηκε από την αποπροσανατολιστική «δήλωσή» του ότι «φταίμε όλοι», κατά το «τα φάγαμε όλοι» του Θ. Πάγκαλου τον καιρό των μνημονίων, ουσιαστικά, αυτοακυρώθηκε, αφού σημαίνει άρνηση ανάληψης από τον ίδιο και την κυβέρνησή του κάθε πολιτικής ευθύνης για το μαζικό έγκλημα των Τεμπών.

Ταυτόχρονα, η στημένη φωτογράφηση εκφράσεων λύπης των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου αποδεικνύει ότι βασικός στόχος της κυβέρνησης Μητσοστάκη είναι η επικοινωνιακή – πολιτική διαχείριση του τραγικού γεγονότος, με τρόπο που θα εκτονώσει γρήγορα τον θυμό και την οργή του λαού. Όσα όμως επικοινωνιακά κόλπα και αν εφαρμόσει κυβέρνηση, τίποτε δεν θα είναι το ίδιο μετά το μαζικό έγκλημα στα Τέμπη.

Η αναφορά, επίσης, του Πρωθυπουργού σε «εργατοπατέρες» ήταν ξεδιάντροπη, όταν, πλέον, έχει γίνει γνωστό ότι οι συνδικαλιστικές οργανώσεις των σιδηροδρομικών εδώ και χρόνια προειδοποιούσαν εγγράφως με αγωνία, ακόμα και με εξώδικα προς τις διοικήσεις του ΟΣΕ και τους αρμόδιους Υπουργούς, για τις μεγάλες ελλείψεις στην ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών.

Τα αιτήματα να ανατραπούν οι πολιτικές των ιδιωτικοποιήσεων που εφάρμοσαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ,  να ακυρωθεί τώρα η εξευτελιστική σύμβαση ξεπουλήματος των 45 εκατομμυρίων ευρώ (που συνοδεύεται με 50 εκατομμύρια ευρώ ετήσια επιδότηση) της ΤΡΑΙΝΟΣΕ από το δημόσιο σε Ιταλική εταιρεία, να γίνει ο ΟΣΕ ενιαίος, δημόσιος, σύγχρονος και ασφαλής, να υπάρξει μία άλλη πολιτική, που θα εξυπηρετεί τις κοινωνικές ανάγκες και όχι τα κέρδη των οικονομικών ολιγαρχών, αποκτούν με δραματικό τρόπο μία νέα επικαιρότητα και πειστικότητα.

Οι κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας του λαού και της νεολαίας και οι δύο πανεργατικές πανελλαδικές απεργίες ενάντια, κυρίως στην κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά και συνολικά στις συστημικές μνημονιακές πολιτικές δυνάμεις (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ), που κυβέρνησαν τον τόπο και τεμάχισαν, ξεπούλησαν ή διέλυσαν και εγκατέλειψαν στην τύχη τους τις υποδομές του πρώην ενιαίου δημόσιου ΟΣΕ, γεννούν μία νέα ελπίδα. Παραπέμπουν από άποψη μαζικότητας και μαχητικότητας στις μεγάλες αντιμνημονιακές λαϊκές κινητοποιήσεις του 2010 – 2012. Αντανακλούν βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες. Αποτυπώνουν μία νέα κοινωνική δυναμική και βαθειά ρήγματα στην κοινωνία. Επίσης, συμπυκνώνουν και άλλα υπαρκτά ρεύματα δυσαρέσκειας του λαού και τη νεολαίας για την ακρίβεια και τη διάχυτη φτώχεια, για τους χαμηλούς μισθούς και συντάξεις, για την υψηλή ανεργία και την επέκταση της επισφαλούς, κακοπληρωμένης και πολλές φορές ανασφάλιστης εργασίας, για τη διάλυση και εμπορευματοποίηση της δημόσιας υγείας, για την αύξηση των κοινωνικών αδικιών και ανισοτήτων, για την αυταρχική κατασταλτική αντιμετώπιση των αιτημάτων και των αγώνων της νεολαίας για τα δικαιώματά της στην εκπαίδευση και στην εργασία και για ένα καλύτερο μέλλον.

Όλα αυτά δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μία νέα κρίση πολιτικής εκπροσώπησης, παρόμοιας με αυτή του 2012, και σε αναζήτηση νέων πολιτικών διεξόδων και πολιτικής εκπροσώπησης των κοινωνικών δυνάμεων – και ιδιαίτερα της νεολαίας – που βρίσκονται στους δρόμους των αγώνων. Το πώς αυτό θα εκφραστεί πολιτικά δεν έχει ακόμα αποτυπωθεί ως καθαρή τάση. Είναι ένα ζήτημα ανοικτό για το επόμενο διάστημα. Αναμφισβήτητα, όμως, το να έχουμε μαζική συμμετοχή του λαού και της νεολαίας στις κινητοποιήσεις δημιουργεί τις προϋποθέσεις για κοινωνική και πολιτική ριζοσπαστικοποίησή τους προς τα Αριστερά. Αρκεί, βέβαια, και η Αριστερά να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, που πλέον είναι διαφορετικές από αυτές πριν το μαζικό έγκλημα στα Τέμπη, που αποτελεί μία τομή στις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Οι δυνάμεις της αντιμνημονιακής Αριστεράς, οφείλουν, για να είναι πραγματικά χρήσιμες αυτή την περίοδο στο λαό και τη νεολαία, να συνυπάρχουν και να στηρίζουν τις τρέχουσες κινητοποιήσεις, αλλά και να συνεργαστούν στις βουλευτικές εκλογές. Διασφαλίζοντας την οργανωτική, πολιτική και ιδεολογική αυτοτέλεια τους και με βάση  ένα κοινό εναλλακτικό φιλολαϊκό πρόγραμμα ρήξης με το οικονομικό και πολιτικό κατεστημένο, τη λιτότητα και τον ευρωμονόδρομο, ανατροπής και θετικής διεξόδου. Μία τέτοια εκλογική συνεργασία όλων των δυνάμεων της αντιμνημονιακής Αριστεράς θα συμβάλει στη συγκρότηση μετεκλογικά ενός ισχυρού πόλου πραγματικής αντιπολίτευσης στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, από όποια κυβέρνηση και αν εφαρμόζονται.

Η συμφωνία για εκλογική συνεργασία των ΜΕΡΑ25, ΛΑΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, άλλων αριστερών δυνάμεων και ανένταχτων σε ένα μέτωπο Ρήξης, ανατροπής και αλλαγής, πρέπει και μπορεί να είναι το πρώτο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση και να στηριχτεί από τα μαχόμενα τμήματα του λαού και της νεολαίας. Για να γεννηθεί ξανά η ελπίδα ότι υπάρχει πολιτική διέξοδος, ότι υπάρχει εναλλακτική λύση ενάντια στο νεοφιλελευθερισμό, ότι υπάρχει δυνατότητα των κοινωνικών κινημάτων και της Αριστεράς να μάχονται και να νικούν. Εξάλλου ο Νίκος Καζαντζάκης το είπε με το δικό του τρόπο. «Μη καταδέχεστε να ρωτάτε, θα νικήσουμε θα νικηθούμε, πολεμάτε!».

 

* Ο Δημήτρης Στατούλης είναι Γραμματέας στη Λαϊκή Ενότητα-Ανυπότακτη Αριστερά

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…