Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και  πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να  έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.

Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών, καθώς και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:

  • Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
  • Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
  • Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ

Χρήστος Λάσκος

***

Η πρώτη μεταπολιτευτική κυβέρνηση -του γέρου Καραμανλή- κατηγορήθηκε για σοσιαλμανία από τους εργοδοτικούς κύκλους της εποχής γιατί εθνικοποίησε ένα μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον τραπεζικό τομέα. Αν το κοιτάζαμε από τη σημερινή οπτική, ο χαρακτηρισμός είναι ήπιος. Ο Καραμανλής τότε ήταν κάτι σαν «υπαρκτός κομμουνιστής».

Από αυτήν την άποψη, το τέλος της μεταπολίτευσης, που έχει επέλθει καμιά σαρανταριά φορές, με τελευταία αυτήν της εξάχνωσης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, σφραγίστηκε καθοριστικά από την αναστροφή αυτής της σοσιαλμανίας. Από τις αρχές του ’90 και, με μεγαλύτερη ορμή, με τον Σημίτη, οι αισχυντηλά αρχικά αναφερόμενες ως αποκρατικοποιήσεις, οι ιδιωτικοποιήσεις δηλαδή, έγιναν ο βασικός άξονας της οικονομικής πολιτικής όλων των μετέπειτα κυβερνήσεων.

Ενώ στην περίοδο 1990-1993 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ξεκινάει τη συγκεκριμένη ριζική αναστροφή και φτάνει στην ολοκλήρωση 13 ιδιωτικοποιήσεων με έσοδα 1.2% του ΑΕΠ, το πράγμα θα εκτοξευθεί επί «εκσυγχρονισμού». Οι κυβερνήσεις Σημίτη θα υλοποιήσουν 44 ιδιωτικοποιήσεις με έσοδα γύρω στο 10% του ΑΕΠ.

Μπορούμε να πούμε ανεπιφύλακτα πως ο βαλκανικός μας μπλερισμός ήταν ο βασικός προωθητής της νεοφιλελεύθερης ατζέντας στη χώρα μας -ο Μητσοτάκης δεν είχε προκάνει. Ιδιωτικοποίησε σημαντικά κομμάτια του δημόσιου τομέα, δημιούργησε σχέσεις με τον ιδιωτικό, που του εξασφάλιζαν εργολαβίες που παλιότερα ήταν στην αρμοδιότητα του δημοσίου, προώθησε τις ευέλικτες μορφές εργασίας και την «απασχολησιμότητα». Και εγκατέστησε μια σειρά επισφαλών σχέσεων στο δημόσιο τομέα. Επιπρόσθετα, οι «ανεξάρτητες αρχές» πολλαπλασιάστηκαν εντυπωσιακά, εξοβελίζοντας το δημόσιο από σημαντικότατες αρμοδιότητες ελέγχου και προγραμματισμού, ακόμα. Οι «ανεξάρτητες αρχές» αποτελούν αναγκαίες θεσμικές μορφές για την πλήρη επικράτηση και την προστασία των συμφερόντων του καπιταλιστικού τομέα.

Επιστρέφοντας στις ιδιωτικοποιήσεις, στη δεκαετία του ’90, η Ελλάδα υπήρξε δεύτερη σε ολόκληρη την ΕΕ μετά την Πορτογαλία. Είναι ενδεικτικό για την ένταση των ιδιωτικοποιήσεων πως αφορούσαν το 9% του ΑΕΠ, έναντι 3% στην Ολλανδία και 1% στη Γερμανία. Και μάλιστα, σε μια περίοδο, που η τελευταία «ενσωμάτωνε» στην οικονομία της την απολύτως κρατικοποιημένη οικονομία της πρώην ανατολικής Γερμανίας!

Ήταν τόσο «επιτυχής» αυτή η πολιτική που, το 2012, η Ελλάδα διέθετε έναν από τους μικρότερους, αν όχι τον μικρότερο, κρατικό επιχειρηματικό τομέα στην ΕΕ. Η Γερμανία, π.χ., έχει κρατικές τράπεζες, με τη μεγαλύτερη να ελέγχει το 40% του συστήματος, κρατικές τηλεπικοινωνίες, που, μάλιστα, αγόρασαν τον δικό μας ΟΤΕ και πληθώρα άλλων κρατικών επιχειρήσεων σε πολλούς κλάδους της οικονομίας.

Από τότε και έπειτα, όπως είναι γνωστό, ιδιωτικοποιήθηκαν σχεδόν τα πάντα -τρένα, αεροδρόμια, υποδομές και πολλά ακόμα. Ό,τι απέμεινε δε μπήκε στο περίφημο Υπερταμείο προς ρευστοποίηση, όποτε το απαιτούν οι ανάγκες αποπληρωμής του χρέους.

Στην πραγματικότητα, το ελληνικό κράτος έχει παραδοθεί ολοκληρωτικά στη βούληση των επιχειρηματιών.  Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της ιδιωτικοποίησης του ΟΣΕ, που ήρθε τραγικά στη δημόσια συζήτηση, έστω για λίγο, μετά το έγκλημα των Τεμπών: η εταιρία από το 2017 επιδοτείται ετησίως με 50 εκατ., για να εκτελεί συγκεκριμένα δρομολόγια, τα οποία δεν γνωρίζουμε, καθώς αποτελούν «κρατικό μυστικό». Οι όροι της σύμβασης ουδέποτε δημοσιεύτηκαν, κάτι που είναι από μόνο του κορυφαίο σκάνδαλο.

Με το 3ο Μνημόνιο, απέκτησε την ανεξαρτησία της (sic) η ΑΑΔΕ , η ΕΛΣΤΑΤ, το Υπερταμείο -στην πραγματικότητα τα δημόσια έσοδα, η στατιστική υπηρεσία και η δημόσια περιουσία τέθηκαν υπό τον απόλυτο έλεγχο των δανειστών ως εγγύηση για την αποπληρωμή του χρέους). Στην πραγματικότητα κατέστησαν μη αντιστρεπτές τις «μεταρρυθμίσεις» των δύο πρώτων Μνημονίων. Και ενεχυρίασαν την λίγη εναπομείνασα δημόσια περιουσία χωρίς κανένας να ξέρει με τι αποτιμήσεις, με ποιο κόστος.

Ειδικά για το Υπερταμείο η κυβέρνηση Τσίπρα, που το θέσμισε, ισχυρίζονταν, για καιρό, πως, ό,τι είχε περάσει σε αυτό παρέμενε στο δημόσιο. Πρόκειται, βέβαια, για ψέμα, μια και οι ίδιοι «δεσμεύονταν» στις εκλογές πως θα επαναφέρουν ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ στο κράτος!

Έχουμε, όμως, και το πόρισμα του, υπεράνω υποψίας για σοσιαλμανία, του Συμβουλίου της Επικρατείας, στις 4 Φεβρουαρίου 2022: «Η μεταβίβαση της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ στο Υπερταμείο είναι αντισυνταγματική, καθώς το Δημόσιο χάνει τον έλεγχο σε εταιρίες που παρέχουν υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, απολύτως ζωτικής σημασίας […] Επιπροσθέτως, η ΕΕΣΥΠ ΑΕ, νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου παρεμβαλλόμενο μεταξύ του Δημοσίου και της ΕΥΔΑΠ, επιδιώκει, προεχόντως, σκοπούς ταμειακούς και ταμιευτικούς. Το Υπερταμείο συστάθηκε ως ιδιότυπο νομικό πρόσωπο, με αντικείμενο ανάλογο των εταιριών «απόκτησης και ρευστοποίησης» και σκοπό να διαχειριστεί τα περιουσιακά στοιχεία επαγγελματικά και επιχειρηματικά προς επίτευξη του μέγιστου οικονομικού αποτελέσματος από την εκμετάλλευσή της με ποικίλους τρόπους».

Εκτός, όμως, από τις ευθείες ιδιωτικοποιήσεις, υπάρχουν και τα ΣΔΙΤ. Εδώ δεν έχουμε ιδιωτικοποιήσεις κρατικών επιχειρήσεων, αλλά ιδιωτικοποιήσεις εντός του κράτους, έτσι, ώστε, και ό,τι έχει ακόμη δημόσια νομική προσωπικότητα, να δουλεύει για λογαριασμό του επιχειρηματία. Δείτε πως αποτιμάει αυτήν την πλευρά, το, υπεράνω υποψίας για φιλοκρατική μεροληψία,   Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο:: «Δεν μπορούν [τα ΣΔΙΤ] να θεωρούνται οικονομικά βιώσιμη επιλογή για την κατασκευή δημόσιων υποδομών». Γι’ αυτό συστήνει στην Κομισιόν να σταματήσει τη συγχρηματοδότηση από κοινοτικούς πόρους μέχρι να επανεξεταστεί από το μηδέν το θεσμικό πλαίσιο. Μεταξύ 2000-2014 η ΕΕ διέθεσε 5.6 δις. για αυτοκινητοδρόμους στην Ελλάδα για 84 έργα ΣΔΙΤ. Το κόστος ανά χιλιόμετρο αυξήθηκε κατά 70%, ενώ το αντικείμενο των έργων μειώθηκε κατά 55%. Η πραγματική ιδιωτική δαπάνη στα ΣΔΙΤ, περί το 10%, ενώ το υπόλοιπο της «ιδιωτικής» χρηματοδότησης καλύπτεται από δάνεια με την εγγύηση του Δημοσίου κι από τα εκχωρημένα για δεκαετίες έσοδα των διοδίων.

Δεν μπορείτε να πείτε. Είναι αποδεδειγμένη η υπεροχή του ιδιωτικού τομέα, ιδίως, σε ό,τι αφορά τα συμφέροντά του

You May Also Like

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…