Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και  πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να  έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.

Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών, καθώς και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:

  • Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
  • Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
  • Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ

Χρήστος Λάσκος

***

Η παραγωγικότητα της εργασίας και η εξέλιξή της είναι ένας από τους σημαντικότερους δείκτες της «υγείας» και των προοπτικών μιας οικονομίας. Ο συνηθέστερος τρόπος για να την εκφράσουμε αριθμητικά είναι ως το πηλίκο της διαίρεσης του παραγόμενου στη διάρκεια μιας χρονιάς προϊόντος προς τον αριθμό των ετήσιων ωρών εργασίας (παραγωγικότητα = ΑΕΠ/ώρα εργασίας). Είναι αυτονόητο πως η παραγωγικότητα, μεταξύ άλλων, είναι συνδεδεμένη άμεσα τόσο με το τεχνολογικό επίπεδο της παραγωγής όσο και με την κατεύθυνση των επενδύσεων.

Η εξέλιξη της παραγωγικότητας, επομένως, είναι η σημαντικότερη, ίσως, παράμετρος της αναπτυξιακής προοπτικής μιας χώρας. Και μαζί, ο κατεξοχήν ποιοτικός δείκτης της εφαρμοζόμενης πολιτικής.

Η κυβέρνησή μας ακκίζεται πως βρισκόμαστε μπροστά στη διαμόρφωση μιας ισχυρής Ελλάδας. Την προηγούμενη φορά -επί Σημίτη-, που διακηρύχθηκε κάτι τέτοιο, είναι γνωστό πού πήγαμε τελικά. Μάλιστα, δεδομένου πως η ισχυρή Ελλάδα ήταν συνδεδεμένη με την γλυκοφιλούσα Ευρώπη, φάνηκε πόσο νουνεχείς ήταν όσοι την υπηρέτησαν.

Ας δούμε, λοιπόν, τι έγινε.

Η εργασιακή παραγωγικότητα στην Ελλάδα αυξήθηκε, μεταξύ 1994 και 2008, κατά 38%. Την ίδια περίοδο, η μόνη χώρα της ΕΕ, η οποία είχε καλύτερη επίδοση ήταν η Ιρλανδία με 43%. Όλες οι υπόλοιπες χώρες κατέγραφαν μικρότερη αύξηση. Χαρακτηριστικά, η Πορτογαλία 23%, η Γαλλία 16%, όσο και η Γερμανία, η Ισπανία και η Ιταλία μόλις 8%.

Σε απόλυτους αριθμούς, το 2008, η πρώτη χώρα του ΟΟΣΑ είχε διπλάσια παραγωγικότητα από την Ελλάδα και η Ελλάδα 3.5 φορές μεγαλύτερη από την τελευταία, ενώ άφηνε πίσω της 15 χώρες.

Πηγαίνοντας στην περίοδο 2009 με 2020, η πτώση ήταν στο εξωφρενικό 26%, κάνοντάς μας τους ασύγκριτα χειρότερους στην ΕΕ. Έτσι φτάσαμε σε ελάχιστη απόσταση από την τιμή του 1994!

Το 2020 η πρώτη χώρα του ΟΟΣΑ έχει τριπλάσια, πλέον, παραγωγικότητα από την Ελλάδα και η Ελλάδα ούτε 2 φορές αυτήν της τελευταίας. Πίσω της πια βρίσκονται μόνο τρεις χώρες, εκ των οποίων η Χιλή σύντομα θα την ξεπεράσει, αφήνοντάς την στην 35η θέση μεταξύ 37 χωρών.

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο, που πρέπει να συγκρατήσουμε είναι πως τα νούμερα εμφανίζονται ωραιοποιημένα, στο μέτρο που περιλαμβάνουν και την ασύλληπτη αύξηση της εντατικότητας της δουλειάς σε σχέση με τις περισσότερες από τις χώρες, που χρησιμοποιούνται για σύγκριση. Τα πράγματα, κοινώς, είναι πολύ χειρότερα από ό,τι οι δείκτες παρουσιάζουν.

Τόσο καλό, λοιπόν, μας έκαναν τα Μνημόνια.

Αν προσθέσουμε και την διαρκή απίσχναση του πάγιου κεφαλαιακού αποθέματος, που μας έχει απασχολήσει σε προηγούμενα “μαθήματα”, μαζί και την έλλειψη στοιχειωδώς επαρκών επενδύσεων -χωρίς καν να βάζουμε στην εξίσωση την ποιότητά τους-, σε μια οικονομία με επενδυτικό κενό πάνω από 120 δισεκατομμύρια -60% του ΑΕΠ!- όλες οι μεγαλοστομίες είναι, απλώς, φύκια.

Να πώς έχει το πράγμα για τις επενδύσεις, ως ποσοστό του ΑΕΠ, το έτος 2021.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Είναι προφανές πως η οικονομική κρίση -και, ακόμη περισσότερο η διαχείρισή της- έχει διαμορφώσει μια κατάσταση ακραίας ευαλωτότητας για την ελληνική οικονομία. Στο πρώτο φύσημα μιας νέας ύφεσης, θα την πάρει και θα την σηκώσει.

Η ελληνική άρχουσα τάξη είναι από τις εκμεταλλευτικότερες στον κόσμο. Όχι τώρα: από πάντα. Τώρα, όμως, το πράγμα ξέφυγε μια και ο παροξυσμός της εκμετάλλευσης έχει γίνει σχεδόν παθολογικός, εφόσον θέτει πλέον ζητήματα στοιχειώδους αναπαραγωγής της εργασιακής δύναμης.

Το τεράστιο ποσοστό υπεραξίας, βασιζόμενο αποκλειστικά στην εντατικοποίηση, τον αυταρχισμό του αφεντικού και την τρομοκρατία, δουλεύει σε αντίθετη κατεύθυνση από την αξιοποίηση καινοτομιών και την τεχνολογική αναβάθμιση της οικονομίας.

Επιπλέον, διαμορφώνοντας συνθήκες για πολύ υψηλά ποσοστά κέρδους, εκμηδενίζει το κίνητρο για τις απολύτως αναγκαίες διαρθρωτικές μεταβολές, που θα μεταβάλλουν ριζικά το θνησιγενές μοντέλο ανάπτυξης, που έχει ως «βαριά βιομηχανία» τον τουρισμό και «ραχοκοκαλιά» τους εντελώς αντιπαραγωγικούς μικρούς και μεσαίους «επιχειρηματίες».

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…