του Ezequiel Kopel *, Δημοσίευση Μάρτιος 2023, Πηγή: nuso.org

Οι μαζικές διαδηλώσεις κατά της δικαστικής μεταρρύθμισης στο Ισραήλ, θέτουν επί τάπητος την «ανελεύθερη» πορεία του κράτους με την πιο ακροδεξιά κυβέρνηση στην ιστορία του. Αλλά αυτή η διάβρωση της δημοκρατίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ενίσχυση της αποικιοκρατικής πολιτικής του Ισραήλ.

Οι τελευταίες εβδομάδες ήταν από τις πιο ζοφερές στην ιστορία του Ισραήλ που σήμερα κυβερνάται από έναν πρωθυπουργό –τον Μπενιαμίν Νετανιάχου– ο οποίος έχει συμμαχήσει με την ακροδεξιά. Ξεκίνησαν με δυσοίωνο τρόπο, με τη δολοφονία τεσσάρων Παλαιστινίων αμάχων, κατά τη διάρκεια επιχείρησης που πραγματοποιούσε ο ισραηλινός στρατός εναντίον ένοπλων παλαιστινιακών ομάδων στην πόλη Ναμπλούς. Ακολούθησε η προώθηση από την κυβέρνηση μιας δικαστικής μεταρρύθμισης που επιδιώκει να εξαλείψει τη διάκριση των εξουσιών, η κατάσταση συνεχίστηκε με την πυρπόληση μιας παλαιστινιακής πόλης μετά τη δολοφονία από ένοπλο παλαιστίνιο δύο  ισραηλινών εποίκων που περνούσαν από εκεί, και κατέληξε με πολιτική ανυπακοή ενάντια στην προαναφερθείσα δικαστική μεταρρύθμιση, σε επίπεδα που το κράτος του Ισραήλ δεν έχει ξαναδεί ποτέ στην ιστορία του. Ας κάνουμε όμως μια βήμα προς βήμα αναφορά στην πρωτοφανή χρονική στιγμή που περνάει το κράτος του Ισραήλ.

Ο νέος γύρος της έντασης ξεκίνησε την Τετάρτη 22 Φεβρουαρίου, όταν ο ισραηλινός στρατός μπήκε στην παλιά πόλη της Ναμπλούς (που σύμφωνα με τις συμφωνίες του Όσλο χαρακτηρίζεται ως περιοχή Α, δηλαδή υπό παλαιστινιακή δημοτική διοίκηση και ασφάλεια), όπου λειτουργεί μια τεράστια υπαίθρια αγορά ανάμεσα σε οθωμανικά ερείπια. Εκεί, ο στρατός σκότωσε 11 Παλαιστίνιους, επτά από τους οποίους ήταν μέλη μιας νέας αντάρτικης οργάνωσης (τρομοκρατικής σύμφωνα με τα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, τα οποία δεν κάνουν διάκριση μεταξύ των μαχητών που επιτίθενται στις στρατιωτικές δυνάμεις κατοχής και εκείνων που επιτίθενται σε αμάχους) που ονομάζεται Φωλιά των Λιονταριών.

Η επιχείρηση αυτή, κατά την οποία σκοτώθηκαν τέσσερα άτομα που δεν είχαν καμία συμμετοχή στην παλαιστινιακή ένοπλη ομάδα, δεν είχε θύματα από πλευράς Ισραηλινών. Λεπτομερής έρευνα των New York Times διαπίστωσε ότι δύο πολίτες πυροβολήθηκαν στην πλάτη (ένας από αυτούς είχε πετάξει πυροτεχνήματα στις ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις) και ότι δύο άλλοι –ένας 65χρονος άνδρας και ένα 16χρονο αγόρι– χτυπήθηκαν από ισραηλινές σφαίρες καθώς έφευγαν από τον τόπο της προσευχής. Ο ισραηλινός στρατός ενήργησε, εν ολίγοις, εναντίον μιας πολύ μικρής ένοπλης ομάδας (οι New York Times κάνουν λόγο για περίπου 30 μαχητές σήμερα), μέρα μεσημέρι και ενώ η αγορά της μεγαλύτερης πόλης της Δυτικής Όχθης ήταν γεμάτη από κόσμο. Οι Ισραηλινοί στρατιώτες χρησιμοποίησαν το Μεγάλο Τζαμί της Ναμπλούς ως κρυψώνα. Αυτό το κοκτέιλ δεν προμήνυε τίποτα διαφορετικό από μια βίαιη παλαιστινιακή απάντηση η οποία ήταν θέμα χρόνου.

Την επομένη των δολοφονιών στη Ναμπλούς, η Κνεσέτ –το μονοθάλαμο κοινοβούλιο του Ισραήλ– ενέκρινε τα δύο πρώτα νομοσχέδια που αφορούσαν το επίμαχο σχέδιο δικαστικής μεταρρύθμισης της σημερινής κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου, μετά από μια επειδοσιακή συζήτηση που διήρκεσε περισσότερες από έξι ώρες. Και τα δύο νομοσχέδια επικυρώθηκαν με 63 ψήφους έναντι 47.

Η κυβέρνηση Νετανιάχου επιδιώκει [με τη μεταρρύθμιση] να επιτρέψει την ανατροπή των αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου με απλή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, όπου η Δεξιά έχει μεγάλη πλειοψηφία. Η μεταρρύθμιση στοχεύει επίσης να δώσει στην κυβέρνηση μεγαλύτερο λόγο στον διορισμό των δικαστών. Περισσότερο από μια δικαστική μεταρρύθμιση, όσοι διαδηλώνουν μαζικά στους δρόμους, θεωρούν ότι πρόκειται για μια αλλαγή καθεστώτος με άμεσο στόχο την εγκαθίδρυση ενός αυταρχικού συστήματος.

Όμως όλη αυτή η διαδικασία έχει επίσης καταγγελθεί ως μια (όχι και τόσο) καλυμμένη προσπάθεια να παραχωρηθεί ασυλία στον σημερινό πρωθυπουργό –ο οποίος κατηγορείται για τρεις υποθέσεις διαφθοράς και απάτης– περιορίζοντας την εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ακυρώνει τους νόμους που θέλει να εισαγάγει η κυβέρνηση Νετανιάχου προκειμένου να μπορεί να παραμείνει στην εξουσία ακόμη και αν καταδικαστεί. Η κίνηση αυτή εκπληρώνει επίσης μια μακροχρόνια επιθυμία του κόμματος Θρησκευτικού Σιωνισμού –του κόμματος που εκπροσωπεί τους εβραϊκούς οικισμούς στη Δυτική Όχθη και τρίτου σε ψήφους στις τελευταίες ισραηλινές εκλογές–, να τερματιστεί αυτό που εδώ και χρόνια αποκαλούν «δικτατορία του Ανωτάτου Δικαστηρίου», καθώς το δικαστικό αυτό όργανο θέτει περιορισμούς στον εποικισμό των παλαιστινιακών εδαφών. Ο Simcha Rothman, αρχιτέκτονας της μεταρρύθμισης και κάτοικος του Pnei Keden –ενός «προκεχωρημένου φυλακίου» (αποικία που δεν έχει ακόμη νομιμοποιηθεί από το ισραηλινό κράτος)– το έθεσε ευθέως «Αυτοί (οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου) παρεμποδίζουν την κατοχή. Δεν είναι ότι έχουν θέση κατά της κατοχής. Όμως διαρκώς παρεμβαίνουν».

Το πογκρόμ της Χουγουάρα (Huwara)

Το βράδυ της Πέμπτης 23 Φεβρουαρίου, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ, υπέγραψε μια συμφωνία που εκχωρεί κυβερνητικές εξουσίες στη Δυτική Όχθη, σε ένα σώμα που θα έχει επικεφαλής τον υπουργό Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ (άλλον έναν σημαντικό ριζοσπάστη έποικο ηγέτη που κατοικεί στον οικισμό Kedumim).

Μόλις τεθεί σε εφαρμογή η συμφωνία, ο Σμότριχ θα γίνει de facto ο ισραηλινός κυβερνήτης της Δυτικής Όχθης, με εξουσίες που θα του επιτρέπουν να ελέγχει σχεδόν όλους τους τομείς της ζωής στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένου του σχεδιασμού, των κατασκευών και των υποδομών, στοχεύοντας να επεκτείνει τους οικισμούς και να ανακόψει κάθε παλαιστινιακή ανάπτυξη. Περισσότεροι από ένας παρατηρητές των εξελίξεων, περιγράφουν την κατάσταση αυτή σαν να βάζεις τον «λύκο να φυλάει τα πρόβατα».

Όμως η πιο ανησυχητική κατάσταση –και αυτή που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο– είναι  ότι αυτό το σχέδιο αποτελεί de facto προσάρτηση της Παλαιστινιακής Περιοχής Γ (όπου οι Ισραηλινοί έχουν τη δικαιοδοσία και ελέγχουν την ασφάλεια μιας μη συνεχόμενης περιοχής που καταλαμβάνει το 60% της Δυτικής Όχθης και όπου βρίσκονται όλοι οι ισραηλινοί εποικισμοί) μαζί με τη νομική καθιέρωση δύο συστημάτων για δύο πληθυσμούς που ζουν στο ίδιο έδαφος: οι Εβραίοι έποικοι θα υπάγονται στο Υπουργείο Οικονομικών, ενώ οι υπό κατοχή Παλαιστίνιοι θα παραμείνουν υπό τον έλεγχο της ισραηλινής στρατιωτικής εξουσίας. Το Ισραήλ έχει επιβάλει «ένα επίσημο, και ολοκληρωμένο καθεστώς απαρτχάιντ», ανέφερε εντιτόριαλ της Haaretz, σε μια αυστηρή προειδοποίηση όσον αφορά την πορεία του κατοχικού κράτους.

Το Σάββατο 25 Φεβρουαρίου, κατά τις ώρες της εβραϊκής αργίας του Σαββάτου, μασκοφόροι έποικοι από το «προκεχωρημένο φυλάκιο» Givat Ronen (προέκταση του οικισμού Har Bracha) κατέβηκαν στο παλαιστινιακό χωριό Μπουρίν και έκαψαν παλαιστινιακά αυτοκίνητα και περιουσίες. Σε μια εφιαλτική κατάσταση, η ένοπλη και ιδιωτική ασφάλεια του Givat Ronen έφτασε στο παλαιστινιακό χωριό με την υποστήριξη του ισραηλινού στρατού, για να περιορίσει μια πιθανή αντίδραση των κατοίκων του χωριού παρά για να σταματήσει τους βίαιους εποίκους. Η όλη κατάσταση –η τρομοκρατική επίθεση συν η προστασία των επιτιθέμενων– δεν έκανε τίποτα διαφορετικό από το να ρίξει λάδι στη φωτιά σε μια περιοχή της Δυτικής Όχθης όπου η κατάσταση είχε ήδη φουντώσει, όχι μόνο από την αιματηρή ισραηλινή επιχείρηση της Τετάρτης 22 Φεβρουαρίου αλλά και από τις συνεχείς επιθέσεις των πιο εξτρεμιστικών εποικισμών στην παλαιστινιακή επικράτεια: αυτούς που περιβάλλουν και από τις δύο πλευρές –στο όρος Ερμπάλ και στο όρος Γκεζιρίν– την πόλη της Ναμπλούς. Πρόκειται για την ιστορικά πιο μαχητική παλαιστινιακή πόλη, τη γενέτειρα των Ταξιαρχιών Μαρτύρων του Αλ Άκσα, της ομάδας που σκότωσε τους περισσότερους ισραηλινούς στρατιώτες κατά τη διάρκεια της δεύτερης ιντιφάντα.

Μια μέρα αργότερα, ως μια προαναγγελθείσα τραγωδία, ένας ένοπλος Παλαιστίνιος σκότωσε δύο νεαρούς εποίκους, κατοίκους του οικισμού Har Bracha, τους αδελφούς Hallel Yaniv και Yagel Yaniv, 21 και 19 ετών, οι οποίοι περνούσαν με το αυτοκίνητό τους από την παλαιστινιακή πόλη Χουγουάρα. Τα αίτια δεν έχουν αποσαφηνιστεί πλήρως, καθώς καμία παλαιστινιακή μαχητική ομάδα δεν ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση και ο δράστης (ο οποίος ήταν συμπαθών της Χαμάς) σκοτώθηκε σε επιχείρηση του ισραηλινού στρατού στην Τζενίν, το βράδυ της 7ης Μαρτίου. Ωστόσο, η τοποθεσία που επιλέχθηκε για την επίθεση δεν ήταν τυχαία: η Χουγουάρα είναι η μόνη παλαιστινιακή πόλη ή χωριό που εκτείνεται και στις δύο πλευρές της ισραηλινής οδού 60 – της οδού που συνδέει σχεδόν όλους τους εποικισμούς από τον νότο προς τον βορρά εντός της Δυτικής Όχθης. Το οικιστικό κέντρο έχει γίνει σκηνικό οργής και οι επιθέσεις των ισραηλινών εποίκων που κατοικούν σε αυτό το τμήμα της παλαιστινιακής επικράτειας (που οι θρησκευόμενοι Εβραίοι ονομάζουν Σαμάρια) είναι συνεχείς: Η Χουγουάρα είναι η μόνη αραβική πόλη την οποία οι Ισραηλινοί πρέπει να διασχίσουν για να φτάσουν στους εποικισμούς τους.

Εδώ και χρόνια είναι κοινό μυστικό ότι το κίνημα των εποίκων στη βόρεια Δυτική Όχθη, το πιο βίαιο και μεσσιανικό, επιδιώκει να κλείσει όλα τα εμπορικά καταστήματα και τα σπίτια της Χουγουάρα που είναι πάνω στον δρόμο με το σκεπτικό της ασφάλειας. Ωστόσο, τα σχέδιά τους αφορούν περισσότερο την επιθυμία για την πραγμάτωση μιας εθνοκάθαρσης παρά την προστασία της ζωής των παράνομων καταληψιών της περιοχής.

Χωρίς καθυστέρηση, χωρίς να περιμένουν την οποιαδήποτε έρευνα, σημαντικοί ηγέτες έποικοι, όπως ο Νταβίντι Μπεν Ζιόν αναπληρωτής επικεφαλής του Συμβουλίου της Σαμάρια, καλέσαν στο twitter να «σβήσουν» την παλαιστινιακή πόλη από τον χάρτη και να «μην δείξουν κανένα έλεος» στους Παλαιστίνιους.

Έξι ώρες αργότερα, μια ορδή ισραηλινών εποίκων εισέβαλε στην Χουγουάρα με σκοπό να καταστρέψει ότι έβρισκε μπροστά της. Ο ισραηλινός στρατός, ο οποίος γνώριζε ακριβώς τι σχεδίαζαν να κάνουν οι έποικοι στην Χουγουάρα καθώς η «εισβολή» είχε οργανωθεί δημόσια ώρες πριν, πρακτικά δεν έκανε τίποτα: παρά το κλείσιμο των τεσσάρων δρόμων διέλευσης οχημάτων που οδηγούσαν στην πόλη, επέτρεψε στους βίαιους εποίκους να εισέλθουν πεζοί και έμεινε άπραγος για ώρες, ενώ οι Ισραηλινοί έκαιγαν σπίτια και αυτοκίνητα με ανθρώπους μέσα και πετούσαν πέτρες στα ασθενοφόρα (υπάρχουν πολλά βίντεο που δείχνουν την ισραηλινή αστυνομία και τον στρατό να παρακολουθούν τις ρεβανσιστικές επιθέσεις χωρίς καν να παρεμβαίνουν).

Περισσότεροι από 120 άνθρωποι τραυματίστηκαν, συμπεριλαμβανομένου ενός Παλαιστίνιου με σοβαρό τραύμα στο κεφάλι, ο οποίος νοσηλεύεται αυτή τη στιγμή σε νοσοκομείο της Ναμπλούς. Σκοτώθηκε επίσης ο Sameh Aqtash, 37 ετών, Παλαιστίνιος από το κοντινό χωριό Za’atara, εργαζόμενος σε ανθρωπιστική οργάνωση, ο οποίος είχε πρόσφατα επιστρέψει από την Τουρκία όπου είχε βοηθήσει τους σεισμόπληκτους. Δεν είναι ακόμη σαφές αν τον πυροβόλησαν έποικοι ή στρατιώτες. Για να κλείσει μια τραγική μέρα στην ισραηλινή αλλά και στην εβραϊκή ιστορία, αφού έβαλαν φωτιά στη Χουγουάρα, μια μεγάλη ομάδα των επιτιθέμενων εποίκων τέλεσε –με σαφή στρατιωτική άδεια– τη  νυχτερινή προσευχή ενώ η πόλη είχε τυλιχθεί στις φλόγες. Μετά το τέλος της επίθεσης –η οποία επαναλήφθηκε  λίγες μέρες αργότερα– συνελήφθησαν μόνο οκτώ άτομα και σήμερα όλοι είναι ελεύθεροι, εκτός από δύο που παραμένουν σε κατ’ οίκον περιορισμό.

Το βίαιο αυτό γεγονός χαρακτηρίστηκε αμέσως ως πογκρόμ. Ο όρος εφαρμόστηκε για πρώτη φορά στις βίαιες επιθέσεις του όχλου, που μερικές φορές υποστηρίζονταν από κρατικές δυνάμεις, εναντίον εβραϊκών κοινοτήτων στην τσαρική αυτοκρατορία του 19ου αιώνα. Χρησιμοποιήθηκε επίσης για να περιγράψει άλλες παρόμοιες αντισημιτικές θηριωδίες, όπως η Νύχτα των Κρυστάλλων, στη ναζιστική Γερμανία το 1938. Στο άκουσμα της λέξης «πογκρόμ» που συνδέθηκε με τα γεγονότα στη Χουγουάρα, πολλοί Εβραίοι ξεσηκώθηκαν, εξοργισμένοι περισσότερο από τη χρήση της λέξης παρά από τις καταστροφές που διαπράχθηκαν, διαμαρτυρόμενοι ότι ο όρος θα έπρεπε να εφαρμόζεται μόνο σε επιθέσεις εναντίον Εβραίων.

Ο υποστράτηγος Yehuda Fuchs, επικεφαλής της Κεντρικής Διοίκησης του ισραηλινού Στρατού και υπεύθυνος για τις μονάδες και τις ταξιαρχίες που βρίσκονται στη Δυτική Όχθη, πιθανότατα τα γνώριζε ήδη όλα αυτά, ωστόσο, παρά τις διαμαρτυρίες καταδίκασε τη βία στην Χουγουάρα ακριβώς ως «πογκρόμ». Επίσης, πολυάριθμα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης της κεντροδεξιάς εφημερίδας Jerusalem Post, αναφέρθηκαν στο γεγονός με τον ίδιο χαρακτηρισμό. Λίγες ημέρες αργότερα, σε συνέδριο της ισραηλινής εφημερίδας, ο υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ επιβεβαίωσε την άποψή του όταν ρωτήθηκε γιατί είχε κάνει like στο tweet που καλούσε σε «εξόντωση» της Χουγουάρα: «Οι κάτοικοι της Χουγουάρα πρέπει να εξοντωθούν. Νομίζω ότι αυτό πρέπει να το κάνει το κράτος του Ισραήλ. Δεν είναι θέλημα Θεού αυτό να γίνεται από ιδιώτες», δήλωσε ο Ισραηλινός υπουργός Οικονομικών και μελλοντικός «κυβερνήτης» της Δυτικής Όχθης.

Κατά του «κρατικού πραξικοπήματος»

Το ζοφερό πανόραμα συνεχίστηκε και την Τετάρτη 1η Μαρτίου με την ισραηλινή αστυνομία να επιτίθεται κατά των ανθρώπων που διαδήλωναν στο Τελ Αβίβ ενάντια στη δικαστική μεταρρύθμιση και υπέρ της δημοκρατίας, ρίχνοντας χειροβομβίδες κρότου λάμψης, χρησιμοποιώντας κανόνια νερού και έφιππη αστυνομία κατά τη διάρκεια μιας «ημέρας γενικής αναστάτωσης», με βίαιες σκηνές που δεν έχουν παρατηρηθεί στο Ισραήλ εδώ και πολύ καιρό.

Την ίδια ημέρα, με επιστολή που υπογράφουν οι πρώην αρχηγοί του ισραηλινού Στρατού Ehud Barak (επίσης πρώην πρωθυπουργός), Moshe Yaalon και Dan Halutz, οι πρώην αρχηγοί της Shin Bet (υπηρεσία πληροφοριών και εσωτερικής ασφάλειας) Nadav Argaman, Yuval Diskin, Carmi Gillon και Jacob Perry, ο πρώην αρχηγός της Μοσάντ Tamir Pardo, μεταξύ πολλών άλλων, ζήτησαν από τον ισραηλινό πρόεδρο Ισαάκ Χέρτζογκ να λάβει άμεσα μέτρα για τη σύγκληση Συντακτικής Συνέλευσης με στόχο την προστασία της ισραηλινής δημοκρατίας, χαρακτηρίζοντας τις κινήσεις της κυβέρνησης να υπονομεύσει την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης ως «πραξικόπημα που απειλεί να μετατρέψει το Ισραήλ σε μια de facto δικτατορία».

Ακριβώς μία εβδομάδα αργότερα, όλοι οι εν ζωή πρώην διοικητές της Πολεμικής Αεροπορίας του Ισραήλ –της ελίτ των Ενόπλων Δυνάμεών του– κάλεσαν τον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου να σταματήσει κάθε νομοθεσία που αποσκοπεί σε ένα «συνταγματικό πραξικόπημα» και «να βρει μια λύση στην κατάσταση το συντομότερο δυνατό». Μία ημέρα νωρίτερα, 37 από τους 40 εφέδρους πιλότους της 69ης Μοίρας της Πολεμικής Αεροπορίας (η οποία χειρίζεται προηγμένα αεροσκάφη F-15 που χρησιμεύουν ως βραχίονας σε οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση μεγάλου βεληνεκούς), δήλωσαν ότι δεν θα προσέλθουν στην προγραμματισμένη εκπαίδευση, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για το «δικαστικό πραξικόπημα» της κυβέρνησης.

Η τρέχουσα κρίση δείχνει ότι το Ισραήλ χρειάζεται βαθιές μεταρρυθμίσεις, όχι αυτές που προτείνει η σημερινή κυβέρνηση, αλλά ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση. Το Ισραήλ στερείται, από την ίδρυσή του, ένα Σύνταγμα που να περιέχει μια Χάρτα δικαιωμάτων και εγγυήσεων και να εγγυάται και να προστατεύει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Αυτή η απουσία έχει αφήσει την κατανομή των κρατικών εξουσιών απροστάτευτη απέναντι σε μια νομοθετική επίθεση της φύσης που βλέπουμε σήμερα. Η δικαστική «μεταρρύθμιση» ή «πραξικόπημα» και οι υποστηρικτές της, δεν είναι ωστόσο κάτι ξεχωριστό από το σχέδιο εποικισμού της Δυτικής Όχθης. Μια νίκη αυτού του στρατοπέδου θα οδηγήσει αναμφίβολα σε εμβάθυνση της κατοχής και του εποικισμού των παλαιστινιακών εδαφών μέχρι του σημείου προσάρτησης μέρους αυτών.

Οι δύο αυτοί στόχοι δεν κινούνται σε ξεχωριστά μονοπάτια αλλά αποτελούν μέρος της ίδιας διαδρομής. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν τόλμησε ποτέ να αποφανθεί ότι η πολιτική κατοχή της Δυτικής Όχθης είναι «παράνομη», αλλά πέτυχε να περιορίσει εν μέρει τις επεκτατικές επιθυμίες, αποφασίζοντας ότι το κράτος του Ισραήλ δεν μπορεί να καταλαμβάνει ιδιωτική παλαιστινιακή γη (κάτι που δεν ισχύει για τη δημόσια γη) για να αναπτύσσει το αποικιακό του σχέδιο στη Δυτική Όχθη.

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες, περισσότερο από το μισό του ισραηλινού πληθυσμού ψηφίζει κόμματα που δηλώνουν ανοιχτά ότι στόχος τους είναι να εποικίσουν παλαιστινιακή γη, καθιστώντας ανέφικτο τον προσδιορισμό ενός άλλου λαού και τη λύση των «δύο κρατών για δύο λαούς» (Εβραίους και Παλαιστίνιους). Είναι αλήθεια ότι, εν μέσω της στρατιωτικής κατοχής, έχουν αναδυθεί σημαντικές ισλαμικές φονταμενταλιστικές οργανώσεις που επιδιώκουν να καταστρέψουν το Ισραήλ και την εβραϊκή εθνική αυτοδιάθεση, αλλά είναι επίσης αδύνατο να αγνοήσουμε ότι το μεγαλύτερο κόμμα του Ισραήλ, το Λικούντ, από το 1977, δηλώνει ανοιχτά στην πολιτική του πλατφόρμα ότι ο εποικισμό της Δυτικής Όχθης και ο αποκλεισμός της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτους αποτελούν πρωταρχικούς του στόχους.

Αστυνομικό κράτος

Το Ισραήλ μπορεί να επικαλείται νόμιμη αυτοάμυνα απέναντι στις βίαιες επιθέσεις ριζοσπαστικών θρησκευτικών ισλαμικών οργανώσεων όπως η Χαμάς ή πιο κοσμικών εθνικιστών, αλλά η εγκατάσταση 700.000 ανθρώπων σε ξένο έδαφος μαζί με όλα τα εκατομμύρια δολάρια που επενδύονται στους οικισμούς, εξηγεί ότι η σχέση με τους Παλαιστίνιους –ως κατεχόμενο έδαφος– απέχει πολύ από το να αποτελεί ένα απλό πρόβλημα άμυνας ή διαβίωσης. Εκτός αν, και μόνο αν, η ισραηλινή διαβίωση βασίζεται στην άρνηση των εθνικών δικαιωμάτων ενός άλλου λαού. Ήταν αδύνατο να σκεφτεί κανείς τον πρώιμο σιωνισμό χωρίς να εξετάσει τον διωγμό των Εβραίων, αλλά είναι όλο και πιο δύσκολο να σκεφτεί κανείς τον σιωνισμό σήμερα χωρίς να τονίσει τον εποικισμό και την κατοχή που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι.

Ο Ισραηλινός φιλόσοφος, χημικός και ορθόδοξος Εβραίος Yeshayahu Leibowitz το είχε ήδη διατυπώσει γραπτώς σε ένα δοκίμιο του 1968: «Η κυριαρχία επί των κατεχόμενων εδαφών θα έχει κοινωνικές επιπτώσεις. Ένα κράτος που κυριαρχεί σε έναν εχθρικό πληθυσμό θα μετατραπεί σε αστυνομικό κράτος με ότι αυτό συνεπάγεται για την εκπαίδευση, την ελευθερία του λόγου και τους δημοκρατικούς θεσμούς. Η χαρακτηριστική διαφθορά που μαστίζει ένα αποικιακό καθεστώς θα επικρατήσει και στο κράτος του Ισραήλ».

Σήμερα, η προφητεία του τότε συκοφαντημένου Leibowitz ακούγεται πιο αληθινή από ποτέ. Με το 8% του ισραηλινού πληθυσμού να ζει σε παλαιστινιακό έδαφος, η λύση «δύο κράτη για δύο λαούς» –που απαιτεί την εκκένωση των εποίκων– είναι πρακτικά αδύνατη. Ωστόσο, εξακολουθεί να αποτελεί τη μόνη βιώσιμη εναλλακτική λύση, με επιτόπια υποστήριξη, για την επίλυση της ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης (η ιδέα του ενός κράτους για όλους είναι περισσότερο μια πρόταση ξένων παρατηρητών παρά η προτιμώμενη εναλλακτική λύση από τους δύο πληθυσμούς).

Εν τω μεταξύ, η ισραηλινή κυβέρνηση αντιμετωπίζει τους Εβραίους-Ισραηλινούς αντιπάλους της όπως αντιμετωπίζει τους Παλαιστίνιους εδώ και δεκαετίες. Μετά από 56 χρόνια στρατιωτικής κατοχής των Παλαιστινίων, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ό,τι αρχίζει στη Δυτική Όχθη, καταλήγει στο Ισραήλ. Δεν μπορείς να διατηρείς για μισό αιώνα μια δημοκρατία για τους δικούς σου πολίτες παράλληλα με μια στρατιωτική δικτατορία για όσουν δεν ανήκουν σ΄ αυτή την κατηγορία και το γεγονός αυτό να μην προκαλεί εσωτερικές συνέπειες.

Το Ισραήλ κατάφερε να αποφύγει τα επακόλουθα για μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά τώρα ήρθε η ώρα της αλήθειας: δημοκρατία ή κατοχή.

Ένα Ισραήλ χωρίς εποικισμούς ή ένα Ισραήλ στο οποίο ο «νόμος» των εποικισμών καταλαμβάνει σιγά σιγά ολόκληρη τη χώρα. Οι ισραηλινοί φιλελεύθεροι που πιστεύουν ότι ανατρέποντας τη μεταρρύθμιση (ή δικαστικό πραξικόπημα) θα καταφέρουν να διατηρήσουν το status quo, κάνουν λάθος: ενώ επιδιώκουν να επιτύχουν μια «συναίνεση» που θα βασίζεται σε μια ρύθμιση περιορισμένων δικαιωμάτων για τους Παλαιστίνιους Άραβες και απόλυτης ελευθερίας για τους Ισραηλινούς Εβραίους, το ισραηλινό «ανελεύθερο» κίνημα –που αναπτύχθηκε εν μέσω του εποικισμού της Δυτικής Όχθης– τα θέλει όλα και δεν σκοπεύει να σταματήσει.

Δεν υπάρχει καμία δυνατή θεραπεία για ένα Ισραήλ που δεν θέλει να αντιμετωπίσει την πραγματική αιτία του προβλήματος. Ο ισραηλινός πληθυσμός μπορεί να απομακρύνει ή να μην απομακρύνει τη σημερινή κυβέρνηση αλλά αν δεν αντιμετωπίσει τον πραγματικό «ελέφαντα στο δωμάτιο» λίγα πράγματα θα αλλάξουν. Και όλα αυτά θα είναι ένα ακόμη βήμα για να σβήσει το κυρίαρχο όνειρο του σιωνισμού του χθες: ένα εβραϊκό και δημοκρατικό κράτος.

Οι Εβραίοι, επί αιώνες, δεν διέπρατταν σφαγές εναντίον κανενός, όχι επειδή ήταν καλύτεροι από άλλους ανθρώπους αλλά επειδή, ως μια συνήθως διωκόμενη ομάδα χωρίς καμία κυριαρχία, είχαν περιορισμένη πρόσβαση στην εξουσία. Ο σιωνισμός επεδίωξε να θέσει τέλος σε αυτή την κατάσταση. Ήταν ένα ευρύ κίνημα που μπορούσε να χωρέσει σοσιαλιστές, εργατικούς, θρησκευόμενους, ακόμη και δεξιούς ριζοσπάστες, όπως οι Moshe Sharret, Ze’ev Jabotinsky, Haim Oron, Itamar Ben Gvir, Pinhas Sapir, Hanan Porat.

Σήμερα οι μισοί Εβραίοι του κόσμου ζουν σε ένα κυρίαρχο κράτος ως Ισραηλινοί και πρέπει να κριθούν από τις πράξεις τους –εγκληματικές ή σύμφωνες με τον νόμο, δημοκρατικές ή αντιδημοκρατικές–, όπως και οι άλλοι λαοί όταν διαπράττουν αυτές τις φρικαλεότητες. Αυτό μας οδηγεί να σκεφτούμε ξανά την τόσο χειραγωγημένη σήμερα έννοια του «νέου αντισημιτισμού» όταν αναφερόμαστε στο Ισραήλ: τον ισχυρισμό ότι ένα κυρίαρχο και ισχυρό κράτος συνεχίζει να είναι μια διωκόμενη μειονότητα ασφαλής από την οποιαδήποτε κριτική. Βλέποντας τους Εβραίους να διαπράττουν πογκρόμ συνειδητοποιείς ότι ο Σιωνισμός ίσως να έχει μεγάλη επιτυχία όσον αφορά την εκπλήρωση του πιο τολμηρού ονείρου του: να ομαλοποιήσει το καθεστώς του εβραϊκού λαού. Αλλά αυτό θα μπορούσε να είναι, ταυτόχρονα, μια πύρρειος νίκη.

* Ezequiel Kopel : Από το 2003 εργάζεται ως ανταποκριτής για διάφορα έντυπα μέσα ενημέρωσης στη Μέση Ανατολή. Είναι συγγραφέας του βιβλίου La disputa por el control de Medio Oriente. Desde la caída del Imperio Otomano hasta el surgimiento del Estado Islámico (Eduvim, Buenos Aires, 2016).

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…