Ο Σαντιάγο Αμπασκάλ κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο φεστιβάλ #Viva22 του Vox την Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022. (Φωτογραφία: Europa Press via Getty Images)

Εν μέσω εσωτερικής κρίσης και πτώσης στις δημοσκοπήσεις, το Vox –το ισπανικό ακροδεξιό κόμμα– πραγματοποίησε την ετήσια γιορτή του μαζί με μεγάλο μέρος της παγκόσμιας Ακροδεξιάς, συμπεριλαμβανομένων αρκετών ηγετών της Λατινικής Αμερικής. Έχει μέλλον αυτή η αντιδραστική Διεθνής;

Πηγή: Jacobin Latin America (12.10.2022) | Μετάφραση: Α.Λ.,

Οι διεθνείς δεσμοί των ακροδεξιών κομμάτων και κινημάτων συχνά αποτελούν ένα δύσκολο θέμα. Εδώ και αρκετό καιρό, η ισπανική Ακροδεξιά διερευνά στρατηγικές για να ηγηθεί και να καθοδηγήσει τις διάφορες ακροδεξιές δυνάμεις στη Λατινική Αμερική.

Στα τέλη του 2021, το Vox, το ισπανικό ακροδεξιό κόμμα, ανακοίνωσε τη δημιουργία του Φόρουμ της Μαδρίτης, μια πρωτοβουλία που δημιουργήθηκε από το Ίδρυμα Disenso –την  κύρια δεξαμενή σκέψης του κόμματος του Σαντιάγο Αμπασκάλ– με τη φιλοδοξία να δημιουργήσει έναν διεθνή χώρο συνάντησης των δεξιών δυνάμεων που βρίσκονται εντός των γεωγραφικών ορίων αυτού που το Vox αποκαλεί «Ιβηρόσφαιρα», μια εφεύρεση στα μέτρα του κόμματός του, ο ορισμός της οποίας δεν υπάρχει σε κανένα λεξικό.

Όμως, η επιδίωξη του Vox να γίνει σημείο αναφοράς για την ισπανόφωνη Ακροδεξιά, δεν αποτελεί καθόλου έκπληξη και ανταποκρίνεται με μάλλον γραμμικό τρόπο στην κλασική ιδέα του ισπανικού συντηρητισμού: αυτοκρατορική νοσταλγία για μια πρώην μητρόπολη που έπεσε σε δυσμένεια. Το αποτέλεσμα του πρώτου έτους του Φόρουμ της Μαδρίτης ήταν, τουλάχιστον, διφορούμενο. Ενώ ο Εδουάρδο Μπολσονάρου (Eduardo Bolsonaro, γιός του Χαϊρ Μπολσονάρου), ο Χοσέ Αντόνιο Καστ (José Antonio Kast), ο Χαβιέρ Μιλέι (Javier Milei) και ορισμένα ηγετικά στελέχη του μεξικανικού Κόμματος Εθνικής Δράσης (Partido Acción Nacional-PAN) προσχώρησαν στην πρωτοβουλία υπογράφοντας την Χάρτα της Μαδρίτης, άλλα κόμματα και στελέχη της λατινοαμερικάνικης Δεξιάς αποφάσισαν να αντιμετωπίσουν το ισπανικό κάλεσμα «ενάντια στην προέλαση της ακροαριστεράς» πιο προσεκτικά.

Η περίπτωση της Κέικο Φουχιμόρι (Keiko Fujimori) είναι αρκετά ενδεικτική. Παρά τη δημόσια συνάντησή της με τους ηγέτες του Vox, η τότε ηγέτιδα της Λαϊκής Δύναμης (Fuerza Popular) και υποψήφια για την προεδρία του Περού, δεν υπέγραψε την Χάρτα της Μαδρίτης. Ο λόγος είναι σαφής: στα μάτια της Κέικο, το Vox δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα κόμμα της αντιπολίτευσης που αντικειμενικά βρισκόταν μακριά από την εξουσία. Έτσι, η Κέικο κατάλαβε ότι μια πολύ βαθιά σχέση με το Vox θα μπορούσε να της παίξει ένα άσχημο παιχνίδι όταν θα επιδίωκε την υποστήριξη της ευρωπαϊκής πλειοψηφικής Δεξιάς, αν κατάφερνε να κερδίσει την προεδρία. Από την ίδια οπτική γωνία μπορεί να αναλυθεί και η σχέση του Μαουρίσιο Μάκρι με το ισπανικό Λαϊκό Κόμμα (Partido Popular), η οποία διατηρήθηκε διαχρονικά παρά τη ριζοσπαστικοποίηση του πρώην προέδρου της Αργεντινής και την πολύ πιο μετριοπαθή εικόνα με την οποία ο Αλμπέρτο Φεϊχόο, ο νέος πρόεδρος του Λαϊκού Κόμματος, επιδιώκει να αποκαταστήσει τους δεσμούς με το εκλογικό σώμα.

Η παρουσία του Vox στη Λατινική Αμερική πυροδότησε μια σειρά εντάσεων μεταξύ των ίδιων των συντηρητικών της Λατινικής Αμερικής: στο Μεξικό, η υπογραφή της Χάρτας της Μαδρίτης από τον γερουσιαστή του PAN Χουλέν Ρεμεντερία (Julen Rementería), πυροδότησε μια εσωτερική αναταραχή που κατέληξε με την αποπομπή από το κόμμα του διοργανωτή της εκδήλωσης που διοργανώθηκε μαζί με το Vox και με τη δημοσίευση ενός εγγράφου από την εθνική επιτροπή του PAN που αρνιόταν οποιονδήποτε θεσμικό δεσμό με την ισπανική Ακροδεξιά, αναγνωρίζοντας ότι ο μόνος εταίρος του στην Ισπανία ήταν το Λαϊκό Κόμμα.

Από την άλλη πλευρά, ούτε η προσγείωση του Vox στη Λατινική Αμερική γίνεται σε καλή στιγμή: οι νίκες του Πέδρο Καστίγιο, αλλά κυρίως η νίκη του Γκουστάβο Πέτρο στην Κολομβία –την πρώτη χώρα της περιοχής που επισκέφθηκε ο ίδιος ο Αμπασκάλ στο πλαίσιο του λανσαρίσματος του Φόρουμ της Μαδρίτης– κατέρριψαν τις προσδοκίες των Ισπανών ακροδεξιών για μια ταχεία «καφέ χιονοστιβάδα» στην περιοχή.

Είναι επίσης χρήσιμο να σημειωθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανταγωνιστικών συντηρητικών κομμάτων στη Λατινική Αμερική συνδέονται διεθνώς με τη Διεθνή Δημοκρατική Ένωση (Unión Internacional Demócrata) – το Propuesta Republicana (PRO) στην Αργεντινή, το Movimiento Creando Oportunidades (CREO) στο Εκουαδόρ, το Movimiento Demócrata Social (MDS) και το Acción Democrática Nacionalista (ADN) στη Βολιβία, το Partido Nacional στην Ονδούρα και το Partido Colorado στην Παραγουάη, μεταξύ άλλων. Επίσης, ότι το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα έχει τον μεγαλύτερο αριθμό μελών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με ενταγμένα σ’ αυτό κόμματα όπως το γερμανικό Unión Demócrata Cristiana (CDS), το ισπανικό Partido Popular, το αυστριακό Partido Popular και το ελληνικό κόμμα της Νέας Δημοκρατίας – στο  οποίο πρέπει να προστεθεί και το βρετανικό Partido Conservador, το οποίο βρίσκεται πλέον εκτός Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αλλά εντός της Διεθνούς Δημοκρατικής Ένωσης. Μια μαζική αλλαγή της διεθνούς ένταξης θα έπρεπε να έχει κάποια πιο στέρεη αιτιολόγηση από μια στιγμιαία «έκρηξη» στις εκλογικές επιδόσεις ορισμένων ακροδεξιών κομμάτων.

Παρά τις προσδοκίες, μια δεκαετία μετά την οικονομική κρίση, πολλά από τα παραδοσιακά κόμματα της Ευρώπης κατάφεραν να σταθούν ξανά στα πόδια τους, εκτός από μερικές μεμονωμένες περιπτώσεις που φαίνεται να αποτελούν εξαιρέσεις. Στην περίπτωση της Ιταλίας, για παράδειγμα, η απλή και ξεκάθαρη εξαφάνιση της Κεντροδεξιάς δεν ήταν αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008, αλλά μια μακρά διαδικασία που ξεκίνησε με την πτώση της πρώτης δημοκρατίας το 1994 και την αποσύνθεση της Χριστιανοδημοκρατίας, η οποία άφησε ένα μεγάλο «κενό» χώρο για την πολιτική εκπροσώπηση της ιταλικής Δεξιάς, που σήμερα καλύπτεται από διάφορα πρόσωπα της ακροδεξιάς.

Με βάση τα παραπάνω, η στρατηγική του Vox για την «Ιβηρόσφαιρα» φαίνεται να έχει αλλάξει: αν με το Φόρουμ της Μαδρίτης προσπάθησε να γίνει το κεντρικό σημείο αναφοράς για όλα τα συντηρητικά κόμματα, τώρα φαίνεται να προσπαθεί να επαναπροσδιορίσει την προσέγγισή του και να διεκδικήσει μόνο την ηγεσία της ισπανόφωνης ακροδεξιάς. Ακόμα κι έτσι, αναδύεται ένα κεντρικό ερώτημα: αυτός ο «ελάχιστος» στόχος είναι εφικτός;  Μπορεί η παγκόσμια ακροδεξιά να συναντηθεί και να εδραιωθεί προγραμματικά σε υπερεθνική κλίμακα; Το ετήσιο φεστιβάλ του Vox, #Viva22, μπορεί να βοηθήσει να σκεφτούμε αυτό το ερώτημα.

Προβλήματα από την Ισπανία του #Viva22

Το φεστιβάλ #Viva22, η σημαντικότερη συνάντηση της χρονιάς που διοργάνωσε το Vox, ανέδειξε τις σοβαρές δυσκολίες της Ακροδεξιάς να συσπειρωθεί σε διεθνή κλίμακα. Αυτή η δυσκολία δεν είναι καινούργια ούτε στο εσωτερικό της Ακροδεξιάς – για να εντοπίσει κανείς τις διακρατικές εντάσεις που εκδηλώνονται ανάμεσα στις ευρωπαϊκές ακροδεξιές, αρκεί να αναλύσει τις διαιρέσεις που υπάρχουν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου όλες οι προσπάθειες να «ενωθεί» η ακροδεξιά απέτυχαν.

Σήμερα, η Ακροδεξιά είναι διαχωρισμένη μεταξύ του Κόμματος Ταυτότητα και Δημοκρατία –όπου συμμετέχουν το Κόμμα Ελευθερίας της Αυστρίας (FPO), το Φλαμανδικό Ενδιαφέρον (VB), ο Εθνικός Συναγερμός (Λεπέν), η Λέγκα (Σαλβίνι), το πορτογαλικό κόμμα Chega! και η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD)– και  το Κόμμα των Ευρωπαίων Συντηρητικών και Μεταρρυθμιστών –όπου  συμμετέχουν το Vox, οι Αδελφοί της Ιταλίας, το Νόμος και Δικαιοσύνη της Πολωνίας και όπου συμμετείχε, μέχρι το 2021, το ουγγρικό κόμμα Fidesz, με επικεφαλής τον Βίκτορ Όρμπαν (που τώρα δεν συμμετέχει σε κανένα ευρωπαϊκό κόμμα).

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, το φεστιβάλ του Vox δεν είχε σκοπό να ενοποιήσει την Ακροδεξιά, η εμφάνιση όμως των ομιλητών της κάνει φανερές τις εσωτερικές εντάσεις των πολιτικών ταυτοτήτων που μερικές φορές αναλύουμε με μονολιθικό τρόπο κάτω από την έννοια της «Ακροδεξιάς». Για να είμαστε ρεαλιστές, ούτε το Vox βρίσκεται σε καλή κατάσταση για να ξεκινήσει τέτοια εγχειρήματα. Η ισπανική Ακροδεξιά βρίσκεται σήμερα σε αδύναμη θέση: πρώτον, η κακή επίδοση στις περιφερειακές εκλογές της Ανδαλουσίας προκάλεσε την πρώτη εσωτερική ρήξη, αφού η Μακαρένα Ολόνα (Macarena Olona) –πρώην υποψήφια για την προεδρία της Περιφερειακής Κυβέρνησης της Ανδαλουσίας– παραιτήθηκε από το κόμμα και προκάλεσε μια κρίση που στοίχισε το κεφάλι του Χαβιέρ Ορτέγκα Σμιθ (Javier Ortega Smith) –συνιδρυτή και πρώην γενικού γραμματέα, υπεύθυνου για την οργάνωση του Vox σε εθνικό επίπεδο– η οποία οδήγησε, επίσης, τη σημαντική υπερκαθολική ομάδα λόμπι Hazte Oír να αποσύρει την υποστήριξή της προς το Vox. Από την άλλη πλευρά, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η τάση της Ανδαλουσίας γενικεύεται, με το PP να ανακάμπτει σε όλη την Ισπανία. Στην ισπανική δεξιά οικογένεια, το εκλογικό παιχνίδι είναι μηδενικού αθροίσματος: ό,τι κερδίζει το PP, το παίρνει από το Vox και το αντίστροφο.

Το φεστιβάλ #Viva22 χρησιμοποιήθηκε από το Vox τόσο για να ομαλοποιήσει το κόμμα μετά την πρώτη μεγάλη εσωτερική κρίση του όσο και για να παρουσιάσει τον διάδοχο του Ορτέγκα Σμιθ, τον υποψήφιο του Vox στην Καταλονία, Ιγκνάσιο Γκαρίγκα (Ignacio Garriga), κάτι που επιβεβαιώνει τον αγώνα της ακροδεξιάς κατά της καταλανικής ανεξαρτησίας (είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί πώς ο λόγος του Vox κινείται μεταξύ της κριτικής της παγκοσμιοποίησης και του αυτονομισμού, φαινόμενα αντιφατικά από την άποψη των θεωριών συνωμοσίας της ακροδεξιάς, αλλά ενωμένα στο λόγο του Vox ως οι δύο κύριες απειλές για την Ισπανία).

Στη συνέχεια, στο επίκεντρο βρέθηκαν οι διεθνείς προσκεκλημένοι. Με το σύνθημα «δεν είμαστε μόνοι», παρέλασαν οι κύριοι ηγέτες της παγκόσμιας ακροδεξιάς στον δυτικό κόσμο. Οι επίτιμοι προσκεκλημένοι της ισπανικής ακροδεξιάς χωρίστηκαν σε εκείνους που έκαναν έναν απλό τυπικό χαιρετισμό, μέσω πολύ σύντομων βίντεο, και σε εκείνους που ανέβηκαν στο βήμα και δεν αδιαφόρησαν για τις φωτογραφίες με τον Αμπασκάλ.

Η πρώτη ομάδα περιλάμβανε τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έγραψε ένα βίντεο διάρκειας περίπου ενός λεπτού από τη θέση του σε ιδιωτικό αεροπλάνο, χωρίς πολύ περισσότερα λόγια από τα προσωπικά συγχαρητήρια στον Αμπασκάλ «για όλα όσα έκανε» –ότι  κι αν ήταν αυτά– και ότι θεωρεί την Ισπανία «μια σπουδαία χώρα». Μια ακόμα βορειοαμερικανική συμμετοχή ήταν αυτή του Τεντ Κρουζ (Ted Cruz) από τον πιο αντιδραστικό τομέα του GOP [Ρεπουμπλικανικό κόμμα γνωστό και ως Grand Old Party-GOP], τακτικού σχολιαστή της κατάστασης στη Λατινική Αμερική, ο οποίος κάλεσε σε αγώνα κατά της «παγκόσμιας αριστερής ελίτ» με κάποιες αιχμηρές αναφορές στη νίκη του Γκουστάβο Πέτρο, γεγονός που αποκαλύπτει την ανησυχία της αμερικανικής Δεξιάς για την κατάσταση στην Κολομβία.

Όσον αφορά τη λατινοαμερικανική Δεξιά, ο πρώην πρόεδρος της Κολομβίας Άλβαρο Ουρίμπε έστειλε ένα πολύ σύντομο βίντεο επίσης, με πολύ πιο σκληρό λόγο από αυτόν που χρησιμοποιεί στην Κολομβία, με επίκεντρο την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Παρόντες ήταν επίσης η Καρολίνα Ριμπέρα Ανιές (Carolina Ribera Añez), η κόρη της de facto πρώην προέδρου της Βολιβίας Τζανίν Ανιές (Jeaninne Añez), και ο Χοσέ Αντόνιο Κάστ, ο οποίος είχε την ευχαρίστηση να μοιραστεί με το κοινό ότι η Χιλή βίωσε ένα «εγκληματικό ξέσπασμα» –αναφερόμενος  στην κοινωνική έκρηξη του 2020– και  ότι η απόρριψη του νέου Συντάγματος σήμαινε την αποτροπή της εγκαθίδρυσης μιας «ολοκληρωτικής» κυβέρνησης στη Χιλή.

Τέλος, αξιοσημείωτη ήταν η σύντομη παρέμβαση του Ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν, ο οποίος σήμερα βρίσκεται σε καραντίνα λόγω της διαρκούς υποστήριξής του προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο Όρμπαν κάλεσε να συνεχίσουν να αγωνίζονται για τα συμφέροντα των εθνών ώστε να αποτραπεί η «εισβολή των μεταναστών στην Ευρώπη» και να μην «μολύνει η ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης τα παιδιά μας». Το σύντομο μήνυμά του μόλις που συγκέντρωσε την προσοχή των παρευρισκομένων, σηματοδοτώντας τη σχετική παρακμή του Ούγγρου πρωθυπουργού ως κεντρικής φυσιογνωμίας της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς.

Από την άλλη πλευρά, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ματέους Μοραβιέτσκι, ήταν παρών αυτοπροσώπως και καταχειροκροτήθηκε. Έκανε διάφορα μάτσο αστεία και μπερδέματα –ανέφερε ότι στη σύζυγό του άρεσε ο Χούλιο Ιγκλέσιας και ο τραγουδιστής Χουάνες (ο οποίος είναι Κολομβιανός, όχι Ισπανός, αποδεικνύοντας ότι γι’ αυτόν όλοι οι ισπανόφωνοι είναι το ίδιο πράγμα)– και είπε ότι η Ρωσία είναι η «κύρια απειλή για τον δυτικό πολιτισμό» και ότι τόσο η Ισπανία όσο και η Πολωνία είναι τα σύνορα του ευρωπαϊκού πολιτισμικού σχεδίου.

Ο Μοραβιέτσκι ήταν ο μοναδικός ομιλητής των εκδηλώσεων που εστίασε την ομιλία του στον πόλεμο στην Ουκρανία, γεγονός που δείχνει πόσο προβληματικό είναι για την ακροδεξιά να αντιμετωπίσει κατά μέτωπο το «ρωσικό ζήτημα». Μέχρι πρόσφατα, το σενάριο που είχε κατασκευάσει ο Βλαντιμίρ Πούτιν, ήταν το όνειρο κάθε ακροδεξιού: ένα de facto ενιαίο κόμμα, με αυστηρούς περιορισμούς στις θεμελιώδεις ελευθερίες, με τη δυνατότητα να αλλάζει το Σύνταγμα κατά βούληση, με τους κύριους αντιπάλους φυλακισμένους και με μια υπερσυντηρητική ατζέντα από κοινωνική άποψη, αν και «ρεαλιστική» από άποψη οικονομικής πολιτικής. Η εισβολή στην Ουκρανία μεταμόρφωσε ριζικά αυτό το σενάριο καθώς θα στοίχιζε ακριβά στην ακροδεξιά να συνεχίσει το ειδύλλιό της με τη Ρωσία του Πούτιν.

Οι παρεμβάσεις του Χαβιέρ Μιλέι (επικεφαλής του κόμματος La Libertad Avanza της Αργεντινής) και του Αντρέ Βεντούρα (André Ventura, επικεφαλής του κόμματος Chega! της Πορτογαλίας) ήταν αναμφίβολα στη μεγαλύτερη δυσαρμονία με τον τόνο των εκδηλώσεων. Προηγουμένως, ο Αμπασκάλ είχε παρουσιάσει μια μάλλον μετριοπαθή εκδοχή του εαυτού του, καταλήγοντας μάλιστα στο συμπέρασμα ότι για να κερδίσουν τις εκλογές θα πρέπει να προσελκύσουν αριστερούς ψηφοφόρους «που προδόθηκαν από τα ίδια τους τα κόμματα». Έφτασε στο σημείο να περιγράψει ως «ανώριμους νέους που πιθανώς ήπιαν πολύ» τους μαθητές λυκείου που εξαπέλυσαν πραγματικό σκάνδαλο ως αποτέλεσμα τρομακτικών μισογυνιστικών συνθημάτων που στρέφονταν κατά των μαθητριών ενός λυκείου θηλέων. Κατήγγειλε την ύπαρξη «συμφώνου» μεταξύ της Αριστεράς και των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων, κατηγόρησε την Αριστερά ότι είναι «ελιτιστές» που κλέβουν από τον λαό για να τα δώσουν στον Μπιλ Γκέιτς και ισχυρίστηκε ότι αν λαϊκισμός σημαίνει «να λες αυτό που σκέφτεται ο λαός», τότε ο ίδιος ήταν λαϊκιστής.

Η ομιλία του Μίλεϊ διέφερε ουσιαστικά από όλες τις προηγούμενες παρεμβάσεις: φώναζε δυνατά και έκανε πιό χοντρή τη φωνή του όταν ήθελε να εστιάσει σε κάποια φράση, καλούσε «a pelear contra los zurdos» (σε αγώνα κατά των αριστερών) –έκφραση που δεν χρησιμοποιείται στην Ισπανία– και  επαναλάμβανε στοιχεία χωρίς συνοχή (όπως ότι οι «ελεύθερες» χώρες αναπτύσσονται οκτώ φορές περισσότερο από τις «καταπιεσμένες»). Κατήγγειλε ότι η Αργεντινή έχει 100 και πλέον χρόνια σοσιαλισμό –μια ανοησία που δεν αξίζει ούτε την παραμικρή ανάλυση– και αναφέρθηκε στα ιθαγενικά αιτήματα και στον περιβαλλοντισμό ως «στρατηγικές των αριστερών για την καταστροφή των αξιών της κοινωνίας». Καθώς μιλούσε, οι εικόνες της κάμερας έδειχναν το κοινό μάλλον απρόσεκτο, να χαιρετά την κάμερα ή να κοιτάζει να βγάλει φωτογραφία με τους διάφορους βουλευτές του Vox. Ο Μιλέι προσπάθησε να δώσει ένα είδος «μαθήματος οικονομίας» διαφωνώντας με τη θέση περί «αποτυχίας της αγοράς» (προσπαθώντας να δείξει ότι η αγορά δεν κάνει ποτέ λάθος), όμως οι συμπαθούντες της ισπανικής ακροδεξιάς δεν είχαν κανένα απολύτως ενδιαφέρον να ακούσουν τι έχει να εκθέσει ένας απλός βουλευτής από μια χώρα της Λατινικής Αμερικής που παριστάνει τον καθηγητή οικονομικών. Ο Μιλέι έκλεισε την ομιλία του καλώντας το ακροατήριο να αγωνιστεί «contra el zurderío» (ενάντια στους αριστερούς), στη μοναδική στιγμή κατά την οποία το κοινό τον χειροκρότησε.

Ο Πορτογάλος Αντρέ Βεντούρα μίλησε σχεδόν στον ίδιο τόνο, αν και είχε καλύτερη υποδοχή. Η φιγούρα του είναι αυτή ενός ανερχόμενου αστέρα –καθώς η πορτογαλική ακροδεξιά έκανε το εκλογικό της ντεμπούτο μόλις τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους (7% των ψήφων) και έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει για να έχει ισχυρή παρουσία, οι επόμενες εθνικές εκλογές είναι το 2026– και ο ριζοσπαστικός του λόγος έχει ως στόχο να μπει σφήνα στην πυκνοκατοικημένη οικογένεια της πορτογαλλικής Δεξιάς. Ο Βεντούρα μίλησε όπως ο Αμπασκάλ κατά την περίοδο που το Vox απογειωνόταν: αγώνας κατά του σοσιαλισμού, ξενοφοβικά κλισέ κατά των μεταναστών και έκκληση να αγωνιστούν για να μην γίνουν η Ισπανία και η Πορτογαλία αραβικές ή ισλαμικές χώρες. Εν ολίγοις: λίγος νατιβισμός, λίγος ρατσισμός, λίγο από  θεωρίες συνωμοσίας (αποκάλεσε την κλιματική κρίση «στρατηγική της Αριστεράς»), χωρίς όμως κανένα σχόλιο για τη διαχείρηση της οικονομίας.

Παρά τις μεγαλοστομίες των Μιλέι και Βεντούρα, η πιο ενδιαφέρουσα παρέμβαση ήταν αναμφίβολα εκείνη της Τζόρτζια Μελόνι, που σίγουρα θα είναι η επόμενη πρωθυπουργός της Ιταλίας. Σε ένα βίντεο, και με προεδρική αισθητική –καθισμένη πίσω από ένα τακτοποιημένο γραφείο με φόντο μια ιταλική σημαία– η Μελόνι απηύθυνε κάλεσμα για την οικοδόμηση μιας πιο θαρραλέας Ευρώπης. Άσκησε σκληρή κριτική στον Πούτιν (θυμίζουμε ότι η εγγύτητα του Σαλβίνι με το Κρεμλίνο του κόστισε την ηγεσία της ιταλικής ακροδεξιάς, άρα πρόκειται για ένα καυτό θέμα στην ιταλική πολιτική σκηνή) και κάλεσε στην οικοδόμηση μιας Ευρώπης ικανής να καθορίσει τη μοίρα της.

Παραδόξως, η Μελόνι τάχθηκε κατά του φονταμενταλισμού της ελεύθερης αγοράς, λέγοντας ότι «η υπόσχεση ότι το παγκόσμιο ελεύθερο εμπόριο θα μας έκανε πλουσιότερους κατέληξε σε αποτυχία». Είπε, επιπλέον, ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε κατάσταση διεθνούς εξάρτησης και ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού αγαθών και εμπορευμάτων πρέπει να ανοικοδομηθούν έτσι ώστε οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι να είναι εκείνοι που ελέγχουν τι «χρειαζόμαστε για να ζήσουμε». Σε αντίθεση με τον χαρακτήρα των προηγούμενων ομιλιών, η Μελόνι ζήτησε ανώτατα όρια στις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας και, προς έκπληξη όλων, ανέφερε ότι η Ευρώπη πρέπει να επιδιώξει μια περιβαλλοντική μετάβαση –όντας η μόνη ομιλήτρια που δεν αναφέρθηκε στο θέμα από αρνητικές θέσεις– αλλά χωρίς να θέσει σε κίνδυνο τον παραγωγικό ιστό, κάτι που θα «γονάτιζε την Ευρώπη μπροστά στην Κίνα».

Τέλος, υπήρξαν δύο σημαντικές απουσίες από την πλευρά της Λατινικής Αμερικής: δεν συμμετείχε ούτε ο πρόσφατα εκλεγμένος δήμαρχος της Λίμα, ο οποίος έχει υπογράψει τη Χάρτα της Μαδρίτης, Ραφαέλ Λόπες Αλιάγα (Rafael López Aliaga) –ο οποίος θα αγωνιστεί για την ηγεμονία της Δεξιάς στο Περού– και, ακόμη πιο εντυπωσιακό, δεν υπήρξε καμία συμμετοχή από την φατρία του Μπολσονάρου, ούτε καν ο Εντουάρδο Μπολσονάρου (Eduardo Bolsonaro), ο οποίος συνήθως εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία για να προωθήσει την κυβέρνηση του πατέρα του σε διεθνές επίπεδο.

Διακρατικά προβλήματα της ακροδεξιάς

Παρά τη συμφωνία των ακροδεξιών σε θέματα όπως η λεκτική βία κατά των μεταναστών, η ισλαμοφοβία, ο αγώνας κατά της ιδεολογίας του φύλου και ο αντιφεμινισμός, η ακροδεξιά αντιμετωπίζει προβλήματα στη δημιουργία σταθερών διεθνών δεσμών. Στην εναρκτήρια ομιλία του, ο Αμπασκάλ απηύθυνε χαιρετισμό σε όλους εκείνους που αγωνίζονται για πράγματα «παρόμοια με τα δικά μας» σε όλο τον κόσμο. Είναι ενδιαφέρον να αναλύσουμε αυτές τις λέξεις: το να αγωνίζεσαι για πράγματα παρόμοια με τα δικά μας δεν είναι το ίδιο με το να αγωνίζεσαι για το ίδιο πράγμα.

Από τη συνάντηση #Viva22 μπορούμε να αντλήσουμε κάποιες ιδιαίτερες σκέψεις σχετικά με τη διεθνή κατάσταση της νέας ακροδεξιάς. Κατ’ αρχήν, εκτός από το Vox, η ευρωπαϊκή ακροδεξιά δεν έχει κανένα ενδιαφέρον να συνεργαστεί με κόμματα της Λατινικής Αμερικής. Με εξαίρεση τον Αμπασκάλ, κανένας από τους Ευρωπαίους ηγέτες της ακροδεξιάς δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στην περιοχή. Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά ασχολείται μόνο με την «ευρωπαϊκή ατζέντα». Είναι επίσης πιθανό ότι ένα μεγάλο μέρος των ευρωπαίων ακροδεξιών που γνωρίζουν ελάχιστα ή τίποτα για την περιοχή, θεωρούν τη Λατινική Αμερική ως ένα γεωγραφικό χώρο που εξακολουθεί να είναι «αιχμάλωτος» του αριστερισμού.

Ο αντίκτυπος της περίπτωσης της Βενεζουέλας στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, οι ηχηρές νίκες ορισμένων αριστερών –κυρίως στη Χιλή και την Κολομβία– καθώς και η όχι πολύ ικανοποιητική αξιολόγηση της κυβέρνησης Μπολσονάρου από τους Ευρωπαίους ακροδεξιούς (οι μόνοι Ευρωπαίοι ακροδεξιοί ηγέτες που έκαναν ενεργή εκστρατεία υπέρ της επανεκλογής του Χαΐρ Μπολσονάρου ήταν ο Σαντιάγο Αμπασκάλ και ο Βίκτορ Όρμπαν) φαίνεται να περιορίζουν εξαρχής κάθε προσπάθεια διατλαντικής επαφής.

Δεύτερον, στο εσωτερικό της Ευρώπης, η ακροδεξιά είναι ένα εντελώς ασταθές φαινόμενο, γεγονός που καθιστά δύσκολο τον συντονισμό της ατζέντας σε διακρατικό επίπεδο. Μέχρι πριν από λιγότερο από ένα χρόνο, η Τζόρτζια Μελόνι ήταν μια ασήμαντη φιγούρα της ιταλικής Δεξιάς – σήμερα είναι η ακροδεξιά φιγούρα με τις σημαντικότερες κυβερνητικές αρμοδιότητες στον δυτικό κόσμο, επικεφαλής της κυβέρνησης της όγδοης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο και της τρίτης μεγαλύτερης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η άνοδος της Μελόνι συμβολίζει επίσης το ιδεολογικό στοίχημα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς: πατρίδα, έθνος, κυριαρχία και τώρα δημοκρατία είναι τα σημεία-κλειδιά για την οικοδόμηση του νέου ευρωπαϊκού ακροδεξιού λόγου. Αν μέχρι πρόσφατα η ακροδεξιά επαινούσε τις ανελεύθερες κυβερνήσεις του Όρμπαν και του Πούτιν, η Μελόνι, από την άλλη πλευρά, προειδοποιούσε ότι τα αντιδημοκρατικά συστήματα κερδίζουν έδαφος στον κόσμο (στοχεύοντας, χωρίς να το λέει, την Κίνα και τη Ρωσία).

Υπό αυτή την έννοια, ο κεντρικός ρόλος που διαδραμάτισε στο #Viva22 ο Πολωνός πρωθυπουργός σε σύγκριση με το σύντομο μήνυμα που έστειλε ο Ούγγρος πρωθυπουργός, δείχνει ότι ο πολωνικός δρόμος είναι ένας καθρέφτης στον οποίο η ακροδεξιά στη Δυτική Ευρώπη θέλει να κοιτάζει τον εαυτό της. Και αυτό γιατί, παρά τις επικρίσεις, ο ευρωσκεπτικισμός μεγάλου μέρους της ακροδεξιάς περιορίζεται στην κοινή μεταναστευτική πολιτική, στην προώθηση κάποιων πλουραλιστικών δικαιωμάτων σε ηπειρωτική κλίμακα, σε κάποιες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις… και όχι πολύ περισσότερα. Είναι μάλιστα πιθανό, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, να καταλήξει να ενισχύσει την ευρωφιλία (eurofilia) εντός της ακροδεξιάς, η οποία έχει μείνει χωρίς πραγματική εναλλακτική λύση στη φιλελεύθερη δημοκρατία και το σύστημα διακυβέρνησης που προωθείται από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.

Παρά τη συμμετοχή ορισμένων παραγόντων-σημείων αναφοράς από τη Λατινική Αμερική, το συμπέρασμα είναι ότι η λατινοαμερικανική ακροδεξιά είναι προγραμματικά απομονωμένη. Οι Μιλέι και Καστ, για παράδειγμα, πανηγύρισαν τη νίκη της Μελόνι σαν να ήταν δική τους. Ωστόσο, ο λόγος της επόμενης Ιταλίδας πρωθυπουργού κατά της ελεύθερης αγοράς, υπέρ της θέσπισης ρυθμίσεων στις τιμές ενέργειας (ο Αμπασκάλ, στο ίδιο πνεύμα, μίλησε για εθνικοποίηση των φυσικών πόρων του ισπανικού Κράτους) και με τον αγώνα για την παρουσίαση του επόμενου ιταλικού οικονομικού προϋπολογισμού, ο οποίος θα αμφισβητήσει και πάλι τα επίπεδα δημοσιονομικού ελλείμματος που επιτρέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, να βρίσκεται προ των πυλών, θα αποτελέσουν δύσκολα διαχειρήσιμα ζητήματα για λατινοαμερικάνους ακροδεξιούς με υπερφιλελεύθερη ατζέντα.

Αναμφίβολα, για να διασφαλιστεί η σχέση, η έμφαση θα δοθεί σε θέματα ταυτότητας –όπως οι παραπάνω από σίγουρες επιθέσεις στο φεμινιστικό κίνημα, τους μετανάστες, τις συλλογικότητες LGBTQ+ κ.λπ.– και σε όλες τις ενέργειες που επιβεβαιώνουν τον φανταστικό αγώνα της ακροδεξιάς ενάντια στην «παγκοσμιοποιημένη παγκόσμια ελίτ», τα μόνα ζητήματα στα οποία οι λατινοαμερικάνοι ακροδεξιοί μπορούν, αναμφισβήτητα, να παραμείνουν ενωμένοι με τους Ευρωπαίους.

Εν ολίγοις, το #Viva22 κατέληξε να αναδείξει περισσότερες αδυναμίες παρά πλεονεκτήματα, τόσο για το Vox όσο και για την ακροδεξιά γενικότερα. Όσον αφορά τους διεθνείς δεσμούς, ενώ αυτοί οι χώροι συνάντησης επιτρέπουν την πραγματική επαφή μεταξύ κινημάτων και κομμάτων με κοινές ιδεολογικές ρίζες, αποκαλύπτουν επίσης την ανάδυση βαθιών διαφορών στον ιδεολογικό λαβύρινθο της σύγχρονης ακροδεξιάς. Αν μπορούμε να μιλάμε για μια παγκόσμια ακροδεξιά, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ακροδεξιά εξακολουθεί να λειτουργεί ως μια τεράστια ομπρέλα ταυτοτήτων, που συγκεντρώνει ένα ετερόκλητο σύνολο συντηρητικών ιδεολογικών παραφυάδων που προσφέρουν μια αντιδραστική απάντηση στην κρίση της φιλελεύθερης ηγεμονίας, καθώς και στην αποτυχία του παγκόσμιου καπιταλισμού να αποκαταστήσει τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης πριν από την παγκόσμια κρίση του 2008.

Όμως, αν η παγκόσμια ακροδεξιά είναι γεγονός, η συγκρότησή της ως διεθνούς παράγοντα χρειάζεται μια όσο το δυνατόν πιο σταθερή και ξεκάθαρη ηγεσία (μια σοβαρή πρόκληση, δεδομένου ότι οι κύριες αναφορές της ακροδεξιά στη Δύση εκδιώχθηκαν από την εξουσία μετά από μια διακυβέρνηση, ενώ άλλοι υποχώρησαν εκλογικά μετά από μια θεατρινίστικη εμφάνιση), μια προγραμματική ενοποίηση όσο το δυνατόν πιο ανελαστική και μια κοινή πρόταση για την οργάνωση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής κάθε χώρας, καθώς επίσης και να συμφωνήσει για το τι θα κάνει με τους διεθνείς οργανισμούς που συνδέουν τα εθνικά Κράτη και τους βασικούς κανόνες της παγκόσμιας οικονομίας. Σε όλους αυτούς τους τομείς, η ακροδεξιά έχει ακόμη πολύ δρόμο να διανύσει, αν θέλει να μετατρέψει την αντιδραστική δυναμική της σε μια διεθνική πολιτική δύναμη.

Προς το παρόν, οι υπερεθνικές φιλοδοξίες του Vox θα πρέπει να περιμένουν λίγο ακόμα. Πιθανότατα, το #Viva22 θα φέρει μόνο πονοκεφάλους στο κόμμα του Αμπασκάλ καθώς άνοιξε δικαστική έρευνα για το μουσικό σόου που έκλεισε το φεστιβάλ, όταν μια ομάδα νεαρών ράπερ τραγούδησε το «vamos a volver al 36» (https://www.abc.es/espana/letra-volver-polemica-cancion-meconios-infovlogger-fiesta-20221010120259-nt.html) (επιστρέφουμε στο 36).

Ο Leonardo Frieiro είναι Πολιτικός επιστήμονας (Universidad Buenos Aires) με μεταπτυχιακό στις Διεθνείς Σπουδές (Universidad Torcuato Di Tella) και διδακτορικός υπότροφος του CONICET (Εθνικό Συμβούλιο Επιστημονικής και Τεχνικής Έρευνας της Αργεντινής) στον τομέα της πολιτικής θεωρίας.

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…