Η εξάωρη συζήτηση για τις υποκλοπές στη Βουλή δεν μας έμαθε τίποτα για το βασικό: ούτε για ποιους λόγους «εθνικής ασφάλειας» παρακολουθήθηκε ο Νίκος Ανδρουλάκης από την ΕΥΠ, ούτε γιατί και από ποιον επιχειρήθηκε να παγιδευτεί ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ από το Predator. Το βασικό για τον Μητσοτάκη ήταν να διασπάσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης που, αντικειμενικά, συγκλίνουν εναντίον του, παρά τις διαφορές. Ακούγοντας, όμως, τον πρωθυπουργό, συνειδητοποιήσαμε ότι είναι πια επείγον, όσα γίνονται στη Βουλή σε σχέση με τις υποκλοπές, να μεταφερθούν και στο δρόμο, όπως συνέβη ήδη από την Πέμπτη:

* Ο Μητσοτάκης προσπάθησε σήμερα να μας πείσει ότι, ενώ το 2019 ανέλαβε την αρμοδιότητα της ΕΥΠ αλλάζοντας τον σχετικό νόμο, ο ίδιος δεν θεωρεί «χρέος να γνωρίζει ποιους παρακολουθεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών». Τότε ποιο ήταν το περιεχόμενο της αρμοδιότητας που απέκτησε με τον πρώτο κιόλας νόμο της κυβέρνησής του; Γιατί τόση βιασύνη για να αναληφθεί μια αρμοδιότητα που δεν θα εγγυάτο τη βασική γνώση για τη λειτουργία της ΕΥΠ; Το κυριότερο: αν όσοι παρακολουθούνται από την ΕΥΠ, παρακολουθούνται για λόγους «εθνικής ασφάλειας», ποιος είναι υπεύθυνος σε μια κοινοβουλευτική δημοκρατία για το αν πράγματι συντρέχουν λόγοι «εθνικής ασφάλειας» και για το ποιος εντέλει παρακολουθείται – ποιος, αν όχι εκλεγμένος και κοινοβουλευτικά ελεγχόμενος θεσμός;

* Ο πρωθυπουργός βεβαίωσε σήμερα ότι, ενώ «δεν ήξερε» για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη, ενώ «δεν θεωρεί χρέος να ξέρει» γενικά ποιον παρακολουθεί η ΕΥΠ (πράγματα πολιτειακά αδιανόητα), κι ενώ η κατακραυγή εναντίον του για την υποτιθέμενη άγνοιά του γιγαντώνεται, στο εσωτερικό και διεθνώς (NYT, Politico, Washington Post, Deutsche Welle, Reuters), ο κατά τα άλλα «ανίδεος» παραμένει απολύτως αμετανόητος: «Εάν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε και προέβλεπε καθ΄ οποιονδήποτε τρόπο κάποια εξαίρεση των Βουλευτών από την εν δυνάμει δυνατότητα παρακολούθησής τους για λόγους εθνικής ασφάλειας», είπε ο Μητσοτάκης στην τριτολογία του, «αυτό θα μνημονευόταν στο σχετικό εκτελεστικό νόμο» (σ.σ. τον ν. 2225/1994). Πρόκειται για τον ορισμό της διπλής γλώσσας: μία γλώσσα για τους δημοκρατικά ευαίσθητους στην Ελλάδα και την Ευρώπη, όπου ο Μητσοτάκης κάνει «αυτοκριτική» – άλλη γλώσσα όταν ο ίδιος μιλάει στον σκληρό πυρήνα της Δεξιάς και στα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, ώστε να διασφαλιστεί η «μπετόν αρμέ» συναίνεση των 157 συμπολιτευόμενων βουλευτών. Στη δεύτερη εκδοχή ανήκει η υπερασπιστική γραμμή …Κούγια, στο πλαίσιο της οποίας ο Μητσοτάκης προκάλεσε τον Νίκο Ανδρουλάκη να απευθυνθεί στα δικαστήρια, αν πράγματι πιστεύει ότι έπεσε θύμα παράνομης παρακολούθησης. Η λογική Κούγια είναι συνολικά η λογική της αντιστροφής των ρόλων θύτη και θύματος: ο πολιτικά υπεύθυνος για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη εγκαλεί εδώ και μέρες όποιον του κάνει κριτική ως πολιτικά ιδιοτελή, εθνικά ανεύθυνο, αρχιτέκτονα της αποσταθεροποίησης – κι ένα σωρό άλλα εξωφρενικά, που μετατοπίζουν τη συζήτηση από τις ευθύνες του κατηγορούμενου στα κίνητρα και το ήθος του θύματος και του κατηγόρου.

* Πολιτευόμενος σαν συνδικαλιστής φοιτητής, ο Μητσοτάκης επιχείρησε να συμψηφίσει τις αυθαίρετες παρακολουθήσεις της τελευταίας τριετίας επί ΝΔ με παρακολουθήσεις του ΣΥΡΙΖΑ, σε μια προσπάθεια να αποτρέψει συγκλίσεις της αριστερής αντιπολίτευσης στο ζήτημα των υποκλοπών και του κράτους δικαίου. Οι αναφερόμενοι ως παρακολουθούμενοι (Βαρουφάκης, Βαλαβάνη κ.ά) απέκρουσαν τους ισχυρισμούς του πρωθυπουργού. Το θέμα, ωστόσο, είναι τι μένει, με τη βοήθεια και των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ.

* Αγγίζοντας την κορυφή της αυτογελοιοποίησής του, ο Μητσοτάκης έφτασε να συνδέει τις παρακολουθήσεις των Κουκάκη και Ανδρουλάκη με τις παρακολουθήσεις των μαχαιροβγαλτών της Χρυσής Αυγής. Πρώτα ο Θανάσης Καμπαγιάννης, έπειτα ο Βαγγέλης Βενιζέλος, διέψευσαν και αυτούς τους ισχυρισμούς: για κανέναν βουλευτή της Χρυσής Αυγής δεν είχε γίνει άρση απορρήτου – όσα ΄προέκυψαν εναντίον τους από άρση απορρήτου, προήλθαν από συνομιλίες άλλων και μετά τα πολλαπλά εγκλήματα του Σεπτεμβρίου του 2013.

Για να μείνει στην εξουσία, ο Μητσοτάκης είναι πια διατεθειμένος να πει και να κάνει τα πάντα: ακόμα και να φέρει στο βήμα της Βουλής την ακροδεξιά προπαγάνδα για το νεκρό προσφυγόπουλο στον Έβρο. Είναι πλέον επείγον να βρει εμπόδιο – όχι μόνο μέσα, αλλά και έξω από τη Βουλή.

1 σχόλιο

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…