Η ομάδα «Άλκη» παρουσιάζει την Αντιγόνη του Σοφοκλή στο θέατρο Σφενδόνη (σκηνοθ.: Ρηνιώ Κυριαζή)

 

[…] τούτες τις πέτρες, τη μοίρα μου.
Πληγωμένος από το δικό μου χώμα
τυραννισμένος από το δικό μου πουκάμισο
καταδικασμένος από τους δικούς μου θεούς,
τούτες τις πέτρες
.

Γ. Σεφέρης, «Μυκήνες»

Η Αντιγόνη είναι από τις πιο αγαπημένες και πλέον συχνοανεβαζόμενες τραγωδίες στις ελληνικές σκηνές. Ωστόσο η συχνότητα των ανεβασμάτων τα δύο τελευταία χρόνια είναι μάλλον αξιοπρόσεκτη και χρήζει ενός κάποιου σχολιασμού. Ας μείνουμε στο φετινό καλοκαίρι και μόνο: Αντιγόνη προτείνουν ο καταξιωμένος λιθουανός σκηνοθέτης Τσέζαρις Γκραουζίνις για την Επίδαυρο και ο νεώτερος Αλέξανδρος Ραπτοτάσιος στην Πειραιώς 260, ενώ το φετινό φεστιβάλ αφιερώνει μια σειρά διαλέξεων και συζητήσεων γύρω από θέματα που ανακύπτουν μέσα από την τραγωδία με  τίτλο «Antigonisms» και καλεσμένους γνωστά ονόματα της ελληνικής και της παγκόσμιας επιστήμης και τέχνης. Από την Αντιγόνη αντλεί υλικό η υβριδική δουλειά της Σοφίας Μαυραγάνη A live, εν δράσει βρίσκεται ακόμη η  ενδιαφέρουσα πρόταση που έκανε πριν από μερικά χρόνια η καλή σκηνοθέτρια Βίκυ Μαστρογιάννη και η συγκλονιστική Αντιγόνη της ομάδας Σημείο Μηδέν  σε σκηνοθεσία του Σάββα Στρούμπου. Αντιγόνη  ανέβασε η ευαίσθητη και πολύ ιδιαίτερη ηθοποιός και σκηνοθέτρια Ρηνιώ Κυριαζή, με της οποίας την πρόταση θα ασχοληθούμε παρακάτω.

Γιατί όμως τέτοιο ενδιαφέρον ειδικά φέτος για την Αντιγόνη; Η κορύφωση της τραγικής δημιουργίας συμπίπτει με την άνοδο της δημοκρατίας και στον πυρήνα του είδους υπάρχουν τα ερωτήματα που δημιουργούνται από τον καινούριο κόσμο που προτείνει η  νέα πολιτεία, οι δυνατότητες και οι φόβοι, οι αντιδράσεις και οι αμφισβητήσεις, οι νέες αξίες. Στην τραγωδία δεν υπάρχει δράση πίσω από κλειστές πόρτες, όλα διαδραματίζονται στο φως και μπροστά στα μάτια του Χορού και των  θεατών, δημόσια και υπό διαρκή κρίση. Στην Αντιγόνη η σύγκρουση των δύο κόσμων, του απερχόμενου και του επερχόμενου, αποτελεί τον τραγικό πυρήνα του έργου και υποχρεώνει τον σύγχρονο θεατή να κοιτάξει κατάματα και να αναλογιστεί την πολιτική πραγματικότητα των καιρών μας, να επαναδιαπραγματευτεί έννοιες  όπως συντήρηση και επανάσταση, δημοκρατία, αυταρχισμός συμμετοχικότητα και κυρίως ευθύνη.

Το ερώτημα που απασχολεί εδώ τον συντηρητικό και ευσεβή Σοφοκλή είναι ο καθορισμός της έννοιας του πολίτη. Η Αντιγόνη εκφράζει ένα κόσμο παλιό, σκοτεινό, χθόνιο, θυμικό, τον κόσμο που ορίζεται από το αίμα, την επικράτεια του άγραφου νόμου, του θεϊκού δικαίου. Ο Κρέοντας εκπροσωπεί ένα ιστορικό προχώρημα, την ανάγκη της έλλογης οργάνωσης της πόλης, της ύπαρξης θεσμών και νόμων σαφώς εκπεφρασμένων και δημοσιοποιημένων  που συνέχουν την πόλη, δομούν και ισχυροποιούν την κοινότητα πάνω στη βάση του πολιτικού. Ουσιαστικά, οι δυο ήρωες σαρκώνουν την μεγάλη αντίθεση που απασχολεί τον φιλοσοφικό λόγο της εποχής: τη σχέση νόμου και φύσης. Η απάντηση που δίνει ο Σοφοκλής στο ερώτημά του, έρχεται διά στόματος Χορού από το πρώτο μόλις στάσιμο: πολίτης είναι αυτός που ξέρει να σέβεται τόσο το δίκαιο των θεών όσο και τους νόμους των ανθρώπων, που πατάει γερά στην παράδοση για να κοιτάξει το μέλλον. Ο ποιητής επιλέγει την διαλεκτική σύνθεση και αφήνει να φανεί η καταστροφική εμμονή του  μόνος φρονείν, για να θυμηθούμε τον Καστοριάδη, ο εγκλωβισμός στο απόλυτο της άποψης, η αδυναμία να ακούσουμε και να εκτιμήσουμε τη θέση του άλλου και την οπτική του, να συνθέσουμε τον κόσμο από αντιθέσεις και να αφήσουμε ανοιχτές τις πιθανότητες. Παρότι υπερασπίζεται την Αντιγόνη, κατανοεί ότι ο άλλος τρόπος σκέψης είναι εδώ. Ούτε η Αντιγόνη είναι επαναστάτρια ούτε ο Κρέοντας. Δυο εξουσίες μάχονται μπροστά στα μάτια του λαού, επιδιώκοντας κάθε μια να τον πάρει με το μέρος της. Αυτός  ο λαός έχει μόλις βγει από ένα σκληρό πόλεμο, λαχταράει την ειρήνη και την περισυλλογή, δεν είναι έτοιμος να πάρει αποφάσεις, το παλιό τού είναι οικείο και τον κάνει να νιώθει ασφάλεια, για το νέο πρέπει να σκεφτεί, να ωριμάσει το αίτημα, να γίνει δικό του ώστε να αγωνιστεί γι’ αυτό. Κάθε φορά που πάει να εκφράσει την γνώμη του, να αμφισβητήσει, δέχεται,  σαν τον παλιό ομηρικό Θερσίτη, βαριές προσβολές. Η ώρα των πολιτών δεν έχει ακόμη σημάνει, η σύγκρουση των εξουσιών εξελίσσεται ερήμην τους και εναντίον τους.

Στην παράσταση της Ρηνιώς Κυριαζή ο Χορός εμφανίζεται φοβισμένος, μαζεμένος, με δυσκολία λέει τα λόγια του, οι δυνατοί του παίρνουν τη φωνή. Στον Φύλακα τούτο φαίνεται ακόμα πιο πολύ. Αντιπροσωπεύει το λαϊκό στοιχείο. Κατά τον ποιητή είναι απλοϊκός, φλύαρος, δεν ξέρει να σταθεί μπροστά στους άρχοντες, μπερδεύει τα λόγια του, αγχώνεται. Φοβάται. Το εύρημα της σκηνοθέτριας έχει μεγάλο ενδιαφέρον: ο Φύλακάς της μιλά με νοήματα, σε μια γλώσσα χωρίς φωνή, μεταφέρει κάθιδρος την παράβαση της εντολής του Κρέοντα και αργότερα, πάλι χωρίς φωνή, χαρούμενος που σώθηκε από την άδικη οργή του άρχοντα, παραδίδει την Αντιγόνη. Το εύρημα αυτό παίρνει λίγο αργότερα μια άλλη διάσταση: ο Αίμονας (ερμηνευμένος από τον τυνησιακής καταγωγής ηθοποιό Μοχάμεντ Μπεχλέντι) περπατά αργά μιλώντας στην αρχή αραβικά. Είναι μόνος, κλεισμένος στο γλωσσικό του σύμπαν, στον κόσμο του, αυτό που σκέφτεται, αυτό που προτείνει θα  μπορούσε να ήταν μια λύση στο αντιθετικό δίπολο που διαλύει την πόλη, δεν το καταλαβαίνει κανείς. Μα και η Αντιγόνη και ο Κρέοντας, ακόμη κι αν μιλούν την ίδια γλώσσα, δεν καταλαβαίνει ο ένας τον άλλον, δεν ακούει ο ένας τον άλλον.  Αυτή η Αντιγόνη  μιλά για την εποχή μας: μιλάμε πολύ αλλά ο καθένας εγκλωβισμένος στο λόγο  του, στο λόγο που επέλεξε ή νομίζει πως επέλεξε· αρνείται να ακούσει, αρνούνται να τον ακούσουν.

Ο εγκλωβισμός είναι από την αρχή παρών ως κεντρική έννοια της παράστασης. Πέτρες που σχηματίζουν ομόκεντρους κύκλους και σκεπάζουν τα κορμιά των ηρώων, πέτρες που θρυμματίζονται και πάλι γίνονται σωρός, δρόμος, βάθρο και τάφος. Η πέτρα είναι σκληρό υλικό, δύσκολο, αιώνιο. Υλικό που αντιστέκεται στο χρόνο και υλικό της δημιουργίας, του χτισίματος. Αλλά και σημάδι της καταστροφής. Και του αναθέματος. Σε μια αντίστιξη με μεγάλο ενδιαφέρον, ο σκηνογράφος Σωτήρης Μελανός χρησιμοποίησε επίσης ημιδιάφανο πλαστικό, από αυτά που βλέπουμε στις σύγχρονες οικοδομές. Το πλαστικό κάλυμμα δημιουργούσε την αίσθηση του γιαπιού: τίποτε δεν έχει τελειώσει και όλα θα επαναληφθούν από την αρχή. Ο πόλεμος άφησε πίσω του ερείπια, για μια στιγμή φάνηκε τα ερείπια να γίνονται υλικό που θα οικοδομούσε το μέλλον, αλλά ένας νέος πόλεμος ξεσπά που απομακρύνει την πιθανότητα ενός καλύτερου κόσμου. Θύτες και θύματα αλλάζουν ρόλους, ο πόνος όμως είναι παρών μαζί με την απελπισία. Ένας σωρός από πέτρες στο τέλος της παράστασης πάνω και γύρω από τον οποίο συναντιούνται όλα τα πρόσωπα, σήμα με την αρχαιοελληνική σημασία, τάφος δηλαδή. Ο εγκλωβισμός σε ιδεολογικά σύμπαντα περίκλειστα, η αδυναμία του διαλόγου, γεννά τάφους.

Η ομάδα Άλκη (Ρηνιώ Κυριαζή, Δήμητρα Γκλιάτη, Ειρήνη Κουμπαρούλη, Αρετή Πολυμενίδη, Γιούλη Καρναχωρίτη, Μοχάμετ Μπεχλέντι) είχε υποκριτική επάρκεια. Εξέφερε το λόγο με προσεγμένο ρεαλισμό αλλά και σεβασμό στην ποιητικότητα του κειμένου, για την παράσταση του οποίου επιλέχτηκε η μετάφραση του Μίνου Βολανάκη που έχει μια δική της ροή και τολμηρές μεταφραστικές ερμηνείες. Ο Νίκος Βελιώτης δημιούργησε ένα υποβλητικό ηχητικό περιβάλλον για μια ομάδα που δουλεύει πολύ με την φωνή και τους ήχους. Τα κοστούμια της Ματίνας Μέγκλα συνομιλούσαν αρμονικά με τον σκηνικό χώρο, η Στέβη Κουτσοθανάση φώτισε την παράσταση με οξυμένες αντιθέσεις φωτός-σκιάς. Εν συνόλω μια ενδιαφέρουσα πρόταση, που προχωρά την ερμηνευτική προσέγγιση των περυσινών Βακχών και δημιουργεί προσδοκίες για να δούμε την εξέλιξή της.

1 σχόλιο

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…