Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και  πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να  έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.

Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών, καθώς και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:

  • Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
  • Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
  • Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ

 

Χρήστος Λάσκος

***

Η απόφαση του Αρείου Πάγου, του Φεβρουαρίου του 2023, που κάνει υποψήφια για πλειστηριασμό τα ακίνητα 700.000 δανειοληπτών με υποθηκευμένες τις κατοικίες τους, φέρνει πάλι στην επικαιρότητα το ζήτημα του ληξιπρόθεσμου ιδιωτικού χρέους.

Στην χώρα μας, σήμερα, το υπόλοιπο δανείων φτάνει στα 115 δισεκατομμύρια – επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά. Αν προστεθούν στα χρωστούμενα και περίπου 113, επιπλέον, προς την εφορία και άλλα 28  προς τα ασφαλιστικά ταμεία, το συνολικό ποσό ανέρχεται στα 256 δισεκατομμύρια ευρώ. Για να έχουμε ένα στοιχείο σύγκρισης, το ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές είναι στο επίπεδο των 207, περίπου, δισεκατομμυρίων.

Εκτός από το μεγάλο μέγεθος του χρέους σε απόλυτους αριθμούς, ιδιαίτερα προβληματικό είναι το γεγονός πως οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων είναι βέβαιο ότι θα εκτοξεύσουν για πολλοστή φορά τα επισφαλή δάνεια, λόγω της αδυναμίας των δανειοληπτών να τα αποπληρώσουν. Είναι χαρακτηριστικό πως, ήδη, μια μέτρια δόση των 600 ευρώ έχει εκτιναχθεί μέχρι τα 800 ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αποφασισμένη να συνεχίσει τις αυξήσεις του βασικού επιτοκίου κάνοντας, επομένως, σχεδόν βέβαιη την άνοδο της δόσης και πάνω από τα 1000 ευρώ!

Όλα αυτά, αν συνδυαστούν με τη δραματική μείωση των πραγματικών μισθών και συντάξεων, σε ποσοστά μεγαλύτερα του 20%, κι ακόμη περισσότερο όσο φτωχότερος είσαι, διαμορφώνουν μια εφιαλτική εικόνα για ένα μεγάλο μέρος των ελληνικών νοικοκυριών.

Επειδή από την κομματική διαμάχη σε σχέση με το συγκεκριμένο ζήτημα ελάχιστα μπορεί να μάθει και να κατανοήσει ο μέσος άνθρωπος -έχω τη εντύπωση, άλλωστε, πως ο στόχος των διαπληκτιζόμενων είναι ο αντίθετος-, καλό θα είναι να κάνουμε μια εξιστόρηση των εξελίξεων αναφορικά με το ιδιωτικό χρέος.

Το πρόβλημα απέκτησε δραματικές διαστάσεις, όπως ήταν αναμενόμενο, με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης στην Ελλάδα, όταν μεγάλο μέρος των δανείων κοκκίνησαν, ενώ μειώθηκε δραστικά και η αποπληρωμή των υποχρεώσεων προς το κράτος και τους ασφαλιστικούς φορείς. Οι τράπεζες κινδύνεψαν με αφανισμό και τους δόθηκαν ίσα με 80 δισεκατομμύρια, από τις νεοφιλελεύθερες αντικρατιστικές κυβερνήσεις, προκειμένου να διασωθούν. Η διάσωσή τους ήταν αναγκαστική, στο μέτρο που μια κατάρρευσή τους θα οδηγούσε σε ολοκληρωτική διάλυση του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού.

Όσο, όμως, κι αν ήταν εύλογη η διάσωσή τους, με οικονομικούς όρους, κανένας από τους διαχειριστές της υπόθεσης δεν έκανε τον κόπο να μας εξηγήσει γιατί να μην κρατικοποιηθούν, εφόσον είχαν διατεθεί τα ασύλληπτα αυτά ποσά των φορολογουμένων – πολύ περισσότερο, μάλιστα, που η απροθυμία των μετόχων τους να αναλάβουν αυτοί το βάρος της διάσωσης έδινε ένα ισχυρό «ηθικό» επιχείρημα εναντίον τους. Τελικά, δεν διασώθηκαν μόνο οι τράπεζες ως φορείς, αλλά και οι ιδιώτες μέτοχοί τους.

Ας πάρουμε τα πράγματα από το 2012 και μετά, αφού ήδη είχε πραγματοποιηθεί το περίφημο PSI, το οποίο είχε ως συνέπεια να καταστραφούν οι μικροομολογιούχοι, που είχαν πάρει δημόσιο χρέος ως είδος κατάθεσης, και να εξολοθρευθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων και των δημόσιων οργανισμών.

Τότε ο Σαμαράς κρατικοποίησε το 80% των μετοχών των 4 συστημικών τραπεζών, με τη σαφή, ωστόσο, πρόβλεψη πως, σε πρώτη ευκαιρία, θα επανέλθουν στους ιδιώτες. Όταν ανέλαβε ο Τσίπρας, η χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών ανέρχονταν στα 45 δισ. και το ενεργητικό -ας πούμε, απλοϊκά, η περιουσία τους- στα 400 δισ. Το Νοέμβριο του 2015, η τρόικα ανάγκασε την κυβέρνηση να χαρίσει τις τράπεζες σε ξένα, αγνώστου ταυτότητας, πολλές φορές, funds -γιατί η συμμετοχή στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου απαγορεύτηκε στο ελληνικό Δημόσιο, αλλά και σε Έλληνες επενδυτές, γενικότερα- στο ένα δέκατο της τιμής τους: 4.5 δισ. για χρηματιστηριακή αξία 45 δισ. και περιουσία 400 δισ., μεταξύ των οποίων και οι απαιτήσεις από τους δανειολήπτες!

Μια τράπεζα μπορούσε, πλέον, να πουλήσει ένα δάνειο 100.000 σε τιμή 2000 και το fund, στη συνέχεια, να απαιτήσει την αποπληρωμή στο ακέραιο. Τα νούμερα δεν είναι φανταστικά – ακριβώς αυτό έγινε! Τη διαφορά την αναλαμβάνει το κράτος, σβήνοντας, πρακτικά, τις ζημιές των τραπεζών και αυξάνοντας το Δημόσιο Χρέος, για να μας πει και πάλι, εν καιρώ, πως αυτό οφείλεται στην κραιπάλη των μισθωτών και των συνταξιούχων.

Οι έδρες των «σωτήρων» μπορούσαν να είναι στο εξωτερικό, ώστε να μην πληρώνουν φόρους, οι πλειστηριασμοί μπορούν να γίνονται από τρίτους, Πάτσηδες σαν να λέμε. Επιπλέον, μπορούν να είναι ηλεκτρονικοί, άρα γρήγοροι και απρόσβλητοι από αλληλέγγυους και άλλους ενοχλητικούς.

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη, με το σχέδιο «Ηρακλής», αποδέχτηκε ότι αν, για οποιονδήποτε λόγο, ένα fund δεν μπορέσει να εισπράξει περισσότερα από ό,τι δαπάνησε,  τη διαφορά θα την πληρώνει το κράτος. Γι’ αυτό, μάλιστα, προβλέπονται εγγυήσεις αρκετών δισεκατομμυρίων.

Νομίζω, η συνοπτική εξιστόρηση, που προηγήθηκε, κάνει γραφική την κομματική κοκορομαχία.

Ήδη έχει τεθεί το ερώτημα: γιατί όχι το κράτος; Γιατί να μην κρατικοποιηθούν οι τράπεζες, στο μέτρο που τα 80 δισ. που ξοδεύτηκαν ήταν διπλάσια από την χρηματιστηριακή τους αξία το 2015; Η απάντηση στη διακριτική σας ευχέρεια.

Κι αν όχι στο κράτος γιατί όχι στους ίδιους τους δανειολήπτες; Θέλω να πω, αν το fund αγοράζει το δάνειό μου των 100.000 στην τιμή των 2000, γιατί να μην μπορώ κι εγώ να το κάνω; Κι ας πληρώσω και 20.000, βρε αδελφέ. Δεκαπλάσια, δηλαδή, από το fund.

Η απάντηση είναι προφανής. Απλώς, ως βλάκες δεν την βλέπουμε. Αν γινόταν κάτι τέτοιο θα μαγαρίζονταν η κουλτούρα πληρωμών (sic). Πάει να πει, θα ήταν ανήθικο. Ας μείνει η ανηθικότητα προνόμιο μόνο των τραπεζών και των «επιχειρηματιών». Εμείς θα κερδίσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…