Sigmund Freud, Sándor Ferenczi, Karl Abraham, Ernst Simmel, Οι νευρώσεις του πολέμου (εισαγωγή: Guillaume Piketty, μτφρ.: Σοφία Λεωνίδη), Άγρα 2021, σσ. 155

«Ένας ελαφρύς συριγμός και μετά μια δυνατή έκρηξη. “Οβίδα διαμετρήματος 120 χιλιοστών. Έσκασε 40 μέτρα μακριά”, μας εξηγούν» (Ανταπόκριση από τη Μαριούπολη, Καθημερινή 22.2.2022)

Την περασμένη Τετάρτη, ο Τάσος Κορωνάκης έγραφε εδώ για το Largo – τη συλλογή διηγημάτων του Γιάννη Μπαλαμπανίδη. Στο σημερινό σημείωμα συζητάμε μια διαφορετική συλλογή. Κυκλοφόρησε το 1919, αμέσως μετά την πρώτη μεγάλη αιματοχυσία του εικοστού αιώνα, που ονομάστηκε «ολικός» πόλεμος, γιατί έσβησε τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ εμπόλεμων και αμάχων. Ολικό λουτρό αίματος: στη μελέτη του για τις απώλειες του πρώτου πολέμου, ο Αμερικανός ιστορικός Τζέι Γουίντερ (Jay Winter) μέτρησε 9.405.315 νεκρούς και αγνοούμενους, δίπλα σε 21.219.152 τραυματίες. Μακάβρια ακρίβεια.

Τα κείμενα της συλλογής είναι τριών γιατρών που, όσο κρατάει ο πόλεμος, βρίσκονται δίπλα σε τραυματίες φαντάρους και αιχμαλώτους. Διόρθωση: αυτοί οι τρεις δεν είναι απλά γιατροί. Εφαρμόζουν την ψυχαναλυτική μέθοδο του Φρόιντ ή την προγενέστερή της, τη θεραπεία της «κάθαρσης», του Γιόζεφ Μπρόυερ (1942-1925). Χάρη στη δική τους δουλειά στα νοσοκομεία, στη δική τους στράτευση, η ψυχανάλυση φεύγει από τα σαλόνια της Βιέννης και δοκιμάζει να ανακουφίσει τον πόνο ανθρώπων που είδαν και άκουσαν το θάνατο να περνάει δίπλα από το κεφάλι τους: «Οι περισσότεροι ασθενείς διηγούνται ότι αρρώστησαν μετά από έκρηξη οβίδας που εξερράγη πολύ κοντά τους […] Τα θύματα από έκρηξη οβίδας μιλούν για ένα “κύμα” που τους ισοπέδωσε, άλλοι σκεπάστηκαν εν μέρει κάτω από το χώμα που σηκώθηκε από την ανατίναξη» (σ. 48).

Είπα νωρίτερα ότι δεν πρόκειται απλά για τρεις γιατρούς. Πάρτε παράδειγμα τον Σαντόρ Φέρεντσι (1873-1933), στενό συνεργάτη του Φρόιντ. Το 1916 επιστρατεύεται ως νευροψυχίατρος και μπαίνει επικεφαλής της Μονάδας Νευρολογίας σε νοσοκομείο της Βουδαπέστης. Στο νοσοκομείο βλέπει ανθρώπους με πόδια να τρέμουν, με δυσκαμψίες: πάνε να κινηθούν και τρέμει όλο το σώμα τους. Ο νευρολόγος ψάχνει την αιτία σε οργανική πάθηση του εγκεφάλου ή του νωτιαίου μυελού. Δεν βρίσκει ούτε συμπτώματα οργανικής πάθησης ούτε σημάδια αλλοίωσης νευρώνων. «Αναγκάστηκα να παραδεχτώ», λέει σε μια επιστημονική συνάντηση με συναδέλφους του στο νοσοκομείο, το 1916, ότι οι διαταραχές «δεν αντιστοιχούσαν στη θεωρία της οργανικής, ή έστω της “μοριακής” ή “μικρο-οργανικής” βλάβης του νευρικού ιστού» (σ. 49). Η ψυχανάλυση επιτρέπει μια άλλη υπόθεση: «Από τον Μπρόυερ και τον Φρόυντ, εξηγεί ο Φέρεντσι, «γνωρίζουμε ότι η φύση των φαινομένων διέγερσης και υστερικής παράλυσης συνίσταται, κυριολεκτικά, στη διαρκή μετατροπή, στη μετατροπή των συναισθημάτων σε μια σωματική εκνεύρωση» (σ. 54). Με απλά λόγια: ξεχασμένα («απωθημένα») βιώματα δανείζουνν την ενέργειά τους σε σωματικές λειτουργίες που συνδέονται νοερά με αυτά τα βιώματα. Οι νευρολόγοι «είναι κατακριτέτοι», γράφει ο Φέρεντσι, «γιατί περίμεναν τη φρίκη του πολέμου για να ενημερωθούν καλύτερα» (σ. 79), ενώ η ψυχανάλυση μετρούσε ήδη 20 χρόνια έρευνας.

Το απόσπασμα αποδίδει το κλίμα μιας εποχής: στις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα, η ψυχανάλυση διεκδικεί να της αναγνωριστεί ως επιστήμη όπως η νευρολογία, βάζοντας, απέναντί στους νευρολόγους, τις δικές της έννοιες, τη δική της μέθοδο, το δικό της διακριτό αντικείμενο: «αρμοδιότητα» για τον ψυχικό πόνο –είναι σα να λέει ο Φέρεντσι– δεν έχει μόνο ή κυρίως όποιος μπορεί να τον εξηγήσει με βάση κάποια βλάβη στους ιστούς, που διεγείρει ή ναρκώνει τα όργανα. Σε πείσμα της σκέψης που νομίζει το σώμα μηχανή, οι άνθρωποι είναι κάπως πιο σύνθετοι από συνδυασμούς εξαρτημάτων.

Κατανοώντας τον πόνο ως ψυχικό τραύμα, καταλαβαίνει κανείς γιατί η ανακούφιση του πόνου μέσα στην ανθρωποσφαγή, εκτός από υπόθεση των ειδικών (καταρχάς σε κλινικό επίπεδο), είναι και μάθημα ιστορίας – για ειδικούς και για όλους. Τα βιβλία της «Άγρας» έχουν συμβάλει στην κατανόηση των σκοτεινότερων σελίδων ιστορίας του 20ού αιώνα – μια κατανόηση που δεν είναι ψυχρά εγκεφαλική. Βάζει σε κίνηση τη δυνατότητα να συναισθανόμαστε: τη δυνατότητα που ναρκώνει η γρήγορη διαδοχή σκοτεινών συμβάντων. Σήμερα που σκοτεινιάζει ξανά στην Ευρώπη, τη δυνατότητα αυτή χρειάζεται να την προφυλάξουμε.

Την άλλη Τετάρτη το «Κομοδίνο» είναι του Τάσου!

Διαβάστε επίσης