Κάθε Σάββατο σε ένα συρταράκι του φιλόξενου Κομοδίνου υπάρχουν οι Βιβλιοβελονιές, με ένα απόσπασμα από κάποιο ωραίο βιβλίο, το οποίο έχει λογοτεχνικό ή/και ιστορικο-πολιτικό ενδιαφέρον. Σήμερα γράφει η Κυριακή Κλοκίτη
Μια πτυχή της ιστορίας γύρω από τη Μικρασιατική καταστροφή και τον ερχομό σχεδόν 1,5 εκατομμυρίου προσφύγων αναλύει σε μέρος του βιβλίου του «Δυο λεπίδες χλόης, το αγροτικό θαύμα» των εκδόσεων ΑΡΜΟΣ, ο γεωπόνος Παντελής Ζωιόπουλος, ερασιτέχνης μελετητής της γεωργικής ιστορίας. Κι αυτή η πτυχή ήταν το μεγάλο ερώτημα: πώς θα τρέφονταν τόσοι άνθρωποι σε μια χώρα χωρίς σιτάρκεια, δηλαδή χωρίς επάρκεια στο σιτάρι, και άρα στην τροφή; Τεράστιο ζήτημα των αρχών του 20ού αιώνα στην Ελλάδα, που παρουσιάζεται από πηγές και βιβλιογραφία στο βιβλίο του Ζωιόπουλου. Με τη διαμάχη γύρω από τη σιτάρκεια στην Ελλάδα έχει ασχοληθεί και ο ιστορικός Μάρκ Μαζάουερ. Ο Ζωιόπουλος σ’αυτό το βιβλίο εστιάζει στη δουλειά των εφαρμογών και της έρευνας στον αγρό, στην οποία πρωτοστάστησαν γεωπόνοι, και αναμεσά τους ο φωτισμένος και ευρυμαθής Ιωάννης Παπαδάκης, ο οποίος έλυσε τεχνικά, μέσω γενετικής βελτίωσης, το πρόβλημα της σιτάρκειας στην Ελλάδα εκείνη την ταραγμένη εποχή.
Το έλυσε με έρευνα και άοκνη προσπάθεια που παρουσιάζεται πολύ ζωντανά μέσα στο βιβλίο. Ο Παπαδάκης ήταν αυτός που με μεθόδους βελτίωσης φυτών και διασταυρώσεων ποικιλιών δημιούργησε στην πράξη εκείνες τις ποικιλίες που ευδοκίμησαν στα ελληνικά εδάφη και κατάφεραν να αντιμετωπίσουν το φάσμα της πείνας που ήταν απειλητικό για τόσο πληθυσμό. Ήταν αυτό που ονομάστηκε ελληνικό αγροτικό θαύμα του Μεσοπολέμου. Η σιτοπαραγωγή στην Ελλάδα τριπλασιάστηκε μέσα σε δέκα χρόνια, από το 1930 ως το 1940, διότι μπόρεσε να υπάρξει αγροτική έρευνα από συγκεκριμένους ανθρώπους, την ώρα που σε άλλα πεδία η λέξη ήταν άγνωστη. Το πώς έγινε αυτό κατορθωτό, παρά τις ισχυρές πολιτικές αντιρρήσεις, παρουσιάζεται στο πολύ ενδιαφέρον αυτό βιβλίο με την τόσο άμεση διήγηση. Ο Ιωάννης Παπαδάκης, όπως αναφέρει ο Ζωιόπουλος, είναι επίσης ο άνθρωπος που κατάφερε, σε ηλικία μόλις 24 ετών, να πείσει υψηλά πρόσωπα να ιδρύσουν την ΚΕΠΕΣ (Κεντρική Επιτροπή για την προστασία του Εισοδήματος των Σιτοπαραγωγών), ώστε να εξασφαλιστεί και αξιοπρεπές εισόδημα στους γεωργούς. Είναι αυτός που έγραψε το βιβλίο, το πρώτο που εμφανίστηκε παγκοσμίως (το έγραψε στα γαλλικά το 1938), με τίτλο «Γεωργική Οικολογία». Και ήταν αυτός που κλήθηκε και έφτιαξε, το 1951, έναν Άτλαντα με τίτλο «οικολογικός χάρτης της Αργεντινής», και στη συνέχεια του Περού, της Χιλής και χωρών της Δυτικής Αφρικής. Πρωτοπόρος με όλη τη σημασία της λέξης.
Φυσικά ο Παπαδάκης, όπως μας εξηγεί ο συγγραφέας, δεν γλίτωσε από τις γνωστές κατηγορίες για αριστερά φρονήματα και έλλειψη εθνικοφροσύνης. Και φυσικά δεν τον εξέλεξαν ποτέ, παρ’ όλες τις υποψηφιότητές του στην Καθηγεσία, εξού και το 1947 μετανάστευσε για πάντα στην Αργεντινή.
Το βιβλίο του Ζωιόπουλου δίνει φοβερές πληροφορίες σχετικά με τη γεωργική ιστορία της Ελλάδας. Παρακολουθώντας από τις σελίδες του τα τεκταινόμενα από τον Καποδίστρια και μετά, όπου ταυτόχρονα με όλα τα άλλα ιστορικά γεγονότα γράφεται η γεωργική ιστορία της Ελλάδας (ιστορία συναρπαστική, γιατί εμπλέκει μέσα της κινήματα, επαναστάσεις, πολιτικές συγκρούσεις έρευνα επιστήμη, εφαρμογή), ανακαλύπτει κανείς ξανά πόσο φοβερά πράγματα διαδραματίστηκαν σε λίγα χρόνια.
Το βιβλίο τελειώνει με μια θύμηση του συγγραφέα: «Γυρνώντας σπίτι μας από άλλο δρόμο, στη θέση Μοίρα όπου έδρευε μια στρατιωτική μονάδα -σήμερα στη διασταύρωση των οδών Ούλοφ Πάλμε και Στρ. Παπάγου, στην κατεύθυνση προς το κέντρο του Ζωγράφου-, είδαμε ένθεν κακείθεν του δρόμου παρατεταγμένους στρατιώτες με το όπλο τους «παρά πόδα». Ρώτησα τη μητέρα μου «τι είναι αυτοί;». Μου απήντησε «Φαντάροι. Έπεσε ο Γράμμος».