Η στήλη των «απλοϊκών μαθημάτων» έχει, καταρχήν και κυρίως, ψυχαγωγικό στόχο. Η ιδέα είναι να σχολιάζονται κεντρικά θέματα της οικονομίας με τρόπο εύληπτο, ευχάριστο, κατά το δυνατόν έγκυρο και  πολύ σύντομο. Άρα, θα μείνει μακριά από ακαδημαϊκότητες και τις αντίστοιχες προδιαγραφές των «πέιπερς». Δεν θα έχει σημειώσεις ούτε αναφορές. Που σημαίνει πως η αναγνώστρια θα πρέπει να  έχει εμπιστοσύνη και να θεωρεί δεδομένη την εντιμότητα του γράφοντα. Τα λάθη που μοιραία θα εμφανιστούν δεν θα είναι από πρόθεση.

Σκοπός είναι η αποδόμηση των ορθόδοξων αστικών ερμηνειών, καθώς και η διευκρίνιση των «ανορθόδοξων» επιχειρημάτων. Για εμβάθυνση στις υπό συζήτηση θεματικές προτείνω τα βιβλία:

  • Χα-Τζουν Τσανγκ, 23 αλήθειες που δεν μας λένε για τον καπιταλισμό, Καστανιώτη
  • Μαριάννα Ματσουκάτο, Το επιχειρηματικό κράτος, Κριτική
  • Χρήστος Λάσκος -Ευκλείδης Τσακαλώτος, 22 Πράγματα που μας λένε για την ελληνική κρίση και δεν είναι έτσι, ΚΨΜ

 

Χρήστος Λάσκος

***

Πολλές φορές έχουμε ακούσει πως η Ελλάδα αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση χώρας όπου η παραοικονομία και η φοροκλοπή κάνουν πάρτι. Το σωστό είναι να ειπωθεί πως η Ελλάδα, και εδώ, είναι ακραία περίπτωση.

Στο σημερινό κείμενο το βάρος θα πέσει σε ζητήματα «οικονομικής δικαιοσύνης».

Δεν θα πρέπει, ωστόσο, να ξεχνάμε πως η συνολική μακροοικονομική κατάσταση εξαρτάται άμεσα από την κατάσταση στα «φορολογικά». Ως γνωστόν, η ελληνική κατάρρευση μετά το 2009 αιτιολογήθηκε με το γεγονός των τεράστιων ελλειμμάτων και της, εξ αυτών, γιγάντωσης του δημόσιου χρέους. Μόνο που ελάχιστα υπογραμμίστηκε πως αυτή η εξέλιξη δεν οφείλονταν στις δαπάνες του κράτους –και ιδίως στις κοινωνικές–, αλλά στην τεράστια και διαρκή υστέρηση των εσόδων, η οποία προέκυπτε από ένα συνδυασμό φοροαπαλλαγών, φοροκλοπής και φοροδιαφυγής –σε πρωτοφανή μεγέθη σε σύγκριση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες–, καθώς και στα ρεκόρ παραοικονομίας. Αν σε αυτό προστεθεί και το γεγονός πως μεγάλο μέρος των δαπανών αφορούσε σχεδόν ανελαστικές πολεμικές δαπάνες και τόκους δημοσίου χρέους, καταλαβαίνει κανείς με τι βρέθηκε αντιμέτωπη η ελληνική κοινωνία.

Ξεκινώ από το τελευταίο, τους τόκους, δηλαδή. Κάτι που δεν σχολιάζεται σχεδόν ποτέ είναι ποιοι εισέπρατταν αυτούς τους τόκους. Πρόκειται, λοιπόν, σε μεγάλο βαθμό, για τους συμπατριώτες μας καπιταλιστές και ευκατάστατους.

Να πώς δούλευε το πράγμα:

Φοροαπέφευγα εγώ, μειώνονταν έτσι τα δημόσια έσοδα και, επομένως, το κράτος δανείζονταν, προκειμένου να χρηματοδοτήσει τις δαπάνες του. Τότε αγόραζα ομόλογα –δηλαδή, κρατικό χρέος– και πληρωνόμουν τους τόκους. Έτσι συνεισέφερα στην εθνική οικονομία εις διπλούν. Και έκλεβα, και πληρωνόμουν γι’ αυτό. Απίθανο, ε; Και απόδειξη του πόσο έξυπνοι είναι οι κυρίαρχοι, άρα πόσο αξιοκρατικά δουλεύει το σύστημα.

Πάμε, όμως, στο κατεξοχήν θέμα μας.

Ξεκινάμε, όπως είναι το σωστό, από τη διάρθρωση των φόρων, σε άμεσους και έμμεσους. Όσο μεγαλύτερη είναι η συμβολή των πρώτων, τόσο δικαιότερο είναι το σύστημα. Στην Ελλάδα, λοιπόν, μόλις το 1 ευρώ στα 3 αντιστοιχεί σε άμεσους φόρους, φόρους, δηλαδή, που πληρώνονται βάσει του εισοδήματος και της περιουσίας. Τα 2 στα 3 ευρώ αφορούν έμμεσους φόρους, με σημαντικότερο τον ΦΠΑ, που πληρώνεται το ίδιο είτε είσαι πλούσιος είτε φτωχός – είτε και πάμφτωχος. Τα ακριβή νούμερα είναι 64% έμμεσοι φόροι και 36% άμεσοι, που μας κατατάσσουν στη δεύτερη χειρότερη θέση στην ΕΕ.

Το πράγμα, ωστόσο, αν μείνει εδώ, είναι σχεδόν ειδυλλιακό. Γιατί, επιπλέον, θα πρέπει να ειπωθεί πως η (άμεση) φορολογία εισοδήματος αφορά, στην πράξη, σχεδόν αποκλειστικά μισθωτούς και συνταξιούχους. Για να έχουμε ακριβή εικόνα, το 2019 οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι δήλωσαν συνολικό εισόδημα 64 δισεκατομμύρια, ενώ οι επιχειρηματίες –μικροί και μεγάλοι– 3.5 δισεκατομμύρια!

Χαράς ευαγγέλια! Οι μισθωτοί στην Ελλάδα είναι πολύ πλουσιότεροι των επιχειρηματιών. Έχουν συνολικό εισόδημα 18 φορές μεγαλύτερο. Δεν είναι παράδοξο, άλλωστε, αν σκεφτούμε πως το 85% των επιχειρηματιών δηλώνει ετήσιο ατομικό εισόδημα μικρότερο των 10000 ευρώ, ενώ το μεγαλύτερο μέρος τους λιγότερο και από 5000!

Με αυτά και με εκείνα, η φοροδιαφυγή-φοροκλοπή είναι, εντελώς μετριοπαθώς υπολογισμένη, της τάξης του 8%, που σημαίνει σχεδόν 20 δισεκατομμύρια, όταν οι συνολικές δαπάνες για την εκπαίδευση είναι στο 3% του ΑΕΠ, γύρω στα 6 δισ.

Βάλτε και την παραοικονομία, η οποία υπολογίζεται σε 30% του προϊόντος, προσθέστε και τις νόμιμες φοροαπαλλαγές, που αντιστοιχούν σε αρκετές μονάδες του ΑΕΠ, για να ολοκληρωθεί η εικόνα.

Κατά καιρούς το κράτος προσπάθησε να ελέγξει, λέει, τη φοροδιαφυγή με ευφάνταστους τρόπους. Χαρακτηριστική, από αυτήν την άποψη, είναι η ιδέα του Αλογοσκούφη να συμπεριλάβει στο ΑΕΠ τα έσοδα από την πορνεία και παρόμοιες δραστηριότητες, ανεβάζοντας το «πραγματικό» προϊόν κατά 25%. Ο στόχος ήταν να φαίνεται το ποσοστιαίο έλλειμμα μικρότερο, αλλά, δυστυχώς, η ΕΕ δεν μάσησε!

Συμπέρασμα ζοφερό: πέρα από την ασύλληπτη εκμετάλλευση των εργαζομένων στην παραγωγή, έχουμε και μια τεράστια –δευτερογενή– εκμετάλλευση, λόγω της φορολογίας.

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…