Λόγος περί εθελοδουλείας

Πώς είναι δυνατόν η κυβερνητική παράταξη στο εργασιακό σωματείο ενός νοσοκομείου να εκτοξεύεται από τελευταία σε πρώτη δύναμη, ενόσω η επιρροή του κόμματος εξουσίας φθίνει στην κοινωνία;

Πώς γίνεται, εργαζόμενοι που δουλεύουν πλέον με 4 ταχύτητες στο ΕΣΥ, λόγω διαφορετικών συμβάσεων εργασίας, να συσπειρώνονται γύρω από ένα κόμμα που έχει κάνει σημαία του την επισφάλεια;

Πώς στελεχώνει ο κόσμος του ΕΣΥ ένα σχήμα που δουλεύει συστηματικά για την διάλυση του και την εκχώρηση σε ιδιώτες;

Μόνο με ένα τρόπο είναι αυτό εφικτό: με ταξίματα και εκβιασμούς. Κι αυτό δεν συνιστά ήττα των “δημοκρατικών δυνάμεων”, δεν αποτελεί ήττα της Αριστεράς (“πρώτη φορά κυβερνητικής”, κοινοβουλευτικής ή εξωκοινοβουλευτικής), γιατί η Αριστερά δεν έπαιξε ποτέ με αυτούς τους όρους, προς τιμήν της. Συνιστά ήττα των εργαζομένων, που σύντομα θα δουν τι σημαίνει για το συμφέρον της τάξης τους να εκχωρούν τα σωματεία στη ΔΑΚΕ.

 

Tο 1550, ο Ετιέν ντε Λα Μποεσί

Ψάχνοντας μια λέξη για να περιγράψει αυτήν την «τερατώδη διαστροφή, που δεν της αξίζει καν ο τίτλος της δουλείας, που κανένα όνομα, όσο ταπεινωτικό κι αν είναι, δεν της αρμόζει, που η φύση την αποστέργει ως δημιούργημά της και η γλώσσα αρνείται να την κατονομάσει»

Ψάχνοντας να εξηγήσει «το σκάνδαλο μιας δουλείας που δεν πηγάζει από έναν εξωτερικό καταναγκασμό, αλλά από μια εσωτερική συγκατάνευση του ίδιου του θύματος που έχει γίνει συνένοχος του τυράννου του»

Έφτασε να ανατρέψει την κλασική θεωρία της κυριαρχίας, δείχνοντας πως οι κυριαρχούμενοι δεν εξαπατώνται από τους κυρίαρχους, αλλά με έναν τρόπο αυτοεξαπατώνται, καταλήγοντας να αυτοκαταστρέφονται.

Η σκανδαλώδης λέξη, ήταν, είναι, η λέξη εθελοδουλεία. Και το σκάνδαλο έγκειται στο ότι οι «δούλοι» δεν είναι ούτε πεπλανημένοι ούτε δειλοί ούτε εξαπατημένοι, αλλά κάποιοι που συναινούν, που συγκατανεύουν, ακόμα και κάποιοι που προσκολλώνται στο άρμα της εξουσίας.

Αντιγράφοντας τρόπους και εικόνες, τόσους αιώνες μετά

Υποδουλώνονται, για να συσσωρεύουν αγαθά, σαν να θέλουν να κερδίσουν κάτι που να είναι δικό τους, καθώς δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι ο εαυτός τους τους ανήκει.

Τι δυστυχία είναι αυτή, θεέ μου! Θα πρέπει να είναι αληθινός μάρτυρας αυτός που χρειάζεται να αναλώνεται νυχθημερόν, προσπαθώντας να φανταστεί με ποιο τρόπο θα γίνει αρεστός σ’ αυτόν τον άνθρωπο, ενώ συγχρόνως θα τον φοβάται όσο κανέναν άλλο στον κόσμο. Οφείλει να έχει τα μάτια του ορθάνοιχτα, τ’ αφτιά του τεντωμένα, για να αντιληφθεί από πού θα έρθει το χτύπημα, για να ανακαλύψει τις ραδιουργίες, για να διαισθανθεί τις υπονομεύσεις των ομοίων του, για να πληροφορηθεί ποιος τον προδίδει, για να εξαπατήσει τον καθένα και μολαταύτα οφείλει να φοβάται τους πάντες. Δεν έχει ούτε φανερό εχθρό ούτε βέβαιο φίλο. Έχοντας πάντα το χαμόγελο στο στόμα και την καρδιά σφιγμένη από το φόβο, ο άνθρωπος αυτός δεν μπορεί να είναι χαρούμενος και δεν τολμά να είναι θλιμμένος.

Γιατί υπάρχει ένα είδος «αρνητικής αλληλεγγύης» που συνδέει όσους προσκολλώνται στο άρμα της εξουσίας

Παρατηρώντας εκείνους τους ανθρώπους, οι οποίοι με οδύνη υπηρετούν τον τύραννο προκειμένου να κερδίσουν κάτι από την τυραννία του και από την υποταγή του πληθυσμού, συχνά ξεπερνώ με κατάπληξη τη μοχθηρία τους και κάποιες φορές αντιμετωπίζω με συμπόνοια τη αφροσύνη τους. Γιατί, με όλη την ειλικρίνεια, μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά αφροσύνη, το να πλησιάζεις έναν τύραννο παραιτούμενος κι άλλο από την ελευθερία σου, και, για να το πούμε έτσι, αγκαλιάζοντας και με τα δύο χέρια τη δουλεία σου;

Κάποιοι επιλέγουν τον τόπο, άλλοι καιροφυλακτούν τους ταξιδιώτες, μερικοί στήνουν την ενέδρα, άλλοι φυλάνε τσίλιες, ορισμένοι μακελεύουν και άλλοι λαφυραγωγούν. Παρόλα αυτά, ισχύουν και μεταξύ τους διακρίσεις υπεροχής: άλλοι είναι υπηρέτες, άλλοι είναι αρχηγοί ομάδων και, τέλος, υπάρχει κάποιος που επωφελείται πιο πολύ όταν μοιράζονται τα λάφυρα, αν δεν παίρνει τη μερίδα του λέοντος.

Και γιατί

ανάμεσα σε τόσα πολλά άτομα που κολακεύουν τον κυβερνήτη τους δεν υπάρχει ένας που να έχει τη σοφία και την τόλμη να του πει ότι, σύμφωνα με το μύθο, είπε η αλεπού στο λιοντάρι που παρίστανε το άρρωστο: «Θα χαιρόμουν να μπω στη φωλιά σου να αποδώσω τα σέβη μου, όμως βλέπω πολλά χνάρια ζώων που ήρθαν προς εσένα, αλλά ούτε ένα από κάποιο που να έφυγε».

Αλλά, επειδή το Πρόβλημα της εθελοδουλείας είναι, τελικά, ένας λόγος για την ελευθερία, ο Λα Μποεσί παρατηρεί κάτι «απλό» και εφαρμόσιμο

Εκείνος που έτσι σας καταδυναστεύει, έχει μόνο δύο μάτια, μόνο δύο χέρια, μόνο ένα σώμα, τίποτα παραπάνω από όσα διαθέτει και ο τελευταίος άνθρωπος ανάμεσα στους αμέτρητους που κατοικούν στις πόλεις σας, στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα παραπάνω για να σας καταστρέψει από την εξουσία που εσείς του απονείματε.

Πού βρήκε αρκετά μάτια για να σας κατασκοπεύσει, εάν δεν του τα δώσατε οι ίδιοι; Πώς μπορεί να έχει τόσα πολλά χέρια για να σας χτυπά, εάν δεν τα δανείστηκε από εσάς; Πώς έχει οποιαδήποτε εξουσία πάνω σας, εκτός μέσα από σάς; Πώς θα τολμούσε να σας επιτεθεί, εάν δεν είχε τη συνεργασία σας;[…]

Από όλες αυτές τις ταπεινώσεις μπορείτε να απαλλαγείτε αν το προσπαθήσετε, όχι περνώντας στη δράση, αλλά απλώς επιθυμώντας την ελευθερία.

Αποφασίστε να μην υπηρετείτε πλέον και αμέσως είστε ελεύθεροι.

Δεν σας ζητώ να θέσετε τις χείρες πάνω στον τύραννο για να τον ανατρέψετε, αλλά απλώς να μην τον στηρίζετε πλέον, τότε θα τον δείτε σαν έναν μεγάλο Κολοσσό του οποίου αποσπάστηκε το βάθρο, να πέφτει από το ίδιο του το βάρος και να σπάει σε κομμάτια.

 

Για όποιαν δεν πείθεται πως είναι τόσο απλό:

– Πραγματεία περί Εθελοδουλείας, Ετιέν ντε Λα Μποεσί, εκδόσεις Πανοπτικόν, 2002

-Το πρόβλημα της Εθελοδουλείας, Κριτική και ερμηνευτική προσέγγιση στο «Λόγο περί εθελοδουλείας» του Ετιέν ντε Λα Μποεσί, Δημήτρης Κοτρόγιαννος, εκδόσεις Κριτική,1996

– Ο Λα Μποεσί προφήτης της ελευθερίας, Miguel Abensour, εκδόσεις Στάσει Εκπίπτοντες, 2016)

2 σχόλια

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Η Ίμπιζα κάποτε έμοιαζε με μια από τις Σποράδες… Αυτή την παραοικονομία θέλουμε;

Το κείμενο το «αλιεύσαμε» από τον τοίχο της Iris Lykourioti στο Facebook.…