Από τον τοίχο της γιατρού Ελένης Ιωαννίδου αλιεύσαμε το παρακάτω κείμενο:
Έγινα γιατρός γιατί ένιωσα από νωρίς ότι όση σκληρότητα και πόνος προέρχεται από την αρρώστια, άλλη τόση η είναι η χαρά που μπορεί να προέλθει από την ανακούφιση της. Πάντα πίστευα ότι η υγεία είναι μία αυταξία, όπως είναι και η ίδια η ζωή. Πόσο μεγαλύτερη ικανοποίηση μπορεί να αισθανθεί κάποιος όταν ανακουφίζει τον πόνο, καθησυχάζει το φόβο της αρρώστιας, βλέπει την ευγνωμοσύνη στα μάτια των ασθενών του…
Δεν πήγα ποτέ στη δουλειά βαρυγκομώντας, δεν είχα φανταστεί ποτέ τον εαυτό μου εκτός ΕΣΥ. Ποτέ δεν επιδίωξα να γίνω πλούσια από τη δουλειά μου. Και όταν οι συνθήκες έγιναν δύσκολες, όταν μείναμε λίγοι, όταν η πανδημία μας πρόσθεσε διπλάσια δουλειά, προσπάθησα να μην κάνω «εκπτώσεις» στην ποιότητα της φροντίδας, δούλεψα διπλά μένοντας πίσω όταν οι συνάδελφοι έφευγαν ο ένας πίσω από τον άλλο εξαναγκασμένοι, ψάχνοντας καλύτερες συνθήκες εργασίας και αξιοπρεπείς απολαβές. Δούλεψα όταν όλος ο κόσμος πήγαινε διακοπές, βλέποντας να φεύγει η οικογένεια μου και εγώ να εφημερεύω γιορτές, και ατελείωτα καλοκαίρια.
Επέμεινα στο ΕΣΥ ακόμα και όταν οι προκηρύξεις έμεναν άγονες, όταν με κατηγόρησαν ότι εγώ και άλλοι σαν εμένα διώχνουμε τους γιατρούς με τις φασαρίες που κάνουμε, όταν με έβαλαν να καλύπτω 2 και 3 πόστα. Έμεινα όταν άρχισε πειθαρχική δίωξη απέναντι μου, γιατί τόλμησα να πω ότι δεν μπορεί να γίνει «λάστιχο» ένας γιατρός σε 30 μεριές, όχι μόνο γιατί θα κουραστεί, αλλά γιατί αναπόφευκτα θα κάνει λάθη και θα βλάψει τους ασθενείς του. Έμεινα και δούλεψα με συνεχή «εντέλλεσθε» για το «δημόσιο συμφέρον». Έμεινα όταν μου επέβαλαν να κάνω διακομιδές διασωληνωμένων ασθενών και να παριστάνω τον αναισθησιολόγο (ενώ δεν είμαι), όταν με κατηγόρησαν ότι δεν θέλω να βοηθήσω το σύστημα, όταν υποτιμώντας τη νοημοσύνη μου προσπάθησαν να με πείσουν ότι δεν υπάρχουν άλλες λύσεις. Έμεινα παρότι οι φίλοι μου δεν μπορούσαν να καταλάβουν γιατί δεν αναζητώ καλύτερες συνθήκες και χρήματα στον ιδιωτικό τομέα. Έμεινα όταν άκουγα τα υποκριτικά χειροκροτήματα ταυτόχρονα με τη μείωση του προϋπολογισμού για την υγεία. Όμως πόση υποτίμηση να αντέξει κανείς; Πόση κοροϊδία;
Από το Νοέμβριο του 2021 η κυβέρνηση αποφάσισε να μας «επιβραβεύσει», να ενισχύσει την αποζημίωση των 24ωρων εφημεριών μας. Στους γιατρούς πρώτης γραμμης σε εμάς που στηρίξαμε το σύστημα στα δύσκολα, που δουλέψαμε χωρίς άδειες σε δύσκολες συνθήκες στην πανδημία θα δώσουν λέει «ενισχυμένες τις επιπλέον των 4 εφημεριών. Το διαφήμισαν, το ψήφισαν και το εφάρμοσαν. Με τη διαφορά ότι το κονδύλι για αυτά τα χρήματα ξέχασαν να το εξασφαλίσουν. Αποτέλεσμα, εδώ και 10 μήνες πληρωνόμαστε 300 ευρώ λιγότερα από πριν κάθε μήνα. Και η «ενίσχυση» συνεχίζεται…. Και θα μας τα δώσουν (μάλλον) λέει μαζεμένα, προεκλογικά να το αισθανθούμε ως «δώρο». Τα χρήματα που δουλέψαμε σκληρά και μας χρωστάνε, χωρίς ντροπή. Και εγώ μαζί με τους χιλιάδες συναδέλφους μου που είμαστε στην ίδια μοίρα, λέμε σταματήστε την ενίσχυση. Βλέπουμε τους λογαριασμούς στην τράπεζα να αδειάζουν και πλέον δεν μπορούμε να ζήσουμε αξιοπρεπώς από τη δουλειά μας….
Γιατί μένουμε στο ΕΣΥ λοιπόν; Για ιδεολογικούς λόγους απαντάμε. Όσο κι αν αυτό ακούγεται «παλιό», όσο κι αν μας κοιτάζουν σαν «ούφο» όταν το λέμε. Γιατί αισθανόμαστε ότι πρέπει να παλέψουμε για αυτό που μας ανήκει. Όσο θα αντέξουμε. Γιατί θέλουμε να έχουμε ένα σύστημα που έχει σαν αρχή του τη δωρεάν ισότιμη ποιοτική υγεία για όλους μας.