Σχεδόν δύο μήνες πολέμου στην Ουκρανία και πουθενά δεν διαφαίνεται ειρήνευση. Στην πραγματικότητα, το επίπεδο της καταστροφής έχει ενταθεί και καμία από τις δυο πλευρές δεν φαίνεται να διατηρεί πολλές ελπίδες για μια ειρηνική διευθέτηση σύντομα. Επιπλέον, η κατάσταση παγκοσμίως θερμαίνεται αφού κάποιες ευρωπαϊκές χώρες σκέφτονται να ενταχθούν στον ΝΑΤΟ, μια εξέλιξη που έκανε το Κρεμλίνο να απειλήσει για χρήση πυρηνικών όπλων στην περιοχή της Βαλτικής.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο παγκοσμίου φήμης πανεπιστημιακός και εξέχων ακτιβιστής Νόαμ Τσόμσκι συζητά αυτές τις εξελίξεις σε μια αποκλειστική συνέντευξη για το Truthout. Υπογραμμίζει ότι πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στο να σώσουμε ανθρώπινες ζωές –όχι να τιμωρήσουμε τη Ρωσία, καθορίζοντας τις επόμενες κινήσεις.

Ο Τσόμσκι είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ως ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή διανοούμενους. Είναι συγγραφέας 150 βιβλίων και αποδέκτης πληθώρας βραβείων υψηλού κύρους, συμπεριλαμβανομένων του Βραβείου Ειρήνης του Σίδνεϋ και του Βραβείου του Κιότο και πλήθους τιμητικών διδακτορικών τίτλων από τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια στον κόσμο. Ο Τσόμσκι είναι επίτιμος καθηγητής του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ) και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνα.

Μετάφραση: Ηρώ Μαρίνου

***

Χ. Πολυχρονίου: Νόαμ, ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είπε την προηγούμενη εβδομάδα σε μια κοινή συνέντευξη τύπου με τον Λευκορώσο ομόλογό του, Αλεξάντερ Λουκασένκο, ότι οι ειρηνευτικές συνομιλίες κατέληξαν σε αδιέξοδο και ότι η εισβολή θα συνεχιστεί όπως είχε σχεδιαστεί. Στην πραγματικότητα, υποσχέθηκε ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί μέχρι οι στόχοι που είχαν τεθεί στην αρχή της εισβολής ολοκληρωθούν. Δεν θέλει ο Πούτιν ειρήνη στην Ουκρανία; Είναι πράγματι σε πόλεμο με το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες; Και αν είναι έτσι, δεδομένου του πόσο επικίνδυνη είναι η πολιτική της Δύσης απέναντι στη Ρωσία μέχρι τώρα, τι μπορεί να γίνει για να αποτραπεί μια δυνητικά ολοκληρωτική εξαφάνιση μιας χώρας από τον χάρτη;

Νόαμ Τσόμσκι: Πριν προχωρήσουμε σε αυτή τη συζήτηση, θα ήθελα να τονίσω για μια ακόμα φορά το πιο σημαντικό ζήτημα: Το μέγιστο ενδιαφέρον μας θα πρέπει να είναι το να σκεφτούμε σοβαρά τι μπορούμε να κάνουμε για να τελειώνει γρήγορα η εγκληματική ρωσική εισβολή και να σώσουμε τα θύματα της Ουκρανίας από περισσότερο τρόμο. Υπάρχουν, δυστυχώς, πολλοί που βρίσκουν τις ηρωικές αποφάσεις περισσότερο ικανοποιητικές από αυτό το απαραίτητο καθήκον. Κι αυτό δεν συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία, δυστυχώς. Όπως πάντα, θα πρέπει να κρατήσουμε στο νου το βασικό ζήτημα και να δράσουμε αντίστοιχα.

Για να γυρίσω στο σχόλιο σου, η τελευταία ερώτηση είναι μακράν η πιο σημαντική. Ας επιστρέψουμε όμως στις προηγούμενες δύο:

Υπάρχουν βασικά δύο τρόποι για να τελειώσει αυτός ο πόλεμος: ένας διαπραγματευτικός διπλωματικός συμβιβασμός ή η καταστροφή της μιας ή της άλλης πλευράς είτε γρήγορα είτε παρατείνοντας την αγωνία. Kαι δεν είναι η Ρωσία εκείνη που καταστρέφεται. Χωρίς περιστροφές, η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να εκμηδενίσει την Ουκρανία και αν ο Πούτιν και η κουστωδία του εξοργιστούν, επάνω στην απελπισία τους μπορεί να χρησιμοποιήσουν αυτήν τη δυνατότητα. Αυτή σίγουρα θα πρέπει να είναι η προσδοκία όλων εκείνων που περιγράφουν τον Πούτιν ως «ψυχασθενή» εμποτισμένοι από τις ψευδαισθήσεις του ρομαντικού εθνικισμού  και των παγκόσμιων επιδιώξεων τους.

Αυτό είναι ξεκάθαρα ένα πείραμα που κανείς δεν επιθυμεί να διεξαχθεί –τουλάχιστον κανείς που να έχει την ελάχιστη έγνοια για τους Ουκρανούς.

Η δεξιότητα αυτή είναι δυστυχώς απαραίτητη. Υπάρχουν σημαντικές συντηρητικές φωνές που ταυτόχρονα έχουν δύο οπτικές: (1) Ο Πούτιν είναι πράγματι ένας «διαταραγμένος ψυχασθενής» ο οποίος είναι ικανός για το οτιδήποτε και μπορεί να ξεσπάσει με άγριο τρόπο αν βρεθεί σε απόγνωση και  (2) «Η Ουκρανία πρέπει να νικήσει. Αυτό είναι το μόνο αποδεκτό αποτέλεσμα.» Μπορούμε να βοηθήσουμε την Ουκρανία να νικήσει τη Ρωσία, λένε, προμηθεύοντάς την με σύγχρονο πολεμικό εξοπλισμό και εκπαίδευση και να οδηγήσουμε τον Πούτιν σε αδιέξοδο.

Αυτές τις δυο απόψεις μπορούν ταυτόχρονα να τις έχουν άνθρωποι οι οποίοι  δεν ενδιαφέρονται παρά ελάχιστα για τη μοίρα των Ουκρανών και είναι πρόθυμοι να επιχειρήσουν ένα πείραμα για να δουν αν ο «διαταραγμένος ψυχασθενής» θα ηττηθεί ή θα χρησιμοποιήσει την συντριπτική του δύναμη για να αφανίσει την Ουκρανία. Σε κάθε περίπτωση, οι υπερασπιστές και των δύο αυτών απόψεων κερδίζουν. Αν ο Πούτιν σιωπηλά δεχτεί την ήττα του, κερδίζουν. Αν αφανίσει την Ουκρανία πάλι κερδίζουν –αυτό θα δικαιολογήσει τη λήψη ακόμα σκληρότερων μέτρων για να τιμωρήσουν τη Ρωσία.

Δεν είναι καθόλου αδιάφορο ότι τέτοιες προθέσεις, να παίζει κανείς με τις ζωές και το μέλλον των Ουκρανών, έχουν απήχηση και επιπλέον θεωρούνται ευγενείς και θαρραλέες. Μάλλον άλλες λέξεις έρχονται στο νου για τις περιγράψουν.

Αν βάλουμε στην άκρη τη δεξιότητα –δυστυχώς απαραίτητη σε αυτήν την παράξενη κουλτούρα-, η απάντηση στο ερώτημα που τίθεται φαίνεται αρκετά ξεκάθαρη: δέσμευση για σοβαρές διπλωματικές ενέργειες ώστε να τερματιστεί η σύρραξη. Βέβαια, αυτή δεν είναι η απάντηση όλων όσων έχουν ως κύριο στόχο  να τιμωρήσουν τη Ρωσία –να πολεμήσουμε τη Ρωσία μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό, όπως περιγράφει ο πρεσβευτής Τσας Φρίμαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, κάτι που συνοψίζει αυτά που έχουμε συζητήσει.

Το βασικό πλαίσιο για μια διπλωματική συμφωνία έχει από καιρό περιγραφεί και επαναληφθεί από τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντιμίρ Ζελένσκι. Πρώτον, ουδετεροποίηση της Ουκρανίας, με ένα στάτους περίπου όπως το Μεξικό ή η Αυστρία. Δεύτερον, το ζήτημα της Κριμαίας να αφεθεί για αργότερα. Τρίτον, συμφωνία για ένα υψηλό επίπεδο αυτονομίας του Ντονμπάς, ίσως μέσω μιας ομόσπονδης διευθέτησης και κατά προτίμηση με αναφορά σε ένα διεθνές δημοψήφισμα.

Η επίσημη εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ εξακολουθεί να τα απορρίπτει όλα αυτά. Υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι δεν ομολογούν μόνο πως «πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν έκαναν καμία προσπάθεια να συζητήσουν ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα ασφάλειας του Βλαντιμίρ Πούτιν –την πιθανότητα η Ουκρανία να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.» Επιδοκιμάζουν τους εαυτούς τους για αυτήν τη θέση, η οποία μπορεί σαφώς να ήταν ένας παράγοντας που εξώθησε τον Πούτιν στην εγκληματική του επιθετικότητα. Και εξακολουθούν να την έχουν και τώρα, παρ’όλο που εμποδίζει τον δρόμο για έναν διπλωματικό συμβιβασμό με τους όρους που υπογράμμισε ο Ζελένσκι και παρά το κόστος για τους Ουκρανούς.

Μπορεί να επιτευχθεί ένας συμβιβασμός με αυτό το γενικό πλαίσιο όπως φαινόταν πιθανό πριν τη ρωσική εισβολή; Ένας τρόπος υπάρχει για να το διαπιστώσουμε: να προσπαθήσουμε. Ο πρεσβευτής Φρίμαν είναι απελπιστικά μόνος μεταξύ των έγκριτων Δυτικών αναλυτών στο να επιπλήττει την αμερικανική κυβέρνηση ότι «ήταν απούσα [από τις διπλωματικές προσπάθειες] και, το χειρότερο, έμμεσα αντιτάχθηκε» σε αυτές με τις πράξεις της και τη ρητορική της. Αυτό, συνεχίζει, είναι «το αντίθετο της πολιτικής δεινότητας και διπλωματίας» και ένα πικρό πλήγμα στους Ουκρανούς παρατείνοντας τη σύρραξη. Άλλοι έγκριτοι αναλυτές, όπως ο Ανατόλ Λιέβεν, γενικά συμφωνεί, αναγνωρίζοντας ότι τελικά, «οι ΗΠΑ δεν έκαναν τίποτα για να διευκολύνουν τη διπλωματία.»

Δυστυχώς, οι λογικές φωνές, όσο έγκριτες κι αν είναι, βρίσκονται στο περιθώριο της συζήτησης, αφήνοντας χώρο σε όλους αυτούς που θέλουν να τιμωρήσουν τη Ρωσία –μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό.

Στη συνέντευξη Τύπου ο Πούτιν εμφανίστηκε να βρίσκεται με το μέρος των ΗΠΑ στο να προτιμά «το αντίθετο της πολιτικής ικανότητας και διπλωματίας», αν και οι επισημάνσεις του άφηναν ανοιχτό αυτό το ενδεχόμενο. Αν οι ειρηνευτικές συνομιλίες βρίσκονται τώρα «σε αδιέξοδο», αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να συνεχιστούν, ιδανικά με τη δέσμευση της συμμετοχής των μεγάλων δυνάμεων, Κίνας και ΗΠΑ.

Η Κίνα είναι δικαίως καταδικασμένη για την απροθυμία της να διευκολύνει «την πολιτική ικανότητα και διπλωματία». Οι ΗΠΑ ως συνήθως είναι υπεράνω κριτικής στα κυρίαρχα μέσα και τις εφημερίδες (αν και όχι εντελώς), εκτός από το να παρουσιάζεται η επικρατούσα έγνοια για παροχή περισσότερων όπλων ώστε να ενταθεί η σύρραξη ή για χρήση άλλων μέτρων τιμωρίας της Ρωσίας.

Ένα μέτρο που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσουν οι ΗΠΑ προτείνεται από τις αίθουσες της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ, στο υποτιθέμενο φιλελεύθερο άκρο της κοινής γνώμης. Ο ομότιμος καθηγητής Λόρενς Τράιμπ και ο φοιτητής Νομικής Τζέρεμι Λιούιν προτείνουν ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν να ακολουθήσει το παράδειγμα του Τζορτζ Μπους το 2003, όταν κατέσχεσε «ιρακινά κεφάλαια σε αμερικανικές τράπεζες για να τα διανείμει προς βοήθεια στον ιρακινό λαό και να αποζημιώσει τα θύματα της τρομοκρατίας.»

Έκανε κάτι άλλο ο πρόεδρος Μπους το 2003 «για να βοηθήσει τον ιρακινό λαό;» Αυτό το ενοχλητικό ερώτημα θα μπορούσε να τεθεί μόνο από εκείνους που είναι ένοχοι με το αμάρτημα του «τι θα έλεγες αν…;», μια από αυτές τις σύγχρονες τεχνικές που έχουν σχεδιαστεί για να τραβούν την προσοχή από τις πράξεις μας και τις συνέπειές τους στο παρόν.

Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι υπάρχουν κάποια προβλήματα στο να παγώσουν κεφάλαια τα οποία βρίσκονται για ασφάλεια στις τράπεζες της Νέας Υόρκης. Αναφέρουν το πάγωμα των αφγανικών κεφαλαίων υπό τη διακυβέρνηση Μπάιντεν, πράξη η οποία ήταν «αμφιλεγόμενη, κυρίως για τα εκκρεμή ζητήματα αναφορικά με τις δικαστικές κατασχέσεις των περιουσιακών στοιχείων και τις διεκδικήσεις της διανομής μεταξύ των διαμαχόμενων εναγόντων και των αγωγών που κατέθεσαν οι συγγενείς αυτών που σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν την 11η Σεπτεμβρίου.»

Παραλειπόμενος, αλλά ίσως όχι αμφιλεγόμενος, ήταν ο γολγοθάς των Αφγανών μανάδων που έβλεπαν να παιδιά τους να λιμοκτονούν επειδή δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους ώστε να αγοράσουν τροφή και γενικά το δράμα εκατομμύριων Αφγανών που ήρθαν αντιμέτωποι με την πείνα.

Περαιτέρω σχόλια σχετικά με τις προσπάθειες του Προέδρου Μπους το 2003 «να βοηθήσει τον ιρακινό λαό» παρέχονται ακούσια από τον εξέχοντα πολιτικό αναλυτή της Νιου Γιορκ Τάιμς, Τόμας Φρίντμαν στο άρθρο με τον τίτλο «Πώς θα αντιμετωπίσουμε μια υπερδύναμη που καθοδηγείται από έναν εγκληματία πολέμου;»

Ποιος θα φανταζόταν ότι μια υπερδύναμη μπορεί να διοικηθεί από έναν εγκληματία πολέμου σε αυτή την φωτισμένη περίοδο και εποχή; Ένα δύσκολο ερώτημα να αντιμετωπίσει κανείς, ακόμα και να το αναλογιστεί, σε μια χώρα ανόθευτης αθωότητας όπως η δική μας.

Αναρωτιέται κανείς γιατί το πιο πολιτισμένο τμήμα του κόσμου, κυρίως ο φτωχός Νότος, αντικρίζει το θέαμα που περιγράφουμε εδώ με έκπληξη και καχυποψία;

Επιστρέφοντας στη συνέντευξη τύπου, ο Πούτιν είπε πράγματι ότι η εισβολή προχωράει όπως είχε σχεδιαστεί και ότι θα συνεχιστεί μέχρι οι αρχικοί στόχοι να επιτευχθούν. Αν η γενική άποψη των Δυτικών στρατιωτικών αναλυτών και πολιτικών ελίτ είναι κάπου ακριβής, είναι ο τρόπος να γνωρίζει ο Πούτιν ότι ο αρχικός στόχος για γρήγορη κατάληψη του Κιέβου και εγκαθίδρυσης μιας κυβέρνησης μαριονέτας έπρεπε να εγκαταλειφθεί εξαιτίας της σκληρής και γενναίας αντίστασης των Ουκρανών, παρουσιάζοντας τον ρωσικό στρατό σαν μια χάρτινη τίγρη ανίκανη να καταλάβει ακόμα και πόλεις λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορά της που τις υπερασπίζονται κυρίως πολιτοφυλακές.

Η ομοφωνία των ειδικών τότε οδηγεί σε ένα επιπλέον συμπέρασμα: Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη πρέπει να αφιερώσουν ακόμα παραπάνω πόρους για προστατευτούν από την επόμενη επέλαση αυτού του αδηφάγου στρατιωτικού θηρίου το οποίο έχει πάρει θέση να εξαπολύσει επίθεση για να υπερισχύσει του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ.

Η λογική αυτή μας ξεπερνάει.

Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, η Ρωσία τώρα αναθεωρεί τα εγκαταλειμμένα σχέδιά της και επικεντρώνεται σε μια μεγάλη επίθεση στην περιοχή του Ντονμπάς όπου περίπου 15.000 άνθρωποι έχει ανακοινωθεί ότι έχουν σκοτωθεί από την εξέγερση του Μαϊντάν το 2014. Από ποιον; Δεν θα είναι δύσκολο να το διαπιστώσουμε με τόσους πολλούς παρατηρητές του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στο πεδίο.

Μου φαίνεται δύσκολο να συμπεράνω ότι ο Πούτιν επιθυμεί έναν πόλεμο με το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ, που σημαίνει αμοιβαία εξολόθρευση. Πιστεύω πώς θέλει ειρήνη –με τους δικούς του όρους (Ποιο θηρίο δεν θέλει;) Το ποιοι όροι είναι αυτοί θα πρέπει να το ανακαλύψουμε μέσω της «πολιτικής δεινότητας και της διπλωματίας». Δεν θα μπορέσουμε να το μάθουμε ποτέ αν δεν δεσμευτούμε σε αυτήν την επιλογή, αρνούμενοι ακόμα και να τη σκεφτούμε ή να τη συζητήσουμε. Δεν θα το μάθουμε ποτέ αν μεταφέρουμε την επίσημη γραμμή που ανακοινώθηκε τον Σεπτέμβριο και επιβεβαιώθηκε τον Νοέμβριο, ζητήματα που έχουμε κουβεντιάσει επανειλημμένως: η επίσημη αμερικανική πολιτική για την Ουκρανία που συγκρατήθηκε από τους Αμερικανούς μέσω του «ελεύθερου τύπου» αλλά σίγουρα μελετήθηκε πολύ προσεκτικά από τη ρωσική υπηρεσία πληροφορίων η οποία είχε πρόσβαση στην ιστοσελίδα του Λευκού Οίκου.

Γυρίζοντας στα ουσιαστικά, πρέπει να κάνουμε ,ότι μπορούμε για να σταματήσουμε την εγκληματική επιθετικότητα και να το κάνουμε το με έναν τρόπο που θα σώσουμε τον ουκρανικό λαό από περαιτέρω βάσανα και πιθανό αφανισμό αν ο Πούτιν και ο κύκλος του βρεθούν σε αδιέξοδο χωρίς δυνατότητα απεγκλωβισμού.  Αυτό χρειάζεται ένα λαϊκό κίνημα που θα πιέσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να αναστρέψουν την επίσημη πολιτική τους και να ακολουθήσουν τη διπλωματική οδό. Τιμωρητικά μέτρα (κυρώσεις, στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία) μπορούν να δικαιολογηθούν αν συνεισφέρουν στη λήξη του πολέμου, όχι αν σχεδιαστούν για να τιμωρήσουν τους Ρώσους παρατείνοντας την αγωνία και απειλώντας την Ουκρανία με καταστροφή, προκαλώντας ανείπωτες συνέπειες.

Υπάρχουν ανεπιβεβαίωτες αναφορές ότι η Ρωσία έχει κάνει χρήση πυρηνικών όπλων στην ουκρανική πόλη που ίσως έχει χτυπηθεί πιο βάναυσα –τη Μαριούπολη. Με τη σειρά της, η αμερικανική κυβέρνηση έσπευσε να ανακοινώσει αρκετά τολμηρά ότι «όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι» αν αυτές οι αναφορές επιβεβαιωθούν. Πράγματι, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Χενς Στόλτενμπεργκ έχει ήδη δηλώσει ότι μια τέτοια εξέλιξη «θα άλλαζε τη φύση της σύγκρουσης». Τι σημαίνει «όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι»; Μπορεί να περιλαμβάνουν το σενάριο ο ουκρανικός πόλεμος να μετατραπεί σε πυρηνικό;

Η φράση «όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι» είναι συνηθισμένη γι’ αυτό που παριστάνεται ως πολιτική ικανότητα στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο –όλα σε ευθεία παραβίαση του χάρτη του ΟΗΕ (κι αν κάποιος ενδιαφέρεται, και του Αμερικανικού Συντάγματος). Δεν γνωρίζουμε τι μπορεί να υπάρχει στο μυαλό αυτών που συνήθως κάνουν τέτοιου είδους δηλώσεις. Ίσως εννοούν αυτό που σημαίνουν οι λέξεις: ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να καταφύγουν σε πυρηνικά όπλα, αν και πολύ πιθανά θα αυτοκαταστραφούν μαζί με τη ζωή του μεγαλύτερου μέρους του πλανήτη (αν και τα σκαθάρια και τα βακτήρια ίσως πολλαπλασιαστούν). Ίσως αυτό να είναι ανεκτό στο νου τους αν σημαίνει τιμωρία για τους Ρώσους οι οποίοι, μας έχει ειπωθεί, είναι μια αθεράπευτη κατάρα που η μόνη λύση θα είναι «μια μόνιμη ρωσική απομόνωση» ή ακόμα και ότι «η Ρωσία πρέπει να καταστραφεί.»

Σίγουρα αυτό που αρμόζει είναι να είμαστε αρκετά ανήσυχοι για τη χρήση πυρηνικών όπλων , ακόμα κι αν είναι ανεπιβεβαίωτη. Με τον κίνδυνο για περισσότερο «τι θα έλεγες αν…» θα πρέπει επίσης να μας ανησυχούν οι πολύ καλά επιβεβαιωμένες αναφορές για παραμορφωμένα έμβρυα στα νοσοκομεία της Σαϊγκόν, τη στιγμή που μιλάμε, μεταξύ των τρομακτικών συνεπειών του χημικού πολέμου που εξαπολύθηκε από τη διακυβέρνηση Κένεντι για να διαλύσει καλλιέργειες και δάση, πυρήνας του προγράμματος «προστασίας» του αγροτικού πληθυσμού που υποστήριζε τους Βιετκόνγκ, όπως γνωρίζει πολύ καλά η Ουάσιγκτον. Θα πρέπει να έχουμε έγνοια στο να κάνουμε κάτι να μετριάσουμε τις συνέπειες από αυτά τα τρομακτικά προγράμματα.

Αν η Ρωσία είχε κάνει χρήση ή σκεφτόταν τη χρήση χημικών όπλων, είναι σίγουρα ένα θέμα βαθιάς ανησυχίας.

Υπάρχουν επίσης ισχυρισμοί ότι χιλιάδες Ουκρανοί απελάθηκαν βίαια από τη Μαριούπολη σε μέρη της Ρωσίας, θυμίζοντας σκοτεινές μνήμες των μαζικών Σοβιετικών απελάσεων υπό τον Στάλιν. Αξιωματούχοι του Κρεμλίνου απορρίπτουν αυτούς τους ισχυρισμούς ως «ψευδείς», ωστόσο μιλούν ανοιχτά για απελάσεις πολιτών που παγιδεύτηκαν στην Μαριούπολη. Αν επιβεβαιωθούν αυτές οι αναφορές, ποιος είναι ο σκοπός αυτών των κατακριτέων πράξεων και θα προστεθούν στη λίστα των εγκλημάτων πολέμου του Πούτιν;

Σίγουρα θα προστεθούν στη λίστα, η οποία είναι ήδη αρκετά μεγάλη. Και ευτυχώς, θα ξέρουμε πολλά για αυτά τα εγκλήματα. Υπάρχουν ήδη εκτενείς έρευνες για ρωσικά εγκλήματα πολέμου σε εξέλιξη και παρά τις τεχνικές δυσκολίες, θα προχωρήσουν.

Κι αυτό επίσης είναι σύνηθες. Όταν οι εχθροί προχωρούν σε εγκλήματα, μια μεγάλη βιομηχανία κινητοποιείται ώστε να αποκαλύψει και την παραμικρή λεπτομέρεια. Όπως πρέπει να γίνει. Τα εγκλήματα πολέμου δεν θα πρέπει να αποκρυφτούν και να ξεχαστούν.

Δυστυχώς, αυτή είναι περίπου η παγκόσμια πρακτική στις ΗΠΑ. Έγινε νύξη σε κάποια λίγα από τα μυριάδες παραδείγματα. Αλλά το γεγονός πώς ο σημερινός παγκόσμιος ηγεμόνας υιοθετεί τις απαράδεκτες πρακτικές των προκατόχων του μας αφήνει ακόμα ελεύθερους να αποκαλύψουμε τα εγκλήματα των σημερινών επίσημων εχθρών, ένα καθήκον που θα πρέπει να αναληφθεί και σίγουρα αυτό θα γίνει σε αυτή την περίπτωση. Άλλοι εκτός της εμβέλειας της αμερικανικής προπαγάνδας θα τρομάξουν από την υποκρισία, ωστόσο αυτός δεν είναι  λόγος να μην καλωσορίσουμε την ιδιαίτερα επιλεκτική αποκάλυψη εγκλημάτων πολέμου.

Εκείνοι με ένα διεστραμμένο ενδιαφέρον στο να κοιτάζουν τους εαυτούς μας μπορούν να πάρουν μαθήματα από τον τρόπο που οι θηριωδίες προβάλλονται όταν αποκαλύπτονται. Η πιο αξιοσημείωτη περίπτωση είναι η σφαγή της Μάι Λάι, η οποία τελικά αναγνωρίστηκε όταν ο Σέϋμουρ Χερς την αποκάλυψε με το ελεύθερο ρεπορτάζ του στην εφημερίδα The West. Στο Νότιο Βιετνάμ, δεν είναι γνωστό πια ωστόσο δεν ασχολούνται πια και ιδιαίτερα. Το ιατρικό κέντρο των Κουακέρων στην Κουανγκ Νγκάι δεν μπήκε καν στον κόπο να το αναφέρει γιατί τέτοιου είδους εγκλήματα είναι πια τόσο συνηθισμένα. Στην πραγματικότητα, η επίσημη αμερικανική κυβερνητική έρευνα ανακάλυψε ένα παρόμοιο έγκλημα κοντά στο χωριό Μάι Κχε.

Η σφαγή της Μάι Λάι θα μπορούσε να θαφτεί μέσα στο σύστημα προπαγάνδας περιορίζοντας την ευθύνη στους στρατιώτες στο πεδίο οι οποίοι δεν γνώριζαν ποιος θα ήταν ο επόμενος που θα τους πυροβολούσε. Από αυτό αποκλείστηκαν –και αποκλείονται-εκείνοι που τους έστειλαν σε αυτή την εκστρατεία μαζικής δολοφονίας. Επιπλέον, η επικέντρωση σε ένα μόνο από τα πολλά μαζικά εγκλήματα στο πεδίο εξυπηρέτησε στο να αποκρυφτεί το γεγονός ότι ήταν μια υποσημείωση στην τεράστια βομβαρδιστική εκστρατεία σφαγής και καταστροφής υπό τη διεύθυνση του κλιματιζόμενου αρχηγείου, κυρίως θαμμένη από τα μέσα, παρόλο που ο Έντουαρντ Χέρμαν κι εγώ μπορέσαμε να γράψουμε για αυτό το 1979, μετά από λεπτομερή μελέτη που μας παρείχε ο ανταποκριτής του Newsweek,  Κέβιν Μπέκλεϋ, ο οποίος είχε ερευνήσει για το έγκλημα μαζί με τον συνάδελφό του Άλεξ Σίμκιν αλλά δεν μπορούσε να δημοσιεύσει παρά

Τέτοιου είδους περιπτώσεις, οι οποίες είναι σπάνιες, εγκλημάτων των ΗΠΑ δεν εξετάζονται και λίγα είναι γνωστά για αυτές. Μια παλιά ιστορία, αλλά από τις πιο χαρακτηριστικές.

Δεν είναι εύκολο να καταλάβουμε τι βρίσκεται στο πίσω μέρος του μυαλού των εγκληματιών πολέμου όπως ο Πούτιν –ή εκείνων που δεν υπάρχουν, σύμφωνα με τον κανόνα που κηρύσσουν οι αναλυτές των Νιού Γιορκ Τάιμς οι οποίοι τρομάζουν στην ανακάλυψη ότι υπάρχουν εγκληματίες πολέμου –μεταξύ των επίσημων εχθρών.

Η Φινλανδία και η Σουηδία φαίνεται να προετοιμάζονται να συμμετάσχουν στο ΝΑΤΟ. Στην περίπτωση μιας τέτοιας εξέλιξης, η Ρωσία απείλησε να εξαπολύσει πυρηνικά όπλα και υπερηχητικούς πυραύλους στην περιοχή της Βαλτικής. Έχει λογική ουδέτερες χώρες να συμμετέχουν στο ΝΑΤΟ; Έχουν πράγματι λόγους να ανησυχούν για τη δική τους ασφάλεια;

Ας επιστρέψουμε στη σαρωτική ομοφωνία των Δυτικών στρατιωτικών αναλυτών και πολιτικών ελίτ: Ο ρωσικός στρατός είναι τόσο αδύναμος και ανίκανος  που δεν θα μπορούσε να καταλάβει πόλεις κοντά στα σύνορα του τις οποίες υπερασπίζονται κυρίως πολιτοφυλακές. Συνεπώς, αυτοί που κατέχουν μια σαρωτική στρατιωτική δύναμη θα πρέπει να τρέμουν για την ασφάλεια τους στην προοπτική να κάνει πορεία αυτή η εκπληκτική στρατιωτική δύναμη.

Θα μπορούσε να  καταλάβει κανείς γιατί αυτή η σύλληψη είναι δημοφιλής στα γραφεία του Λόκχιντ Μάρτιν και άλλων στρατιωτικών διευθυντών στον νούμερο ένα στον κόσμο εξαγωγέα όπλων, νιώθοντας ενθουσιασμό με τις νέες προοπτικές διεύρυνσης του ήδη διογκωμένου κορβανά τους. Η αλήθεια είναι πώς αυτό είναι αποδεκτό σε ευρύτερους κύκλους, και επίσης σε καθοδηγητικές πολιτικές, αλλά πάλι αξίζει να το σκεφτούμε.

Η Ρωσία έχει προηγμένα όπλα, τα οποία μπορούν να καταστρέψουν (αν και αποδεδειγμένα όχι να κατακτήσουν), άρα η εμπειρία της Ουκρανίας μένει να το αποδείξει. Για τη Φιλανδία και τη Σουηδία, το να εγκαταλείψουν την ουδετερότητα και να ενταχτούν στο ΝΑΤΟ μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα να χρησιμοποιηθούν. Από τη στιγμή που το επιχείρημα της ασφάλειας δύσκολα το παίρνεις σοβαρά, φαίνεται ότι αυτή θα είναι η πιο πιθανή συνέπεια της ένταξής τους στο ΝΑΤΟ.

Αξίζει επίσης να αναγνωριστεί ότι η Φινλανδία και η Σουηδία είναι ήδη αρκετά ενταγμένες στο σύστημα του ΝΑΤΟ, όπως συνέβαινε με την Ουκρανία από το 2014, το οποίο εδραιώθηκε περαιτέρω με τις επίσημες αμερικανικές κυβερνητικές δηλώσεις του περασμένου Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου και την άρνηση της διακυβέρνησης Μπάιντεν «να συζητήσει ένα από τα κύρια ζητήματα ασφάλειας του Πούτιν –την πιθανότητα η Ουκρανία να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ», στην αυγή της εισβολής.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…