Οι Δικηγορικοί Σύλλογοι της χώρας κήρυξαν στοχευμένη αποχή των δικηγόρων από τις υποθέσεις όπου οι κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν την κατηγορία της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση.

Ας δούμε γιατί.

Σύμφωνα με την πρόσφατη τροποποίηση του νόμου, σε κάθε περίπτωση καταδίκης για το συγκεκριμένο αδίκημα, καθώς και για τα συναφή αδικήματα που συνεκδικάστηκαν με την ίδια απόφαση, η ποινή δεν αναστέλλεται ούτε μετατρέπεται, η δε έφεση δεν μπορεί να έχει αναστέλλουσα ισχύ. Η διάταξη αφορά και την πλημμεληματική μορφή της πράξης.

Η κυβέρνηση δικαιολογεί την θέσπιση αυτής της δρακόντειας διάταξης με το επιχείρημα της ανάγκης καταπολέμησης του φαινομένου της οπαδικής βίας με προφανή αφορμή την δολοφονία του Άλκη Καμπανού.

Ωστόσο, για μια ακόμη φορά φαίνεται ότι η συγκυρία υπαγορεύει άστοχες νομοθετικές αλλαγές. Και είναι προφανές ότι η νομοθέτηση δεν μπορεί να υπάγεται σε τέτοιο βαθμό στις ανάγκες της συγκυρίας. Αυτό αποτελεί μια βασική έκφραση αυτού που θα αποκαλούσαμε ποινικό λαϊκισμό.

Αλλά γιατί είναι προβληματική αυτή η τροποποίηση;

Νομίζω ότι η απάντηση είναι αρκετά προφανής. Ο νέος νόμος ταυτίζει ανόμοιες καταστάσεις, ισοπεδώνει και δεν αφήνει στον δικαστή καμία επιλογή.

Ο δράστης μιας οποιασδήποτε μορφής συμμετοχής σε χαρακτηρισμένη εγκληματική οργάνωση θα πρέπει να οδηγηθεί στη φυλακή. Είτε έχει πρωταγωνιστικό είτε εντελώς δευτερεύοντα ρόλο. Είτε συντρέχουν στο πρόσωπό του ελαφρυντικές περιστάσεις είτε όχι. Είτε έχει ποινικό παρελθόν είτε κατηγορείται για πρώτη φορά. Ακόμα κι αν είναι μητέρα με ανήλικο παιδί ή ακόμα κι αν είναι 18χρονος. Ακόμα κι αυτός που με την στάση του στο δικαστήριο βοήθησε στην διαλεύκανση της αλήθειας, εφόσον καταδικαστεί για την πράξη, δεν μπορεί παρά να οδηγηθεί στη φυλακή. Αυτή η ισοπέδωση είναι δικαιοπολιτικά ανεπίτρεπτη.

Ο Ποινικός Κώδικας δίνει στο δικαστήριο – και καλώς την δίνει – την δυνατότητα να διαφοροποιήσει την ποινική μεταχείριση των κατηγορουμένων ανάλογα με τις προσωπικές τους περιστάσεις, με το ποινικό τους παρελθόν, με όλα εκείνα τα στοιχεία τα οποία επιτρέπουν στους δικαστές να κρίνουν αν συντρέχει στο πρόσωπο του καταδικασμένου  επικινδυνότητα, αν αφεθεί αυτός ελεύθερος.

Με την νέα διάταξη, όλα αυτά απλώς παραβλέπονται. Ο νόμος πλέον λέει «όλοι/ες στη φυλακή!»

Επί πλέον, η διάταξη θα έχει ως συνέπεια ακόμα και άνθρωποι που θα απαλλαγούν κατά την εκδίκαση της έφεσής τους να έχουν οδηγηθεί στη φυλακή και να έχουν εκτίσει ποινή φυλάκισης για πράξη για την οποία εν τέλει απαλλάχτηκαν και μάλιστα πλημμεληματική. Και σε αυτή την περίπτωση ο νομοθέτης – απαγορεύοντας την εφαρμογή του σχεδόν απόλυτου κανόνα ότι η άσκηση της έφεσης επί πλημμελήματος αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης – θα οδηγήσει με βεβαιότητα στην φυλακή ανθρώπους που εν τέλει θα κριθούν αθώοι. Αυτό αποτελεί παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας και είναι μια προδήλως άδικη ρύθμιση.

Προσωπικά θεωρώ ότι η διάταξη θα προκαλέσει τόσα προβλήματα ώστε κάποια στιγμή – μάλλον σύντομα – θα κατανοηθεί η ανάγκη κατάργησής της.

Το πρόβλημα οξύνεται από το γεγονός ότι γίνεται ιδιαίτερη κατάχρηση στην απαγγελία της κατηγορίας της συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, αυτή την φορά με ευθύνη προφανώς των εισαγγελέων. Πολύ συχνά μια οποιαδήποτε μορφή εγκλήματος που γίνεται από κοινού βαφτίζεται «εγκληματική οργάνωση». Ποινικός πληθωρισμός με ευθύνη των δικαστών και εισαγγελέων αυτή την φορά.

Με αυτά τα δεδομένα, η εφαρμογή της διάταξης θα οδηγήσει σε σημαντική για τα ελληνικά δεδομένα αύξηση του αριθμού των κρατουμένων με τις προφανείς συνέπειες για τις ήδη εξαιρετικά προβληματικές συνθήκες διαβίωσης στις Ελληνικές φυλακές. Φυσικά και οι κοινωνικές συνέπειες για τους καταδικασθέντες και τις οικογένειές τους θα είναι πολύ σημαντικές.

Υπάρχει ιστορικό τέτοιου τύπου δρακόντειων ρυθμίσεων που κατά το παρελθόν θεσπίστηκαν και κατέστησαν ανενεργές ακριβώς λόγω της προδήλως ανεπιεικούς χαρακτήρα τους.

Για παράδειγμα, κατά το παρελθόν τα ίδια είχαν προβλεφθεί για το πλημμέλημα της αντίστασης. Τα δικαστήρια κατέστησαν την διάταξη ανενεργή. Πιο πρόσφατα, είναι γνωστή η τύχη του τότε ονομαζόμενου «νόμου Ορφανού» που αφορούσε την οπαδική βία.

Όπως είπα, νομίζω ότι κι αυτή η κάκιστη διάταξη θα έχει την ίδια τύχη. Το ζήτημα είναι ότι έως τότε θα έχει κάνει ήδη αρκετή ζημιά. Γι’αυτό και πρέπει να καταργηθεί το συντομότερο.

 

 

 

 

2 σχόλια

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…