Πηγή: Le Comptoir (8.3.2021) | Μετάφραση: Ευδοκία Ελευθερίου

Ο Ρολάν Γκορί (Roland Gori) είναι ψυχαναλυτής και συγγραφέας πολυάριθμων δοκιμίων που πραγματεύονται τις σχέσεις ανάμεσα στην ιατρική και την κοινωνία, υποβάλλοντας σε κρίση συγκεκριμένες τάσεις επιστημονικών ολισθήσεων στις ιατρικές και ανθρωπιστικές επιστήμες. Είναι συνιδρυτής και πρόεδρος σήμερα της Ένωσης Appel des appels[1], που ιδρύθηκε με σκοπό την «αντίσταση στην ηθελημένη και συστηματική καταστροφή των ερεισμάτων του κοινωνικού δεσμού». Πρόσφατα δημοσιεύτηκε το βιβλίο του Και αν η κατάρρευση είχε ήδη επέλθει: η παράδοξη συντριβή της πίστης μας (Et si l’effondrement avait déjà eu lieu: L’étrange défaite de nos croyance (Εditions Les Liens qui Libèrent, 2020) [2]. Το ηλεκτρονικό περιοδικό Le Comptoir επωφελήθηκε από την ευκαιρία, προκειμένου να του θέσει ορισμένα ερωτήματα σχετικά με την πολιτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.

***

Επί μακρόν έχετε επικεντρώσει στη σημασία της σχέσης με τον ασθενή, όπως και στο ζήτημα του διαλόγου και των συναισθημάτων, που εκτίθενται σε μια μοντερνικότητα βασισμένη στον επιστημονισμό, η οποία τείνει να τα υποσκάπτει, αποξηραίνοντάς τα. Θα λέγατε ότι τα αυταρχικά αυτά μέτρα που επιβλήθηκαν για την καταπολέμηση του Covid-19 αποσκοπούν ακριβώς στην εγκαθίδρυση μιας βιοπολιτικής που αποβλέπει στην ακύρωση του πολίτη ως υποκειμένου – προσβάλλοντας έτσι την δημοκρατία, που ασφαλώς είναι ζήτημα πολιτικής τάξης, έχει όμως και βαθιά ερείσματα στα ήθη του ατόμου;

Η μοντερνικότητά μας αυξάνει την πολιτισμική ηγεμονία ενός εργαλειακού ορθολογισμού, ο οποίος τείνει να εκμεταλλεύεται τα άτομα και το ζων (vivant) σαν να επρόκειτο για ένα στοκ ενέργειας προς μια δίχως όρια εκμετάλλευση. Από εδώ προέρχονται τα τωρινά προβλήματα για τα οποία ο λόγος μας δεν αναδεικνύει επαρκώς ποιο είναι το δικό μας μερίδιο ευθύνης στην ανάδυση επιδημιών εξαιτίας των τρόπων ζωής μας και εξαιτίας των βιομηχανιών μας που μεταβάλλουν τον βιότοπό μας. Είμαστε αιχμάλωτοι εκείνων των αξιών και εκείνου του συστήματος σκέψης που χρονολογούνται από τις απαρχές των θερμο-βιομηχανικών[3] κοινωνιών. Αυτές οι νεκρές αξίες εξακολουθούν να μας καθοδηγούν και οι όροι που επιτάσσουν συντείνουν στην καταστροφική διαδικασία στην οποία βρισκόμαστε.

Αντί να αμφισβητούνται, λοιπόν, αυτοί οι όροι, των οποίων το σύστημα σκέψης που τους υποτείνει είναι υπό κατάρρευση, όπως επεχείρησα να αναλύσω στο τελευταίο μου βιβλίο, οι εξουσίες προτιμούν να αντιμετωπίζουν την υγειονομική κρίση με τα παραδοσιακά μέσα άσκησης βιοπολιτικής στον πληθυσμό. Κι οι εξουσίες αυτές πετυχαίνουν λίγο ως πολύ τον στόχο τους, χάρη στις νέες τεχνολογίες και στις εκπληκτικές προόδους της επιστημονικής έρευνας που προκρίνονται από τις βιομηχανίες υγείας. Αλλά το πρόβλημα παραμένει, πρώτ’ απ’ όλα επειδή αυτού του είδους η διαχείριση αφορά σε βραχυπρόθεσμη αντιμετώπισή του και παραγνωρίζει το γεγονός ότι βρισκόμαστε πλέον σε μια συνθήκη που ονομάζεται «επιδημική μετάβαση», σε μια πολιτισμική μετάβαση δηλαδή που συνοδεύεται πάντοτε από ανάδυση επιδημιών. Έπειτα, αντί να κινητοποιήσουν τις κοινότητες, τους λαούς, να αγωνιστούν για την καταπολέμηση της πανδημίας, οι πολιτικές εξουσίες αντιμετωπίζουν γραφειοκρατικά και αλγοριθμικά τους πληθυσμούς με το οπλοστάσιο των μέσων της δημόσιας υγείας, της επιδημιολογίας και των νέων τεχνολογιών. Πρόκειται για την ίδια τεχνοκρατική γλώσσα που τείνει να παγκοσμιοποιείται με διαφορετικές διαλέκτους ανάλογα με τις χώρες και τα πολιτικά καθεστώτα. Το ότι δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών στα Συμβούλια για την κρίση σηματοδοτεί μια άρνηση του κοινωνικού, πολιτισμικού και ψυχολογικού χαρακτήρα της κρίσης. Εξαφανίζεται έτσι, σε αυτήν την προσέγγιση της πανδημίας, το μοναδικό υποκείμενο της ιατρικής συνέντευξης, όπως επίσης και η έννοια του λαού, ενός λαού κυρίαρχου ως προς τις κοινωνικές και πολιτικές ευθύνες, ενός υποκειμένου υπεύθυνου και αλληλέγγυου. Την θέση του παίρνει η έννοια πληθυσμός[4] που μετατρέπει κάθε άτομο σε «κλάσμα του στατιστικού πληθυσμού» και τον λαό σε μια «συλλογή στατιστικών κατηγοριών» απογυμνωμένη από κάθε πολιτική διάσταση. Εδώ έγκειται η αληθινή προσβολή της δημοκρατίας και όχι βέβαια στα υποδεικνυόμενα προληπτικά μέτρα υγιεινής[5] – χρειάζεται να αλλάξουμε λίγο την οπτική μας γωνία.

Σε αυτήν την απαξίωση της κοινωνικής αλληλεγγύης και της υπευθυνότητας του υποκειμένου προστίθεται η [πλειοδότηση στην] έννοια της κοινής γνώμης, η οποία μαρτυρά τον εκφυλισμό των εννοιολογικών μέσων που μας επιτρέπουν να σκεφτούμε το συλλογικό.

Αυτός ο τρόπος επίκλησης των ειδικών προκειμένου να δικαιολογήσουν τα πάντα όλα, όσο και τα αντίθετά τους, αυτοί οι αντιφατικοί λόγοι, αλλά προπάντων η επίκληση μιας συνείδησης του πολίτη που οφείλει να συμμορφώνεται στις κοινωνικές νόρμες[6] και οι συστάσεις τύπου «πλένετε τα χέρια σας» ή «αερίζετε καλά το χώρο»… Για να μην αναφερθούμε σε εκείνους τους νόμους που μοιάζει αδύνατο να τους σεβαστεί κανείς – κι ωθούν έτσι στην μη τήρησή τους. Δεν θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι όλα αυτά συνιστούν μια νηπιοποίηση[7]; Και, αν είναι πράγματι αυτή η περίπτωση, ποιες θα μπορούσαν να είναι οι συνέπειές της;

Ασφαλώς, εκ πρώτης όψεως, αλλά μόνον εκ πρώτης όψεως, γιατί δεν πρέπει να συγχέουμε τις νόρμες υγιεινής με τις κοινωνικές νόρμες[8], μολονότι οι πρώτες μπορούν να νομιμοποιούν τις δεύτερες και να τίθενται στην υπηρεσία τους. Δεν πρέπει να διακινδυνεύουμε την υγεία προκειμένου να αντιπαρατεθούμε ενάντια σε μια εξουσία που μπορεί να τις χρησιμοποιεί για να υποτάσσει την μάζα. Αυτό θα ισοδυναμούσε με προσχώρηση στο έδαφος που επιλέγουν οι κυρίαρχοι. Αντίθετα χρειάζεται να νοιαζόμαστε για τα μέτρα προστασίας της υγείας μας προκειμένου να μπορούμε να αντισταθούμε πιο αποτελεσματικά στο πεδίο της πολιτικής.

Από τον 19ο αιώνα, η δημόσια υγιεινή (hygiène publique) παίζει δύο τουλάχιστον ρόλους που δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να συγχέουμε. Από την μία πλευρά τείνει να προφυλάσσει από τις ασθένειες χάρη σε διαδικασίες ανίχνευσης και πρόληψης παραγόντων ρίσκου εκδήλωσής τους. Και από την άλλη πλευρά τείνει να μετατρέπεται σε «βίβλο» στάσεων, εν είδει «ορθογράφησης» των συμπεριφορών, εν είδει «παθολογικοποίησης» των παραμικρών αποκλίσεων συμπεριφοράς. Η έννοια της «χαλαρότητας» ως επιρρέπειας σε «διαταραχές της συμπεριφοράς» επικαιροποιείται προκειμένου να εγκλωβίσει όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο σε αυτά τα μέτρα ελέγχου και ομαλοποίησης [με την έννοια της συμμόρφωσης προς προεπιλεγμένα μοντέλα] [9]. Η νέο-ψυχιατρική έχει αποβεί μια μορφή υγιεινής του κοινωνικού σώματος που αποσκοπεί στον έλεγχο και την ομαλοποίησή του. Δεν είναι, όμως, το ίδιο πράγμα με την ανίχνευση των παραγόντων ρίσκου εκδήλωσης επιδημιών και των μέσων προκειμένου να προστατευτούμε από αυτές. Η ταύτισή τους θα ήταν ένα πολύ σοβαρό σφάλμα. Η επέκταση της ιατρικής στο κοινωνικό πεδίο κατευθυνόμενη κατά τρόπο ώστε να παίζει ένα ρόλο ελέγχου και ομαλοποίησης δεν πρέπει να συγχέεται με τις αληθινές υπηρεσίες που, αντίθετα, μπορούν να παρέχουν οι γνώσεις της και οι πρακτικές της.

Η πολιτική ανάγεται, όλο και περισσότερο, σε μια «καθοδήγηση συμπεριφορών»[10], εξορθολογιζόμενων σύμφωνα με τα προτάγματα της οικονομικής και βιομηχανικής παραγωγής, μια «επιστημολογική αποδέσμευση»[11], ταυτόχρονα, όπως λέει ο Μισέλ Φουκώ, που επέτρεψε στην ιατρική να επεκτείνει απεριόριστα την ισχύ της και το πεδίο αρμοδιοτήτων της τιθέμενη στην υπηρεσία των πολιτικών εξουσιών. Είναι αυτή η «ιατρικοποίηση της ύπαρξης» [12] που ο Μισέλ Φουκώ αποκαλεί βιοπολιτική, βιο-ιστορία, σωματοκρατία, στο δοκίμιό του Γέννηση της βιοπολιτικής. Αυτή η κοινωνική χρήση των ιατρικών γνώσεων δεν πρέπει να συγχέεται με τις ανακαλύψεις και την παρεχόμενη από τους κλινικούς γιατρούς θεραπευτική φροντίδα.

Η εντύπωση μιας νηπιοποίησης [μιας διαχείρισης εν είδει χειραγώγησης νηπίων], για την οποία κάνατε λόγο, έχει μάλλον τα χαρακτηριστικά μιας αντίδρασης που αφορά στο ηθικό πεδίο, παρά εκείνα μιας πολιτικής δράσης αντιπαρατιθέμενης στην κοινωνική και πολιτική διαστροφή των ιατρικών γνώσεων. Θα σφάλαμε ως προς τον στόχο στρεφόμενοι ενάντια στα υγειονομικά μέτρα και όχι ενάντια στην εξουσία που τα εργαλειοποιεί. Οι ιατρικο-βιολογικές γνώσεις μπορούν, αντίθετα, να συμβάλουν στην πολιτική αντίσταση επερωτώντας τις εξουσίες για τις αποφάσεις που προκρίνουν: γιατί αφήνουν τους μεγάλους χώρους ανοιχτούς και κλείνουν τους χώρους κουλτούρας; Γιατί στοιβάζουν τον κόσμο στα μέσα μαζικής μεταφοράς και κλείνουν τα αμφιθέατρα; Γιατί προχωρούν σε αναθέσεις παραγωγής υγειονομικού υλικού (μάσκες, τεστς, αναπνευστήρες, φάρμακα…) πλειοδοτώντας τα ιδιωτικά συμφέροντα και όχι το Δημόσιο Καλό;

Η δημόσια υγιεινή, από τα τέλη του 19ου αι. έχει υπηρετήσει επίσης τα συμφέροντα του λαού αναγκάζοντας τους ισχυρούς να αναγνωρίσουν τον ρόλο περιβαλλοντικών παραγόντων στην παραγωγή ασθενειών (ιδιαίτερα των επαγγελματικών ασθενειών ή και των συνδεόμενων με κακές συνθήκες στέγασης).

Αυτή η ιατρικοποίηση της πολιτικής και αυτή η πολιτικοποίηση του πεδίου της υγείας εξηγούν τη δραματοποίηση της «ειδημοσύνης» στην οποία επιδόθηκαν οι «ειδικοί» την στιγμή της πανδημίας. Δεν ήταν πλέον γνώστες, επιστήμονες, αλλά «ειδικοί», με αποτέλεσμα να βρεθούν στην ίδια συνθήκη κρίσης αυθεντίας με τους πολιτικούς. Πολιτικοί και ειδικοί έγιναν έτσι εξίσου φορείς των διαστροφικών χαρακτηριστικών της «κοινωνίας του θεάματος», για να θυμηθούμε τον Γκι Ντεμπόρ. Οι πληροφορίες που οι πολιτικοί και οι ειδικοί μας πρόσφεραν μετατράπηκαν  σε «εμπορεύματα» που πουλήθηκαν στην κοινή γνώμη, όπως διαμορφώνεται μαζικά από τα κοινωνικά δίκτυα και τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, με σκοπό την κατάκτηση μεριδίων της αγοράς.

Έχετε εργαστεί πολύ πάνω στο ζήτημα της ομαλοποίησης των συμπεριφορών μέσω της καταχρηστικής μεταχείρισης του επιστημονικού λόγου και, ομοίως, των στατιστικών. Τι σας έχει οδηγήσει σε αυτόν τον τρόπο προσέγγισης της πολιτικής που ρυθμίζεται από τις στατιστικές και από τα μοντέλα; Μπορούμε να δούμε εδώ επίσης έναν τρόπο «να μας κάνουν να σιωπούμε», για να χρησιμοποιήσω δικές σας λέξεις, έναν τρόπο κατασκευής συναίνεσης και προσχώρησης επειδή οτιδήποτε έγινε, τάχα έγινε «για το καλό μας»;

Ναι, βέβαια, αλλά και σε αυτήν την περίπτωση δεν πρέπει «να πετάξουμε το μωρό μαζί με τα νερά του μπάνιου του». Από τις απαρχές του φιλελευθερισμού οι πολιτικές εξουσίες στηρίχτηκαν πάνω σε δύο άξονες για να κατευθύνουν την συμπεριφορά των πολιτών: στον άξονα της οικονομίας και σε εκείνο της κοινής γνώμης, στο όνομα των οποίων εξορθολογίζουν τις συμπεριφορές και κατασκευάζουν habitus [έξεις[13]], όπως τις εννοεί ο Πιερ Μπουρντιέ, σχήματα σκέψης και δράσης. Ο τεχνοεπιστημονικός εξορθολογισμός και οι στατιστικές (που, παρεμπιπτόντως, ετυμολογικά σημαίνουν «σε συνάρτηση με το κράτος [status, état]») βρίσκονται στην πρώτη γραμμή σε αυτόν τον τρόπο διακυβέρνησης στους κόλπους ενός αποϊεροποιημένου, απομαγευμένου σύμπαντος. Πράγματι, οι επιταγές της δημόσιας υγιεινής εμφανίζονται σαν ένα σύνολο κανόνων εγκαθιδρυμένων και κωδικοποιημένων από την ιατρική και επιστημονική γνώση, που εξυπηρετούν μια κοινωνικοποιημένη μορφή ρύθμισης της κοινωνίας προδιαθέτοντας σε προσαρμογή των συμπεριφορών, στη βάση μιας κοινωνικής υποταγής στην οποία τα άτομα ελεύθερα συναινούν, ως επιστημονικά αναπόφευκτης. Πρόκειται για τον διαβολικό δεσμό που ιστορικά εγκαθιδρύθηκε ανάμεσα στον (νέο-)φιλελεύθερο καπιταλισμό και τις γνώσεις και πρακτικές της βιοπολιτικής.

Αλλά, ακόμη μια φορά, δεν είναι λόγος αυτός να διακινδυνεύσουμε την υγεία μας για να αντισταθούμε στην εξουσία, γιατί αυτός είναι ο χειρότερος πειρασμός. Το ζήτημα για τους πολίτες είναι να ανακτήσουν εκ νέου μια δημοκρατία, που κατασχέθηκε από την τεχνοκρατία και την προπαγάνδα, όπως αυτή που μετατρέπει την πληροφορία σε εμπόρευμα. Πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε, αλλά όχι να αποφασίσουμε μέσα σε ένα δολοφονικό και αυτοκτονικό ατομισμό σε μαζικό επίπεδο, όχι: να αποφασίσουμε δημοκρατικά με περισσότερη επιστήμη, περισσότερο λόγο, περισσότερη υπευθυνότητα. Απέναντι σε εξουσίες που κατάσχουν από τον λαό την πολιτική του διάσταση είναι αναγκαία η ανάκτησή της. Ο πληθυσμός είναι ο λαός χωρίς την πολιτική του διάσταση, ένα ανθρώπινο κεφάλαιο χωρίς ανθρωπινότητα, είναι ανάγκη να ανακτήσουμε την ανθρωπινότητα. Η κοινή γνώμη είναι ο λαός που έχει μετατραπεί σε εμπόρευμα, που έχει μετατραπεί σε καταναλωτές, είναι αναγκαίο να ανακτηθεί η πολιτική και να καταγγελθεί μια εξουσία που παίρνει τις αποφάσεις της βάσει δημοσκοπήσεων!

Είναι σκανδαλώδες να αρνηθούμε έναν περιορισμό [που ενδεχομένως προστατεύει] για να μην θίξουμε τους καταναλωτές αποφάσεων η ουσία των οποίων τους διαφεύγει. Ο Ντε Γκωλ έλεγε ότι «η πολιτική της Γαλλίας δεν πρέπει να γίνεται πίσω από το κιγκλίδωμα των χρηματιστών» [14], ακόμη περισσότερο δεν πρέπει να γίνεται με βάση τις δημοσκοπήσεις! Σήμερα γίνεται βάσει και των δύο: της οικονομίας και των δημοσκοπήσεων. Η αντίσταση σε αυτήν την ύπουλη κοινωνική ομαλοποίηση, σε αυτήν την νηπιοποίηση, περνά από την επιστροφή της αλήθειας στις επιστήμες και στην πολιτική, αλήθεια που εκπορνεύτηκε από τον νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό. Απέναντι στον ιό και στις επιδημίες εκείνο που προέχει είναι η αδελφοσύνη και η αλληλεγγύη. Δεν πρόκειται να βγούμε διαφορετικά από αυτήν την συνθήκη, καθώς εισερχόμαστε σε μια εποχή αναταράξεων, μια εποχή «επιδημικής μετάβασης» τέτοιας που η πανδημία Covid 19 δεν συνιστά παρά έναν πρώτο δείκτη.

 

___________________

Σημειώσεις της μεταφράστριας

[1]«Κάλεσμα καλεσμάτων»:  Ένωση «επαγγελματιών υγείας, κοινωνικής εργασίας, δικαίου, παιδείας, έρευνας, πληροφόρησης, κουλτούρας και κάθε άλλου τομέα προσηλωμένου στο κοινό καλό» (από την διακήρυξη της Χάρτας της Ένωσης).

[2] Et si l’effondrement avait déjà eu lieu: L’étrange défaite de nos croyance, Éditions Les Liens qui Libèrent, 2020

[3] Ο όρος «θερμο-βιομηχανικές» χαρακτηρίζει κοινωνίες που πλειοδοτούν την χρήση-κατάχρηση ορυκτών καυσίμων ως πρώτη ύλη παραγωγής ενέργειας.

[4] Αντιπαράθεση των όρων λαός-πληθυσμός: people-population, φουκωικής προέλευσης.

[5] “Gestes barrières”: χειρονομίες-συμπεριφορές που θεωρείται ότι παρεμποδίζουν στην εισβολή του ιού στον οργανισμό (πλύσιμο χεριών, χρήση μάσκας κ.λ.π.)

[6] Μεταφράζουμε έτσι, περιφραστικά, τον όρο civisme, με τον τρόπο που χρησιμοποιείται εδώ.

[7] Νεολογισμός που αποδίδει τον όρο infantilisation: μετατροπή ενός ενήλικα σε νήπιο. Στα παρόντα συμφραζόμενα εννοεί μια υποτίμηση των πολιτών, ως χειραγωγήσιμων νηπίων.

[8] Ο όρος νόρμες αναφέρεται σε κανόνες που αποσκοπούν στην διασφάλιση κανονικοτήτων προσδιοριζόμενων στη βάση προεπιλεγμένων μοντέλων. Βλ. επίσης υποσημ. 9.

[9] Ο όρος ομαλοποίηση παραπέμπει εδώ στην πειθαρχική ομαλοποίηση, η οποία συνίσταται, κατά τον Φουκώ «στην επιλογή, κατ’ αρχήν, ενός μοντέλου, θεωρούμενου ως βέλτιστου, κατασκευασμένου σε συνάρτηση με ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα» και, εν συνεχεία, «στην επιδίωξη να καταστήσεις τα άτομα, τις χειρονομίες, τις πράξεις προσαρμοσμένα σε αυτό το μοντέλο, έτσι ώστε το ομαλό να είναι ακριβώς ό,τι δυνητικά προσαρμόζεται σε αυτήν την νόρμα και το ανώμαλο ό,τι δεν προσαρμόζεται», κατά συνέπεια, «αυτό που είναι θεμελιώδες και πρωτεύον στην πειθαρχική ομαλοποίηση, δεν είναι το ομαλό και το ανώμαλο: είναι η νόρμα» (curité, territoire, population [ασφάλεια, επικράτεια, πληθυσμός], μάθημα της 25ης Ιαν. 1978 στο College de France).

[10] Conduite des conduites. Ο όρος αναφέρεται στον φουκωικό ορισμό της διακυβέρνησης, υπό ευρεία έννοια, ως «τεχνολογία της ανθρώπινης συμπεριφοράς», ως «δράση πάνω στις δράσεις» και, εν τέλει, ως η κατ’ εξοχήν επενέργεια της εξουσίας να διευθύνει, να «καθοδηγεί τις συμπεριφορές», την διαγωγή, και να «δομεί το πεδίο της ενδεχόμενης δράσης των άλλων» (βλ. H Μικροφυσική της Εξουσίας, μτφρ.: Λίλα Τρουλινού, εκδ. Ύψιλον, 1991).

[11] blocage épistemologique. O όρος, επίσης φουκωικός, αναφέρεται στις διεργασίες που δρομολόγησαν την γένεση των επιστημών του ατόμου, με την ιστορική εμφάνιση των «κλινικών» επιστημών, εν προκειμένω της Ιατρικής, και διά μέσου της (κλινικής) εξέτασης, η οποία σήμανε «την είσοδο του ατόμου (και όχι πλέον του είδους) στο πεδίο της γνώσης». «Ουσιώδης συνθήκη για την επιστημολογική αποδέσμευση της ιατρικής στο τέλος του 18ου αι. υπήρξε η οργάνωση του νοσοκομείου, ως μηχανισμού εξέτασης», στο πλαίσιο του οποίου αναπτύχθηκαν η επίσκεψη, καθώς και όλες «οι μικρές εκείνες τεχνικές, σημειώσεις, καταγραφή δεδομένων, σχηματισμός φακέλων, ταξινόμηση σε στήλες και πίνακες» που κατέστησαν το άτομο αντικείμενο γνώσης, συνυφασμένης με την εξουσία (βλ. Επιτήρηση και τιμωρία. Η γέννηση της φυλακής, μτφρ.: Τάσος Μπέτζελος, Πλέθρον, 2011).

[12] Αναφορά στο δοκίμιο των Roland Gori και Marie José del Volgo La santé totalitaire. Essai sur la médicalisation de l’existence (Η ολοκληρωτική υγεία. Δοκίμιο πάνω στην ιατρικοποίηση της ύπαρξης), εκδ. Flammarion, 2014.

[13] Η habitus, έξη, διάθεση, προδιάθεση, είναι, κατά τον Μπουρντιέ, προϊόν μιας κοινωνικής και ταυτόχρονα ατομικής δομούσας διεργασίας που παράγεται και αναπαράγεται ασύνειδα, μέσα στο πλαίσιο μιας δοσμένης κοινωνικής ιεραρχικής κλίμακας και στην βάση των αντιστοιχούντων, στις διάφορες βαθμίδες της, οικονομικού και πολιτιστικού κεφαλαίου (εκπαίδευσης). Από τις έξεις, που εγκαθίστανται ήδη από την παιδική ηλικία, απορρέουν οι αντίστοιχοι χαρακτηριστικοί τρόποι (σχήματα), με τους οποίους ενεργούν και αντιδρούν τα άτομα στις διάφορες περιστάσεις, συντηρώντας και αναπαράγοντας, εν γνώσει ή εν αγνοία τους, τις κοινωνικές διαφορές και, συνεπώς, την κοινωνική ταυτότητα. (βλ. H Διάκριση, μτφρ.: Κική Καψαμπέλη, Πατάκης 2013).

[14] Η φράση μεταφέρει την εικόνα του περιορισμένου, περιφραγμένου με κάγκελο χώρου των χρηματιστών μέσα στο Χρηματιστήριο του Παρισιού, την εποχή που οι συναλλαγές δεν ήταν ακόμη άυλες και απηχεί την αντίθεση στην πρωτοκαθεδρία των οικονομικών παραγόντων στην άσκηση της πολιτικής.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…