Λίγα 24ωρα μετά το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών, ο Τζανσάντρο Μέρλι (Giansandro Merli), δημοσιογράφος και μέλος της συντακτικής ομάδας της ιστοσελίδας DinamoPress, συνοψίζει τα βασικά χαρακτηριστικά της ψήφου, τη φυσιογνωμία της νικήτριας Τζόρτζια Μελόνι και τις δυνατότητες των κινημάτων αντίστασης, όπως αυτές αποτυπώθηκαν ήδη στο δρόμο. Το κείμενο μετέφρασε από τα ιταλικά η Κατερίνα Τσαποπούλου.

Η ψήφος 

Η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην ιστορία της Ιταλίας, θα είναι η Τζόρτζια Μελόνι. Εκκρεμεί ακόμα η επίσημη ανάληψη των καθηκόντων, αλλά το αποτέλεσμα των εκλογών μιλάει από μόνο του: ο συνασπισμός της Δεξιάς έχει την πλειοψηφία στη Βουλή και την Γερουσία. Οι «Αδελφοί της Ιταλίας» (FdI-Fratelli d’Italia) έλαβαν το 26% και απομακρύνθηκαν ξεκάθαρα από τους άλλους δυο συμμάχους: την Λίγκα (Lega) του Ματτέο Σαλβίνι (8,9%) και την Φόρτσα Ιτάλια (Forza Italia) του διαχρονικού Σίλβιο Μπερλουσκόνι (8,3%). Οι δυο ηγέτες θα πρέπει να μείνουν ένα βήμα πίσω από τη Μελόνι, αλλά οι ψήφοι τους θα είναι απαραίτητες για την διατήρηση της κυβέρνησης και στα δυο τμήματα του Κοινοβουλίου.

Σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές του 2018, οι «Αδελφοί της Ιταλίας» (FdI) εξαπλασίασαν το ποσοστό τους, κυρίως εις βάρος των υπόλοιπων πολιτικών δυνάμεων της Δεξιάς. Ανάμεσα στους λόγους είναι σίγουρα το γεγονός ότι βρισκόταν στην αντιπολίτευση και των τριών κυβερνήσεων της τελευταίας κοινοβουλευτικής περιόδου: την κυβέρνηση Κόντε Ι (Κίνημα των 5 Αστέρων – Λίγκα), Κόντε ΙΙ (Κίνημα των 5 Αστέρων – Δημοκρατικό Κόμμα), κυβέρνηση Ντράγκι (τεχνοκρατική κυβέρνηση με όλα τα κόμματα εκτός από τους «Αδερφούς της Ιταλίας».

Η νίκη της Δεξιάς ευνοήθηκε και από άλλους δυο παράγοντες: Από έναν εξαιρετικά πολύπλοκο εκλογικό νόμο, που συνδυάζει το αναλογικό και το πλειοψηφικό σύστημα, επιβραβεύοντας τους συνασπισμούς. Και από την επιλογή του Γραμματέα του Δημοκρατικού Κόμματος (PD), Ενρίκο Λέτα, να διακόψει την συμμαχία με το Κίνημα των 5 Αστέρων, όταν εκείνο απέσυρε την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση Ντράγκι. Η προεκλογική εκστρατεία του Λέτα, ο οποίος έλαβε το 19% των ψήφων, απέτυχε σε όλα τα μέτωπα. Ήθελε να πολώσει τη σύγκρουση με τη Μελόνι και εν συνεχεία να συλλέξει τη «χρήσιμη ψήφο» μπροστά στον φασιστικό κίνδυνο. Δεν κατάφερε να κάνει τίποτα από τα δυο.

Τις τελευταίες δυο εβδομάδες κυρίως και ιδιαίτερα στο Νότο, το Κίνημα των 5 Αστέρων (Κ5Α), το οποίο μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα θεωρούταν νεκρό, ανέκτησε γρήγορα την συναίνεση. Ήταν το πρώτο κόμμα στο Νότο, με πάρα πολύ υψηλά ποσοστά στις φτωχές συνοικίες των πόλεων και σε εθνικό επίπεδο πλασαρίστηκε πίσω από το «Δημοκρατικό Κόμμα» με το 15,6% των ψήφων. Σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές του 2018, είναι η πολιτική δύναμη που έχασε περισσότερες ψήφους σε απόλυτους αριθμούς. Περίπου 6 εκατομμύρια, αλλά θα πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένο από το αποτέλεσμα. Κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου, υπό την καθοδήγηση του Τζουσέπε Κόντε, ενός άγνωστου δικηγόρου ο οποίος γεννηθηκε στην επαρχία της Φότζια και βρέθηκε από το πουθενά στο επίκεντρο της εθνικής πολιτικής σκηνής, το Κ5Α μεταμορφώθηκε. Από ένα σύνολο λαϊκιστικών αιτημάτων «ούτε με τη Δεξιά, ούτε με την Αριστερά», που το οδήγησαν στην ηγεσία μιας κυβέρνησης αρχικά με την Λίγκα και στην συνέχεια με το Δημοκρατικό Κόμμα, κατέληξε σε μια «προοδευτική» τοποθέτηση. Στα κοινωνικά και τα οικολογικά ζητήματα, θεωρείται ότι βρίσκεται πιο αριστερά από ό,τι το κόμμα του Λέτα.

Όχι γιατί έχει ιδιαίτερα ριζοσπαστικές απόψεις, αλλά γιατί το Δημοκρατικό Κόμμα επιτάχυνε την πορεία του προς το κέντρο. Σε αυτές τις εκλογές, όπως προκύπτει και από την γεωγραφική κατανομή της ψήφου, αλλά και από την κατανομή βάσει εισοδήματος, η ψήφος στο Κ5Α ήταν ως επί το πλείστον, μια ψήφος των φτωχότερων τάξεων. Το κόμμα του Κόντε, το οποίο διατηρεί διάφορες αντιφάσεις χαρακτηριστικές μιας λαϊκιστικής δύναμης, κατάφερε να προσελκύσει ένα εκλογικό σώμα, το οποίο εδώ και χρόνια είχε γυρίσει τις πλάτες στην κεντροαριστερά και στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της.

Ανάμεσα στα βασικά θέματα της προεκλογικής εκστρατείας, αξίζει την προσοχή το επίδομα του πολίτη ( «Reddito di cittadinanza»/RdC), το οποίο εγκρίθηκε από την πρώτη κυβέρνηση Κόντε και κυμαίνεται περί τα 780 ευρώ το μήνα, από τον δε Ιούλιο του 2022 αφορούσε 1 εκατομμύριο οικογένειες και 2.5 εκατομμύρια πολίτες. Η διεκδίκηση ενός καθολικού και χωρίς προϋποθέσεις εισοδήματος υπήρξε για δεκαετίες αντικείμενο ενός ιστορικού αγώνα των κοινωνικών κινημάτων της Ιταλίας, κυρίως των εξωκοινοβουλευτικών, που έχουν τις ρίζες τους στην Εργατική Αυτονομία (Autonomia Operaia) της δεκαετίας του ΄70 και στην άρνηση της μισθωτής εργασίας. Υπ’αυτή την προοπτική, το «εισόδημα για όλους» θεωρείται ως μέσο χειραφέτησης από τον εργασιακό εκβιασμό και τη φτώχεια. Τελευταία, το φεμινιστικό κίνημα Non Una Di Meno θεματοποίησε το ζήτημα, διεκδικώντας ένα «εισόδημα αυτοδιάθεσης».

Το μέτρο της κυβέρνησης Κόντε προφανώς κινείται σε ένα άλλο επίπεδο: δεν είναι καθολικό, ούτε ανευ όρων, αλλά θέτει πολλά εμπόδια. Το πιο επαχθές είναι η προϋπόθεση της παραμονής στην Ιταλία για τουλάχιστον 10 χρόνια, πράγμα που αποκλείει πάρα πολλούς αλλοδαπούς που ζούνε σε συνθήκες οικονομικής δυσχέρειας. Η θέση, εξάλλου, γύρω από τις μεταναστευτικές πολιτικές παραμένει ο βασικός περιορισμός στην προοδευτική στροφή του Κ5Α. Αν και πρόκειται για ένα περιορισμένο επίδομα, το «Εισόδημα του Πολίτη» αποτέλεσε με τα χρόνια τον κύριο στόχο των εργοδοτικών οργανώσεων και των δυνάμεων της  Δεξιάς, οι οποίες το κατηγορούν ότι μείωσε τη διαθεσιμότητα σε φτηνή εργασία. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, η Δεξιά τροφοδότησε την ρατσιστική ρητορική απέναντι στο Νότο, όπου το επίδομα είναι πιο διαδεδομένο, αναπαράγοντας το στερεότυπο του τζαμπατζή Νότιου που ζει με επιδόματα και ο οποίος μέσω του «Επιδόματος του Πολίτη» ζει σε βάρος του παραγωγικού Βορρά.

Ακόμα και γι’ αυτή τη δυναμική, το «Εισόδημα του Πολίτη» έδωσε μια ισχυρή ώθηση στο Κ5Α, ιδίως από την Ρώμη και κάτω, εμποδίζοντας την Δεξιά από το να αποκτήσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 2/3 με την οποία θα μπορούσε να εγκρίνει συνταγματικές αναθεωρήσεις χωρίς την υποχρέωση να τις υποβάλλει σε δημοψήφισμα (στην ιστορία της Ιταλίας, οι λαϊκές διαβουλεύσεις απέρριπταν σχεδόν πάντα τις συνταγματικές αναθεωρήσεις). Εξάλλου, μεταξύ των σημείων του προγράμματος της Μελόνι, πέραν της κατάργησης του «Εισοδήματος του Πολίτη», είναι και ο προεδρικός μετασχηματισμός του πολιτικού συστήματος. Με στόχο την απόκτηση περισσότερων αποφασιστικών εξουσιών από τον πρωθυπουργό και την αφαίρεση τους από το Κοινοβούλιο.

Το άλλο στοιχείο που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στην ανάλυση της ψήφου είναι η αποχή, η οποία, όπως φαίνεται και από το παρακάτω διάγραμμα, άγγιξε νέο ρεκόρ σε επίπεδο εθνικών πολιτικών εκλογών.

Είναι η Τζόρτζια Μελόνι φασίστρια;

Η ερώτηση που τίθεται αυτές τις ημέρες σε εκατομμύρια Ιταλών από φίλους και συγγενείς που ζούνε στο εξωτερικό είναι η ίδια: «Θα έχετε μια φασιστική κυβέρνηση;». Η απάντηση είναι όχι, τουλάχιστον για την ώρα. Θα έχουμε όμως μια ακροδεξιά κυβέρνηση, η οποία θα μετατοπίσει ολόκληρο τον ευρωπαϊκό πολιτικό άξονα ακόμα πιο δεξιά. Αλλά ας πάμε σημείο προς σημείο.

Οι «Αδελφοί της Ιταλίας» έχουν άμεση σχέση με το Ιταλικό Κοινωνικό Κίνημα (MSI) που φέρει την τρίχρωμη φλόγα. Αυτό το κόμμα ιδρύθηκε το 1946 από βετεράνους της Κοινωνικής Δημοκρατίας του Σαλό, το καθεστώς συνεργασίας με τους Γερμανούς ναζιστές, το οποίο παρέμεινε όρθιο από το 1943 μέχρι και το 1945. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ΄50, χαρακτηρίζεται από μια διάχυτη παράνομη δράση, από ξυλοδαρμούς μέχρι βομβιστικές επιθέσεις. Στην συνέχεια πέρασε από μια φάση κανονικοποίησης που έφτασε στο αποκορύφωμα της με την εξωτερική υποστήριξη της χριστιανοδημοκρατικής κυβέρνησης του Fernando Tambroni το 1960 (γεγονός που προκάλεσε ταραχές σε όλη την χώρα και την πτώση της ίδια της κυβέρνησης). Την δεκαετία του ΄70 πέρασε μια περιόδο έντονης ανάμειξης με τη βία και με τη μαύρη τρομοκρατία. Από την επόμενη δεκαετία προσπάθησε να δημιουργήσει μια πιο θεσμική βιτρίνα.

Το MSI διαλύθηκε το 1995, δίνοντας ζωή σε μια συμμαχία, την «Εθνική Συμμαχία» (Alleanza Nazionale, An). Με το «Σημείο Καμπής του Fiuggi», που πήρε το όνομα του από μια μικρή πόλη κοντά στην Ρώμη –όπου πραγματοποιήθηκε το συνέδριο–, η «Εθνική Συμμαχία» απαρνήθηκε δημόσια τις ιδεολογικές αναφορές στον φασισμό, κόβοντας τον ομφάλιο λώρο με την δική της ιστορία. Στόχος: να παρουσιαστεί ως μια πολιτική δύναμη που νομιμοποιείται να κυβερνήσει. Το κόμμα των «Αδελφών της Ιταλίας» γεννιέται 17 χρόνια αργότερα, το 2012 από μια διάσπαση κάποιων εκπροσώπων της «Εθνικής Συμαχίας», με επικεφαλής –μεταξύ άλλων– την Μελόνι. Η ίδρυση του νέου κόμματος όμως, δεν βασίζεται στην ρητή απόρριψη του φασισμού, ούτε της παράδοσης του «MSI». Αυτή είναι μια σημαντική διαφορά σε σχέση με την πολιτική πορεία της «Εθνικής Συμμαχίας».

 

 

Την Κυριακή το βράδυ, κατά τη διάρκεια της πρώτης ομιλίας μετά τις εκλογές, η Μελόνι αφιέρωσε τη νίκη «σε αυτούς που δεν υπάρχουν πια» και σε όλους εκείνους που αναγκάστηκαν να υποστούν την περιθωριοποίηση από την πολιτική και κοινωνική ζωή. Δηλαδή στους πεσόντες συντρόφους και τους νεοφασίστες, που όπως λέγεται στην Ιταλία «έζησαν στους υπονόμους». Όπως οι αρουραίοι. Περιφρονημένοι από την υπόλοιπη χώρα. Αποκλεισμένοι.

Παρά το γεγονός ότι στις τελευταίες εκλογές, οι ανοιχτά νεοφασιστικές δυνάμεις, ήταν όλες μαζί υποψήφιες σε ένα άλλο κόμμα, το Italexit, είναι προφανές ότι για τον κόσμο της ακροδεξιάς και τις συμβολικές και πολιτιστικές αναφορές του, η νίκη των «Αδελφών της Ιταλίας» αποτελεί ιστορικό γεγονός. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια θα ήταν αδιανόητο να φανταστεί κανείς έναν μεταφασίστα ηγέτη στο τιμόνι της Ιταλίας.

Και όμως, πρόκειται να συμβεί. Θα είναι ωστόσο δύσκολο, να καθορίσει –τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα– σε μια αυταρχική στροφή. Σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστατείας, η Μελόνι διατήρησε χαμηλούς τόνους για να καθησυχάσει τις αγορές και τους άλλους Ευρωπαίους ηγέτες και το ΝΑΤΟ. Είπε ότι θα επιλέξει κάποιους υπουργούς, ιδίως αυτούς της Οικονομίας και των Εξωτερικών, μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματταρέλλα. Αυτό σημαίνει ότι θα είναι αρεστοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ατλαντική Συμμαχία. Ορισμένες υποθέσεις και ο πρώτος προϋπολογισμός της νέας κυβέρνησης θα εξεταστούν υπό την εποπτεία του Μάριο Ντράγκι, πρώην προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ο οποίος προϊσταται της κυβέρνησης εθνικής ενότητας η οποία ακόμα ασκεί τα καθήκοντα της. Παραδόξως, το κόμμα της Μελόνι είναι το μόνο που του ασκούσε αντιπολίτευση, αν και με όχι ιδιαίτερα σκληρό τρόπο. Τώρα όμως που κέρδισε τις εκλογές, θα συνεχίσει το πρόγραμμα. Τουλάχιστον στην αρχή και για ορισμένα βασικά οικονομικά ζητήματα.

Εν ολίγοις, εν όψει ενός φθινοπώρου που αναμένεται εκρηκτικό λόγω της εκτόξευσης των τιμών της ενέργειας και των λογαριασμών, μιας προαναγγελθείσας οικονομικής καταιγίδας, της πυρηνικής απειλής και του πολέμου προ των πυλών, η ηγέτιδα των «Αδελφών της Ιταλίας» θέλει να αποφύγει τους κραδασμούς. Κυρίως σε επίπεδο διεθνών σχέσεων. Αυτό δε θα την εμποδίσει να επιβεβαώσει μερικά ταυτοτικά περιεχόμενα, αγαπημένα στην Δεξιά της, τόσο σε επίπεδο κοινωνικής πρόνοιας και της κατανομής των πόρων, όσο σε θέματα πολιτικών δικαιωμάτων και μετανάστευσης. Ενώ ακόμα αναζητούνται τα ονόματα των υπουργών, συζητείται ήδη πως θα καταργηθεί ή θα περιοριστεί το «Επίδομα του Πολίτη», ανακοινώνεται ήδη η παρουσία οργανώσεων κατά των αμβλώσεων και «υπερ της ζωής» στα νοσοκομεία όπου εφαρμόζεται η ελεύθερη διακοπή της κύησης και μια αυστηροποίηση των μεταναστευτικών πολιτικών. Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας η Μελόνι μίλησε μέχρι και για «ναυτικό αποκλεισμό» με ιταλικές στρατιωτικές μονάδες παραταγμένες μπροστά από τις ακτές της Λιβύης για την ανακοπή των αναχωρήσεων. Ένα ανέφικτο μέτρο.

Σε κάθε περίπτωση, πολλές από τις πιθανότητες της ηγέτιδος των «Αδελφών της Ιταλίας» να μετασχηματίσει βαθύτερα τον κρατικό μηχανισμό, εξαρτώνται από το ευρωπαϊκό σχέδιο και από την πιθανή κάλυψη των Η.Π.Α. Σημαντικά στελέχη του κόμματός της, ανακοίνωσαν ήδη τη βούληση – δύσκολα υλοποιήσιμη – να καθιερωθεί η υπερίσχυση του εθνικού δικαίου έναντι του ευρωπαϊκού. Αυτό θα ήταν μια βόμβα για την Ευρωπαϊκή Ένωση, με συνέπειες πολύ πιο ανατρεπτικές από εκείνες που προκλήθηκαν από την υιοθέτηση ανάλογων μέτρων από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Η ιταλική Δεξιά κοιτάει με εξαιρετικό ενδιαφέρον τις «ανελεύθερες δημοκρατίες» της Πολωνίας και της Ουγγαρίας (παρότι η στάση της τελευταίας γύρω από τον πόλεμο και τις κυρώσεις, δημίουργησε ρωγμές). Περισσότερο και από τον ιστορικό φασισμό, αυτό είναι το πραγματικό μοντέλο του κόμματος των «Αδελφών της Ιταλίας».

Η Μελόνι ευχήθηκε δημοσίως και οι νεοφασίστες του Vox, με τους οποίους έχει μια συμμαχία, να καταφέρουν να μπούνε στην επόμενη κυβέρνηση της Ισπανίας. Όπως συνέβη προσφάτως και στην Σουηδία: σε μια από τις πατρίδες της σοσιαλδημοκρατίας, το ανάχωμα ανάμεσα στους μετριοπαθείς συντηρητικούς και την ακροδεξιά έσπασε, επιτρέποντας στους τελευταίους να συμμετέχουν στην κυβέρνηση. Αν συμβεί το ίδιο στην Ισπανία και σε άλλες χώρες, ο άξονας των ακροδεξιών στην κυβέρνηση θα ενισχύονταν και θα καθίστατο δυνατή η επιβολή βαθέων μεταμορφώσεων προς μια αντιδραστική κατεύθυνση, στα πολιτικά συστήματα. Εκείνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών. Το γεγονός ότι το ανάχωμα στους μεταφασίστες έσπασε σε μια χώρα όπως την Ιταλία, την τρίτη οικονομία της Ευρώπης, είναι ένα πολύ κακό σημάδι για την υπόλοιπη Ευρώπη.

Έξω από τη Βουλή

Σαρανταοκτώ ώρες πριν δυο στους τρεις Ιταλούς πήγαιναν να ρίξουν το ψηφοδέλτιο στην κάλπη, 80 πλατείες σε όλη την Ιταλία γέμιζαν με δεκάδες χιλιάδες νέους του κινήματος «Fridays for future».  Εδώ και τέσσερα χρόνια ζητάνε έναν ριζικό μετασχηματισμό του παραγωγικού συστήματος, για να αποφευχθεί η περιβαλλοντική καταστροφή. Στην Ιταλία αυτή η «πράσινη γενιά», ιδίως το πιο οργανωμένο κομμάτι της, επιμένει στην ανάγκη διασύνδεσης της κλιματικής δικαιοσύνης με την κοινωνική. Στόχος: Η επιβολή της οικολογικής μετάβασης, την οποία θα πρέπει να πληρώσουν οι πλούσιοι. Ο διάλογος με μέρος των συνδικάτων και των εργατικών αγώνων, όπως εκείνος του κατειλημμένου από τους εργάτες εργοστασίου Gkn, που έγινε κέντρο πολιτικής ανασυγκρότησης των κινημάτων, συνεχίζεται και θα μπορούσε να επιταχυνθεί μπροστά σε μια κυβέρνηση γεμάτη αρνητές του κλίματος και έτοιμη να δώσει οικονομική συνέχεια στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα.

Σε λιγότερο από 12 ώρες από την ανακοίνωση της νίκης του κόμματος των «Αδελφών της Ιταλίας», σε ένα λύκειο στο κέντρο του Μιλάνο, οι μαθητές άνοιξαν την πύλη και έκαναν κατάληψη στο σχολείο. Εντελώς συμπτωματικά, είναι το σχολείο όπου φοίτησε ο Σαλβίνι όταν ήταν νέος. Μια μικρή διαμαρτυρία που όμως έστειλε ένα μεγάλο μήνυμα: οι μαθητές είναι έτοιμοι για κινητοποιήσεις κατά της προέλασης της Δεξιάς. Αυτές τις ώρες, οι συλλογικότητες των σχολείων της Ρώμης και πολλών άλλων πόλεων, συζητάνε αν θα πρέπει να προβούν σε καταλήψεις πριν ή μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Αυτό το φθινόπωρο προαναγγέλλεται θερμό για τον κόσμο της Εκπαίδευσης, περισσότερο από το 2021 οπότε παρατηρήθηκε ήδη μια ανάκαμψη των κινητοποιήσεων.

Η πρώτη μεγάλη κινητοποίηση κατά της επόμενης κυβέρνησης ήταν η φεμινιστική. Δε θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά. Από το 2016 οι πλατείες της Ιταλίας, τα σχολεία, τα κοινωνικά κέντρα, έχουν κατακλυστεί από ένα φούξια κύμα που ονομάζεται Non Una di Meno (Καμιά Λιγότερη). Τρεις ημέρες μετά τις εκλογές, την Διεθνή Ημέρα Νόμιμης, Ασφαλούς και Δωρεάν Άμβλωσης, που πέφτει στις 28 Σεπτεμβρίου, από την Βερόνα μέχρι το Παλέρμο, από το Τορίνο μέχρι τη Νάπολη, από το Μιλάνο μέχρι την Ρώμη, οι δρόμοι γέμισαν από το κίνημα που ξεκίνησε την φεμινιστική αντιπολίστευση στην πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό. Μια πολιτική αντιπολίτευση, αλλά και ανθρωπολογική, ιδίως μεταξύ των νεότερων κοριτσιών και αγοριών. Για εκείνα, το σχέδιο της Δεξιάς για την κοινωνία, που εκπροσωπείται από το σύνθημα «Θεός, πατρίδα, οικογένεια», δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα παράξενο αρχαιολογικό κατάλοιπο, το οποίο βρέθηκε ξαφνικά στο επίκεντρο.

Ένα άλλο επίπεδο, στο οποίο καταγράφεται μια κάποια ζύμωση, είναι εκείνο της υπεράσπισης του εισοδήματος του πολίτη και η μάχη για το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (το οποίο δεν υφίσταται στην Ιταλία). Για την ώρα βρίσκεται σε εξέλιξη μια συζήτηση ανάμεσα σε κάποιες οργανωτικές προτάσεις και λαμβάνουν χώρα οι πρώτες αντιπαραθέσεις σε επίπεδο συνέλευσης. Κυρίως, ανάμεσα σε δομές του κινήματος και τα συγκρουσιακά συνδικάτα. Η βούληση της Δεξιάς να επιτεθεί στο «Εισόδημα του Πολίτη», θα μπορούσε να ανοίξει έναν χώρο σύγκρουσης. Όπως ο αντίκτυπος του πληθωρισμού στους εργαζόμενους και ο κίνδυνος κλεισίματος εργοστασίων και θέσεων εργασίας.

Στον ορίζοντα υπάρχει ένας μακρύς χειμώνας και μόνο η ικανότητα διασταύρωσης και σύγκλισης των δυνάμεων κοινωνικής, οικολογικής, φεμινιστικής αντίστασης, μπορεί να μας φέρει πιο κοντά σε μια νέα άνοιξη. Παγκοσμίου πολέμου επιτρέποντος.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…