Η 26η Οκτωβρίου πλησιάζει. Οι δυο μεγάλες πόλεις, Αθήνα και Θεσσαλονίκη, σημαιοστολίζονται, στήνουν εξέδρες, αφήνουν παιδιά να πορεύονται με στρατιωτικούς βηματισμούς και η Εκκλησία, συνήθως, πραγματοποιεί κάποιο κήρυγμα «χριστιανικού» περιεχομένου. Και φέτος η Θεσσαλονίκη θα τιμήσει την «απελευθέρωσή» της χάρη στον προστάτη της, τον Άγιο Δημήτριο. Βέβαια, ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε ανακοινώσει, το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, σε εκπροσώπους των εμπορικών συλλόγων ότι ούτε είσοδος του ελληνικού στρατού ούτε παράδοση ούτε κατάκτηση της Θεσσαλονίκης είχε επίσημα αναγγελθεί1.
Εδώ και 110 χρόνια η ιστορία είναι γνωστή. Η επίσημη ιστοριογραφία καταχώρησε την ημερομηνία, κατά την οποία το όραμα της εθνικής ολοκλήρωσης γινόταν απτή πραγματικότητα. Είναι περισσότερο από προφανές ότι ο «μύθος» περί «απελευθέρωσης» της πόλης στις 26 Οκτωβρίου δημιουργήθηκε από την επίσημη ιστοριογραφία και την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδας.
Η «απελευθέρωση» της πόλης, όμως, αποτυπώνεται σε ημερολόγια και επιστολές Ελλήνων στρατιωτών, διαφόρων βαθμίδων και κοινωνικό-οικονομικού προφίλ, που βρέθηκαν στο μέτωπο του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Στα γράμματα και στα ημερολόγιά τους καταγράφουν και σχολιάζουν πλήθος πτυχών του πολέμου. Η είσοδος του στρατού στη Θεσσαλονίκη και η περιγραφή αυτού του άγνωστου τόπου κινούν το ενδιαφέρον του και το αποτυπώνουν.
«Το απόγευμα της 27ης εισηγάγαμεν το στρατό και πήραμε τη Θεσσαλονίκη» σημειώνει ο Ιωάννης Μεταξάς2 στο ημερολόγιό του. Ο Δημήτρης Φαναράς3 σχολιάζει ότι η μεραρχία του μπήκε στη πόλη στις 28 Οκτωβρίου. Η ίδια πληροφορία έρχεται και από το ημερολόγιο ενός στρατιώτη της ΙΙης Μεραρχίας: ο Μαθιός Μακκάς4 γράφει ότι «ηλπίζαμε πως θα μπούμε» στις 26 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη.
Ο Ίων Δραγούμης γράφει στο ημερολόγιο του: « […] το πρωί στις 27 με κάλεσε ο Διάδοχος και μου είπε να πάω με το σιδηρόδρομο στη Θεσσαλονίκη μαζύ με κάτι αξιωματικούς του επιτελείου για να συζητήσουμε και κλείσουμε συμφωνία με τον Ταχσίν-πασά […]»5. Ο στρατιώτης Καλλιδόπουλος σημειώνει ότι οι ελληνικές μεραρχίες εισήλθαν στη πόλη στις 28 και 29 Οκτωβρίου. Ο Φίλιππος Δραγούμης καταγράφει στο ημερολόγιο του τη στιγμή της εισόδου του βασιλιά Γεώργιου στη Θεσσαλονίκη, που πραγματοποιήθηκε στις 29 Οκτωβρίου. Μια μέρα πριν, είχε μπει και ο Διάδοχος με το επιτελείο του.
Φαίνεται ότι τα λόγια των στρατιωτών διαψεύδουν τη συνθήκη της «απελευθέρωσης» της πόλης ανήμερα του Αγίου Δημητρίου: η παρουσία του ελληνικού στρατού στη πόλη της Θεσσαλονίκης αποτυπώνεται μετά τις 27 Οκτωβρίου. Το ίδιο συμβαίνει, όμως, και με την ίδια την «απελευθέρωση».
Η είσοδος του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη δεν συνοδεύεται ούτε από κωδωνοκρουσίες ούτε από σημαιοστολισμούς ούτε από αλαλαγμούς χαράς6. Ο Φ. Δραγούμης περιγράφει τον φόβο που κυριαρχεί στο στράτευμα, και ο οποίος αποτυπώνεται «στη σιωπή των άδειων δρόμων, στα κλειστά παράθυρα και στο ζαρωμένο παράστημα των Ελλήνων στρατιωτών» 7. Ο Δ. Φαναράς μοιράζεται την πικρία του για την υποδοχή της μεραρχίας του στις 28 Οκτωβρίου. Ιδιαίτερα προβληματισμένος, συγκρίνοντας την υποδοχή που ετοίμασαν για τους βούλγαρους στρατιώτες της VII Μεραρχίας οι κάτοικοι της βουλγαρικής συνοικίας της Θεσσαλονίκης, γράφει:
Πυκνοί πυροβολισμοί, πλῆθος ριπές πολυβόλων, ἐκρήξεις χειροβομβίδων…Χαλασμός κόσμου!…Μάχη σωστή στήν πιό ἄγρια φάση της!…Ἕνα ἀπέραντο κροτάλισμα πυροβολισμῶν, πολυβολισμῶν καί βομβίδων!… Ὅλα προετοιμασμένα!… Ἐπίδειξι νά ἰδῇς μιά φορά!…Ἐνῶ ὅταν μπαίναμε ἡμεῖς καί κατόπιν τόσων μαχῶν οἱ δικοί μας οὔτε χειροκροτήματα! Γιατί δέν ἐκδήλωσαν τόσο θορυβώδικα τή χαρά τους; Διότι εἶχαν ἐπίγνωσι τῶν προγονικῶν δικαιωμάτων τῆς Ἐλευθερίας, πού τοῖς ἀπεδόθη8.
Σχολιάζοντας την είσοδο του βουλγάρικου στρατού, συνεχίζει: «[…]Στάση ἀγέρωχη. Βάδισμα βοερό, «γράπ-γκρούπ, γκράπ-γκρούπ» μιᾶς Διμοιρίας (Βουλγάρων), ὡς ἐάν περνοῦσαν ἀγέλες χιλιάδων ἀγριοελεφάντων…Ἐνῶ δέν ἀκούεται καθόλου το πέρασμα μιᾶς Ἑλληνικῆς Μεραρχίας, οὔτε τήν παίρνει κανείς εἴδησι, σά νά περνοῦν γάτες! […]»9.
Είναι σαφές ότι στους Έλληνες στρατιώτες δεν επιφυλάσσεται εξίσου θερμή υποδοχή. Ο Ι. Παπαβασιλείου10 αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν «να αρέση μία πόλις με κοινωνίαν παρδαλήν, αποτελουμένην κατά τα 9/10 από Εβραίους· δεν έχει ουδέν το Ελληνικόν· αλλ’ ούτε το ευρωπαϊκόν. Δεν έχει τίποτε». Την καθολική του αποστροφή για τη Θεσσαλονίκη την διατυπώνει ακόμη πιο έντονα σε άλλο σημείο των επιστολών του, πάντα προς τη γυναίκα του:
«Σε βεβαιώ ότι αντιπαθητικώτερος τόπος δεν υπάρχει. Προτιμώ εκατοντάκις την Λάρισσαν και τον Τύρναβον ακόμη από τον βρωμότοπον αυτόν όπως είνε αυτήν την στιγμήν».
Τα ημερολόγια και τα γράμματα των ανθρώπων που βρέθηκαν στη Θεσσαλονίκη μεταφέρουν την ανθρωπογεωγραφία της πόλης. Οι στρατιώτες κυκλοφορούσαν στη πόλη «με ύφος κατακτητή». Ο αξιωματικός Ι. Παπαβασιλείου αναφέρει ότι «εις αυτήν την παρδαλίν πόλιν […] είναι συγκεντρωμέναι όλαι αι φυλαί του Ισραήλ» και συνεχίζει την ημερολογιακή του καταγραφή με τη σημείωση ότι η πλειοψηφία (τα 9/10) του πληθυσμού είναι Εβραίοι11. Η ελληνική στατιστική του 1906 καταγράφει 64.735 Εβραίους ενώ η στατιστική του προξένου Χαλκιόπουλου, του 1910, μετρά πάνω από 88.00012. Οι αριθμοί και οι πηγές μαρτυρούν και επιβεβαιώνουν την ύπαρξη μιας μεγάλης κοινότητας Εβραίων στην πόλη της Θεσσαλονίκης,
Για τον Φίλιππο Δραγούμη ο εβραϊκός πληθυσμός της πόλης φέρει μόνο αρνητικά χαρακτηριστικά. Τον ενοχλεί επίσης «η συνάφεια με τα ξένα στοιχεία, Εβραίους,
Τούρκους, Βούλγαρους, Λεβαντίνους κλπ». Δυσφορεί που ολόκληρη η συνοικία του
Αγίου Δημητρίου «έχει πιαστεί από τους Βουλγάρους, στρατιώτες και κομιτατζήδες,
που μεθούν και χορεύουν και μουγκρίζουν σαν αρκούδια». Τον εξοργίζουν «οι Εβραίοι [που] γράφουν φριχτές συκοφαντίες, μυθιστορηματικές, εναντίον μας στις αγορασμένες εφημερίδες του Παρισιού και του Λονδίνου». Και ο Λ. Παρασκευόπουλος, διοικητής του 2ου πεδινού συντάγματος πυροβολικού (Χ Μεραρχία), αναρωτιόταν για την απουσία, ή μικρή παρουσία, ελληνικών οικογενειών στη πόλη13. Ένας στρατιώτης γράφει στο ημερολόγιο του ότι «Η πόλις έχει όψιντουρκικής και όχι ευρωπαϊκής πόλεως» και συνέχισε λέγοντας ότι «Λαμπρότερον είναι το μέρος της χριστιανικής παροικίας»14.
Οι πληροφορίες που συλλέγονται από τις πηγές για τον πληθυσμό της Θεσσαλονίκης μπορούν να δικαιολογήσουν, ίσως, αυτή την αμηχανία των Ελλήνων στρατιωτών κατά την είσοδό τους. Γνωρίζουμε επίσης ότι το ελληνικό προξενείο, λίγους μήνες πριν την κήρυξη του πολέμου, συντάσσει μια επιχειρησιακή και απόρρητη στατιστική, από την οποία προκύπτει ότι μόνο το 13,2% του πληθυσμού κατατάσσεται στην κατηγορία «Έλληνες»15.
Το 1912 άνοιξε μια νέα σελίδα, αυτή της ενσωμάτωσης, που προϋπέθετε την αποκήρυξη της ταυτότητάς μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Καθώς, στα μέρη που λυτρώθηκαν από τον Οθωμανό δυνάστη κυριάρχησε ως επί το πλείστον, η αίσθηση του φόβου, του πόνου, της βίας, της εκρίζωσης και του αφανισμού.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, μήπως αυτό που γιορτάζεται τελικά είναι η συστηματική βία εναντίον «όσων δε χωρούσαν στα καλούπια της ‘σωστής’ εθνικής φαντασιακής κοινότητας»16, από την οποία προέκυψε η οικοδόμηση του «εθνικού» κράτους στα νέα εδάφη.
_________________________
Βιβλιογραφικές Αναφορές
1 Καράβας, Σπ. (2007). «Εκατόν Ένας κανονιοβολισμοί για τη Θεσσαλονίκη». Στον κύκλο εισηγήσεων των εκδόσεων Πόλις και του περιοδικού Τα Ιστορικά, «Ψηφίδες Βαλκανικής Ιστορίας: Ιδεολογικές Χρήσεις και Εμμονές», Στο Πλαίσιο της Εκδήλωσης «Στη τροχιά του Φίλιππου Ηλιού», 21 Δεκεμβρίου (σ.329-354). Αθήνα
2 Χρηστίδης, Χρ. (επιμ.) (1980). Μεταξάς: Το προσωπικό του ημερολόγιο (2ος τόμος).
Αθήνα: Εστία
3 ο.σ. 1
4 Τρίχα, Λ. (επιμ.) (1993). Ημερολόγια και Γράμματα από το Μέτωπο. Βαλκανικοί
Πόλεμοι 1912-1913. Αθήνα: Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και Ιστορικού
Αρχείου/ΕΛΙΑ.
5 Τσίγκας, Ν. (2021). Ιων Δραγούμης: τα «κρυμμένα» ημερολόγια Οκτώβριος 1912-
Αύγουστος 1913. Αθήνα: Πατάκη.
6 ο.π. 1
7 Μαζαράκης-Αινιάν, επιμ. Ι.Κ. (2006). Φίλιππος Στέφανος Δραγούμης:Ημερολόγιο:
Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913.Αθήνα: Δωδώνη.
8 ο.π. 1
9 ο.π. 1
10 ο.π. 4
11 ο.π. 4
12 Κωστόπουλος, Τ. (2007). Πόλεμος και Εθνοκάθαρση. Η ξεχασμένη πλευρά μιας
δεκαετούς εθνικής εξόρμησης 1912-1922. Αθήνα: Βιβλιόραμα.
13 Παρασκευόπουλος, Λ. (1998). Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-1913). Επιστολές προς τη
σύζυγο του Κούλα. Αθήνα: Καστανιώτης.
14 ο.π. 4
15 ο.π. 1
16 ο.π. 11