Παρ’ότι δεν έχει υπάρξει ακόμα πλήρης αποσαφήνιση του τοπίου των επερχόμενων προεδρικών εκλογών, έχει ήδη τροχοδρομηθεί μια αναμέτρηση με 3 βασικούς υποψηφίους, στο μοτίβο που έχει καθιερωθεί μετά το 2004, ενός υποψηφίου της δεξιάς, ενός εκπροσώπου του απορριπτικού χώρου -του λεγόμενου κέντρου και κεντροδεξιάς- και ενός που επιχειρεί να εκφράσει την ευρύτερη κεντροαριστερά.

Το 2023, αυτοί θα είναι ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ, Αβέρωφ Νεοφύτου, ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Χριστοδουλίδης, που αναμένεται να υποστηριχτεί από ΔΗΚΟ, Οικολόγους, ΕΔΕΚ και ΔΗΠΑ και ο πρώην διαπραγματευτής της ελληνοκυπριακής πλευράς, Ανδρέας Μαυρογιάννης, με την υποστήριξη του ΑΚΕΛ. Αναμένεται, επίσης, να κατέλθουν διάφοροι ανεξάρτητοι, με πιο βασικούς τον αρχηγό του φασιστικού ΕΛΑΜ, τον πρώην Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου με τον σχηματισμό Νέο Κύμα, που ίδρυσε πρόσφατα, πρεσβεύοντας κάποιου είδους εκσυγχρονισμό, και τον δικηγόρο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Αχιλλέα Δημητριάδη, με βασικό σύνθημά του την επανένωση και την καταπολέμηση της διαφθοράς.

Δεν είναι η πρώτη φορά που δεν υπάρχει αριστερός υποψήφιος σε προεδρικές εκλογές – το ΑΚΕΛ εξάλλου, με εξαίρεση τον Γενικό του Γραμματέα, Δημήτρη Χριστόφια, το 2008, διαχρονικά συνηθίζει να υποστηρίζει κεντρώους και κεντροδεξιούς υποψηφίους, με στόχο να κερδίσει την στήριξη άλλων κομμάτων και κυρίως των ψηφοφόρων τους, συνήθως στο 2ο γύρο, αφού προκριθεί με τις δικές του δυνάμεις σε αυτόν. Αυτή τη φορά όμως, με δεδομένη τη σημαντική εκλογική συρρίκνωση του την τελευταία δεκαετία και το ιστορικό χαμηλό του 22% που κατέγραψε στις περσινές εκλογές, το να περάσει ο υποψήφιος του ΑΚΕΛ στο 2ο γύρο δεν φαίνεται να είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Μετά και την αποτυχία του να συνάψει κάποια εκλογική συμμαχία με το ΔΗΚΟ και τους Οικολόγους, η επιλογή μιας προσωπικότητας με εμβέλεια και πρόσβαση σε ευρύτερες δεξαμενές ψήφων ήταν μονόδρομος. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ επέλεξε τελικά πλειοψηφικά να στηρίξει τον Μαυρογιάννη, αντί τον Δημητριάδη, με το σκεπτικό ότι, όντας πιο κοντά σε μια «σκληρή» γραμμή στο Κυπριακό, θα έχει με αυτόν περισσότερες πιθανότητες να αντλήσει ψήφους από το χώρο του κέντρου και της κεντροδεξιάς. Αυτό ίσως ισχύει στον 2ο γύρο, αν ο Μαυρογιάννη έχει απέναντι του τον Νεοφύτου – δεν λύνει όμως το πρόβλημα του πώς θα περάσει κατ’ αρχάς στο 2ο γύρο.

Το πιο παράδοξο στοιχείο σε αυτές τις εκλογές είναι το ότι, ενώ ο Αναστασιάδης κατά γενική ομολογία ηγείται της πιο διεφθαρμένης κυβέρνησης από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως εξάλλου καταγράφεται και σε σειρά διεθνών μετρήσεων, όποιος και αν τις κερδίσει δίνει στίγμα συνέχειας. Ενώ τα τελευταία χρόνια εκφράστηκε με κάποιες αξιώσεις το αίτημα παραίτησης της κυβέρνησης Αναστασιάδη, μετά το σκάνδαλο των διαβατηρίων [δημοτικότητα στο ναδίρ, συγκρούσεις με Γενικό Εισαγγελέα και Γενικό Ελεγκτή, μαζικές κινητοποιήσεις από το κίνημα Ως Δαμέ, δυστοκία έγκρισης προϋπολογισμού του 2021 στο κοινοβούλιο), σήμερα και οι τρεις πιθανοί διάδοχοι Αναστασιάδη υπήρξαν στενοί συνεργάτες του –πρόεδρος του κόμματος του, εκπρόσωπος και υπουργός του στην κυβέρνηση και εκπρόσωπός του στις συνομιλίες για το Κυπριακό, αντίστοιχα.

Κι αν αυτό, στην κεντροδεξιά πλευρά του πολιτικού φάσματος μπορεί να μην προκαλεί έκπληξη ή δυσφορία, στην κεντροαριστερά έχει προκαλέσει θυελλώδεις αντιδράσεις, με την ηγεσία του ΑΚΕΛ να υπερασπίζεται την επιλογή της με αναφορές στο τεχνοκρατικό και όχι στο πολιτικό προφίλ του Ανδρέα Μαυρογιάννη. Ο Μαυρογιάννης, με τις δημοσιοϋπαλληλικές και τεχνοκρατικές του ιδιότητες και με τη στήριξη του ΑΚΕΛ, ίσως καταφέρει να αρθρώσει κάποια κριτική στην κυβέρνηση Αναστασιάδη για τη διαφθορά και τη διαπλοκή που παρατηρήθηκε την τελευταία δεκαετία, διαφοροποιούμενος από Νεοφύτου και Χριστοδουλίδη. Εκεί που δεν θα μπορεί, όμως, να το κάνει αυτό, είναι στο κατ’ εξοχήν πεδίο του, το Κυπριακό, στο οποίο υπηρέτησε πιστά όχι μόνο τον Αναστασιάδη, την πολιτική και την τακτική του, που οδήγησε στο καταστροφικό ναυάγιο του 2017, αλλά και τη νομιμοποίηση του αφηγήματός του και τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης, που ακολούθησε τα επόμενα χρόνια. Το αφήγημα Αναστασιάδη (και Νεοφύτου), ότι δήθεν για το ναυάγιο στο Κραν Μοντάνα φέρει 100% την ευθύνη η Τουρκία, είναι βέβαια αντίθετο με όσα λέει ο ΟΗΕ και η ΕΕ, αλλά και το κίνημα επανένωσης στην Κύπρο και το ίδιο το ΑΚΕΛ, που ψέγουν σε σημαντικό βαθμό τη στάση Αναστασιάδη στις συνομιλίες το 2016 και στην κορύφωση τους το 2017, στις οποίες ο Μαυρογιάννης, όπως και ο Χριστοδουλίδης, είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο.

Βέβαια, το Κυπριακό έχει βαλτώσει ουσιαστικά από τότε. Παρά το ότι το φλερτ Αναστασιάδη με την πιθανότητα λύσης δυο κρατών κόπηκε από την ανεπαρκή στήριξή του τόσο εντός της ε/κ πλευράς όσο και από την ΕΕ, δεν έχουν ξαναρχίσει συνομιλίες έκτοτε. Μετά την επανεκλογή Αναστασιάδη το 2018, η Τουρκία σκλήρυνε τις θέσεις της, ενώ, στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας, από το 2020, βρίσκεται ο Ερσίν Τατάρ, άνθρωπος της Τουρκίας και πολέμιος της ομοσπονδιακής επανένωσης. Σε αυτές τις συνθήκες έλλειψης προοπτικής, τουλάχιστον μέχρι το 2025, που ίσως εκλεγεί ξανά επανενωτικός στην ηγεσία των τ/κ, δεν αναμένονται εξελίξεις στο Κυπριακό. Από τη μια, μπορεί να πει κανείς ότι αυτό έπαιξε ρόλο στην απόφαση του ΑΚΕΛ να μην κατέλθει στις εκλογές με επανενωτικό υποψήφιο. Από την άλλη, όμως, η όποια προοπτική επανέναρξης ουσιαστικών συνομιλιών για επίλυση του προβλήματος -και όχι απλώς για τη συντήρηση και διαιώνιση του (σύμφωνα και με την πολιτική κουλτούρα του Υπουργείου Εξωτερικών, από την οποία προέρχονται και την οποία εκφράζουν Χριστοδουλίδης και Μαυρογιάννης και ντε φάκτο υιοθέτησαν ο Αναστασιάδης όσο και ο επίσημος διάδοχος του Νεοφύτου)- σπρώχνεται προς το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας. Και φυσικά, με τα δεδομένα που θα επικρατούν επί του εδάφους τότε, που επιδεινώνονται σε σχέση με το περιουσιακό, το πληθυσμιακό αλλά και την αυξανόμενη αποστασιοποίηση των κοινοτήτων.

Πιο γενικά, και από την αριστερή σκοπιά, είναι ιδιαίτερα λυπηρό το ότι το τέλος μιας δεξιάς κυβέρνησης, πλήρους απονομιμοποιημένης στα μάτια της κοινωνίας, με ένα πρόεδρο σε μεγαλύτερη ανυποληψία από όσο κανείς προκάτοχός του, δεν έρχεται με κανενός είδους ρήξη, αλλά με μια ομαλή διαδοχή από κάποιον εκ των στενών συνεργατών του. Για τους πλείστους στη ριζοσπαστική αριστερά και στο κίνημα της επανένωσης η απόφαση του ΑΚΕΛ να στηρίξει Μαυρογιάννη είναι και απογοητευτική και ακατανόητη. Η κυνική αναφορά, όπως καταγράφηκε στο βιβλίο του σοσιαλδημοκράτη ακαδημαϊκού, πρώην Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας επί Χριστόφια, Πανίκου Δημητριάδη, ότι ο Αναστασιάδης θεωρεί τον εαυτό του τη «μεγαλύτερη πατρόνα της πολιτικής» δεν είναι εύκολο να εξορκιστεί και μένει, αυτό το διάστημα τουλάχιστον, να αιωρείται στην κυπριακή ατμόσφαιρα.

 

Ο Γρηγόρης Ιωάννου είναι πολιτικός κοινωνιολόγος από το Πανεπιστήμιο του Σέφιλντ, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Ντενκτάς στο νότο: η κανονικοποίηση της διχοτόμησης στην ελληνοκυπριακή πλευρά».

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…