Σαν σήμερα, στις 3 Σεπτεμβρίου 2016, ο ποιητής Θάνος Ανεστόπουλος, ψυχή μιας από τις σημαντικότερες μπάντες της δεκαετίας του ’90, των Διάφανων Κρίνων, έφυγε από τη ζωή, έπειτα από μάχη με τον καρκίνο.

Λίγους μήνες πριν, στις 14 Μαΐου του 2016, ο Θάνος μάζεψε τους φίλους και τις φίλες του στο θέατρο ΠΑΛΛΑΣ, στον τελευταίο σταθμό του κοινού δρομολογίου, για να τους αποχαιρετίσει, με τη μουσική παράσταση Από τις Ρίζες ως τα Άνθη του Καλού.

Λίγο πριν το Έγινε η απώλεια συνήθειά μας, τους είπε:

«Πώς το λένε το σημείο που θέλουμε να φθάσουμε; Στόχος. Δηλαδή; Όνειρο. Δηλαδή; Προοπτική. Δηλαδή; Ελπίδα. Δηλαδή; Κουράγιο. Δηλαδή; Άσε να ’χω κάτι στο βάθος του δρόμου, κάτι που να φαίνεται σαν έξοδος, έστω σαν έξοδος κινδύνου. Συνηθίσαμε, συνηθίσαμε πολλά πράγματα, πάρα πολλά, συνηθίσαμε τις άγριες εικόνες, γύρω μας, πίσω μας, πλάι μας, μπροστά μας. Συνηθίσαμε τον θάνατο, συνηθίσαμε την εικόνα του. Τι είμαστε; Τι γίναμε; Μη γίνουμε. Μην είμαστε. Μη γίνουμε. Μην προφτάσουμε, μην προλάβουμε, μη συνηθίσουμε, μη συνηθίσουμε. Έγινε η απώλεια συνήθειά μας».

Από τον τοίχο της Γιάννας Κουκα στο facebook, αναδημοσιεύουμε έναν πιο προσωπικό αποχαιρετισμό:
Δεν ξέρω αν με συγκινεί πιο πολύ ο τρόπος που έλεγε “Στέκομαι εδώ στον τελευταίο σταθμό με όλα όσα αγάπησα και πήγαν χαμένα” ή όταν τραγουδούσε το “έγινε η απώλεια συνήθειά μας κι ο έρωτας μια άρρωστη κραυγή”.
Αν μπαίνει μπροστά το “Βάλτε να πιούμε…Αδέλφια κάτω η βάρκα μας στο μόλο μας προσμένει. Ελάτε οι ταξιδιάρηδες να πιούμε συναγμένοι.Στο περιγιάλι το φαιδρό ας γλεντοτραγουδούμε.” ή αν με τσακίζει πιο πολύ ο τρόπος που επικοινώνησε την Μαρία Πολυδούρη όταν εκείνη έγραφε: “Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι. Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως”.
Όταν σαν γράμμα αρρωστου, είπε τους στίχους του Καββαδία: “Έκλαψα βέβαια, κάτω απ’ την κουβέρτα μου. Λυπήθηκα”.
Δεν ξέρω αν είναι κάτι άλλο πιο δυνατό απ΄ αυτό το “Θα `ρθει την ώρα που σπαράσσεται το φως μου κι εκλιπαρώ φανατικά λίγη γαλήνη” ή αν κονταροχτυπιέται με εκείνο το “Ντύσου καλά, ήρθε ο Βοριάς κι είναι φονιάς ντύσου καλά ήρθε ο Βοριάς…” ή αν υπάρχει πιο στοργικό από το “Σου ‘χω φυλάξει μια θάλασσα και ένα δάκρυ κοραλλένιο μια σταλιά. Κοίτα τα χέρια σου, αντέχουν πολλά. Διώξ’ τα σκοτάδια σου, κοίτα ψηλά. Μείνε στην έρημο μες στην φωτιά. Θα είμαι δίπλα σου όπου κι αν πας”.
Ξέρω σίγουρα, πως όσες φορές και αν δω την τελευταία του εμφάνιση, καθισμένο στην καρέκλα, κουρασμένο βαριά, λίγο πριν το τέλος του, πάντα θα λυγίσω. Ξέρω πως πάντα θα σπάσω όταν ακούω μια φωνή από τους ανθρώπους μέσα στο πλήθος να του λέει: “Είσαι ο αγαπημένος μας”, με εκείνον να απαντά: “Πάντα στο πλάι σας, πάντα στους ώμους σας”.
Ξέρω πως πιο όμορφος αποχαιρετισμός δεν ξαναειπώθηκε από τον δικό του: «Να ‘στε καλά παιδιά…μέσα μας είναι το φως…ΜΕΣΑ ΜΑΣ!».
Το πιο διάφανό μας κρίνο, ο Θάνος Ανεστόπουλος, έγινε ταξιδιάρης μια μέρα σαν σήμερα. Και έγινε η απώλεια μας συνήθεια. Βάλτε να πιούμε, μωρέ. Οι άνθρωποι μας…ήταν/είναι οι τρυφεροί ευαίσθητοι.
Μπορεί να είναι κοντινή λήψη 1 άτομο
Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…