Κράτος, κατασταλτικοί μηχανισμοί και ακροδεξιές πρακτικές, μέσα από μια νουάρ μυθιστορία με φόντο τη Μασσαλία της δεκαετίας του 1970. 

Ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: Πριν διαβάσω στο κείμενο Μασσαλία 73 της Ντομινίκ Μανοτί ομολογώ ότι είχα προσέξει ορισμένες τοποθετήσεις κυρίως μέσα από συνεντεύξεις της. Τούτο είχε προκαταβάλει (χωρίς βέβαια αυτό να είναι απαραιτήτως κακό κατά τη γνώμη μου) την οπτική μου απέναντι στις γραφές της. Σε ορισμένες λοιπόν από αυτές τις συνεντεύξεις της η Μανοτί, σημείωνε ότι οι νουάρ γραφές περιγράφουν κυρίως σε ένα μάκρο επίπεδο, μιλώντας όμως για τα υποκείμενα και τον τρόπο δράσης τους μέσα στον κοινωνικό σχηματισμό. Τούτο σημαίνει ότι τοέγκλημα (ως μέρος της μυθιστορηματικής πλοκής) παρουσιάζεται κυρίως ως μηχανικό μέρος των δομών του κοινωνικού σχηματισμού πράγμα το οποίο σημαίνει ότι φιλτράρεται σχεδόν πάντα από πολιτικοοικονομικές οπτικές. Αλλά αυτή η προσέγγιση -και η Μανοτί επέμενε πάντα σε αυτό- δεν σημαίνει ότι το νουάρ μυθιστόρημα μετατρέπεται σε προπαγάνδα ακόμη κι αν τα ιδεολογικά και πολιτικά του μέρη είναι έκδηλα.

Φυσικά το κείμενο Μασσαλία 73 δεν ξεφεύγει από την παραπάνω λογική. Παρόλο που θα μπορούσε -στο πλαίσιο μιας ιδιόμορφης αυτονόμησης του ίδιου του έργου τέχνης- αυτό να διαφοροποιηθεί εν μέρει από τη δημιουργό του. Η Μανοτί, μοιάζει να μην  «αφήνεται» σε πειραματισμούς και σίγουρα δεν αναλώνεται σε περιγραφικές λογοτεχνικές πρόζες. Ως νουάρ γραφή εστιάζει στις δομές του κοινωνικού σχηματισμού και κυρίως στους κατασταλτικούς μηχανισμούς του γαλλικού κράτους τις δεκαετίας του 70. Περιγράφει τις πρακτικές των μηχανισμών αυτών αλλά και πως επέρχονται στο εσωτερικό των δομών τους διαφοροποιήσεις, αποτέλεσμα μικρότερων ή μεγαλύτερων κοινωνικών μετασχηματισμών που παρατηρούνται στο σύνολο των κοινωνικών δομών. Έτσι, η επιλογή του ήρωά της, του νεαρού Ντακέν, ως μια αμφιφυλόφιλη φιγούρα, δεν λειτουργεί μόνο ως εικόνα αντίστασης στην ομοφοβική δομή των γαλλικών κατασταλτικών μηχανισμών, αλλά και ως εικόνα αποδόμησης της πατριαρχικής εικόνας ολόκληρου αστικού οικοδομήματος. Την ίδια όμως στιγμή, η εικόνα του Ντακέν ως κάτι «διαφορετικό», αποδομεί το κυρίαρχο και σε κάθε στάδιο του… αντιστασιακού/επαναστατικού προτύπου, κυρίως ως εικόνα αποκρουστικής ματσίλας.

Η Ντομινίκ Μανοτί με το Μασσαλία 73, είναι σαφές ότι δεν περιορίζει τη μυθιστορηματική της πρόζα σε ένα κλασικό νουάρ, και στο οποίο αφήνει να τρέχει στο φόντο του απλά και μόνο μια πολιτική ιστορία έξω από οποιοδήποτε πεδίο μιας ανοιχτής κριτικής οπτικής. Αντιθέτως η πολιτική ιστορία και η κοινωνική κριτική διαπερνούν η μια την άλλη σε βαθμό που εμφανίζονται ως ένα. Τούτο έχει ως αποτέλεσμα το ειδικό και το μερικό να εμφανίζεται μέσα από τη εικόνα ενός γενικού ταξικού κοινωνικού καταμερισμού. Η ταξικότητα εμφανίζεται μέσα από την οπτική της πατριαρχίας και της ομοφοβίας και το ανάποδο. Τούτο αποτελεί δίχως αμφιβολία μια ιδιατερότητα της Μανοτί, καθώς αυτή η «διαπλοκή» εννοιών και κοινωνικών πρακτικών δεν συμβαίνει συχνά ακόμη και στις νουάρ γραφές. Στην ιδιαίτερη πολιτική γραφή του Μανσέτ λόγου χάρη δεν το συναντάμε. Ούτε και στον ιδιόμορφο λόγο του Ιζζό.

Ως προς την ιστορία του κειμένου θα μπορούσαμε να πούμε το εξής: Η ιστορία ή καλύτερα οι ιστορίες πάνω στις οποίες στήνει το νουάρ σκηνικό της Μανοτί δεν είναι άγνωστη, παρόλο που το Γαλλικό κράτος θα ήθελε να έχει ξεχαστεί. Και με την αμέριστη βοήθεια των ιδεολογικών μηχανισμών του πάλεψε για αρκετά χρόνια μπορούμε να πούμε. Η βομβιστική επίθεση λόγου χάρη από τους φονιάδες της οργάνωσης OAS στο προξενείο της Αλγερίας στην πόλη της Μασσαλίας τον Δεκέμβριο του 1973 -στο πλαίσιο του αντιμεταναστευτικούπογκρόμ της συγκεκριμένης περιόδου- είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο και τον τραυματισμό Αλγερινών μεταναστών. Η Μανοτί φροντίζει όχι απλά να μην ξεχαστεί το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου, αλλά αναδεικνύει μέσα από τη νουάρ μυθιστορία της, τις σχέσεις των φασιστών της OAS με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς αλλά και τις σχέσεις που αυτοί αναπτύσσουν -σε πολιτικό κυρίως επίπεδο- με το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο το οποίο εμφανίζεται στο πολιτικό προσκήνιο.

Όλη αυτή η πλοκή, η οποία υφαίνεται μέσα από την αποκρυπτογράφηση της λειτουργίας του ίδιου του κράτους -του γαλλικού εν προκειμένω- και τις σχέσεις που αυτό αναπτύσσει με συγκεκριμένες πολιτικές μερίδες της κοινωνίας, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική ως προς τη δομική λειτουργία του συνόλου των μηχανισμών που αναπτύσσονται στον σχηματισμό. Και η Μανοτί, μέσα από την νουάρ γραφή της, την παραπάνω λειτουργία φροντίζει να την απλοποιεί (χωρίς όμως να την κάνει απλοϊκή) σε βαθμό που να γίνεται άμεσα αντιληπτή. Τούτο είναι ιδιαίτερα σημαντικό, γιατί χωρίς την κατανόηση του πεδίου μέσα στο οποίο αναπτύσσονται οι μυθιστορηματικές γραφές, επί της ουσίας δεν υφίσταται η ίδια η νουάρ γραφή. Αυτό, ακόμη κι αν ακούγεται υπερβολικό, είναι πέρα για πέρα αληθινό. Η Ντομινίκ Μανοτί όμως, δεν πέφτε ούτε στην παγίδα της… πολιτικο/κοινωνικής ασάφειας αλλά ούτε και στην παγίδα της λογοτεχνικής «φλυαρίας» (με όλη την υπερβολή του χαρακτηρισμού) η οποία ναι μεν είναι απαραίτητη όταν μιλάμε για τις πεζογραφικές πρόζες του Μπόρχες, του Κορτάσας ή του Μπολάνιο, αλλά μάλλον «ανεπιθύμητη» όταν έχουμε να κάνουμε με νουάρ δημιουργίες.

Εν κατακλείδι, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι το κείμενο Μασσαλία 73 της Ντομινίκ Μανοτί, δεν καταφεύγει στο παρελθόν απλά και μόνο για να «σώσει» ένα ιστορικό γεγονός. Επίσης δεν καταφεύγει στο παρελθόν γιατί δεν μπορεί να βρει κάτι στο παρόν. Αντιθέτως, καταφεύγει στο παρελθόν για να δείξει μια συνέχεια (ακόμα και να αυτή μπορεί να εμφανίζεται από τους κυρίαρχους μηχανισμούς ως ασυνέχεια) στη δομική λειτουργία των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους και κατ’ επέκταση του ίδιου του αστικού κράτους στο σύνολό του, μέσα από την ιδιόμορφη πλοκή του κοινωνικού με το πολιτικό και το οικονομικό, μέσα από τη σύγκρουση των ταξικών συσχετίσεων στο σύνολο των δομών κοινωνικού σχηματισμού.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…