Η τετραετία που ολοκληρώνεται για την Τοπική Αυτοδιοίκηση ήταν πραγματικά δύσκολη για όσες κι όσους υπηρέτησαν στους θεσμούς της ή προσπάθησαν να υπηρετήσουν, με όσα περιορισμένα περιθώρια αφήνονται, τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ήταν μια τετραετία που στους περισσότερους Δήμους η πολιτική που εφαρμόστηκε δεν απείχε πολύ από την αυταρχική και αντιλαϊκή πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνηση της ΝΔ κεντρικά.

Aπό την επομένη των εκλογών του 2019 κιόλας, η Νέα Δημοκρατία -όπως έκανε και σε άλλους τομείς όπως οι χώροι δουλειάς, τα πανεπιστήμια κλπ- πήρε νομοθετικές πρωτοβουλίες σε αυταρχική κι αντιδημοκρατική κατεύθυνση.

Ο νόμος Θεοδωρικάκου μπορεί να κρίθηκε από το ΣτΕ λίγο πριν την εκπνοή της τετραετίας αυτό που εξαρχής ήταν, δηλαδή αντισυνταγματικός, αλλά στο μεταξύ, μάλλον, πρόλαβε να κάνει τη δουλειά του. Η ψήφος των δημοτών αλλοιώθηκε, οι ‘’γαλάζιοι’’ στη μεγάλη τους πλειοψηφία Δήμαρχοι στο όνομα της ‘’κυβερνησιμότητας’’, όπως ήταν το κυρίαρχο αφήγημα, απέκτησαν υπερεξουσίες και, εντελώς τεχνητά, την απόλυτη πλειοψηφία στην Οικονομική Επιτροπή, η οποία ενισχύθηκε τρομερά εις βάρος του Δημοτικού Συμβουλίου.

Όμως, σε θεσμικό επίπεδο, ακόμα δυσκολότερη για τις προοδευτικές δυνάμεις του συνόλου της Αριστεράς προμηνύεται η επόμενη τετραετία. Ο ακροδεξιός Υπουργός Βορίδης έθεσε νέα εμπόδια πολλαπλής φύσεως για την εκπροσώπηση των συμφερόντων των εργαζόμενων τάξεων και της νεολαίας στα επόμενα δημοτικά συμβούλια. Το πλαφόν του 3% μπορεί να κόβει τα φτερά σε τυχόν «γαλάζιους αντάρτες», αλλά πρωτίστως συνιστά περαιτέρω αντιδημοκρατική και αντιλαϊκή τομή στην τοπική αυτοδιοίκηση, στην κατεύθυνση αυτού που ο ίδιος είχε πει «θωρακίζουμε τους θεσμούς απέναντι στην Αριστερά».

Αν κανείς συνδυάσει το παραπάνω με την σημαντική αύξηση στις τιμές των παραβόλων συμμετοχής -ειδικά εν μέσω φοβερής ακρίβειας σε είδη πρώτης ανάγκης, καύσιμα, ενοίκια κλπ- αντιλαμβάνεται το σχεδιασμό για τη συμμετοχή στα κοινά μονάχα των «λίγων κι εκλεκτών» και όσων βέβαια είναι εξαρτημένοι από επιχειρηματικά-οικονομικά συμφέροντα,  με  εμφανή σκοπό τον αποκλεισμό των ίδιων των λαϊκών τάξεων από τη λήψη αποφάσεων που αφορούν το μέλλον τους.

Απέναντι σε αυτό το ήδη ναρκοθετημένο πεδίο πώς απαντάμε;

Βήμα μπρος ή σκιρτήματα προς τα πίσω;

Xωρίς περιττές εισαγωγές, η προαναφερθείσα κατάσταση, για τα αριστερά δημοτικά σχήματα θέτει ερώτημα ως προς τη δυνατότητα επιβίωσής τους κι άρα της κοινωνικής χρησιμότητάς τους ως προς την  εκπροσώπηση των λαϊκών αναγκών στους ΟΤΑ. Τα πράγματα θα είναι πολύ δύσκολα και, αντίστοιχα, τα καθήκοντα που τίθενται για όλους/ες είναι αναβαθμισμένα. Το ίδιο και οι απαιτήσεις της συγκυρίας.

Η κάθε πολιτική δύναμη της ριζοσπαστικής αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της οφείλει να αναλάβει τις ευθύνες που της αναλογούν. Η πρώτη και βασική απάντηση στα ερωτήματα που τίθενται είναι η ανάγκη για μια μετωπική και ουσιωδώς ενωτική εκλογική παρέμβαση στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτώβρη του 2023, με ένα ενιαίο εκλογικό κατέβασμα σε κάθε Δήμο.

Σε πρώτο επίπεδο, αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει η πολυτέλεια (κατά τη γνώμη μου ούτε υπήρξε ποτέ σοβαρά δικαιολογημένη επιλογή) για κατακερματισμένα εκλογικά κατεβάσματα της ριζοσπαστικής αριστεράς, τα οποία είναι εκ των πραγμάτων κατώτερα των περιστάσεων και πίσω από τις ανάγκες της κοινωνίας. Μια τέτοια πολιτική πρόταση δεν μπορεί παρά να περνά πρωτίστως μέσα από την πολιτική βούληση των δυνάμεων που συσπειρώνονται στα επιμέρους δημοτικά σχήματα, ειδικά σε κεντρικούς Δήμους, όπως ο Δήμος Αθηναίων.

Χωρίς πολιτική βούληση ενότητας δε γίνεται τίποτα

Η επιλογή της απομόνωσης, του κομματικού κατεβάσματος, του μαξιμαλιστικού και ξύλινου λόγου, των αποκλεισμών και των πολλαπλών προαπαιτούμενων, της μικροπολιτικής για τις θέσεις, της έμφασης στις επιμέρους ιδεολογικές διαφορές αντί για τα κοινά σημεία και εν τέλει του σεχταρισμού δεν είναι καν επιλογή.

Σε δεύτερο επίπεδο, το κοινό εκλογικό κατέβασμα, για να έχει ένα όσο το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα κι όχι απλά την επιβίωση, θα πρέπει να συσπειρώσει με ουσιαστικά συμπεριληπτικό τρόπο μέσα από συνελεύσεις «από τα κάτω» ανένταχτο κόσμο, να μην αποτελεί απλή συγκόλληση ήδη υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών, να αγκαλιάζει τη φυσιογνωμία και τις ανάγκες του κόσμου των γειτονιών του εκάστοτε Δήμου και να στοχεύει να εκφράσει με πλουραλιστικό τρόπο μια βεντάλια ζητημάτων για τα οποία δόθηκαν αγώνες όλο το προηγούμενο διάστημα, όπως είναι οι ελεύθεροι δημόσιοι χώροι πρασίνου, η μάχη απέναντι στην οξυμένη καταστολή, οι ιδιωτικοποιήσεις, η ελαστική εργασία και η υποστελέχωση σε υπηρεσίες και κοινωνικές δομές των Δήμων, η διεκδίκηση  σοβαρής δημόσιας πρωτοβάθμιας υγείας μέσα στην πανδημία, η πάλη απέναντι στους πλειστηριασμούς κ.α.

Και όπου το κάνουμε ήδη τι έχουμε καταφέρει;

Υπάρχουν παραδείγματα μέσα στον ωκεανό της πολυδιάσπασης της Αριστεράς σε τοπικό επίπεδο που αποτελούν κατά τη γνώμη μου πραγματικό φάρο σε επίπεδο ενός και μόνο ενωτικού δημοτικού σχήματος με πραγματικά αυτοδιοικητικά χαρακτηριστικά και αποτελεσματικότητα στη θεσμική και κινηματική του παρέμβαση και δράση. Για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ που να ασχολείται μόνο με τις λακούβες και τις επιδιορθώσεις στην παιδική χαρά, αλλά που να αναπτύσσει μια μεθοδολογία σταδιακής πολιτικοποίησης των επιμέρους ζητημάτων που ανακύπτουν στην πόλη απέναντι σε συντηρητικές Διοικήσεις, αλλά και με σαφή αντικυβερνητικό λόγο.

Κατά τη γνώμη μου, τέτοιο παράδειγμα αποτελεί, μεταξύ άλλων, το δημοτικό σχήμα της Αριστεράς στην Αγία Παρασκευή. Το πλεονέκτημα του Φυσάει Κόντρα δεν είναι απλώς ότι δεν έχει να ανταγωνίζεται τον διπλανό για να δείξει το ίδιο πιο αριστερό, ούτε καν μόνο ότι συσπειρώνει πραγματικά το σύνολο των δυνάμεων της ρήξης στην πόλη (ανένταχτοι/ες, Αναμέτρηση, ΑΡΑΝ, Κ-Σχέδιο, ΛΑΕ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΑΡΙΣ, Ξεκίνημα, Μέρα25). Το βασικό του πλεονέκτημα είναι ότι έχει κατακτήσει τη δική του αυτοτελή ζωή και τη θέση του στα κοινά του Δήμου μέσα από μια οριζόντια, γεμάτη σεβασμό για όλα τα μέλη του, αμεσοδημοκρατική και καθημερινή λειτουργία, που το κάνει κάτι πολύ περισσότερο από ένα τοπικό μέτωπο οργανώσεων.

Με αυτόν τον τρόπο έχει καταφέρει να συγκρουστεί σε πολλά επιμέρους μέτωπα με τη Διοίκηση του Δήμου και, κατ’ επέκταση, τις κυβερνητικές πολιτικές, αλλά και να ανοίξει ζητήματα στην πόλη με το δικό του πρόταγμα.

Επομένως…

Χωρίς πολλά λόγια, οι αυτοδιοικητικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2023 δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για πολλαπλά κατεβάσματα της ριζοσπαστικής Αριστεράς στους Δήμους. Μια τέτοια πολιτική επιλογή θα είναι καταστροφική. Οι μάχες που δίνουμε καθημερινά στις γειτονιές μας και θα κληθούμε να δώσουμε ακόμα πιο σκληρά απέναντι στις νεοφιλελεύθερες κι αντιλαϊκές πολιτικές και την αναδυόμενη νέας μορφής ακροδεξιά την επομένη των εκλογών, θα πρέπει να δοθούν για την Αριστερά και τον κόσμο που αυτή θέλει να εκπροσωπήσει από καλύτερες θέσεις μάχης.

Και αυτό έχει ως μονόδρομο μια πραγματικά ενωτική εκλογική παρέμβαση. Χωρίς αστερίσκους.

 

Ο Παναγιώτης Αντωνίου είναι δημοτικός σύμβουλος με το Φυσάει Κόντρα στην Αγία Παρασκευή, μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου της Αναμέτρησης, οργάνωσης για μια νέα κομμουνιστική Αριστερά

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…