Φοβάμαι πως για πρώτη φορά μετά τα Ίμια το 1996 ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός εγκυμονεί κίνδυνο «θερμού επεισοδίου». Η κλιμακούμενη πολεμική ρητορική της κυβέρνησης Ερντογάν (π.χ., «θα έρθουμε νύχτα…»), συνοδευόμενη από πρακτικές κινήσεις όπως το πρόσφατο δεύτερο τουρκολιβυκό μνημόνιο, και η ταυτόχρονη άρνηση της ελληνικής πλευράς να συζητήσει οτιδήποτε πέραν της υφαλοκρηπίδας, συνδυασμένη με επιθετικούς προβληματισμούς για επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων δυτικά της Κρήτης στα 12 ν.μ. (δηλαδή πάνω στο τουρκολιβυκό οικόπεδο ερευνών), αλλά και πολεμοκάπηλες δηλώσεις εγχώριων αξιωματούχων, όπως αυτή του εθνοφασίστα Συρίγου ότι «η Ελλάδα θα ρίξει τον πρώτο πυροβολισμό», νομίζω ότι δικαιολογούν το φόβο για «θερμό επεισόδιο».

Ενώ, λοιπόν, αποκλείω τη διεξαγωγή ενός πολέμου Ελλάδας – Τουρκίας (καμία πλευρά δεν τον επιθυμεί, παρεμπιπτόντως δε, αν ο μη γένοιτο συμβεί, η ταπεινωτική έκβασή του για την Ελλάδα είναι δεδομένη), η κλιμακούμενη αντιπαράθεση με κινήσεις επί του πεδίου μπορεί να οδηγήσει σε στρατιωτική εμπλοκή. Αν, για παράδειγμα, η Ελλάδα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα σε 12 ν.μ. δυτικά της Κρήτης και η Τουρκία την αγνοήσει συνεχίζοντας τις έρευνες συνοδεία πολεμικών ή, ακόμα χειρότερα, προχωρήσει σε ναυτικό αποκλεισμό ενός στρατιωτικοποιημένου ελληνικού νησιού του βορειοανατολικού Αιγαίου, ο ασκός του Αιόλου θα έχει ανοίξει.

Υποστηρίζω ότι αυτό το δυστοπικό σενάριο το ευνοούν δύο παράγοντες: Ο πρώτος είναι ότι στις δύο χώρες το 2023 θα γίνουν εκλογές και οι ηγέτες τους επενδύουν πρωτίστως στο εθνικιστικό ακροατήριο – ως γνωστόν δε, σε «εθνικές κρίσεις» πρωτίστως ωφελούνται οι κυβερνήσεις· ο δεύτερος παράγοντας καλλιέργειας της έντασης βρίσκεται σε συγκεκριμένες γεωστρατηγικές επιδιώξεις των δύο πλευρών. Ο μεν Ερντογάν πιέζει τις ΗΠΑ να άρουν κάθε περιορισμό στις εξοπλιστικές επιδιώξεις του και να αναγνωρίσουν την «ειδική σχέση» του με τη Ρωσία, ο δε Μητσοτάκης προσπαθεί να ενισχύσει τη συμμαχία με τις ΗΠΑ και την ΕΕ, καθώς και το ρόλο του ελληνικού κράτους στην ευρύτερη περιοχή σε βάρος φυσικά του τουρκικού. Βεβαίως, και οι δύο πλευρές έχουν προβλήματα στην υλοποίηση των επιδιώξεών τους και τούτο δημιουργεί εύφορο έδαφος για τον τυχοδιωκτισμό.

Αυτός ο γόρδιος δεσμός δεν θα ήταν συνετό να κοπεί με σπαθί, ούτε όμως φαίνεται δυνατό να λυθεί από αυτούς που τον δημιούργησαν και τον συντηρούν. Δυστυχώς, η Αριστερά, τουλάχιστον στην Ελλάδα, δεν αναπτύσσει μια πλατιά αντιεθνικιστική φιλειρηνική καμπάνια, εγκλωβισμένη είτε στον εκλογικό καιροσκοπισμό του ΣΥΡΙΖΑ είτε στον αντιιμπεριαλιστικό πατριωτισμό του ΚΚΕ, καταλήγοντας συνήθως σε μια θλιβερή εθνική πλειοδοσία απέναντι στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Ωστόσο, δεν υπάρχει άλλη λύση εκτός από αυτή την πλατιά καμπάνια, με κύριο στόχο την άμεση υπογραφή συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Αναγκαία μέτρα εμπιστοσύνης είναι η έναρξη διμερούς διαλόγου για την από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (σημειωτέον, το Δικαστήριο είναι διαιτητικό όχι ποινικό, άρα τα αντίδικα μέρη καταφεύγουν σε αυτό με στόχο ευνοϊκό για την πλευρά τους συμβιβασμό, όχι καταδίκη της άλλης) με ταυτόχρονο πάγωμα όλων των εξορυκτικών ερευνών στην Ανατολική Μεσόγειο.

 

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…