Στην εύλογη αγανάκτηση για την αθλιότητα περί «μύθου του Πολυτεχνείου», ας μην ξεχάσουμε το κύριο της χτεσινής μέρας: όσα είπε στη Βουλή ο υφυπουργός Παιδείας για τη Μεταπολίτευση ήταν για να προσδώσει βάθος στο –ψηφισμένο πια– νομοθετικό τερατούργημα, με το οποίο το άλλοτε δημόσιο, ακαδημαϊκό, δημοκρατικό πανεπιστήμιο (σύμβολο νεανικής και γενικής αμφισβήτησης, ακριβώς χάρη στο Πολυτεχνείο), γίνεται με τη βούλα τόπος εμπορίου – χώρος συναρμογής διδασκαλίας και έρευνας με τον πλουτισμό και την κρατική χειραγώγηση: Αυτά συνεπάγεται η τοποθέτηση εκτελεστικού διευθυντή, δηλαδή μάνατζερ, η είσοδος επιχειρηματιών στη διοίκηση των ιδρυμάτων, η θέσπιση επιχειρηματικών και βιομηχανικών διδακτορικών,  η κατά βούληση επιβολή διδάκτρων, η υπονόμευση των φοιτητικών παρατάξεων, η κατάργηση των φοιτητικών λεσχών, οι διατάξεις περί βιβλιοθηκών. Ως και πριν από είκοσι χρόνια, και οπωσδήποτε λίγο μετά το Πολυτεχνείο, όλα αυτά –και μαζί η πανεπιστημιακή αστυνομία, ως επιστέγασμά τους– δεν θα περνούσαν από το μυαλό και του πλέον «ευφάνταστου» αριστεριστή. Όλα αυτά, και μαζί το ένστολο και ένοπλο επιστέγασμά τους, η διαβόητη ΟΠΠΙ, είναι σήμερα νόμος του κράτους.

Αν θυμίζω το βασικό της χτεσινής μέρας, δεν είναι για να μειώσω το βάρος –μηδαμινό, και μαζί ασήκωτο– των υφυπουργικών κρωγμών περί «μύθου του Πολυτεχνείου». Νομίζω πως χρειάζεται να τα βλέπουμε μαζί, στο ίδιο πλάνο, γιατί τόση πολλή αγορά (στην κοινωνία γενικά και στο πανεπιστήμιο ειδικότερα) προϋποθέτει εξ ορισμού τόση λίγη δημοκρατία (στην πολιτική και την ιδεολογία γενικά, αλλά και στο πώς σκεφτόμαστε ή οργανώνεται το πανεπιστήμιο ειδικότερα). Η ακροδεξιά προπαγάνδα του Συρίγου αναδείχθηκε χτες ιδεώδες υποστήλωμα ενός νεοφιλελεύθερου, και γι’ αυτό αντι-μεταπολιτευτικού, πανεπιστημίου.

Το ρίσκο της δημοκρατίας

Η Δεξιά μισεί το Πολυτεχνείο γιατί απέτυχε να το εθνικοποιήσει όσο θα ήθελε, να το απαξιώσει όσο θα μπορούσε και να το εξαφανίσει όπως επιδίωξε. Με το να γιορτάζεται ως εξέγερση ακόμα, 50 χρόνια μετά, το Πολυτεχνείο επιμένει να θυμίζει στην ελληνική κοινωνία τα Ιουλιανά και να εμπνέει όλες τις επόμενες εξεγέρσεις: να στερεώνει το μάθημα ότι, αν είναι να αλλάξουν τα πράγματα, αυτό θάναι με την κίνηση των πολλών, οργανωμένη και αυτοσχέδια – και με την αποτύπωση της διαίρεσής τους σε κόμματα, παρατάξεις και κινήματα. Με τη διαφωνία και την αντιπαράθεση, τη σύγκρουση και την ανυπακοή. Εντέλει: με ρίσκο. Χωρίς αυτό το ρίσκο του «διχασμού», που απεχθάνονται οι εθνικο-φιλελευθερόφρονες, δεν υφίσταται δημοκρατία.

Αντιδραστική ρητορική

Αυτό το ρίσκο είναι που δεν αντέχουν οι κυβερνώντες, γι’ αυτό και η καταφυγή στα «βασικά» της αντιδραστικής ρητορικής: το Πολυτεχνείο χτες (όπως κάθε κίνηση των πολλών για τους αντιδραστικούς, κι όπως η κατά Συρίγο «αντιεξουσιαστική Αριστερά» σήμερα) ήταν μάταιο (αφού δεν έριξε τη Χούντα), έβαλε σε κίνδυνο τα κεκτημένα (βλ. «φιλελευθεροποίηση» Μαρκεζίνη) και τελικά προκάλεσε το αντίστροφο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα (μετά τον Παπαδόπουλο, ήρθε η Χούντα του Ιωαννίδη).

Μίσος για τη Μεταπολίτευση

Το Πολυτεχνείο, πράγματι, δεν έριξε τη Χούντα. Έγινε όμως ο καταλύτης για την απαξίωση της ως τότε κυρίαρχης ιδεολογίας που υλοποιούσαν από χρόνια παλάτι και στρατός –της αντικομμουνιστικής εθνικοφροσύνης– και τελικά για την πτώση της δικτατορίας. Ήταν η κορύφωση της αντίστασης –από τον ένοπλο αντιδικτατορικό αγώνα, που ξεκίνησε μέσα στο ‘67, ως τις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη–, και της εξεγερμένης Νομικής. H μειοψηφική δράση με την απόλυτα πλειοψηφική απεύθυνση. H ηθική νίκη όσων βάλαν τον πήχυ ψηλότερα από τη «φιλελευθεροποίηση» του καθεστώτος και ο εύφορος χώρος για συνθήματα όπως «Επανάσταση λαέ». H προϋπόθεση για την «έκρηξη» –πολιτική και πολιτιστική– που επανέφερε τους ηττημένους του εμφυλίου στο προσκήνιο. Η αναφορά και ο συνδετικός κρίκος ενός ολόκληρου κοινωνικού μπλοκ που πρωτοστάτησε στο φοιτητικό κίνημα για τον ν. 815, στην άνοδο του εργοστασιακού συνδικαλισμού, στην ενίσχυση της Αριστεράς, στην επικράτηση του «μπλοκ της Αλλαγής» (με τα αποδεδειγμένα όρια αυτού του τελευταίου…). Για όλα αυτά τα κοσμοϊστορικά πρέπει το Πολυτεχνείο να υποτιμηθεί, ο ρόλος των αστών πολιτικών να εξιδανικευτεί, ο αέρας ελευθερίας της Μεταπολίτευσης να συκοφαντηθεί, η κίνηση των πολλών να εξορκιστεί κι οι «υποκινητές» της κίνησης αυτής (κόμματα, παρατάξεις, κινήματα) να δαιμονοποιηθούν ως αυτό που είναι: φορείς πιθανής αλλαγής, υπονομευτές ή διασκευαστές της «εθνικής ενότητας».

Τριάντα χρόνια αντι-Μεταπολίτευση

Το μίσος για τη Μεταπολίτευση που εξέμεσε χτες ο Συρίγος δεν έχει τίποτα πρωτότυπο: αποτελεί ιδεολογική σταθερά όλα αυτά τα τριάντα χρόνια «μεταρρυθμίσεων» – ήτοι διεκδίκησης, από την «αγορά», χώρων που μέχρι τώρα προστατεύονταν από τη λογική της αγοραπωλησίας, του εμπορεύματος, του χρήματος, της «κερδαλέας προόδου», που θάλεγε ο Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος. Η άρση αυτής της προστασίας, πολιτικής και ιδεολογικής, που δικαίως συνυφάνθηκε με την εξέγερση του  Πολυτεχνείου, απαιτεί όπλα από φαρέτρες εχθρικές στη Μεταπολίτευση – την πιο μακρά περίοδο δίχως πραξικοπήματα και πολέμους στη σύγχρονη ιστορία. Από αυτή τη σκοπιά, το μίσος για τη Μεταπολίτευση είναι απλά αντεστραμμένη νοσταλγία της μετεμφυλιακής, προδικτατορικής τάξης πραγμάτων – της «καχεκτικής δημοκρατίας», που δεν ανεχόταν «ρετσίνα κι αντάρτικα».

Τα δικά μας τραγούδια σε λάθος στόματα

Δείτε ειρωνεία: έντεκα χρόνια μετά το Πολυτεχνείο, το 1984, ο alt-left Πανούσης ειρωνεύεται τη μείζονα Αριστερά της Μεταπολίτευσης με το «Πίσσα και πούπουλα», γιατί απολαμβάνοντας την πολιτική ελευθερία των άλλοτε ηττημένων, ανεχόταν «φυλακές ψυχιατρεία, εργοστάσια νεκροταφεία», πίνοντας «το βράδυ στις ταβέρνες ρετσίνα κι αντάρτικα». Ο Πανούσης ειρωνευόταν μια Αριστερά που του φαινόταν συμβιβασμένη, απ’ τη σκοπιά μιας Αριστεράς που «τα ήθελε όλα». Κοντά 40 χρόνια μετά, ο alt-right Συρίγος διασκευάζει Πανούση απέναντι σε κάθε Αριστερά, γιατί «καταλήγει σε ταβέρνες με παϊδάκια και αντάρτικα». Ο Συρίγος δεν είναι βετζετέριαν: αναμασώντας τα περί μύθου του Πολυτεχνείου, μιλάει σαν πρωτοσέλιδο του «Συναγερμού» – της φυλλάδας που έβγαζε στη Μεταπολίτευση το ακροδεξιό ΕΝΕΚ, για να καταχεριάσει την ΟΝΝΕΔ ως «καπελωμένη» από την Αριστερά.

1 σχόλιο

Comments are closed.

Διαβάστε επίσης

Δίκη Πολύκαρπου Γεωργιάδη: μια κακόγουστη φάρσα της «Αντιτρομοκρατικής»

Ενάμιση χρόνο πριν, την Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2020, ο αγωνιστής Πολύκαρπος Γεωργιάδης…

Εντουάρ Λουί: «Ενάντια στον φασισμό, θα πάω να ψηφίσω έναν υποψήφιο που μισώ βαθιά»

Τον Εντουάρ Λουί, μια από τις πιο μαχητικές φωνές υπέρ της εργατικής…